thelogia paulou

54
Χαράλαμπος Ατματζίδης Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ Εισαγωγικές παρατηρήσεις Η θεολογία του απ. Παύλου αποτελεί το σημαντικότερο μέρος της θεολογίας της Καινής Διαθήκης (Κ.Δ.). Και οι δύο θεολογίες είναι βαθιά επηρεασμένες από τη προτεσταντική θρησκευτική μεταρρύθμιση, τον ορθολογισμό και τον ιστορισμό. Αποτελούν επίσης μια συνειδητή προσπάθεια αποδέσμευσης της θεολογίας της Κ.Δ. από τη δογματική. Μέχρι τότε ήταν γενικά αποδεκτό ότι η Αγία Γραφή και η ομολογία πίστης συμφωνούν απολύτως ή ακριβέστερα ότι η δογματική και οι θέσεις, τις οποίες αυτή ανέπτυξε κατά τη διαπραγμάτευση των διαφόρων θεολογικών θεμάτων, αποτελούν το ερμηνευτικό κλειδί για την κατανόηση των θεολογικών θέσεων της Βίβλου. Αντίθετα, η νέα και αυτόνομη, πλέον, θεολογία της Κ.Δ. ανέπτυξε τη θεματολογία της κατά τρόπο ιστορικό και ανεξάρτητα από τη δογματική. Η επιρροή όμως της δογματικής εξακολουθεί να υπάρχει τουλάχιστον ως προς την ορολογία και την οργανωτική παράθεση της θεματολογίας τόσο της θεολογίας της Κ.Δ. όσο και της θεολογίας του απ. Παύλου. Παρακάτω παραθέτουμε μια κλασική και αρκετά χρηστική διαίρεση της παύλειας θεολογίας σύμφωνα με τη δογματική ορολογία και οργανωτική δομή i . Θεολογία Ένας Θεός Ρωμ 1,18εξ.· Α Κορ 8,1εξ.· Γαλ 3,20· 4,8-10· Α Θεσ 1,9εξ. ..............................................................................................................

Upload: nikivaripati

Post on 06-Apr-2015

90 views

Category:

Documents


4 download

TRANSCRIPT

Page 1: thelogia paulou

Χαράλαμπος Ατματζίδης

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Η θεολογία του απ. Παύλου αποτελεί το σημαντικότερο μέρος της

θεολογίας της Καινής Διαθήκης (Κ.Δ.). Και οι δύο θεολογίες είναι βαθιά

επηρεασμένες από τη προτεσταντική θρησκευτική μεταρρύθμιση, τον

ορθολογισμό και τον ιστορισμό. Αποτελούν επίσης μια συνειδητή

προσπάθεια αποδέσμευσης της θεολογίας της Κ.Δ. από τη δογματική.

Μέχρι τότε ήταν γενικά αποδεκτό ότι η Αγία Γραφή και η ομολογία

πίστης συμφωνούν απολύτως ή ακριβέστερα ότι η δογματική και οι

θέσεις, τις οποίες αυτή ανέπτυξε κατά τη διαπραγμάτευση των διαφόρων

θεολογικών θεμάτων, αποτελούν το ερμηνευτικό κλειδί για την

κατανόηση των θεολογικών θέσεων της Βίβλου. Αντίθετα, η νέα και

αυτόνομη, πλέον, θεολογία της Κ.Δ. ανέπτυξε τη θεματολογία της κατά

τρόπο ιστορικό και ανεξάρτητα από τη δογματική. Η επιρροή όμως της

δογματικής εξακολουθεί να υπάρχει τουλάχιστον ως προς την ορολογία

και την οργανωτική παράθεση της θεματολογίας τόσο της θεολογίας της

Κ.Δ. όσο και της θεολογίας του απ. Παύλου.

Παρακάτω παραθέτουμε μια κλασική και αρκετά χρηστική διαίρεση

της παύλειας θεολογίας σύμφωνα με τη δογματική ορολογία και

οργανωτική δομήi.

Θεολογία

Ένας Θεός Ρωμ 1,18εξ.· Α Κορ 8,1εξ.·

Γαλ 3,20· 4,8-10· Α Θεσ 1,9εξ.

..............................................................................................................

Page 2: thelogia paulou

2

ο Ισραήλ (1) ως ο λαός

του Θεού Ρωμ 9-11

..............................................................................................................

ο Νόμος (1) όπως

δόθηκε από τον Θεό/

ο Μωυσής Ρωμ 2· 3· 5,12-8,11· 10,1εξ.

Β Κορ 3· Γαλ 3

..............................................................................................................

ο Αβραάμ Ρωμ 4· Γαλ 3 και 4

Χριστολογία

η αποστολή από τον Θεό

/ ο Υιός (1) Ρωμ 8,3· Γαλ 4,4-6

..............................................................................................................

ο εκ σπέρματος Δαβίδ

Υιός (2) Ρωμ 1,3-7

.............................................................................................................

η προΰπαρξη του Χριστού Φιλ 2,6-11

.............................................................................................................

ο Χριστός Α Κορ 15,1-11

Ανθρωπολογία

Ανθρωπολογικοί όροι:

............................................................................................................

το σώμα Ρωμ · Α Κορ 6,12-20 · 12 · 15

............................................................................................................

η σάρκα Ρωμ 7,14-25 · 8,1-17 ·

Γαλ 5,16-26

.............................................................................................................

ο νόμος (2) ως δείκτης

της αμαρτίας Ρωμ 5 · 7 · 10,1-5 · Γαλ 3

.............................................................................................................

η αμαρτία Ρωμ 1-3 · 5· 6 · 7 ·

Α Κορ 6,18-20

..........................................................................................................

ο θάνατος Ρωμ 5 · 6 · 7,7-25

............................................................................................................

ο Ισραήλ (2) ως μέρος

της ανθρωπότητας Ρωμ 1-3

............................................................................................................

οι ειδωλολάτρες (1) ως μέρος

της ανθρωπότητας Ρωμ 1-3

.............................................................................................................

η πολιτεία Ρωμ 13

Σωτηριολογία

η δικαιοσύνη του Θεού/

η δικαίωση Ρωμ 1,6εξ. · 3,21-31 · 10,1-4 ·

Page 3: thelogia paulou

3

Β Κορ 5,21 · Γαλ 2,11-21 ·

3,10-14 · Φιλ 3,9

...............................................................................................................

ο εξιλασμός (συγχώρεση)

/ ο αντιπρ0σωπευτικός

θάνατος του Ιησού Ρωμ 3,25εξ. · 5,8 · 8,32 ·

Α Κορ 11,25 · 15,3β-5 ·

Γαλ 2,20 · Α Θεσ 5,9εξ.

.............................................................................................................

η καταλλαγή,

η συμφιλίωση Ρωμ 5,6-11 · Β Κορ 5,11-21

..........................................................................................................

η λύτρωση Ρωμ 3,24 · Α Κορ 1,30

..........................................................................................................

η χάρη (του Θεού) Ρωμ 3,24 · 5,15εξ.

............................................................................................................

η πίστη (1) Ρωμ 1,16-18 · 3,21-31 · 4 · 5,1-5

· Γαλ 2,16-3,29 · 5,1-6 · Ο

Αβραάμ ως πατέρας της

πίστης (βλ. Ρωμ 4 )

Εκκλησιολογία

τα εκκλησιαστικά αξιώματα/

η έννοια του αποστόλου Ρωμ 1,1-17 · 15,14-21 ·

Α Κορ 1-4 και 9 ·

Β Κορ 2,14-6,13 · 10-13 ·

Γαλ 1 και 2 · Φιλ 3,4εξ.

...............................................................................................................

το κήρυγμα του ευαγγελίου

και του λόγου του Θεού Ρωμ 1,16εξ. · 10, 8-15 ·

Α Κορ 1-3 · 15,1-11

.............................................................................................................

το βάπτισμα και

η ευχαριστία Ρωμ 6,1-11 · Α Κορ 1,13-17 ·

12,12εξ. · Γαλ 3,26-29 ·

Α Κορ 10 και 11

..........................................................................................................

Λατρευτικές συνάξεις Α Κορ 12-14

..........................................................................................................

η Παλαιά Διαθήκη /

η Γραφή Ρωμ 4 · 9,6-13 ·

Α Κορ 10, 1-13 · Β Κορ 3 ·

Γαλ 3,6-9 · 4,21-31

Page 4: thelogia paulou

4

Ηθική το πνεύμα και τα

χαρίσματα του πνεύματος Ρωμ 8 ·Α Κορ 12-14 · Γαλ 3 ·

4,1-7 · 5,16-26

...............................................................................................................

η παραίνεση/ η αλλαγή

του ανθρώπου Ρωμ 12εξ. · Α Κορ passim ·

Γαλ 5,1εξ. · Φιλ 2,5-18

.............................................................................................................

η αγιότητα Α Κορ 5 και 6

..........................................................................................................

η πίστη (2) – η αγάπη –

η ελπίδα Ρωμ 8,1-30 · 13,8-10 ·

Α Κορ 13

Εσχατολογία

η ανάσταση Ρωμ 6,1-11 · 8,18-30 ·

Α Κορ 15 · Β Κορ 5,1-10 ·

Φιλ 1,21-24 · 3,20εξ. ·

Α Θεσ 4,13-5,10

...............................................................................................................

η κρίση Ρωμ 1-3 · Α Κορ 3,5-17 · 4,1-5

· 6,2 · Β Κορ 5,10

.............................................................................................................

ο Ισραήλ (3) ως

ο λαός της σωτηρίας

κατά τα έσχατα Ρωμ 11

..........................................................................................................

οι ειδωλολάτρες (2)

κατά τα έσχατα Ρωμ 11

Στον παραπάνω πίνακα παρατηρούμε το πλήθος των θεολογικών

θεμάτων, τα οποία πραγματεύεται ο Παύλος στις επιστολές του.

Παράλληλα γίνεται κατανοητό ότι είναι αδύνατο να εξετάσουμε τα

παραπάνω ζητήματα στην παρούσα μικρή μας αναφορά στη θεολογία

του αποστόλου. Για αυτό θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας μόνο σε

κεντρικά θέματα της θεολογίας του. Η ανάλυσή μας δεν θα ακολουθήσει

τον παραπάνω συστηματικό τρόπο έκθεσης, αλλά θα είναι ιστορική. Θα

εξετάσει, δηλαδή, το θεολογικό περιεχόμενο της κάθε επιστολής

ξεχωριστά. Προκρίνουμε αυτή την εξέταση, επειδή είναι γενικά αποδεκτό

ότι η κάθε επιστολή γράφτηκε από τον Παύλο κάτω από ορισμένες

Page 5: thelogia paulou

5

συνθήκες και με σκοπό να λύσει συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία

προέκυψαν σε συγκεκριμένες χριστιανικές κοινότητες και δεν αποτελεί

μια πραγματεία.

Επίσης, σημειώνουμε ότι, ακολουθώντας τα πορίσματα της

καινοδιαθηκικής επιστήμης, θα ασχοληθούμε πρώτα με τη θεολογία

εκείνων των επιστολών, που είναι βέβαιο ότι έγραψε ο Παύλος, τις

αποκαλούμενες «πρωτοπαύλειες» επιστολές. Αυτές είναι η Α προς

Θεσσαλονικείς, οι Α και Β προς Κορινθίους, η προς Γαλάτας, η προς

Φιλιππησίους, η προς Φιλήμονα και η προς Ρωμαίους επιστολές. Κατόπιν

θα ασχοληθούμε με τη θεολογία που αναπτύσσεται στις επιστολές

εκείνες, που δεν είναι βέβαιο ότι έγραψε ο απόστολος, αλλά άλλοι,

πιθανόν μαθητές του, οι οποίοι ανήκαν στη σχολή του Παύλου και ήταν

επηρεασμένοι από το πνεύμα του, και τις οποίες αποκαλούμε

«δευτεροπαύλειες» επιστολές. Αυτές είναι η προς Κολοσσαείς, η προς

Εφεσίους, η Β προς Θεσσαλονικείς, οι Α και Β προς Τιμόθεον και η προς

Τίτον επιστολέςii. Τέλος, θα εξετάσουμε την εικόνα του Παύλου και της

θεολογίας του στις Πράξεις των Αποστόλων.

Θα αρχίσουμε την εξέταση της θεολογίας του Παύλου επισημαίνοντας

τους παράγοντες, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση της, κατόπιν θα

αναφερθούμε στον κύριο θεολογικό άξονα, γύρω από τον οποίο και σε

σχέση με τον οποίο ο Παύλος αναπτύσσει τη θεολογία του και τέλος θα

δούμε τα επιμέρους θεολογικά θέματα που αναπτύσσει ο απόστολος στις

επιστολές του.

1. Η θεολογία του αποστόλου Παύλου (Θεολογία των πρωτοπαύλειων

επιστολών)

Ο Παύλος υποστηρίζει, υπερασπιζόμενος την αποστολικότητά του, ότι

το ευαγγέλιο για τον Ιησού Χριστό, το οποίο κηρύττει, ούτε το παρέλαβε

Page 6: thelogia paulou

6

ούτε το διδάχτηκε από άνθρωπο, αλλά του το αποκάλυψε ο Χριστός (Γαλ

1,12). Καθώς όμως μελετούμε τα κείμενα του αποστόλου, διαπιστώνουμε

ότι διάφοροι παράγοντες επηρέασαν τη θεολογική σκέψη του. Επίσης,

διαπιστώνουμε ότι ο απόστολος αναπτύσσει τη θεολογία του γύρω από

ένα κεντρικό θέμα, αυτό του ευαγγελίου, και την προσαρμόζει ανάλογα

με τις περιστάσεις. Τέλος, αν και ο απόστολος πραγματεύεται πολλές

φορές σε κάθε επιστολή του τα ίδια θεολογικά θέματα, εντούτοις

προσθέτει σε αυτές, κάθε φορά, κάτι καινούργιο από τη θεολογία του.

1.1 Οι παράγοντες διαμόρφωσης της θεολογικής σκέψης του Παύλου

Η θεολογία του Παύλου δεν είναι, λοιπόν, ένα δημιούργημα

εργαστηρίου. Αντίθετα αυτή δημιουργήθηκε και διαμορφώθηκε από τον

απόστολο σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, που ήταν η επικράτεια της

Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Επίσης, αυτή

επηρεάστηκε από συγκεκριμένες θρησκευτικές αντιλήψεις και κλήθηκε

να λύσει συγκεκριμένα προβλήματα, που ανέκυψαν στις νεοσύστατες

πρωτοχριστιανικές κοινότητες. Κύριοι παράγοντες που βοήθησαν στην

δημιουργία της θεολογίας του Παύλου είναι οι ακόλουθοι: 1) Η Παλαιά

Διαθήκη, η οποία αποτελούσε την Γραφή της πρώτης χριστιανικής

κοινότηταςiii. Ο απόστολος επανειλημμένα επιχειρηματολογεί με βάση

την Π.Δ. 2) Η φαρισαϊκή θεολογία και η ιουδαϊκή αποκαλυπτικήiv. Ο

Παύλος είναι, όπως και ο ίδιος το δηλώνει, μορφωμένος θρησκευτικά

Ιουδαίος. Επίσης γνωρίζει καλά την ιουδαϊκή αποκαλυπτική, την οποία

και χρησιμοποιεί καθώς αναπτύσσει τις θεολογικές του ιδέες. 4) Η

παράδοση και η ηθική των ελληνιστικών ή αλλιώς ελληνορωμαϊκών

κοινοτήτων. Οι χριστιανοί πρώην ειδωλολάτρες προέρχονται από τις

κοινότητες αυτές και εξακολουθούν να ζουν μέσα σε αυτές και να

διατηρούν πολλά από τα χαρακτηριστικά τους. Ο Παύλος είναι επόμενο

Page 7: thelogia paulou

7

να λαμβάνει υπόψη τους τις παραμέτρους αυτές, όταν αναλύει διάφορα

θεολογικά θέματα. 5) Ο απόστολος, για να είναι κατανοητός στους

πιστούς, εκφράζει τη θεολογία του με τα φιλολογικά μέσα της εποχής.

Έτσι χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων, το φιλολογικό είδος της επιστολής και

την πολύ διαδεδομένη την εποχή εκείνη ρητορική τέχνη. Όπως ο

Σωκράτης στην αντιπαράθεσή του με τους σοφιστές εξέλιξε την ιδιότυπη

φιλοσοφική του επιχειρηματολογία έτσι και ο Παύλος μέσα από την

αντιπαράθεσή του με τους αντιπάλους του ανάπτυξε την δική του

ρητορική θεολογική επιχειρηματολογία, η οποία ήταν ταυτόχρονα λογική,

δημόσια και άφηνε χώρο να εμφανισθεί η ενέργεια του Θεού στον κόσμο

(H. D. Betz, Der Apostel Paulus und die Sokratische Tradition, Tübingen 1972). 6)

Η σκληρή αντιπαράθεση του Παύλου με τους αντιπάλους του αλλά και η

ανάγκη που ένιωθε ο απόστολος να εμβαθύνει σε ορισμένα θέματα,

συμβάλλουν καθοριστικά, ώστε η θεολογική σκέψη του να μην

παραμένει στατική και μονολιθική, αλλά να εξελίσσεται και να

προσαρμόζεται με το πέρασμα του χρόνουv. 7) Τέλος, οι συγκεκριμένες

συνθήκες κάτω από τις οποίες καλείται ο απόστολος να απαντήσει στις

ερωτήσεις των πιστών διαμορφώνουν και τον τρόπο παράθεσης της

θεολογία του. Αυτή είναι αποσπασματική, γιατί απαντά σε

συγκεκριμένα ερωτήματα και επιχειρεί να λύσει συγκεκριμένα

προβλήματα που ανακύπτουν σε μια κοινότητα. Θα πρέπει, όμως, να

σημειώσουμε ότι ο απόστολος, «απαντώντας» στις επιστολές του στα

σχετικά ερωτήματα των πιστών, εύρισκε την ευκαιρία να αναπτύσσει και

άλλα θεολογικά θέματα, τα οποία άπτονταν βέβαια του θέματος των

επιστολών. Έτσι π.χ. ο απόστολος στο Α Κορ 15 αναφέρεται σαν σε

πραγματεία στην ανάσταση των νεκρών. Το ίδιο κάνει και στη Β Κορ,

όπου παρεμπιπτόντως αναφέρεται πιο εκτεταμένα σε διάφορα θέματα,

όπως στην εσχατολογία (5,10), στη σωτηριολογία (5,20) και στην

ανθρωπολογία (4,7εξ.).

Page 8: thelogia paulou

8

1.2 Ο κύριος θεολογικός άξονας της θεολογίας του Παύλου

Η θεολογική σκέψη του Παύλου εδράζεται στην πεποίθηση του

αποστόλου ότι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο υιός του Θεού, φανερώθηκε στον

απόστολο και του ανέθεσε να κηρύττει το ευαγγέλιο στους εθνικούς (Γαλ

1,16 · Ρωμ 1,1-6 · 15,14-21) σε όλη την οικουμένη, από την Ιερουσαλήμ έως

τη Ρώμη (Ρωμ 15,19). Ο χρόνος βέβαια είναι περιορισμένος (Α Κορ 7,29 ·

Ρωμ 13,11εξ), ο απόστολος, όμως, αντλεί δύναμη για το έργο του από τον

Χριστό. Θεωρεί ότι η δεύτερη έλευση του Κυρίου είναι πολύ κοντά και

νιώθει τόσο μεγάλη χαρά γι αυτό, που περιγράφει την εγγύτητα αυτή με

λόγια γεμάτα πάθος και ενθουσιασμό (Ρωμ. 8,18-30 · Β Κορ 5,1-10 · Φιλ

1,20-26). Πολλές φορές μάλιστα χρησιμοποιεί και την χαρακτηριστική

έκφραση «σὺν Χριστῷ εἶναι» (Α Θεσ 4,17 · Φιλ 1,23).

Ο απόστολος έφερε το αποστολικό του έργο εις πέρας με κόπο και με

πολλές δυσκολίες (1,4,9-13 · Β Κορ 11,23-33), η υγεία του κλονίστηκε

επικίνδυνα (Β Κορ 12,1-10), απειλήθηκε μάλιστα η ίδια η ζωή του (Φιλ 1,19-

20). Οι αντίπαλοί του επανειλημμένα τον αμφισβήτησαν και τον

πολέμησαν με ιδιαίτερη σκληρότητα (Β Κορ 11,22 · Γαλ 4,17 · 5,12 · 6,12εξ. ·

Φιλ 1,15εξ. · 3,2). Είχε, όμως, πολλούς και άξιους συνεργάτες, οι οποίοι τον

βοήθησαν να ξεπεράσει τις δυσκολίες και να ποιμάνει τις νεοσύστατες

κοινότητες (Φιλ 1,14εξ. · Α Κορ 3,5εξ. · Ρωμ 16),

Όπως σημειώσαμε το κήρυγμα του ευαγγελίου στους εθνικούς, αποτελεί

και το κέντρο της θεολογικής του σκέψης, γύρω από το οποίο

περιστρέφονται τα πάντα. Στα πλαίσια αυτού του κηρύγματος ο

απόστολος καλείται να λύσει καίρια προβλήματα, θεολογικά και

κοινωνικά, τα οποία εμφανίζονται στις χριστιανικές κοινότητες. Αναφέρω

ορισμένα από αυτά. Το πρώτο πρόβλημα προκύπτει από τον θάνατο

χριστιανών πριν τη δεύτερη παρουσία του Χριστού (Α Θεσ 4,13). Ο Παύλος

Page 9: thelogia paulou

9

αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα αναπτύσσει στις επιστολές του τη

χριστιανική εσχατολογία, γράφει δηλαδή, για το μέλλον των χριστιανών,

του κόσμου, για τη δεύτερη έλευση του Χριστού (Α Θεσ 4-5 · Α Κορ 5 · Φιλ

3,10εξ.), για τον πρώτο και τον δεύτερο Αδάμ (Α Κορ 15 · Ρωμ 5), για τον

σωματικό και τον πνευματικό άνθρωπο (Α Κορ 15) και για τον μελλοντικό

ένδοξο νέο κόσμο (Ρωμ 8,18εξ.). Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι, αν οι

χριστιανοί, πρώην ειδωλολάτρες, θα πρέπει να ενταχθούν στον

Ιουδαϊσμό και να εφαρμόζουν τον μωσαϊκό νόμο (Γαλ 2,3-10 · 5,1-12). Με

αφορμή το πρόβλημα αυτό ο απόστολος αναφέρεται επανειλημμένα σε

διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, σχετικές με την καθαρότητα των τροφών

(Α Κορ 8-10 · Γαλ 2,11εξ. · Ρωμ 14), με γιορτές, ημερολόγια (Ρωμ 14,5 · Γαλ

4,10) κ.α. Επίσης ο Παύλος, για να υπερασπίσει τη θέση του ότι η σωτηρία

του ανθρώπου έρχεται από την πίστη και όχι από την τήρηση των

εντολών του μωσαϊκού νόμου, αναπτύσσει την περίφημη θεωρία του περί

δικαιώσεως του ανθρώπου με μόνη την πίστη. Τη θεωρία του αυτή

παραθέτει σε τρεις επιστολές του, στην προς Γαλάτας (2,11εξ. · 2,16εξ. ·

3,1-5,12), στην προς Φιλιππησίους (3,1εξ) και στην προς Ρωμαίους (1,16εξ. ·

1, 18-8,39), διαμορφωμένη και εκφρασμένη ανάλογα με τις περιστάσεις.

Παράλληλα στην προς Ρωμαίους επιστολή του αναφέρεται ξεχωριστά και

στον Ιουδαϊκό λαό, τονίζοντας ότι και αυτός θα σωθεί (9-11). Ένα τρίτο

ζήτημα, που δίνει αφορμή στον Παύλο να αναφερθεί και σε παρεμφερή

θέματα είναι η μορφή ή δομή της νέας κοινότητας, της εκκλησίας του

Θεού ή του Ιησού Χριστού. Ο Παύλος την περιγράφει σαν μια

εσχατολογική κοινότητα (Α Κορ 5-7), ως σώμα Χριστού, όπου οι πιστοί

ζουν σύμφωνα με το πνεύμα του Θεού (Α Κορ 12-14 · Ρωμ 12 · Γαλ 5,16.25).

Τα ίδια χαρακτηριστικά έχουν, επίσης, τόσο ο κάθε χριστιανός όσο και ο

Παύλος (Φιλ 3,12-16 ς 1,20-24), όποίος αποτελεί και πρότυπο για τα μέλη

της κοινότητας (Α Κορ 4,16 · 11,1 · Φιλ 3,17). Τέλος, στην Α Κορ (1-4) και

ιδιαίτερα στην Β Κορινθίους τονίζεται με έμφαση ο σταυρικός

Page 10: thelogia paulou

10

χαρακτήρας της ζωής τόσο του Παύλου όσο και των πιστών. Ένα τέταρτο

και τελευταίο πρόβλημα που προκύπτει στα πλαίσια του κηρύγματος του

ευαγγελίου στους εθνικούς από τον Παύλο είναι το θέμα της ηθικής. Οι

χριστιανοί απορρίπτοντας τον μωσαϊκό νόμο χρειάζονται μια νέα, δική

τους, ηθική. Ο Παύλος αναπτύσσει μια τέτοια ηθική στις επιστολές του

(Ρω. 12 εξ. · Α Κορ passim · Γαλ 5-6).

Συμπερασματικά μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο Παύλος

κηρύττοντας το ευαγγέλιο για τον Ιησού Χριστό στους εθνικούς έδωσε

απαντήσεις και σε συγκεκριμένα ερωτήματα των πιστών για διάφορα

θεολογικά θέματα, που προέκυπταν από την καθημερινή ζωή των

πιστών. Έτσι ο Παύλος έθεσε της βάσεις για μια χριστιανική θεολογία ή

καλύτερα με τον απόστολο Παύλο άρχισε να διαμορφώνεται η

χριστιανική θεολογία.

Στη συνέχεια θα παραθέσουμε ορισμένα από τα θεολογικά ζητήματα

που έθιξε ο απόστολος στις επιστολές του, δηλαδή, στις πρωτοπαύλειες

επιστολές.

1.3 Η Α προς Θεσσαλονικείς επιστολή

Στην επιστολή αυτή (κεφ. 4) ο Παύλος αναφέρεται για πρώτη φορά σε

θεολογικά θέματα που αφορούν το μέλλον των χριστιανών

(εσχατολογία)vi.

Η ανάσταση των νεκρών

Φαίνεται ότι ο θάνατος πιστών Θεσσαλονικέων θορύβησε τους

υπόλοιπους πιστούς για τον ερχομό της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου.

Με αγωνία αναρωτιούνταν, πότε αυτή θα έλθει και τι θα συμβεί με τους

ήδη αποβιώσαντες χριστιανούς. Ο απόστολος νιώθει την ανάγκη να

ενημερώσει τα μέλη της κοινότητας (4,13). Το κύριο επιχείρημά του είναι:

«Εμείς πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε · το ίδιο πιστεύουμε

Page 11: thelogia paulou

11

ότι αυτούς που πέθαναν πιστεύοντας στον Ιησού, ο Θεός θα τους αναστήσει

για να ζήσουν μαζί του» (4,14). Η πίστη, δηλαδή, στην ανάσταση του

Κυρίου οδηγεί και στη βεβαιότητα του ερχομού της δευτέρας παρουσίας

του Κυρίου. Στη συνέχεια, για να διευκρινίσει περισσότερο στους

αναγνώστες της επιστολής του, τι θα συμβεί, περιγράφει,

χρησιμοποιώντας την ιουδαϊκή αποκαλυπτική γλώσσα της εποχής, ότι

κατά τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου οι πιστοί θα αναστηθούν και όλοι

μαζί, οι αναστημένοι και ζώντες χριστιανοί, θα συναντήσουν τον Κύριο

στις νεφέλες, στον αέρα. Το αποκαλυπτικού χαρακτήρα κείμενο κλείνει

με μια φράση γεμάτη βεβαιότητα: «...και έτσι θα είμαστε για πάντα μαζί

με τον Κύριο» (4,17).

Στη συνέχεια ο Παύλος επεξηγεί, πότε θα συμβούν τα παραπάνω (5,1-

11). Για να γίνει κατανοητός χρησιμοποιεί το μοτίβο της «ημέρας του

Κυρίου» από την Παλαιά Διαθήκη (Π.Δ.), το οποίο είναι ήδη γνωστό στους

πρώτους χριστιανούς. Η δευτέρα παρουσία του Κυρίου θα έλθει ξαφνικά,

για αυτό οι πιστοί πρέπει να είναι άγρυπνοι και νηφάλιοι, «φορώντας την

πίστη και την αγάπη για θώρακα και την ελπίδα της σωτηρίας για

περικεφαλαία» (5,8).

Άλλα θεολογικά θέματα

Στην παραπάνω φράση ο Παύλος χρησιμοποιεί την τριάδα των

εννοιών «πίστις, ἀγάπη, ἐλπίς», την οποία θα συναντήσουμε και στο Α

Κορ 13,13vii. Με αφορμή αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο απόστολος

στην Α Θεσ συχνά αναφέρεται και σε άλλα κεντρικά θεολογικά θέματα,

χωρίς όμως να τα αναπτύσσει και με τα οποία θα ασχοληθεί σε άλλες του

επιστολές. Eνδεικτικά αναφέρουμε τα σχετικά θέματα: α) με το

«εὐαγγέλιον» (1,5) και τον λόγο του Κυρίου (1,8·2,13), β) με τον Ιησού «τὸν

υἱόν αὐτοῦ...ὅν ἤγειρεν ἐκ [τῶν] νεκρῶν» (1,10· 4,14), γ) με τη φράση «ὑπέρ

ἡμῶν» που δηλώνει ότι ο Ιησούς θυσιάστηκε για τη σωτηρία των

Page 12: thelogia paulou

12

ανθρώπων (5,10), δ) με την περιγραφή της αποστολικής ιδιότητας από τον

Παύλο (2,1-12) κ.ά.

1.4 Η Α προς Κορινθίους επιστολή

Στην εκτεταμένη αυτή επιστολή του ο Παύλος πραγματεύεται, πάντα

στα πλαίσια των δυνατοτήτων μια επιστολής, πολλά θέματα. Από αυτά

θα μας απασχολήσουν δύο.

Η αυθεντική αποστολικότητα

Το ένα σχετίζεται με την αυθεντική αποστολικότητα, και περιέχεται

στα πρώτα 4 κεφάλαια της επιστολής. Στην κοινότητα της Κορίνθου

εμφανίζονται διαιρετικές τάσεις, οι οποίες πηγάζουν και σχετίζονται με

το ερώτημα, ποιος είναι ο αυθεντικός ηγέτης της κοινότητας και τι είναι

αυτό που τον χαρακτηρίζει ως τον αυθεντικό απόστολο. Είναι ένα

πρόβλημα, το οποίο ο Παύλος θα χρειαστεί να το αντιμετωπίσει πάλι στη

Β προς Κορινθίους επιστολή του. Ο απόστολος αναπτύσσοντας τη

θεολογία του για την αυθεντική αποστολικότητα την οριοθετεί ως

ακολούθως: Πρώτα από όλα ο αυθεντικός απόστολος του Θεού, όπως

είναι ο Παύλος, είναι διαπιστευμένος από τον ίδιο τον Χριστό (1,17). Η

διαπίστευση αυτή του δίνει το δικαίωμα να αυτοαποκαλείται «συνεργός»

(3,9) και «οἰκονόμος», διαχειριστής (4,1) του Θεού. Το «αξίωμα» του

αποστόλου όμως συνοδεύεται και από συνεχείς αγώνες, ταπεινώσεις,

πτωχεία, ταλαιπωρίες και θανάσιμους κινδύνους (4,6-13).

Ο Παύλος, όμως, συνεχίζει και συνδέει όσα αναφέρει για την αυθεντική

αποστολικότητα και με την κοινότητα. Επισημαίνει ότι η «σταυρώσιμη

ζωή των αποστόλων»viii και όχι η αυταρέσκεια πρέπει να εμπνέει και να

χαρακτηρίζει όλα τα μέλη της κοινότητας (4,10εξ.). Επίσης, τονίζει ότι

πρέπει να τα χαρακτηρίζει η αγιότητα, αφού οι χριστιανοί είναι ο ναός

του Θεού (3,16-17).

Page 13: thelogia paulou

13

Στη συνέχεια ο Παύλος εμβαθύνει στο θέμα αποστολικότητα -

κοινότητα ξεκινώντας πάλι από τη βασική σκέψη ότι είναι

διαπιστευμένος του Χριστού (1,17). Στον ίδιο στίχο συνδέει την ανθρώπινη

σοφία με το γεγονός της σταύρωσης του Ιησού, που θεωρείται από τους

εθνικούς «μωρία», ανοησία. Στην ουσία με τον συνδυασμό αυτό του

αποστόλου η θεωρία-θεολογία περί σοφίας αναμορφώνεται μέσα από τη

σύνδεσή της με τη θεολογία του σταυρούix. Ο Παύλος έχει υπόψη του ότι

οι χριστιανοί γνωρίζουν διάφορες παραδόσεις για τον Ιησού, τον θάνατο

και την ανάστασή του. Αυτές τις παραθέτει στην επιστολή του (15,3-5).

Παράλληλα όμως επιλέγει από τις παραδόσεις αυτές ό,τι αναφέρεται στο

θάνατό του Χριστού (στ. 3: «ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν») και το αναφέρει

αυτοτελώς κηρύσσοντας ότι αυτό που ήθελε να κάνει γνωστό στους

πιστούς της Κορίνθου ήταν ο εσταυρωμένος Ιησούς Χριστός (2,2). Ας

επισημάνουμε ότι ο Παύλος τοποθετεί στο κέντρο της θεολογίας του το

σταυρικό θάνατο του Ιησού, στον οποίο επανέρχεται και μνημονεύει σε

όλες σχεδόν τις επιστολές του συνδέοντας τον με πολλά και διαφορετικά

θέματα. Έτσι και στην Α Κορ, μετά τα παραπάνω, τονίζει ότι ο σταυρικός

θάνατος του Ιησού Χριστού έφερε τη σωτηρία στους ανθρώπους (1,18) και

φανέρωσε ότι ο σταυρωμένος Χριστός είναι η απόδειξη της ύπαρξης και

δράσης της θεϊκής δύναμης και σοφίας στον κόσμοx. Ο απόστολος

συνεχίζοντας επεκτείνει την προκλητική αυτή ερμηνεία του σε

προσωπικό και σε συλλογικό επίπεδο. Η όλη κηρυγματική δράση του δεν

στηρίχθηκε στη σοφία του κόσμου, αλλά στο καινοφανές κήρυγμα για τον

σταυρωμένο Χριστό (2,1-5). Επίσης, επισημαίνει ότι επιλέχθηκε από τον

Θεό να είναι οι παρακατιανοί και περιφρονημένοι και όχι οι κατά κόσμον

ισχυροί αποδέκτες του κηρύγματος (1,26-31). Τελικά, ο απόστολος τονίζει

εμφαντικά ότι η σοφία είναι ένα αγαθό, το οποίο αποκαλύπτεται,

δωρίζεται στους ανθρώπους και ενεργοποιείται από τον Θεό και το

Πνεύμα (2,10εξ.). Οι χριστιανοί είναι φορείς αυτής της σοφίας, επειδή

Page 14: thelogia paulou

14

αποφάσισαν ελεύθερα να θεωρούν τους εαυτούς τους σοφούς, κατά τα

μέτρα του Θεού και όχι κατά τα μέτρα του κόσμου.

Η ανάσταση των νεκρών

Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που πραγματεύεται αναλυτικά ο Παύλος στην

επιστολή, είναι η ανάσταση των νεκρών (κεφ. 15)xi. Παρόλο που το

κείμενο είναι εκτενές και θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια μικρή

πραγματεία, πάλι διατηρεί τα χαρακτηριστικά ενός κειμένου, με το οποίο

δίδονται συγκεκριμένες απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα που

ανέκυψαν στην κοινότητα. Το βασικό ερώτημα είναι: «Αν όμως

κηρύττουμε ότι ο Χριστός έχει αναστηθεί, πώς μερικοί ανάμεσά σας

ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει ανάσταση των νεκρών;» (15,12). Το δευτερεύον

ερώτημα είναι : «...Όσοι βαπτίζονται για τους νεκρούς για ποιο λόγο να

βαπτίζονται για χάρη τους, αν δεν υπάρχει ελπίδα αναστάσεως των

νεκρών;» (15,29). Σημειώνουμε ότι μάλλον πρόκειται περί

αντιπροσωπευτικού βαπτίσματος ορισμένων πιστών υπέρ

προαπελθόντων προσφιλών τους νεκρών, οι οποίοι πιθανόν να είχαν

κατηχηθεί, αλλά δεν είχαν προ του θανάτου τους δεχθεί το βάπτισμα. Το

κείμενο είναι, επίσης, έντονα χρωματισμένο από τις αναφορές που κάνει

ο Παύλος για το πρόσωπό του και την αποστολικότητά του (15,8-11).

Επισημαίνει ότι «...είμαι ο τελευταίος ανάμεσα σε όλους τους αποστόλους,

γιατί καταδίωξα την εκκλησία του Θεού...»(15,8) και ότι «...με τη χάρη του

Θεού έγινα αυτό που έγινα...» (15,10). Ακόμη, κατά την προσφιλή του

συνήθεια, ο απόστολος συνδέει τη θεωρία με την πράξη, τη θεολογία με

την παραίνεση (15,29-34), και εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία

συμβουλεύει τους πιστούς: «...συνέλθετε, ξαναγυρίστε στο σωστό και

πάψτε να αμαρτάνετε...» (15,34). Τέλος, ακολουθώντας την ιουδαϊκή του

θρησκευτική κληρονομιά, περιγράφει τη μελλοντική ανάσταση των

νεκρών με μοτίβα παλαιοδιαθηκικά και αποκαλυπτικά, όπως το μοτίβο

Page 15: thelogia paulou

15

της σάλπιγγας που θα ηχήσει κατά τους έσχατους καιρούς, η αλλαγή του

παλιού σώματος με το νέο σώμα κ.ά. (15,50-55).

Ο απόστολος για να υπερασπιστεί την ανάσταση των νεκρών

επικαλείται αρχικά το κήρυγμα της πρώτης εκκλησίας για τον σταυρό,

την ανάσταση και τις εμφανίσεις του αναστημένου Χριστού, όπως αυτό

παραδίδεται στις πρωτοχριστιανικές πηγές, τις γνωστές στους πιστούς

της Κορίνθου (15,). Στη συνέχεια ο απόστολος επεξεργάζεται τη βασική

αυτή πρωτοχριστιανική θέση επιχειρηματολογώντας ότι η ανάσταση του

Χριστού καθιστά βέβαιη και την ανάσταση των νεκρών (15,12.20).

Παραθέτει και δύο σχήματα. Το πρώτο είναι το θεολογικό σχήμα: Αδάμ –

Χριστός, πρώτος άνθρωπος – δεύτερος άνθρωπος (15,22.47). Τονίζει ότι

«όπως ο θάνατος ήρθε στον κόσμο από έναν άνθρωπο, έτσι από έναν

άνθρωπο ήρθε και η ανάσταση των νεκρών. Όπως πεθαίνουν όλοι εξαιτίας

της συγγένειας με τον Αδάμ, έτσι, χάρη στη συγγένεια με τον Χριστό όλοι

θα ξαναπάρουν ζωή» (15,21-22). Ο απόστολος μάλιστα δεν αποφεύγει να

καθορίσει και την τάξη κατά την οποία θα πραγματοποιηθεί η ανάσταση

(15,23-28). Ακολουθεί το σχήμα: φυσικό (ψυχικό) σώμα – πνευματικό

σώμα. Με το σχήμα αυτό επιχειρεί να περιγράψει, πώς θα γίνει η

ανάσταση. Γράφει σχετικά: «Το ίδιο θα συμβεί και με την ανάσταση των

νεκρών: Όταν το σώμα σαν το σπόρο μπαίνει στη γη, είναι φθαρτό · θα

αναστηθεί όμως άφθαρτο. Θάβεται άδοξο, θα αναστηθεί όμως ένδοξο ·

ενταφιάζεται ανίσχυρο, θα αναστηθεί όμως δυνατό. Ενταφιάζεται σώμα που

ήταν εμψυχωμένο από ζωϊκή φυσική δύναμη, θα αναστηθεί όμως

ζωοποιημένο από το Πνεύμα του Θεού. Όπως υπάρχει φυσικό σώμα,

υπάρχει και πνευματικό» (15,42-44).

Ο Παύλος με την παραπάνω επιχειρηματολογία του θέλει να

αποδείξει ότι η ανάσταση του Ιησού δεν είναι ένα μεμονωμένο συμβάν

που πραγματοποιήθηκε άπαξ, μια θαυμαστή μεμονωμένη παρέμβαση

του Θεού στον κτιστό κόσμο, με την οποία ανετράπη άπαξ η κυριαρχία

Page 16: thelogia paulou

16

του θανάτου. Αντίθετα, η ανάσταση του Χριστού σηματοδοτεί για τον

Παύλο την αρχή της σωτηρίας της ανθρωπότητας, η οποία βέβαια θα

ολοκληρωθεί στα έσχατα. Τέλος, ο απόστολος πραγματοποιεί με το

κεφάλαιο 15 μια αυθεντική ερμηνεία της έννοιας «εὐαγγέλιον», με την

οποία άλλωστε, μαζί με το ρήμα «εὐαγγελίζομαι» άρχισε την

διαπραγμάτευση του θέματος της ανάστασης των νεκρών (15,1).

Άλλα θεολογικά θέματα

Τα θεολογικά θέματα της Α Κορ δεν εξαντλούνται, όμως, με αυτά που

αναφέραμε παραπάνω. Ενδεικτικά αναφέρουμε το εσχατολογικό στοιχείο

που προσθέτει ο απόστολος, καθώς παραινεί τους πιστούς σε διάφορα

ηθικού χαρακτήρα ζητήματα. Εκεί τους διδάσκει ότι η αναμονή των

εσχάτων σχετικοποιεί την αξία των πραγμάτων του κόσμου τούτου, για

τα οποία δεν αξίζει να ενδιαφέρεται κανείς. «Ο καιρός που απομένει είναι

πολύ λίγος...» (7,29), για αυτό οι άνθρωποι πρέπει να είναι «...ελεύθεροι

από φροντίδες...» (7,32). Αλλού, στα κεφ. 12-14, μιλώντας για τις

λατρευτικές συνάξεις των πιστών και για τα χαρίσματα του πνεύματος

(12,4-11), παρουσιάζει την κοινότητα ως το σώμα Χριστού και τονίζει ότι

τα μέλη της πρέπει να τα διακατέχει η αγάπη, η οποία αποτελεί την

απόλυτη ηθική και εσχατολογική αξία (κεφ.13). Τέλος, τονίζει ότι όλη η

θεολογία βασίζεται στη γνώση ότι ένας είναι ο Θεός και στην ομολογία

ότι ένας είναι ο «κύριος» Ιησούς (8,1-6 · 12,1-3).

1.5 Η Β προς Κορινθίους επιστολή

Η επιστολή αυτή είναι στο σύνολό της μια απολογία υπέρ της

αυθεντικής αποστολικότητας του Παύλουxii (πρβλ. Α Κορ 1-4). Είναι

γραμμένη σε μια εποχή κατά την οποία ο απόστολος συγκρούστηκε

σφοδρά με τους αντιπάλους του, οι οποίοι αμφισβήτησαν την

αποστολικότητά του και το έργο του, τη διακονία του (6,3). Αυτός είναι ο

Page 17: thelogia paulou

17

λόγος που η επιστολή περιέχει πλήθος βιογραφικών στοιχείων του

αποστόλου και είναι συντεταγμένη σε μια αυστηρή, ελεγκτική και

πολεμική γλώσσα. Παράλληλα όμως περιέχει και θεολογικές ιδέες, οι

οποίες συνδέονται από τον Παύλο παρεμπιπτόντως με το κεντρικό θέμα.

Η αυθεντική αποστολικότητα

Ιδιαίτερα στο 2,14-6,10 υπερασπίζεται ο Παύλος την αποστολικότητά

του συνδέοντας την με άλλα θεολογικά θέματα, όπως τη θεολογία για το

πνεύμα, τη σωτηριολογία, την εσχατολογία και τη χριστολογία, η οποία

έφερε στον κόσμο την καταλλαγή του Θεού με τους ανθρώπους

(χριστολογία της καταλλαγής). Ο απόστολος έχει πλήρη συνείδηση ότι

τόσο ο ίδιος όσο και ο συνεργάτης του Τίτος (2,13) είναι φορείς του

σωτηριολογικού μηνύματος του Ιησού Χριστού. Γράφει χαρακτηριστικά:

«Ας είναι δοξασμένος ο Θεός, που μας οδηγεί πάντοτε σε θριάμβους με τη

δύναμη του Χριστού, και κάνει με το κήρυγμα μας να διαδίδεται σαν άρωμα

παντού η γνώση του Χριστού. Γιατί εμείς είμαστε η ευωδία του Χριστού που

προσφέρεται στο Θεό, και διαδίδεται ανάμεσα και σ᾽ όσους βαδίζουν στη

σωτηρία και σ᾽ όσους βαδίζουν στην απώλεια» (2,14-15). Αδιάψευστος

μάρτυρας για το Παύλο και το λειτούργημά του είναι η χριστιανική

κοινότητα, η οποία γι᾽ αυτό το λόγο χαρακτηρίζεται από τον απόστολο

ως η συστατική επιστολή, η οποία περιγράφει, τι είναι ο Παύλος και οι

συνεργάτες του. Η κοινότητα, όμως, είναι και η ίδια, λόγω αυτού του

χαρακτηριστικού της, φορέας του σωτηριολογικού μηνύματος του Χριστού

(3,1-3).

Ο Παύλος μιλώντας και υπερασπιζόμενος την αυθεντικότητα της

διακονίας του διατείνεται ότι αυτή προέρχεται από τον Θεό (3,4), ο οποίος,

όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «μας αξίωσε να υπηρετήσουμε τη νέα

διαθήκη, όχι το γράμμα του Νόμου αλλά το Πνεύμα του Θεού» (3,6. Στον

ίδιο στίχο τονίζει ότι η διακονία του είναι ζωοποιός και οδηγεί τους

ανθρώπους στη σωτηρία (3,6).

Page 18: thelogia paulou

18

Η διακονία του Παύλου και η διακονία του Μωυσή

Ο απόστολος παραθέτει, ακόμη, μια πλούσια και μεστή θεολογικών

θεμάτων επιχειρηματολογία εναντί0ν όσων τον κατηγορούν ότι είναι

κατώτερος του Μωυσή και της διακονίας του (3,4-18 · 4,5-6)xiii. Με τη

βοήθεια της ρητορικής συγκρίνει τον εαυτό του και τη διακονία του με τον

Μωυσή και τη δική του διακονία. Παραθέτοντας διάφορα αντιθετικά

σχήματα, όπως, «γράμμα – πνεῦμα», «διακονία θανάτου – διακονία

πνεύματος», «διακονία κατακρίσεως – διακονία δικαιοσύνης»,

«καταργούμενον – μένον», τονίζει την ανωτερότητα του δικού του έργου.

Παράλληλα προβαίνει σε μια γενικότερη θεολογική αποτίμηση της

παλαιάς διαθήκης σε σχέση με την καινή διαθήκη. Δεν απορρίπτεται η

παλαιά διαθήκη, απλώς η καινή διαθήκη έχει χαρακτηριστικά, τα οποία

της δίδουν πλέον το προβάδισμα. Μέσα από την καινή διαθήκη τελικά

επιτυγχάνεται η σωτηρία των ανθρώπων, η οποία αρχίζει από τώρα και

θα ολοκληρωθεί στα έσχατα. Γιατί, όπως ισχυρίζεται, η καινή διαθήκη

«...δεν γράφτηκε με μελάνι, αλλά με το Πνεύμα του Θεού · δεν γράφτηκε

πάνω σε πέτρινες πλάκες, αλλά πάνω σε πλάκες ανθρώπινες στις καρδιές

των ανθρώπων» (3,3). Επίσης, ισχυρίζεται ότι «το γράμμα του νόμου οδηγεί

στον θάνατο ενώ το Πνεύμα δίνει ζωή» (3,6). Ο Παύλος, για να καταστήσει

ευκρινέστερη τη διαφορά μεταξύ των δύο διαθηκών, αναφέρεται σε ένα

κύριο χαρακτηριστικό που έχουν και οι δύο, τη «δόξα Κυρίου», μια

έκφραση που μαζί με την έννοια «δόξα» κυριαρχεί στην ενότητα. Με την

έκφραση δόξα κυρίου εννοείται η αδιάλειπτη, ενεργή, ζωοποιητική και

σωτήρια παρουσία του Θεού στον κόσμο και στους ανθρώπους. Φορείς και

μάρτυρες της δόξας του Θεού είναι τόσο η παλαιά διαθήκη όσο και η

καινή διαθήκη. Η διαφορά, όμως, είναι ότι η πρώτη καταργείται με τον

ερχομό του Χριστού και της καινής διαθήκης. Με την εμφάνιση του Ιησού

Χριστού φορέας της θεϊκής δόξας είναι πλέον και ο Χριστός και η καινή

διαθήκη, αφού ο δημιουργός Θεός, «που είπε να λάμψει φως μέσα από το

Page 19: thelogia paulou

19

σκοτάδι, αυτός ο ίδιος έλαμψε μέσα στις καρδιές μας και μας φώτισε να

γνωρίσουμε τη δόξα του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού» (4,6). Ουσιαστικά

με τον ερχομό του Ιησού Χριστού και της καινής διαθήκης, διάκονος των

οποίων είναι ο Παύλος, η ανθρωπότητα εισέρχεται σε μια νέα φάση, κατά

την οποία θεμελιώνεται η εσχατολογική σωτηρία των ανθρώπων. Όπως

χαρακτηριστικά αναφέρει ο Παύλος «Όλοι, εμείς, λοιπόν, χωρίς κάλυμμα

στο πρόσωπο, κοιτάζουμε σαν σε καθρέφτη τη λαμπρότητα (δόξα) του

Κυρίου και μεταμορφωνόμαστε σ᾽ αυτήν τη λαμπρή εικόνα του · με την

ενέργεια του Κυρίου, που είναι το Πνεύμα, βαδίζουμε από δόξα σε δόξα»

(3,18). Ο απόστολος συνεχίζοντας να αναφέρεται στη διακονία του τονίζει

κατηγορηματικά ότι «Εμείς δεν κηρύττουμε τον εαυτό μας, αλλά τον Ιησού

Χριστό ως Κύριο, και τους εαυτούς μας δούλους σας για χάρη του Ιησού»

(4,5).

Ο Παύλος, συνεχίζοντας την υπεράσπιση της διακονίας του,

αναφέρεται παρεμπιπτόντως και σε δύο ακόμη θεολογικά ζητήματα, ένα

εσχατολογικό και ένα χριστολογικό.

Η μετά θάνατον ζωή

Το πρώτο (5,1-10) σχετίζεται με τη μετά θάνατον ζωή και είναι

παρόμοιο με εκείνο του Α Κορ 15. Διαφέρει βέβαια στο ότι δεν μιλά γενικά

για την μετά θάνατον ζωή, αλλά για τη ζωή του Παύλου μετά θάνατον,

είναι δηλαδή περισσότερο προσωπικό. Η άλλη διαφορά έγκειται στο ότι ο

απόστολος χρησιμοποιεί τις εικόνες της γήινης, πρόσκαιρης κατοικίας,

στην οποία «παροικεί» ο ίδιος, άλλα και όλοι οι άνθρωποι, και της

ουράνιας κατοικίας, που με λαχτάρα προσμένει να μεταβεί, όταν θα

ντυθεί το ουράνιο σώμα (5,1-2), αφού «...προτιμάμε να βγούμε από αυτό το

σώμα και να πάμε κοντά στον κύριο» (5,8). Ο Παύλος ολοκληρώνει την

αναφορά αυτή με μια ακόμη εικόνα, και αυτή εσχατολογικού

περιεχομένου, δανεισμένη από την αποκαλυπτική γραμματεία. Σημειώνει

ότι «...όλοι μας πρέπει να παρουσιαστούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού,

Page 20: thelogia paulou

20

για να πάρει καθένας την αμοιβή του ανάλογα με τα όσα καλά ή κακά

έπραξε σ᾽ αυτή τη ζωή» (5,10). Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Παύλος

μιλώντας για το εσχατολογικό «δικαστήριο» παύει να μιλά μόνον για τον

εαυτό του. Την κρίση αυτή θα την υποστούν όλοι οι άνθρωποι. Έτσι ο

απόστολος συνδυάζει την ατομική, προσωπική εσχατολογία με την

παγκόσμια, πανανθρώπινηxiv.

Η ἐν Χριστῷ καταλλαγή

Το άλλο θεολογικό θέμα, με το οποίο ασχολείται ο Παύλος, καθώς

υπερασπίζεται την αποστολικότητά του, είναι χριστολογικό (5,11-22).

Ακριβέστερα συνδυάζει την απολογία του για τη διακονία του με την

χριστολογία της καταλλαγής, κυρίως, και δευτερευόντως με την

αναμαρτησία του Χριστού, τη σωτηρία των ανθρώπων εν Χριστώ (5,21

πρβλ. Α Κορ 1,30) και την εν Χριστώ καινή κτίση ή αλλιώς νέα εν Χριστώ

δημιουργία (5,17). Έχοντας επισημάνει όλα τα παραπάνω υπεισέρχεται

πιο αναλυτικά στη χριστολογία της καταλλαγής τονίζοντας ότι «ο Θεός

στο πρόσωπο του Χριστού συμφιλίωσε τον κόσμο μαζί του, χωρίς να

καταλογίσει στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους» (5,19). Η

συμφιλίωση αυτή επιτεύχθηκε με τη θυσία του Χριστού για χάρη των

ανθρώπων και την ανάστασή του (5,14-15). Παράλληλα ο απόστολος

τονίζει ότι το έργο της συμφιλίωσης, που άρχισε ο Θεός δια Χριστού,

κηρύττεται και υπηρετείται από τον Παύλο και τη διακονία του (5,18.19).

Έτσι η πράξη της καταλλαγής του Θεού μέσω του Χριστού, όπως αυτή

κηρύττεται και εκπροσωπείται από τον Παύλο, επιφέρει τη σωτηρία, αφού

ο απόστολος τονίζει ότι «Εμείς ενεργούμε σαν πρεσβευτές του Χριστού.

Μέσα από τα δικά μας λόγια είναι σαν να σας παρακαλεί ο Θεός». Κάτω

από αυτές τις δύο προϋποθέσεις οι άνθρωποι έχουν πλέον την ευκαιρία

να προετοιμαστούν για την επερχόμενη παρουσία του Κυρίου (5,11).

1.6 Η προς Γαλάτας επιστολή

Page 21: thelogia paulou

21

Το πρώτο από τα κυριότερα θέματα στην προς Γαλάτας επιστολή

σχετίζεται με το ευαγγέλιο, δηλαδή τη διδασκαλία για τον Χριστό και το

έργο του, και με το κατά πόσον ο Παύλος είναι αυθεντικός κήρυκας του

ευαγγέλιου (1,6-2,21).

Το Ευαγγέλιο και ο Παύλος ως αυθεντικός κήρυκας του

Για μια ακόμη φορά ο απόστολος είναι υποχρεωμένος,

αντιμετωπίζοντας τους αντιπάλους του στη χριστιανική κοινότητα της

Γαλατίας της Μ. Ασίας, να υπερασπίσει τον εαυτό του και να τον

προβάλλει ως τον αυθεντικό κήρυκα του ευαγγελίου (1,6-9). Ο Παύλος

ισχυρίζεται ότι «το ευαγγέλιο που σας κήρυξα εγώ δεν προέρχεται από

άνθρωπο. Γιατί εγώ ούτε το παρέλαβα ούτε το διδάχτηκα από άνθρωπο,

αλλά μου το αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός» (1,13). Συνδέει δηλαδή το

ευαγγέλιο, που κηρύττει, με τον Ιησού Χριστό, ο οποίος του το φανέρωσε.

Το ευαγγέλιο και ο μωσαϊκός νόμος

Σημαντικό, επίσης, είναι ότι ο Παύλος διευκρινίζει τη σχέση του

ευαγγελίου με τον νόμο του Μωυσή. Το ερώτημα είναι: ο χριστιανός

σώζεται μόνον με το ευαγγέλιο ή τηρώντας και τον νόμο του Μωυσή; Ο

απόστολος απαντά με δύο παραδείγματα, το ένα εκ των οποίων

αναφέρεται στην ιουδαϊκή περιτομή (2,3) και το άλλο στις απαγορευμένες

από τον μωσαϊκό νόμο τροφές (2,11εξ.). Για το πρώτο υπενθυμίζει ότι ο

συνοδός του Τίτος δεν χρειάστηκε να περιτμηθεί για να αποδείξει ότι

ήταν χριστιανός. Κατά τον απόστολο, λοιπόν, η περιτομή δεν συνιστά

απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι κάποιος χριστιανός, όπως πίστευαν

οι χριστιανοί που εφάρμοζαν και τις εντολές του νόμου του Μωυσή

(ιουδαΐζοντες χριστιανοί). Αρκεί λοιπόν μόνο το ευαγγέλιο. Στη δεύτερη

περίπτωση αναφέρει το περιστατικό με τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος

συνέτρωγε με εθνικούς (πρώην ειδωλολάτρες) χριστιανούς κατά την

παραμονή του στην Αντιόχεια, άρα δεν εφάρμοζε τον μωσαϊκό νόμο για

Page 22: thelogia paulou

22

τις απαγορευμένες τροφές. Όταν όμως ελέγχθηκε γι᾽ αυτή του την

πρακτική από τους ιουδαΐζοντες χριστιανούς, σταμάτησε τα κοινά

γεύματα με τους εθνικούς χριστιανούς, αυτός και άλλοι εξ Ιουδαίων

χριστιανοί, που μιμήθηκαν τον Πέτρο και συνέφαγαν με εθνικούς

χριστιανούς. Για τη ενέργειά του αυτή ελέγχθηκε από τον Παύλο (2,14).

Από το όλο περιστατικό συνάγεται ότι, κατά τον Παύλο, η εφαρμογή των

διατάξεων του μωσαϊκού νόμου για τις απαγορευμένες τροφές δεν

αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι κάποιος χριστιανός.

Και στην περίπτωση αυτή αρκεί η πίστη στο ευαγγέλιο του Χριστού.

Το ευαγγέλιο και οι αποδέκτες του

Ο απόστολος αναπτύσσει, επίσης, τη θέση ότι το ευαγγέλιο

απευθύνεται σε δύο διαφορετικές ομάδες χριστιανών. Η μία είναι οι

εθνικοί χριστιανοί, προς τους οποίους κηρύττει ο Παύλος, και η άλλη είναι

οι εξ Ιουδαίων χριστιανοί, προς τους οποίους κηρύττει ο Πέτρος (2,8). Και

οι δύο ομάδες οφείλουν να ακολουθούν το ευαγγέλιο. Όμως, οι μεν

εθνικοί χριστιανοί, κατά τον Παύλο, δεν είναι αναγκαίο να ζουν όπως οι

Ιουδαίοι, για να αποδεικνύουν ότι είναι χριστιανοί, ενώ οι χριστιανοί που

προέρχονται από τους Ιουδαίους μπορούν να ζουν σύμφωνα με τις αρχές

του Ιουδαϊσμού και να μην παραμελούν τις υποχρεώσεις, οι οποίες

απορρέουν από τον μωσαϊκό νόμο. Άλλωστε είδαμε ότι και ο Πέτρος δεν

τηρούσε πάντα τις διατροφικές επιταγές του μωσαϊκού νόμου (2,11εξ.).

Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι ο Παύλος συνδέει και πάλι το ευαγγέλιο με τη

θέση ότι οι εθνικοί χριστιανοί, για να σωθούν, δεν είναι απαραίτητο να

ζουν σαν Ιουδαίοι («Ἰουδαϊκῶς»), να εφαρμόζουν δηλαδή τον Νόμο του

Μωυσή (2,14-16). Η πολεμικού χαρακτήρα φράση του Παύλου προς τον

Πέτρο: «Εάν εσύ που είσαι Ιουδαίος συμπεριφέρεσαι σαν εθνικός και όχι σαν

πιστός στο νόμο Ιουδαίος, τότε γιατί εξαναγκάζεις τους εθνικούς να

συμπεριφέρονται σαν Ιουδαίοι;» (2,14β) είναι αξιοπρόσεκτη, γιατί

ουσιαστικά με τη φράση «συμπεριφέρομαι σαν Ιουδαίος [ἰουδαΐζειν]»

Page 23: thelogia paulou

23

εννοείται από τον Παύλο, πλέον, ένα εθνικό / φυλετικό χαρακτηριστικό,

το οποίο δεν εμπεριέχει και τη σωτηρία. Το να είσαι «εκ γενετής Ιουδαίος»

(2,15) δεν εξασφαλίζει τη σωτηρία.

Η δικαίωση – σωτηρία με την πίστη και όχι με τον μωσαϊκό νόμο

Το δεύτερο από τα κυριότερα θέματα στην προς Γαλάτας επιστολή

σχετίζεται με το αν ο χριστιανός σώζεται με την πίστη του ή με την

εφαρμογή των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου (3,1-4,7). Ο Παύλος ήδη στο

2,16-21 έθιξε το θέμα και στα επόμενα κεφάλαια το αναπτύσσει. Και στην

ενότητα αυτή διακρίνουμε το άσχημο κλίμα που επικρατεί μεταξύ των

χριστιανών της γαλατικής χριστιανικής κοινότητας. Τα πάντα είναι

χρωματισμένα από τη διαμάχη μεταξύ του Παύλου και των ιουδαϊζόντων

χριστιανών.

Στην επιχειρηματολογία του ο Παύλος χρησιμοποιεί μια σειρά από

αντίθετες έννοιες, καθώς τους ερωτά με αυστηρό τρόπο: «Ανόητοι

Γαλάτες, ποιος σας μάτιασε και δεν πιστεύετε στην αλήθεια, εσείς,

μπροστά στα μάτια των οποίων ζωγράφισα με το κήρυγμα μου τόσο

ζωντανά τον Ιησού Χριστό σταυρωμένο;» (3,1). Και συνεχίζει: «Αυτό θέλω

να μου πείτε: Τηρώντας το νόμο (ἐξ ἔργων νόμου) δεχτήκατε το Πνεύμα ή

ακούγοντας το κήρυγμα και πιστεύοντας (ἐξ ἀκοῆς πίστεως); Τόσο ανόητοι

είστε; Αρχίσατε με την εμπειρία του Πνεύματος. Πώς τώρα καταλήγετε να

εμπιστεύεστε σ᾽ ανθρώπινες δυνάμεις (νῦν σαρκὶ ἐπιτελεῖσθε);» (3,2-3).

Από τη μια μεριά υπάρχει η διδασκαλία των αντιπάλων που προβάλλει

ότι η σωτηρία σχετίζεται με τα «ἔργα τοῦ νόμου», τα οποία, κατά τον

απόστολο είναι «σάρξ» και από την άλλη η διδασκαλία για τον

σταυρωμένο Χριστό του Παύλου, η οποία προβάλλει ότι η σωτηρία

σχετίζεται με την πίστη στον Θεό, ο οποίος και χορηγεί το Πνεύμα στους

πιστούς (3,4).

Ο απόστολος για να πείσει τους πιστούς ερμηνεύει τον Αβραάμ ως το

υπόδειγμα ανθρώπου που σώθηκε με την πίστη και όχι με την εφαρμογή

Page 24: thelogia paulou

24

του μη υπάρχοντος την εποχή του (Αβραάμ) μωσαϊκού νόμου (3,10-14).

Κατόπιν επιχειρεί να στηρίξει τη θέση του, ότι η πίστη σώζει και όχι η

εφαρμογή του μωσαϊκού νόμου. Η πυκνή και δυσνόητη

επιχειρηματολογία του στηρίζεται στη συνδυασμένη ερμηνεία των

χωρίων της Παλαιάς Διαθήκης Δτ 27,26, Αβ 2,4 και Λευ 18,5. Αναφέρει ο

Παύλος: «Αντίθετα, όσοι στηρίζουν την ελπίδα τους στη τήρηση του νόμου

βρίσκονται κάτω από την κατάρα. Γιατί αναφέρεται στη Γραφή:

Καταραμένος όποιος δε μείνει πιστός σ᾽ όλα όσα είναι γραμμένα στο βιβλίο

του νόμου και δεν τα τηρεί (Δτ 27,26). Κι είναι ολοφάνερο πως με το νόμο

κανένας δεν πετυχαίνει τη σωτηρία από το Θεό, αφού, σύμφωνα με τη

Γραφή ο δίκαιος εξαιτίας της πίστεώς του θα ζήσει (Αβ 2,4). Ο νόμος όμως δε

δέχεται ότι σώζεται κανείς από την πίστη, παρά ότι ο άνθρωπος που τηρεί

τις εντολές αυτός θα ζήσει από αυτές (Λευ 18,5). Ο Χριστός μας εξαγόρασε

από την κατάρα του νόμου αφού έγινε αυτός κατάρα για χάρη μας (ὑπὲρ

ἡμῶν κατάρα)...Η ευλογία, λοιπόν, του Αβραάμ έρχεται με τον Ιησού Χριστό

στα έθνη, κι έτσι με την πίστη αποκτούμε το Πνεύμα που υποσχέθηκε ο

Θεός» (3,10-14). Ο απόστολος, μέσα από την συνδυασμένη ερμηνεία των

τριών παραπάνω παλαιοδιαθηκικών χωρίων, θέλει να δείξει ότι ο

μωσαϊκός νόμος δεν μπορεί να οδηγήσει στη ζωή και τη σωτηρία, αλλά

στον θάνατο (κατάρα). Ο απόστολος προσθέτει στην επιχειρηματολογία

του ένα ακόμη σημαντικό κατοπινό γεγονός, ότι ο Ιησούς Χριστός

σταυρώθηκε, έγινε για χάρη μας κατάρα (ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα), και έτσι

έδωσε τη δυνατότητα στους χριστιανούς να απαλλαγούν από την κατάρα

του μωσαϊκού νόμου. Να σημειωθεί ότι εδώ γίνεται λόγος για τους εξ

Ιουδαίων χριστιανούς, γιατί οι εθνικοί (πρώην ειδωλολάτρες) χριστιανοί

δεν θεωρούσαν ότι έπρεπε να τηρούν τον μωσαϊκό νόμο για να σωθούν

και έτσι δεν τον εφάρμοζαν, αφού πίστευαν στον Χριστό.

Ο μωσαϊκός νόμος και η αποστολή του

Page 25: thelogia paulou

25

Το τρίτο από τα κυριότερα θέματα της επιστολής απαντά στο ερώτημα:

τι είναι ο μωσαϊκός νόμος και γιατί δόθηκε; (3,19-4,7). Ο απόστολος απαντά

και συνδέει το θέμα με την ιστορία της σωτηρίας των ανθρώπων. Τονίζει

ότι ο Θεός από την αρχή της σωτηριώδους δράσης του στην ιστορία

δρούσε και κατεύθυνε τα πάντα προς τον Ιησού Χριστό, ο οποίος

γεννήθηκε, όταν «έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός» (4,4). Ο

μωσαϊκός νόμος, δηλαδή, είναι ένα μέγεθος στενά συνδεδεμένο με την

εποχή πριν από την έλευση του Χριστού στον κόσμο. Μεταφορικά ο

μωσαϊκός νόμος είναι για τον Παύλο «σκληρός παιδονόμος για μας, ώσπου

εμφανίστηκε ο Χριστός, οπότε η πίστη μας σ᾽ αυτόν μας χάρισε τη σωτηρία.

Τώρα όμως που ήρθε ο Χριστός, δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο νόμο» (3,24-

25).

Η αποδέσμευση των χριστιανών από την τήρηση των εντολών του

μωσαϊκού νόμου τους απελευθερώνει. Δεν βρίσκονται πλέον κάτω από

τον ζυγό της δουλείας (μωσαϊκός νόμος), γιατί ο Χριστός τους ελευθέρωσε

(5,1). Εκεί που κυριαρχεί ο Χριστός, επισημαίνει ο Παύλος, «...δεν έχει

καμία σημασία ούτε να κάνεις περιτομή ούτε το να μην κάνεις · σημασία

έχει η πίστη στον Χριστό, η οποία εκδηλώνεται έμπρακτα με αγάπη» (5,6). Η

αφηρημένη, λοιπόν, έννοια της ελευθερίας συνδέεται στον Παύλο με τον

Χριστό και συγκεκριμενοποιείται με έργα αγάπης. Ο απόστολος

αφιερώνει ένα μεγάλο απόσπασμα της επιστολής του, όπου περιγράφει

τη χριστιανική ζωή, η οποία στηρίζεται στην ελευθερία και την αγάπη

(5,13-6,10).

1.7 Η προς Φιλιππησίους επιστολή

Ο Παύλος έγραψε την επιστολή προς Φιλιππησίουςxv, όταν ήταν

φυλακισμένος, πιθανόν στη Ρώμηxvi. Και σε αυτή την επιστολή ο

απόστολος αναφέρεται στο ευαγγέλιο, που του εμπιστεύτηκε ο Κύριος,

Page 26: thelogia paulou

26

και στο καθήκον να το υπερασπίζεται. Παράλληλα όμως συνδέει το

ευαγγέλιο με τη φυλάκισή του προσδίδοντας έτσι σε αυτή θεολογική

διάσταση (1,16/17). Επίσης εμβαθύνει δύο θεολογικά μοτίβα, τα οποία

αναφέρονται στη σχέση του Χριστού με τον Παύλο και με την κοινότητα.

Η σχέση του Χριστού με τον Παύλο και τη χριστιανική κοινότητα

Ο απόστολος θεωρεί ότι η σύνδεσή του με τον Χριστό, δεν είναι απλώς

πνευματική, αλλά περιλαμβάνει και την υλική του ύπαρξη, αφού

επισημαίνει ότι «θ᾽ αγωνιστώ, ώστε να δοξασθεί ο Χριστός με όλο μου το

είναι (ἐν τῷ σώματί μου), είτε με αφήσουν να ζήσω είτε με καταδικάσουν να

πεθάνω» (1,20). Παρακάτω βέβαια συμπληρώνει το σκεπτικό του

συνδέοντας την παραπάνω του σκέψη με τη ζωή μετά θάνατον (1,23). Τα

λεγόμενα του Παύλου στην επιστολή μας θυμίζουν όσα αυτός ανέφερε

στη Β Κορ 5,1-10 για τον εαυτό του και την ουράνια κατοικία. Επίσης μας

παραπέμπουν στις εσχατολογικές - αποκαλυπτικές αναφορές του

αποστόλου στα Α Θεσ 4 και Α Κορ 15. Το βέβαιο είναι ότι ο Παύλος και σε

αυτή την επιστολή περιγράφει τα έσχατα και την τελική κρίση με τη

γλώσσα της αποκαλυπτικής, αφού χρησιμοποιεί την έκφραση «ἡμέρα

Κυρίου», αντικαθιστώντας τη λέξη «Κύριος» με τη λέξη «Χριστός» ή με την

έκφραση «Χριστός Ἰησοῦς» (1,6.10 · 2,16).

Σε ότι αφορά τη σχέση της κοινότητα με τον Χριστό, ο απόστολος

τονίζει κατηγορηματικά: «Μην κάνετε τίποτε από ανταγωνισμό ή από

ματαιοδοξία, αλλά με ταπεινοφροσύνη ας θεωρεί καθένας τον άλλο

ανώτερό του. Ας μη φροντίζει ο καθένας σας μόνο για ό,τι ενδιαφέρει τον

εαυτό του, αλλά και για ό,τι ωφελεί τους άλλους» (2,3-4). Ο Παύλος για να

διευκρινίσει και να εμβαθύνει θεολογικά ότι η ύπαρξη των πιστών πρέπει

να διαποτίζεται από την αγάπη προς τους άλλους (2,1-2), αναφέρεται

πάλι στον Χριστό παραθέτοντας έναν πρωτοχριστιανικό χριστολογικό

ύμνο (2,6-11). Παρεμπιπτόντως υπενθυμίζουμε ότι ο Παύλος όταν ήθελε

να επισημάνει καίρια θεολογικά θέματα κατέφευγε σε παραδόσεις που

Page 27: thelogia paulou

27

ήταν γνωστές στους Χριστιανούς (βλ. Α Κορ 8,6 · 15,3-5). Στον

χριστολογικό ύμνο ο απόστολος επισημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει

μεταξύ των μελών της κοινότητας «...το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς

Χριστός» (2,5), και τονίζει ότι ο Χριστός, «ο οποίος αν και ήταν Θεός...τα

απαρνήθηκε όλα και έγινε άνθρωπος...ταπεινώθηκε θεληματικά

υπακούοντας μέχρι θανάτου και μάλιστα θανάτου σταυρικού». Στον ύμνο

φαίνεται καθαρά τόσο η εκούσια ταπείνωση, στην οποία υποβλήθηκε ο

ίσος με τον Θεό Χριστός για χάρη των ανθρώπων, όσο και η επιμονή του

Παύλου να τονίζει και τη μορφή του θανάτου του Ιησού.

Η δικαίωση – σωτηρία του ανθρώπου

Τα όσα αναφέρονται στο τρίτο κεφάλαιο της επιστολής αξίζουν

ιδιαιτέρας προσοχής. Στην αρχή ο Παύλος καταφέρεται με εξαιρετικά

σκληρά λόγια εναντίον των αντιπάλων του (3,2). Κατόπιν αναφέρεται στο

καίριο θέμα της σωτηρίας του ανθρώπου και δηλώνει κατηγορηματικά ότι

αυτή «... προέρχεται από την πίστη στο Χριστό...και στηρίζεται στην πίστη»

(3,9) και όχι στην τήρηση των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο απόστολος συνδέει στην επιστολή το γενικότερο

θέμα της σωτηρίας του ανθρώπου από την πίστη με στοιχεία από την

προσωπική του ζωή (3,5-6), όπως είδαμε ότι έκανε και στην προς Γαλάτας

επιστολή του.

Παράλληλα συνδυάζει τη σωτηρία – δικαίωση του ανθρώπου γενικά

και τη δική του ειδικότερα με τη χριστολογία. Τονίζει ότι η δικαίωση

συντελείται με τη συμμετοχή του ανθρώπου στα παθήματα του Χριστού.

Γράφει: «Αυτό που επιθυμώ είναι να γνωρίσω το Χριστό και τη δύναμη της

αναστάσεώς του, και να μετάσχω στα παθήματά του ακολουθώντας τον στο

θάνατο, με την ελπίδα να λάβω μέρος στην ανάστασή των νεκρών» (3,10). Ο

Χριστός με την αυτοταπείνωσή του και το πάθος του δεν προβάλλεται,

όμως, από τον Παύλο ως το πρότυπο μόνον για τον ίδιο αλλά και για τους

υπόλοιπους χριστιανούς. Γι αυτό προτρέπει ο απόστολος τους πιστούς:

Page 28: thelogia paulou

28

«Μιμηθείτε όλοι εμένα, αδελφοί μου, και παραδειγματιστείτε απ᾽ αυτούς

που συμπεριφέρονται σύμφωνα με το δικό μας πρότυπο» (3,17)...«Έτσι ας

σκεφτόμαστε όσοι θέλουμε να είμαστε τέλειοι. Κι αν σε κάποιο σημείο

σκέφτεστε διαφορετικά, ο Θεός και σ᾽ αυτό θα σας φανερώσει το σωστό.

Όπου κι αν έχουμε φτάσει ας συνεχίσουμε το δρόμο που ακολουθήσαμε ως

τώρα, ας έχουμε το ίδιο φρόνημα» (3,15-16). Η πορεία βέβαια της σωτήριας

ξεκινά από τώρα αλλά θα ολοκληρωθεί στο μέλλον, στα έσχατα. Ο

Παύλος χρησιμοποιώντας την έκφραση «ο Κύριος έρχεται σύντομα» (4,5)

επισημαίνει ότι η δευτέρα παρουσία του κυρίου είναι κοντά και τότε ο

Χριστός «...θα μεταμορφώσει το φθαρτό μας σώμα και θα το κάνει όμοιο με

το δικό του ένδοξο σώμα με τη δύναμη και την εξουσία που έχει, να υποτάξει

στον εαυτόν του τα πάντα» (3,21)xvii.

1.8 Η προς Ρωμαίους επιστολή

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της προς Ρωμαίους επιστολής σε σχέση με

τις άλλες επιστολές του Παύλου είναι το ότι σε αυτή αναλύονται

εκτεταμένα ποικίλα θεολογικά θέματα, χωρίς βέβαια, εξαιτίας τούτου, να

μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την επιστολή σαν μια πραγματεία. Η προς

Ρωμαίους, όπως και οι άλλες παύλειες επιστολές, δίνει λύσεις σε ποικίλα

προβλήματα που απασχολούν τη χριστιανική κοινότητα της Ρώμης. Στον

παρακάτω πίνακα παραθέτουμε σχηματικά τη θεματολογία της

επιστολήςxviii

Κεφάλαια

Θέματα

1,16-4,25

Το ευαγγέλιο, το οποίο μιλά για τη δικαιοσύνη του Θεού, σώζει

τους ανθρώπους που πιστεύουν.

Παράδειγμα: ο Αβραάμ (πρβλ. Γαλ 3)

Page 29: thelogia paulou

29

5

Η άνθρωποι απελευθερώνονται από τον θάνατο. Ο Χριστός ως ο

δεύτερος Αδάμ (πρβλ. Α Κορ 15)

6

Η άνθρωποι απελευθερώνονται από την αμαρτία, μέσω του Χριστού

και του βαπτίσματος

7

Οι άνθρωποι απελευθερώνονται από τον μωσαϊκό νόμο, αν και το

«εγώ» των ανθρώπων είναι αιχμαλωτισμένο από την αμαρτία

8

Οι άθρωποι ζουν ελεύθεροι καθοδηγούμενοι από το άγιο

Πνεύμα. Πίστη στην εσχατολογική απελευθέρωση όλης της

κτίσης

9-11

Η τωρινή θέση του Ισραήλ έναντι του Θεού και η εσχατολογική

προοπτική του Ισραήλ

12-15,13

Το χριστιανικό ήθος και άλλα ιδιαίτερα θέματα, όπως οι σχέσεις

των χριστιανών με το ρωμαϊκό κράτος (κεφ.13,1-7), η αγάπη (13,8-10) και

η κοινότητα (14,1-15,13)

15,14-21

Θεολογία της αποστολικότητας (πρβλ. 1,1-7)

Το ευαγγέλιο για τη δικαιοσύνη του Θεού σώζει τους ανθρώπους που πιστεύουν

Ο Παύλος προκαταλαμβάνοντας τους αναγνώστες του καταθέτει στο

πρώτο κεφάλαιο της επιστολής το βασικό θέμα, που είναι το ευαγγέλιο,

«...στο οποίο αποκαλύπτεται ότι ο Θεός δικαιώνει τον άνθρωπο, αρκεί αυτός

να πιστέψει ολοκληρωτικά στο Θεό. Όπως λέει κι η Γραφή: Ο δίκαιος

εξαιτίας της πίστεώς του θα ζήσει» (1,17). Από το κείμενο συνάγεται ότι η

σωτηριολογική δύναμη του ευαγγελίου περιλαμβάνει όλους τους

ανθρώπους, Ιουδαίους και εθνικούς-ειδωλολάτρες (1,16), αρκεί αυτοί να

πιστεύουν. Έτσι η πίστη στο ευαγγέλιο είναι για τον απόστολο ο

καθοριστικός παράγοντας της σωτηρίας των ανθρώπων. Ο Παύλος

Page 30: thelogia paulou

30

αναφέρει τα παραπάνω έχοντας κατά νου τις Ιουδαϊκές αντιλήψεις για τη

σωτηρία. Σύμφωνα με αυτές οι εθνικοί θα σωθούν, μόνον αν εφαρμόσουν

τον μωσαϊκό νόμο και, αν είναι άνδρες, να δεχθούν να κάνουν την

περιτομή, που επιβάλλει ο μωσαϊκός νόμος. Ο απόστολος αντιτείνει ότι η

πίστη στο ευαγγέλιο παρέχει τη σωτηρία όχι μόνον στους Ιουδαίους αλλά

και στους εθνικούς.

Ο Παύλος αναπτύσσει στα πρώτα κεφάλαια (1,18-3,19) μια γενική

θεωρία για την ανθρωπότητα (γενική ανθρωπολογία), την οποία

θεμελιώνει πάνω σε δύο γενικές αρχές. Η πρώτη είναι η παραπάνω

αναφερθείσα αρχή περί της δικαιώσεως-σωτηρίας εθνικών και Ιουδαίων

με την πίστη (1,16-17). Η δεύτερη είναι η αρχή της αμαρτωλότητας όλων

των ανθρώπων. Ο απόστολος περιγράφει την κατάσταση αυτή κατά

τρόπο παραστατικό λέγοντας ότι οι άνθρωποι, «...ενώ γνωρίζουν καλά τη

θεϊκή προειδοποίηση, πώς όσοι συμπεριφέρονται έτσι είναι καταδικασμένοι

σ᾽ αιώνιο θάνατο, όχι μόνον κάνουν όλα όσα αναφέραμε, αλλά και

επιδοκιμάζουν όσους βλέπουν να συμπεριφέρονται έτσι» (1,32). Το

αποτέλεσμα είναι ότι αυτοί βρίσκονται «κάτω από το ζυγό της αμαρτίας»

(3,9) και «όλη η ανθρωπότητα είναι υπόδικη ενώπιον του Θεού» (3,19). Τα

χαρακτηριστικά της γενικής ανθρωπολογίας είναι τα ακόλουθα: Πρώτον

αυτή περιλαμβάνει και αφορά όλη την ανθρωπότητα. Ο οποιοσδήποτε,

Ιουδαίος ή εθνικός, μπορεί να σωθεί, αν πιστεύει στο ευαγγέλιο, το οποίο

μας μιλά «για τον Υιό του (Θεού) τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας, ο οποίος,

ως άνθρωπος, γεννήθηκε από τη γενιά του Δαβίδ, αποδείχθηκε όμως Υιός

Θεού με δύναμη από το Πνεύμα που αγιάζει, όταν αναστήθηκε από τους

νεκρούς» (1,2-4). Δεύτερον, η ανθρωπολογία αυτή είναι χριστιανική

ανθρωπολογία, γιατί ορίζεται με βάση τις χριστιανικές θέσεις για τον

άνθρωπο. Τρίτον, σε αυτή περιλαμβάνονται όλοι οι άνθρωποι του κόσμου,

με την διευκρίνιση ότι ο Παύλος ως κόσμο θεωρεί της περιοχές που

υπάγονται στην επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τέταρτον, η

Page 31: thelogia paulou

31

ανθρωπολογία αυτή αρχίζει με τη δημιουργία, και τον Αδάμ (1,20 · 5,12εξ.

· 8,18εξ.) και τελειώνει με το τέλος του κόσμου (8,18εξ. · 13,11-14).

Μετά την οριοθέτηση της γενικής ανθρωπολογίας ο Παύλος

περιγράφει εκτενώς στο 3,21-8,39 μια χριστιανική ανθρωπολογία, όπου

αναλύει τις συνέπειες της φανέρωσης της δικαιοσύνης του Θεού μέσω του

Ιησού Χριστού στους ανθρώπους που πιστεύουν στο ευαγγέλιο. Αρχικά

θέτει τις χριστολογικές και σωτηριολογικές βάσεις της θεωρίας του για

μια χριστιανική ανθρωπολογία στην σχετικά μικρή αλλά μεστή

θεολογικών νοημάτων ενότητα 3,21-26, όπου τονίζει: «Τώρα όμως έγινε

αυτό που είχαν προαναγγείλει ο νόμος και οι προφήτες: αποκαλύφτηκε στον

κόσμο η σωτήρια επέμβαση του Θεού (δικαιοσύνη θεοῦ), χωρίς τη

μεσολάβηση του νόμου. Η σωτήρια αυτή επέμβαση του Θεού απευθύνεται

δια μέσου της πίστεως στον Ιησού, σε όλους τους ανθρώπους και ο Θεός

σώζει όλους όσοι πιστεύουν, χωρίς να κάνει διάκριση Ιουδαίων και εθνικών.

Γιατί όλοι έχουν αμαρτήσει και βρίσκονται μακριά από τη δόξα του Θεού. Ο

Θεός όμως τους δικαιώνει χωρίς αντάλλαγμα, με τη χάρη του. Γι αυτό

έστειλε τον Ιησού Χριστό να μας ελευθερώσει από την αμαρτία. Ο Θεός τον

όρισε να γίνει, με το σταυρικό του θάνατο, ο εξιλασμός των αμαρτιών δια

της πίστεως δείχνοντας την αγάπη του και συγχωρώντας τις αμαρτίες που

έγιναν στο παρελθόν εξαιτίας της ανεκτικότητάς του. Έτσι ο Θεός

φανερώνει την αγάπη του στον έσχατο αυτό καιρό, και δείχνει καθαρά ότι

είναι και δίκαιος και δικαιώνει όσους πιστεύουν στον Ιησού». Σύμφωνα με

το κείμενο, καθοριστικό ρόλο για τη σωτηρία του ανθρώπου

(σωτηριολογία) δεν διαδραματίζει ο μωσαϊκός νόμος αλλά η σωτήρια

επέμβαση του Θεού, η σταυρική θυσία του Ιησού Χριστού (χριστολογία)

και η πίστη των ανθρώπων στον Ιησού. Η σωτήρια επέμβαση του Θεού

αποτελεί, επίσης, υπέρτατη έκφραση της αγάπης του προς το ανθρώπινο

γένος. Ο Παύλος αναφέρει τον Αβραάμ ως παράδειγμα πιστού

ανθρώπου, ο οποίος σώζεται από την πίστη του. Ο προπάτορας των

Page 32: thelogia paulou

32

Ιουδαίων ερμηνεύεται από τον απόστολο ως το πρότυπο του πιστού

ανθρώπου, ως ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος, επειδή πίστεψε στον Θεό,

«...γι αυτή του την πίστη ο Θεός τον αναγνώρισε δίκαιο» (4,3).

Στα επόμενα κεφάλαια (5-7) περιγράφει τη νέα κατάσταση ζωής, στην

οποία βρίσκονται οι πιστοί στον Χριστό. Αυτή χαρακτηρίζεται από την

αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων. Ο

Παύλος μιλώντας σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο τονίζει ότι «Αφού,

λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας μ᾽ αυτόν

αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (5,1).

Η νέα κατάσταση ζωής περιγράφεται ως μια τρίμορφη ελευθερία ή

απελευθέρωση των πιστών από το θάνατο (κεφ. 5), την αμαρτία (κεφ. 6)

και τα δεσμά του μωσαϊκού νόμου (κεφ.7).

Η απελευθέρωση των ανθρώπων από το θάνατο

Σε ό,τι αφορά την πρώτη μορφή ελευθερίας, ο Παύλος θεωρεί ότι είναι

δύο οι αποφασιστικοί παράγοντες της κατάργησης της δύναμης του

θανάτου (5,12) πάνω στους ανθρώπους και της απελευθέρωσης τους από

αυτόν. Ο πρώτος είναι η πίστη των ανθρώπων στον Ιησού Χριστό, και ο

δεύτερος είναι ο θάνατος του Ιησού Χριστού, ο οποίος «έδωσε τη ζωή του

για μας (ὑπέρ ἡμῶν)» (5,1.8). Τα αποτελέσματα της ελευθερίας αυτής είναι

η συμφιλίωση (καταλλαγή) του Θεού με τον άνθρωπο (5,10-11) και η

σωτηρία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος απαλλάσσεται από την παλιά

κατάσταση κυριαρχίας του θανάτου και εισέρχεται στη νέα κατάσταση

ελευθερίας και συμφιλίωσης με τον Θεό. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι η

σωτηρία του ανθρώπου είναι κάτι που άρχισε τώρα αλλά θα ολοκληρωθεί

στο μέλλον, στα έσχατα. Ο απόστολος από τη μια μεριά αναφέρει: «Αφού,

λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε» (5,1) και «καυχόμαστε για το

Θεό, που μας έδωσε τώρα αυτή τη συμφιλίωση μέσω του Κυρίου μας Ιησού

Χριστού» (5,11). Από την άλλη, όμως, σημειώνει ότι ο Θεός: «θα μας σώσει

από την μέλλουσα οργή» (5,9) και «Όπως με το όπλο του θανάτου

Page 33: thelogia paulou

33

κυριάρχησε στον κόσμο η αμαρτία, έτσι θα κυριαρχήσει και η χάρη με τη

σωτηρία, που οδηγεί στην αιώνια ζωή μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου

μας» (5,21). Η νέα σωτήρια κατάσταση είναι, λοιπόν, και παροντική και

μέλλουσα. Ο Παύλος, για να καταστήσει τις παραπάνω σκέψεις του

περισσότερο κατανοητές στους αναγνώστες του, χρησιμοποιεί το σχήμα

Αδάμ – Χριστός και με παραστατικό τρόπο και συνεχείς συγκρίσεις

δείχνει, πώς εισήλθε στον κόσμο η αμαρτία και ο θάνατος δια του Αδάμ

και πώς η νοσηρή αυτή κατάσταση ανατράπηκε δια του Ιησού Χριστούxix.

Η απελευθέρωση των ανθρώπων από την αμαρτία

Ο Παύλος θέλοντας να αναλύσει στους πιστούς τη δεύτερη μορφή

ελευθερίας, την απελευθέρωση των πιστών από την αμαρτία (κεφ. 6)

επιστρατεύει τη θεολογία για το βάπτισμα και τον θεσμό της δουλείας. Με

το βάπτισμα, τονίζει ο Παύλος, «συμμετέχουμε στο θάνατο και την ταφή

του Χριστού. Κι όπως ο Πατέρας Θεός με τη δύναμή του ανέστησε το Χριστό

από τους νεκρούς, το ίδιο κι εμείς μπορούμε να ζήσουμε μια νέα ζωή...Ο

παλιός αμαρτωλός εαυτός μας πέθανε στο σταυρό μαζί με το Χριστό. Έτσι

έπαψε να ζει ο αμαρτωλός άνθρωπος και δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο

ζυγό της αμαρτίας» (6,4.6). Οι πιστοί πλέον αλλάζουν τρόπο ζωής, όπως οι

δούλοι, όταν απελευθερώνονται. Οι πιστοί έχουν απαλλαγεί από την

εξουσία της αμαρτίας είναι «ελεύθεροι πια από την αμαρτία και ανήκουν

στο Θεό» (6,22). Ουσιαστικά οι πιστοί υπάγονται σε μια νέα εξουσία, η

οποία είναι απελευθερωτική. Η διαφορά μεταξύ των δύο εξουσιών

έγκειται στα εξής: Η παλιά ζωή υπό την αμαρτία οδηγούσε στο θάνατο,

ενώ η νέα ζωή «είναι η αγιοσύνη, και το τέλος της πορείας σας (των πιστών)

είναι η αιώνια ζωή... την οποία έφερε ο Ιησούς Χριστός και Κύριός μας»

(6,22.23). Ο απόστολος αναλύοντας και τη δεύτερη μορφή ελευθερίας

μένει πιστός στη θέση του ότι η σωτηρία, αφενός έρχεται μέσα από τον

Χριστό, το θάνατο και την ανάστασή του, αφετέρου αυτή εδραιώνεται στο

παρόν και θα ολοκληρωθεί στο μέλλονxx.

Page 34: thelogia paulou

34

Η απελευθέρωση των ανθρώπων από το μωσαϊκό νόμο – Η πάλη του έσω ανθρώπου με

την επιθυμία

Στο κεφ. 7 ο Παύλος επιχειρεί να εξηγήσει την τρίτη μορφή ελευθερίας,

την ελευθερία των πιστών από τα δεσμά του μωσαϊκού νόμου (7,1).

Αρχικά επεξηγεί την ελευθερία αυτή με μια παρομοίωση. Όπως η χήρα

μετά το θάνατο του συζύγου της απελευθερώνεται από τα γαμικά νομικά

δεσμά, έτσι και ο χριστιανός έχει απελευθερωθεί πλέον από τα δεσμά του

μωσαϊκού νόμου (7,1-6). Στη συνέχεια ο Παύλος εξετάζει ένα ιδιαίτερα

ευαίσθητο θεολογικό θέμα, του οποίου η αναφορά και μόνο συνιστά για

τους Ιουδαίους ύβρη κατά του Θεού, την πιθανότητα, δηλαδή, να είναι ο

μωσαϊκός νόμος αμαρτία (7,7-13). Ο απόστολος σπεύδει αμέσως και

αντικρούει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό αυτό με τη χαρακτηριστική

φράση «μὴ γένοιτο» (7,7) και κατόπιν αξιολογεί θετικά τη λειτουργία του

μωσαϊκού νόμου ως δείκτη των αμαρτωλών πράξεων των ανθρώπων. Με

τη βοήθειά του οι πράξεις αυτές αναδεικνύονται ως παράνομες και

αμαρτωλές από τη στιγμή που γενόμενες τον παραβαίνουν. Ο Παύλος

στο σημείο αυτό προβαίνει σε μια ουσιαστική διαφοροποίηση. Άλλο ο

μωσαϊκός νόμος και άλλο η επιθυμία του ανθρώπου να παραβεί τον

μωσαϊκό νόμο και την τάξη, που αυτός δημιουργεί. Ο απόστολος, με λόγο

πυκνό και γεμάτο υπαρξιακή αγωνία, τονίζει την καταλυτική δύναμη της

επιθυμίας η οποία κυριεύσει τον άνθρωπο και τον καθιστά υποχείριό της

και παραβάτη του μωσαϊκού νόμου. Παράλληλα, όμως, ο άνθρωπος είναι

δημιούργημα του Θεού και δεν μπορεί να είναι τόσο διαβρωμένος, ώστε

να μη μπορεί να σωθεί. Ο άνθρωπος, ακριβέστερα ό «ἔσω ἄνθρωπος»,

όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, ως φιλόσοφος, ο Παύλος, χαίρεται με

όσα λέει ο νόμος του Θεού (7,22). Έτσι φουντώνει ένας ανηλεής πόλεμος

μεταξύ του «ἔσω ἀνθρώπου» και της επιθυμίας. Γράφει γεμάτος αγωνία ο

απόστολος: «Διαπιστώνω όμως πως η πράξη μου ακολουθεί έναν άλλο

νόμο, που αντιστρατεύεται το νόμο με τον οποίο συμφωνεί η συνείδησή μου:

Page 35: thelogia paulou

35

είναι ο νόμος της αμαρτίας που κυριαρχεί στην ύπαρξή μου και με κάνει

αιχμάλωτό της» (7,23). Ο πόλεμος αυτός, όμως, τελειώνει με την αγωνιώδη

επίκληση του Παύλου, και του ανθρώπου γενικότερα, για σωτηρία προς

τον Θεό και με την ανταπόκριση του Θεού, ο οποίος παρεμβαίνει

λυτρωτικά «με το σωτήριο έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (7,25).

Η εν Πνεύματι νέα ζωή των πιστών – Η μελλοντικός νέος κόσμος

Στο κεφ. 8 ο απόστολος εξυμνεί την ένδοξη ελευθερία των τέκνων του

Θεού. Οι χριστιανοί ενωμένοι με τον Χριστό και «απελευθερωμένοι από

την «κυριαρχία της αμαρτίας και του θανάτου» (8,3) ζουν, «όπως

υπαγορεύει το Πνεύμα του Θεού» (8,1). Ο Παύλος στο σημείο αυτό

αναπτύσσει μια ηθική για τους πιστούς, η οποία υπαγορεύεται και

διακατέχεται από την παρουσία του Πνεύματος, το οποίο διαποτίζει και

ζωοποιεί την κοινότητα και τους πιστούς. Μοναδική προϋπόθεση είναι να

υιοθετήσουν οι πιστοί τις εντολές του Θεού. Σημειώνει ο απόστολος: «Και

αν κατοικεί στο είναι σας το Πνεύμα του Θεού που ανέστησε τον Ιησού από

τους νεκρούς, αυτός που ανέστησε το Χριστό από τους νεκρούς θα δώσει και

στα θνητά σας σώματα ζωή με το Πνεύμα του που ζει μέσα σας» (8,11). Με

την παρουσία του Πνεύματος στην κοινότητα και στους πιστούς

εγκαινιάζεται ένας νέος κόσμος γεμάτος δόξα και μεγαλοπρέπεια, τα

χαρακτηριστικά του οποίου θα είναι η λαμπρότητα (δόξα) και η

αφθαρσία.

Ο Παύλος κορυφώνει την αναφορά του στη νέα δοξασμένη κατάσταση

τονίζοντας ότι αυτή θα περιλαμβάνει τα πάντα, ανθρώπους και κτίση.

Τονίζει χαρακτηριστικά: «Έχει όμως πάντοτε την ελπίδα, κι αυτή ακόμα η

κτίση, πως θ᾽ απελευθερωθεί από την υποδούλωση της στη φθορά, και θα

μετάσχει στην ελευθερία που θ᾽ απολαμβάνουν τα δοξασμένα παιδιά του

Θεού» (8,21). Πρόκειται για έναν επίκαιρο χριστιανικό ύμνο αφιερωμένο

στην φύση, τον οποίο ο Παύλος ίσως εμπνεύστηκε παρατηρώντας την

άγρια, αλόγιστη και χωρίς «οικολογική συνείδηση» εκμετάλλευση της

Page 36: thelogia paulou

36

γης. Το απόσπασμα όμως αυτό είναι και ελπιδοφόρο, γιατί ο απόστολος

βλέπει στο μέλλον (εσχατολογία) την εποχή, κατά την οποία τα πάντα,

άνθρωποι και κτίση, θα συμπεριλαμβάνονται στη νέα ένδοξη κατάσταση,

που εγκαινίασε ο Χριστόςxxi.

Ο Ισραήλ, η σχέση του με τον Θεό και η μελλοντική σωτηρία του

Ο απόστολος αφιερώνει, επίσης, ένα μεγάλο μέρος της επιστολής του

(κεφ. 9-11) στους Ιουδαίους. Υπενθυμίζουμε ότι στην αρχή της επιστολής

του είχε προσδιορίζει το κύριο θέμα της, το οποίο είναι η δύναμη του

ευαγγελίου «...στο οποίο αποκαλύπτεται ότι ο Θεός δικαιώνει τον άνθρωπο,

αρκεί αυτός να πιστέψει ολοκληρωτικά στο Θεό...» (1,17) και τόνισε ότι ο

Θεός σώζει όλους τους ανθρώπους, που πιστεύουν, «πρώτα τον Ιουδαίο και

ύστερα τον ειδωλολάτρη» (1,16). Τώρα ο απόστολος επιστρέφοντας στο

αρχικό του θέμα εξετάζει τη θέση των Ιουδαίων στη νέα κατάσταση.

Υπογραμμίζει την ξεχωριστή θέση, που αυτοί κατέχουν, αφού είναι ο

λαός, τον οποίο εξέλεξε ο Θεός (9,4εξ.). Περιγράφει αναλυτικά (9,1-10,21)

την πολυκύμαντη πορεία του εκλεκτού λαού στον χρόνο και την

ταραχώδη σχέση του με τον Θεό, που πολλές φορές προκάλεσε την οργή

του και πολλές αμφιβολίες, για το κατά πόσο άξιζε ο λαός αυτός της

αγάπης και της εμπιστοσύνης του Θεού. Στο τέλος, όμως, ο Παύλος

καταλήγει στο συμπέρασμα: «Δεν απέρριψε, λοιπόν, ο Θεός το λαό του,

που από παλιά τον είχε ξεχωρίσει και αγαπήσει» (11,9). Η σκέψη του

αποστόλου στηρίζεται σε όσα είχε ήδη αναφέρει στο 1,18-3,19

περιγράφοντας τη γενική θεωρία για την ανθρωπότητα (γενική

ανθρωπολογία). Εκεί τόνισε ότι όλοι οι άνθρωποι βρίσκονται κάτω από το

ζυγό της αμαρτίας, θέση που επαναλαμβάνει στο 11,32α λέγοντας ότι «Ο

Θεός, δηλαδή, τους άφησε όλους να πέσουν στην ανυπακοή». Επίσης, εκεί

ανέφερε ότι ο Θεός δικαιώνει - σώζει όλους τους ανθρώπους, Ιουδαίους

και ειδωλολάτρες, αρκεί αυτοί να πιστεύουν (1,16-17). Με βάση τη σκέψη

αυτή ο Παύλος αναφερόμενος στη σωτηρία των Ιουδαίων (11,25-26) είναι

Page 37: thelogia paulou

37

κατηγορηματικός: «Για να μην έχετε ψεύτικη αυτοπεποίθηση αδελφοί, δε

θέλω να μείνετε στην άγνοια, σχετικά με το εξής μυστικό σχέδιο του Θεού:

Η απιστία του Ισραήλ στο Θεό θα κρατήσει ωσότου να δεχτούν όλοι οι άλλοι

λαοί τη σωτηρία. Ύστερα θα σωθεί κι ολόκληρος ο Ισραήλ...». Στο 11,25

τονίζει ότι θα σωθούν όλοι οι άλλοι λαοί («τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν

εἰσέλθῃ») και στο 11,26 ότι θα σωθούν και οι Ιουδαίοι («πᾶς Ἰσραὴλ

σωθήσεται») αντίστοιχα. Στη γενική ανθρωπολογία, λοιπόν, όπως αυτή

αναπτύχθηκε στα 1,16-17 και 11,32α, αντιστοιχεί η γενική σωτηριολογία,

όπως αυτή εκφράζεται με τη φράση «ἵνα τοὺς πάντας ἐλεήσῃ» (11,32β).

2. Η παύλεια θεολογία μετά τον Παύλο (Θεολογία των δευτεροπαύλειων

επιστολών)

Στις πρωτοπαύλειες επιστολές αναφέρονται περίπου σαράντα

συνεργάτες –μαθητές του Παύλου, οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά στο

ιεραποστολικό έργο του αποστόλου. Αυτοί πρέπει να ήταν, επίσης, οι

πρώτοι, στους οποίους ο Παύλος κοινοποίησε τη θεολογία του, την οποία

και συνέχισαν να διδάσκουν στους πιστούς μετά το θάνατό του

διδασκάλου τους.

Μελετώντας κανείς τις δευτεροπαύλειες επιστολές διαπιστώνει ότι οι

συγγραφείς τους υιοθετούν την παύλεια θεολογία και ταυτόχρονα την

προσαρμόζουν ανάλογα με τις περιστάσεις. Επίσης, αυτοί συνηθίζουν να

αποδίδουν τη συγγραφή των έργων τους στον ίδιο τον διδάσκαλό τους. Η

ενέργειά τους αυτή ήταν ένα σύνηθες φαινόμενο της εποχής και δεν

σχετίζεται με τις σημερινές θέσεις που καταδικάζουν την ψευδεπιγραφία.

Τότε οι συγγραφείς, που προέβαιναν στην πράξη αυτή, μεταξύ αυτών και

οι συγγραφείς των δευτεροπαύλειων επιστολών, ήθελαν να αποδώσουν

ιδιαίτερη τιμή στον διδάσκαλό τους και ιδιαίτερη αξία στα έργα τους.

Page 38: thelogia paulou

38

Στις δευτεροπαύλειες επιστολές παρατηρούμε ότι η διδασκαλία του

Παύλου περί δικαιώσεως (σωτηρίας) του ανθρώπου δεν κατέχει πλέον

κεντρικό ρόλο. Αντίθετα, προβάλλονται άλλα θέματα, που αφορούν την

εκκλησία και την ηθική. Η αιτία της αλλαγής θεματολογίας είναι η

εμφάνιση διαφόρων θεωριών, που αποκλίνουν από την ορθή πίστη και

ζωή των πρωτοχριστιανικών κοινοτήτων. Επίσης, στις εν λόγω επιστολές,

ο Παύλος προβάλλεται ως ο φυλακισμένος και πολλά υπομένων

απόστολος και ως η προσωπικότητα εκείνη, η οποία βοηθά καταλυτικά

την κοινότητα, να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα (Εφ 3,1 · Κολ

1,24). Τέλος, ο απόστολος περιγράφεται άλλοτε ως ο αυστηρός

διδάσκαλος (Β Θεσ 3,14) και άλλοτε ως ο γεμάτος τρυφερότητα και

ενδιαφέρον για τους δικούς του ποιμένας (Α Τιμ 5,23)xxii.

Κάθε δευτεροπαύλεια όμως επιστολή έχει και την ιδιαίτερη θεολογική

θεματολογία της, την οποία εξετάζουμε παρακάτω.

2.1 Η προς Κολοσσαείς επιστολή

Αφορμή για τη σύνταξη της επιστολής αποτέλεσε η εμφάνιση μιας

νέας θρησκευτικής τάσης ή διδασκαλίας, η οποία αποκαλείται

«φιλοσοφία» (2,8). Αυτή πρέσβευε ιδέες αντίθετες με την ορθή πίστη της

κοινότητας (2,16-19.21), την οποία ο συγγραφέας της επιστολής ανέλαβε

να υπερασπίσει. Για να γίνει κατανοητή η θεολογία της επιστολής θα

πρέπει πρώτα να αναφέρουμε εν συντομία τις θέσεις της φιλοσοφίας,

όπως, όμως, αυτές καταγράφονται από τον συγγραφέα της προς

Κολοσσαείς, μια και δεν διαθέτουμε άλλες πηγές που να μας

πληροφορούν γι αυτή. Η νέα, λοιπόν, αυτή θρησκευτική τάση

εκπροσωπούσε μια ιδιόμορφη πίστη, η οποία στηριζόταν στους «κούφιους

συλλογισμούς της ανθρώπινης σοφίας και όχι στη διδασκαλία του Χριστού»

(2,8). Δίδασκε μια «θολή», επηρεασμένη μάλλον από την ιουδαϊκή

Page 39: thelogia paulou

39

θρησκεία, πίστη στα «στοιχεία του κόσμου» (2,8.20). Αυτά θα μπορούσαν

να εννοηθούν ως αγγελικές ή ουράνιες δυνάμεις, αλλά και ως τα τέσσερα

στοιχεία, που αποτελούσαν τον κόσμο κατά την ελληνική σκέψη, δηλαδή

τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και τη γη. Επίσης, η φιλοσοφία αυτή καλούσε

τους ανθρώπους σε μια «δήθεν ταπεινόφρονη λατρεία των αγγέλων» (2,18),

σε μια λατρεία επηρεασμένη από τις μυστηριακές λατρείες της εποχής,

όπως αφήνει να εννοηθεί η έκφραση «ἅ ἑόρακεν ἐμβατεύων» (2,18)xxiii.

Τέλος, η νέα αυτή διδασκαλία καλούσε τους πιστούς σε αποχή από

συγκεκριμένες τροφές (2,21) και σε πιστή τήρηση συγκεκριμένων

ιουδαϊκών εορτών (2,16).

Χριστός, ο συμπαντικός άρχοντας

Ο συγγραφέας της προς Κολοσσαείς αποκρούοντας τις θέσεις της

φιλοσοφίας παραθέτει τις δικές του θέσεις για τον Χριστό και τη σωτηρία.

Ο Χριστός παρουσιάζεται ως ο κύριος της δημιουργίας, «ἡ κεφαλή πάσης

ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας» (2,10), αυτός που «αφαίρεσε τη δύναμη που είχαν οι

δαιμονικές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπεψε, σέρνοντας τες

νικημένες στο θρίαμβο του σταυρού του Χριστού» (2,15). Για να εδραιώσει

τις θέσεις του για τον Χριστό, χρησιμοποιεί, επίσης, ένα μεγαλειώδη ύμνο,

που παραλαμβάνει από τη χριστιανική παράδοση (1,15-20), και στον οποίο

περιγράφεται ανάλογα ο Χριστός και υμνείται ότι «...τα πάντα δι αυτού

ήρθαν στην ύπαρξη, όσα στον ουρανό κι όσα στη γη τα ορατά και τα

αόρατα...» (1,15). Ο Χριστός όμως δεν είναι μόνον συνδημιουργός των

όλων αλλά είναι εκείνος, στον οποίο «...η θεότητα έστερξε ολάκερη να

κατοικήσει και όλα όσα στη γη κι όσα στον ουρανό μαζί της να συμφιλιώσει

δια αυτού, που την ειρήνη έφερε με του σταυρού του το αίμα» (1,19-20). Ο

συγγραφέας, έτσι, αντιπαραβάλλει την κυριαρχική, δημιουργική

συνεκτική και συμφιλιωτική δράση του Χριστού στον κόσμο με την

πολυδύναμη, χαοτική και διαλυτική δράση των ποικίλων δυνάμεων και

αναδεικνύει τη συμπαντική υπεροχή του Χριστού. Τονίζει ότι δεν σώζει η

Page 40: thelogia paulou

40

μυστηριακή λατρεία των ποικίλων ανωνύμων δυνάμεων και η αποχή από

τροφές, αλλά η αποδοχή του Χριστού και η μόνιμη ένωση με τον Χριστό

(2,6).

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι και ο Παύλος αναπτύσσοντας τη

χριστολογία του στις επιστολές του περιγράφει, ανάλογα τον Χριστό

(πρβλ. Α Κορ 8,6 · Β Κορ 4,4 · Φιλ 2,6-11). Η περιγραφή του αποστόλου,

όμως, είναι περιστασιακή και συνοπτική. Από την πλευρά του ο

συγγραφέας της προς Κολοσσαείς επιστολής επικεντρώνει όλη τη

θεολογία του στην συμπαντική ιδιότητα του Χριστού. Αντιδρά, δηλαδή,

διαφορετικά από ότι θα αντιδρούσε ο Παύλος, αν αυτός αντιμετώπιζε την

αποκαλούμενη «φιλοσοφία». Αν η καινοφανής αυτή φιλοσοφία

εμφανιζόταν σε κάποια από τις κοινότητες του Παύλου θα αποτελούσε

για τον απόστολο μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναπτύξει τη

διδασκαλία του για την απελευθέρωση των πιστών από τα δεσμά του

μωσαϊκού νόμου. Ο συγγραφέας της επιστολής προς Κολοσσαείς δεν

κάνει κάτι ανάλογο.

Βάπτισμα, σωτηρία και εσχατολογία

Σε άλλο μέρος της επιστολής ο συγγραφέας της επιστολής διδάσκει ότι

η ταύτιση των πιστών με τον Χριστό πραγματοποιείται με το βάπτισμα.

Αναφέρει χαρακτηριστικά: «...θαφτήκατε μαζί με το Χριστό και

αναστηθήκατε μαζί του...» (2,12). Στο σημείο αυτό προσθέτει ένα νέο

στοιχείο σε ό,τι αφορά τη σωτηρία του ανθρώπου. Οι πιστοί με το

βάπτισμα είναι πλέον αναστημένοι μαζί με τον Χριστό και πρέπει να

επιδιώκουν τα αγαθά που βρίσκονται στον ουρανό (3,1-3). Ο Παύλος,

αντίθετα, δίδαξε στην προς Ρωμαίους επιστολή του ότι «το βάπτισμά μας

σημαίνει πως συμμετέχουμε στο θάνατο και στην ταφή του Χριστού» (Ρωμ

6,4) και ότι η ανάσταση των πιστών είναι ένα μελλοντικό γεγονός (Ρωμ

6,5). Ο συγγραφέας, λοιπόν, της επιστολής προς Κολοσσαείς προχωρά ένα

βήμα περισσότερο από τον Παύλο. Δέχεται ότι η ανάσταση των πιστών

Page 41: thelogia paulou

41

συντελείται με το βάπτισμα, είναι δηλαδή ήδη γεγονός. Ίσως αυτή η

καινοτόμα θέση να σχετίζεται με την προσπάθεια του συγγραφέα να

αντικρούσει τους εκπροσώπους της φιλοσοφίας. Παράλληλα, όμως,

διατηρεί και την παύλεια θέση ότι η σωτηρία θα πραγματοποιηθεί μέσα

από τη μελλοντική και ολοκληρωμένη φανέρωση της δόξας αναφέροντας

ότι «Όταν ο Χριστός, που είναι η αληθινή ζωή μας, φανερωθεί τότε και εσείς

θα φανερωθείτε μαζί του δοξασμένοι στην παρουσία του» (3,4).

Η εκκλησία και η δομή της

Ένα τρίτο ενδιαφέρον θέμα της επιστολής είναι η εκκλησία. Και εδώ ο

συγγραφέας της προς Κολοσσαείς πρωτοτυπεί σε σχέση με τον Παύλο.

Στην επιστολή για πρώτη φορά αναφέρεται η εκκλησία σαν ένα ενιαίο

σύνολο (1,18.24), που περικλείει όλες τις κοινότητες των πιστών, και όχι

μια επιμέρους κοινότητα, η οποία είναι περιορισμένη τοπικά. Η εκκλησία

με την έννοια της τοπικά προσδιορισμένης κοινότητας απαντά κατ᾽

εξαίρεση στο Κολ 4,15εξ. και επανειλημμένα στον Παύλο (π.χ. Ρωμ 16,16 ·

Α Κορ 1,2 · Β Κορ 8,1). Επίσης, σημαντικό είναι το μοτίβο «σώμα-Χριστός»,

που χρησιμοποιείται στην επιστολή για την εκκλησία. Ο Χριστός είναι «η

κεφαλή του σώματος που είναι η εκκλησία» (1,18α.24 · πρβλ. 2,17· 3,15). Ο

συγγραφέας παραλαμβάνει αυτή την εκκλησιολογική αντίληψη από τον

Παύλο και τη χρωματίζει με νέους χρωματικούς τόνους. Η κεφαλή δεν

αποτελεί πλέον απλώς μέρος του σώματος, όπως στον Παύλο (Κορ 12,21),

αλλά κυριαρχεί του σώματος και είναι πλέον ο συμπαντικός άρχοντας

όλων Χριστός (1,18α · 2,19). Το σώμα αποτελείται από το σύνολο των

βαπτισμένων πιστών, που είναι συνδεδεμένοι με την κεφαλή, αφού δια

του βαπτίσματος οι πιστοί πεθαίνουν και ανασταίνονται μαζί με τον

Χριστό. Εξαιτίας αυτής της στενής σχέσης μπορεί να ισχυρίζεται ο

συγγραφέας ότι η κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός, είναι η αιτία από την οποία

«τρέφεται, συγκρατείται κι αυξάνει όλο το σώμα με τις αρθρώσεις και τους

Page 42: thelogia paulou

42

μυώνες του, όπως το θέλει ο Θεός» (2,19). Στην εκκλησία, λοιπόν, οι πιστοί

βιώνουν την ευεργετική και σωτήρια κυριαρχία του Χριστού.

Καθώς όμως ο συγγραφέας της επιστολής απευθύνεται στους πιστούς

των επιμέρους εκκλησιών και τους νουθετεί (4,15εξ.), αναδεικνύει και την

κοινωνική δομή των εκκλησιών. Αυτή δεν διαφέρει από τη δομή των

άλλων μη χριστιανικών κοινοτήτων. Αντίθετα τόσο ο συγγραφέας της

επιστολής όσο και οι αναγνώστες φαίνεται ότι έχουν υιοθετήσει τις

κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής τους. Έχουν αποδεχθεί την πατριαρχία,

την υποβάθμιση της γυναίκας και γενικά το ρωμαϊκό κοινωνικό και

οικονομικό σύστημα. Ο συγγραφέας βέβαια υποστηρίζει ότι στις

εκκλησίες τα πάντα λειτουργούν «ἐν κυρίῳ» (3,18). Αυτό όμως δεν

εξαλείφει τη δουλεία, την υποβάθμιση της γυναίκας και την κοινωνική

ανισότητα από τις κατά τόπους εκκλησίες.

2.2 Η προς Εφεσίους επιστολή

Ένα κύριο χαρακτηριστικό της προς Εφεσίους επιστολής είναι ότι

περιέχει παρόμοιες θεολογικές θέσεις με την επιστολή προς Κολοσσαείς.

Οι θέσεις αυτές, όμως, αναλύονται περισσότερο στην προς Εφεσίους,

στοιχείο, το οποίο, μαζί με άλλα, δείχνει ότι ο συγγραφέας της είχε υπόψη

του την προς Κολοσσαείς επιστολήxxiv.

Χριστός, ο απόλυτος άρχοντας του σύμπαντος

Ο συγγραφέας της προς Εφεσίους σκέπτεται συμπαντικά περισσότερο

από ό,τι ο συγγραφέας της προς Κολοσσαείς. Σε πολλά σημεία της

επιστολής του οριοθετεί τις περιοχές του σύμπαντος («τὰ πάντα»)

σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής. Επειδή, όμως, οι περιοχές του

σύμπαντος δεν οριοθετούνται ακριβώς στην επιστολή, μπορούμε να τις

διακρίνουμε σε τρεις ευρείες περιοχές ή σε πέντε περιορισμένες. Σύμφωνα

με την πρώτη οριοθέτηση διακρίνουμε: α) Την περιοχή του ουρανού, στον

Page 43: thelogia paulou

43

οποίο βρίσκονται ο Θεός, ως ο δημιουργός του σύμπαντος, ο Ιησούς

Χριστός (1,3.20 · 6,9), η σωσμένη κοινότητα (2,6), οι αρχές και οι εξουσίες

και «τὰ πνευματικά τῆς πονηρείας» (6,12). β) Την περιοχή του αέρα, όπου

βρίσκονται οι δαιμονικές δυνάμεις (2,2). γ) Την περιοχή της γης (1,10 ·

3,15), η οποία αποτελεί την κατοικία των ανθρώπων. Σύμφωνα με τη

δεύτερη, ακριβέστερη, οριοθέτηση διακρίνουμε: 1) Την περιοχή, που

βρίσκεται «πάνω από όλους τους ουρανούς» (4,10), όπου κάθεται ο Θεός

και δεξιά του ο Χριστός (1,20). 2) Την περιοχή των επουρανίων (3,10). 3)

Την περιοχή του αέρα, «ανάμεσα σε ουρανό και γη» (2,2). Στις δύο

τελευταίες περιοχές κυριαρχούν οι αρχές και οι εξουσίες, οι δαιμονικές

δυνάμεις. 4) Την περιοχή της γης (1,10 · 3,15), όπου κατοικούν οι άνθρωποι.

5) Την περιοχή «κάτω από τη γη» (4,9), η οποία υπονοείται ως η κατοικία

των νεκρών. Η λεπτομερής αυτή περιγραφή από τον συγγραφέα της

επιστολής των περιοχών του σύμπαντος δεν είναι άσκοπη. Στόχος του

είναι, τονίζοντας την τεράστια έκταση του σύμπαντος, να αναδείξει την

απόλυτη συμπαντική κυριαρχία του Χριστού, η οποία του παραχωρείται

από τον Θεό.

Η εκκλησία

Το κεντρικό θεολογικό θέμα της επιστολής είναι η εκκλησία, την οποία

ο συγγραφέας περιγράφει είτε με εικόνες δανεισμένες από τις επιστολές

του Παύλου και από την προς Κολοσσαείς επιστολή είτε προσθέτοντας

δικά του στοιχεία. Έτσι η εκκλησία περιγράφεται: α) Με ανθρώπινο σώμα,

το οποίο συμβολίζει τον Ιησού Χριστό και έχει ως μέλη του τους πιστούς

(5,30 · 4,25 · 4,4 · 1,23 · πρβλ. Α Κορ 12,12-26 · Ρωμ 12,4εξ.). β) Ως σώμα

Χριστού, που κεφαλή του έχει τον Χριστό (1,22εξ. · 4,15 · 5,23 · 2,16 · πρβλ.

Κολ 1,18). γ) Ως νύμφη Χριστού, για να τονιστεί η αδιάσπαστη ενότητα

Χριστού και εκκλησίας (5,31εξ.). Ακόμη ο συγγραφέας της επιστολής,

περιγράφοντας την εκκλησία, φαίνεται να τη συνδέει και με την Παλαιά

Διαθήκη και να προβαίνει σε έμμεσες αναφορές στη θεολογία της

Page 44: thelogia paulou

44

Παλαιάς Διαθήκης για τον Ναό της Ιερουσαλήμ. Ήδη βέβαια ο Παύλος

περιέγραψε τους πιστούς - εκκλησία ως ναό του θεού (Α Κορ 3,9-11.16-17),

περιγραφή που φαίνεται να υιοθετεί ο συγγραφέας της προς Εφεσίους

στο σημαντικό για την εκκλησιολογία απόσπασμα 2,11-22. Σε αυτό όμως

προσθέτει και άλλα ιδιαίτερα στοιχεία. Η φράση «Τώρα όμως, με το έργο

του Ιησού Χριστού, εσείς, που τότε ήσασταν μακριά από το Θεό, έχετε έρθει

κοντά του · σας έφερε κοντά του η σταυρική θυσία του Χριστού» (2,13), μας

θυμίζει τη φράση από το βιβλίο του Ησαϊα: «Εγώ βάζω στο στόμα σας

κραυγή χαράς, ειρήνη σ’ όσους βρίσκονται μακριά και σ᾽ όσους βρίσκονται

κοντά! Εγώ θα τους γιατρέψω. Εγώ ο Κύριος το λέω» (Ησ 57,19). Και στα

δύο υπάρχουν οι αναφορές «μακριά» και «κοντά». Επίσης η ρήση του

συγγραφέα ότι ο Χριστός «έκανε τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους έναν

λαό και γκρέμισε με το σταυρικό του θάνατο ό,τι σαν τείχος τους χώριζε

και προκαλούσε έχθρα μεταξύ τους» (2,14), θα μπορούσε να συνδεθεί με

την Παλαιά Διαθήκη. Ο συγγραφέας αναφερόμενος στο σωτήριο έργο του

Χριστού τονίζει στον παραπάνω στίχο ότι ο Χριστός γκρέμισε τον

μεσότοιχο που χώριζε τους ανθρώπους, δηλαδή τους Ιουδαίους και τους

εθνικούς, και έφερε την ειρήνη στον κόσμο. Αυτό θα μπορούσε να υπονοεί

το τείχος που περιέβαλε τον Ναό της Ιερουσαλήμ και εμπόδιζε τους

εθνικούς-ειδωλολάτρες, ως μη Ιουδαίους, να μεταβούν από την αυλή των

εθνικών στην εσωτερική αυλή, που προοριζόταν για τους Ιουδαίους.

Τέλος, η ρήση της επιστολής ότι ο σταυρικός θάνατος του Ιησού έφερε

τους ανθρώπους κοντά στον Θεό (2,13), θα μπορούσε να συνδεθεί με την

Ιουδαϊκή γιορτή του Εξιλασμού, κατά την οποία ο Αρχιερέας εισερχόταν

στα Άγια των Αγίων, δηλαδή το μέρος εκείνο του ναού των Ιεροσολύμων

που εθεωρείτο ότι ήταν το σημείο παρουσίας του Θεού. Συμπερασματικά

θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο απόσπασμα 2,11-22 τονίζεται ιδιαίτερα

ότι η εκκλησία αποτελείται από πιστούς, πρώην Ιουδαίους και πρώην

ειδωλολάτρες. Η εκκλησία αυτή δεν είναι κάποια τοπική κοινότητα, όπως

Page 45: thelogia paulou

45

την εννοεί ο Παύλος, αλλά η εκκλησία στο σύνολό της. Τέλος, την

εκκλησία υπηρετούν οι απόστολοι, οι προφήτες, οι ευαγγελιστές, οι

ποιμένες και οι διδάσκαλοι (4,18). Οι δύο πρώτοι θεωρούνται ως τα

θεμέλια του οικοδομήματος της εκκλησίας με ακρογωνιαίο λίθο τον

Χριστό (2,20), οι προφήτες ασχολούνται με το ιεραποστολικό κήρυγμα, οι

ποιμένες με την διοίκηση της κοινότητας και οι διδάσκαλοι με την διδαχή.

Σωτηρία και εσχατολογία

Στην προς Εφεσίους επιστολή η σωτηρία και η εσχατολογία ομοιάζει με

εκείνη της προς Κολοσσαείς. Έχουμε και εδώ αναφορές ότι η σωτηρία των

πιστών είναι γεγονός, και αναφορές ότι αυτή θα πραγματοποιηθεί στο

μέλλον, στα έσχατα. Στο Εφ 2,5 εξ. δηλώνεται με σαφήνεια ότι η σωτηρία

είναι ήδη παρούσα (παροντική εσχατολογία), αφού αναφέρεται ότι ο Θεός

«Κι ενώ ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, μας

ξανάδωσε ζωή μαζί με το Χριστό. Με τη χάρη του Θεού έχετε σωθεί. Μας

ανέστησε μαζί με τον Ιησού Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί μ᾽

αυτόν στα ουράνια». Σε άλλα όμως χωρία της επιστολής έχουμε ισχυρές

ενδείξεις ότι η στιγμή της ολοκλήρωσης της σωτηρίας δεν έχει ακόμη

φτάσει στο απόλυτο σημείο της. Στο 6,10εξ. ο συγγραφέας προτρέπει τους

πιστούς λέγοντας: «Πάρτε δύναμη από την ένωσή σας με τον κύριο κι από

τη μεγάλη του ισχύ. Ντυθείτε την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να

μπορέσετε ν᾽ αντιμετωπίσετε τα τεχνάσματα του διαβόλου». Επίσης τα

χωρία 2,21εξ και 4,14 καθιστούν φανερό ότι η κοινότητα βρίσκεται σ᾽ ένα

στάδιο οικοδόμησης και ηλικιακής ωρίμανσης. Τέλος στο 5,16 καλούνται

οι πιστοί να χρησιμοποιούν σωστά το χρόνο τους, γιατί οι καιροί είναι

πονηροί. Έτσι διαπιστώνουμε ότι στην επιστολή συνυπάρχει το παροντικό

με το μελλοντικό. Μπορεί ο τόνος να βρίσκεται στην παρούσα

εσχατολογία, όμως και η μέλλουσα δεν εξαφανίζεται.

2.3 Η Β προς Θεσσαλονικείς επιστολή

Page 46: thelogia paulou

46

Αφορμή για την σύνταξη της Β προς Θεσσαλονικείς επιστολής

αποτέλεσαν οι ισχυρισμοί ορισμένων ότι έφθασε η δευτέρα παρουσία του

Κυρίου (2,1-2). Το κεντρικό θέμα, λοιπόν, της επιστολής είναι

εσχατολογικό. Αυτό αναπτύσσεται κυρίως στο 1,5-10 και στο ιδιαίτερα

δύσκολο ερμηνευτικά απόσπασμα 2,2-12xxv.

Κρίση και δευτέρα παρουσία του Κυρίου

Η εσχατολογία της επιστολής είναι ιδιόμορφη και διαφέρει εκείνης που

περιγράφεται στην Α προς Θεσσαλονικείς. Και στις δύο βέβαια, για να

περιγραφούν τα μέλλοντα, χρησιμοποιούνται μοτίβα δανεισμένα από την

Παλαιά διαθήκη και την παλαιοδιαθηκική Αποκαλυπτική Γραμματεία,

στην Β Θεσσαλονικείς, όμως, η παρουσία του Κυρίου μετατίθεται στο

απώτερο μέλλον. Αναλυτικότερα, ο συγγραφέας της επιστολής

συμβουλεύει τους πιστούς να μην παρασύρονται από επίμονες φήμες και

διδασκαλίες ότι τάχα φτάνει η ημέρα του Κυρίου. Η δευτέρα παρουσία του

Χριστού δεν θα γίνει, αν δεν προηγηθούν άλλα σημαντικά γεγονότα.

Αυτά τα περιγράφει με τη βοήθεια παλαιοδιαθηκικών, προφητικών και

αποκαλυπτικών μοτίβων (π.χ. Δαν 11,36εξ.) και θα μπορούσαν να

χαρακτηριστούν ως στάδια, που θα προηγηθούν της δευτέρας παρουσίας

του Κυρίου ή ως προϋποθέσεις, που πρέπει να πληρωθούν για να επέλθει

η δευτέρα παρουσία. Τα στάδια-προϋποθέσεις είναι σύμφωνα με το

κείμενο δύο, η εμφάνιση της αποστασίας, δηλαδή της απομάκρυνσης των

ανθρώπων από την ορθή πίστη και η εμφάνιση του ανθρώπου της

ανομίας, που είναι προορισμένος για την απώλεια (2,3). Αυτός

περιγράφεται ότι «θα εναντιωθεί και θα σηκώσει κεφάλι μπροστά σε

καθετί που λέγεται θεός ή είναι αντικείμενο λατρείας. Θα το κάνει αυτό,

για να στήσει ο ίδιος το θρόνο του στο ναό του Θεού, προσπαθώντας να

αποδείξει πως είναι Θεός» (2,4). Η εμφάνιση και δράση του ανθρώπου της

ανομίας, ο οποίος στις επιστολές του Ιωάννη ονομάζεται αντίχριστος (Α

Page 47: thelogia paulou

47

Ιω 2,18.22 · 4,3 · Β Ιω 7), εμποδίζεται από ένα, κατά πάσα πιθανότητα,

πρόσωπο, ίσως τον Θεό, το οποίο αποκαλείται στην επιστολή «τὸ

κατέχον» ή «ὁ κατέχων» (2,2.7). Όταν «ὁ κατέχων» σταματήσει να τον

εμποδίζει (2,7), τότε θα εμφανιστεί «ὁ ἄνομος» «με την ενέργεια του

σατανά» (2,9) και θα παρασύρει με διάφορους τρόπους, όσους τον

πιστέψουν, προς την καταστροφή. Τελικά όμως ο Κύριος θα εξολοθρέψει

τον άνομο «με την πνοή του στόματός του και θα τον αφανίσει, όταν

εμφανισθεί κατά την παρουσία του» (2,8). Με την δεύτερη έλευση του

Κυρίου επέρχεται και η δίκαιη κρίση του Θεού. Στο 1,5-10 προφητεύεται,

πάλι με γλώσσα παλαιοδιαθηκική και αποκαλυπτική, ότι, όταν έλθει ο

Χριστός, οι διώκτες των πιστών θα τιμωρηθούν σκληρά, ενώ οι πιστοί θα

ανταμειφθούν για την υπομονή τους.

2.4 Οι ποιμαντικές επιστολές

Η θεολογία των ποιμαντικών επιστολών (Α, Β προς Τιμόθεον, προς

Τίτον) είναι βαθιά επηρεασμένη από το ελληνορωμαϊκό περιβάλλον του

τέλους του πρώτου μ.Χ. αιώναxxvi.

Εκκλησία

Το ελληνορωμαϊκό περιβάλλον επηρεάζει ιδιαίτερα την εκκλησιολογία

των ποιμαντικών επιστολών. Οι συγγραφείς τους, για να περιγράψουν

την εκκλησία, την παρομοιάζουν με την πατριαρχικά δομημένη

ελληνορωμαϊκή οικογένεια (τον «οἶκο» ή την «οἰκία»). Σε αυτή ο pater

familias εξουσίαζε τα μέλη του οίκου του, δηλαδή τη σύζυγο, τα τέκνα και

τους δούλους. Παρόμοια στην εκκλησία ο Θεός είναι «ὁ δεσπότης» (Β Τιμ

2,21) και ο επίσκοπος, ο οποίος είναι ο επικεφαλής της τοπικής εκκλησίας,

είναι «ὁ οἰκονόμος» του (Τιτ 1,7). Η εξουσία του επισκόπου μοιάζει με την

εξουσία του pater familias και κριτήριο της αξιοσύνης του επικεφαλής της

κοινότητας είναι να συμπεριφέρεται όπως αυτός. Διότι, όπως

Page 48: thelogia paulou

48

χαρακτηριστικά αναφέρεται «...αν κάποιος δεν ξέρει να κυβερνήσει το ίδιο

του το σπίτι, πώς θα φροντίσει την εκκλησία του Θεού;» (Α Τιμ 3,5). Στα

ίδια κοινωνικά πλαίσια κινούνται και οι προτροπές-κανόνες κοινωνικής

συμπεριφοράς που απευθύνουν οι συγγραφείς των ποιμαντικών

επιστολών προς τους πιστούς, ακριβέστερα προς τους άνδρες και τις

γυναίκες (Α Τιμ 2,8-15 · 5,1εξ. · Τιτ 2,1-6), τους ηλικιωμένους και τους νέους

(Α Τιμ 5,1εξ. · Τιτ 2,1-6), του κυρίους και τους δούλους (Α Τιμ 6,1εξ. · Τιτ

2,9εξ. ) και προς τις χήρες (Α Τιμ 5,3-16). Ανάλογες προτροπές βρίσκουμε

και στις επιστολές προς Κολοσσαείς και προς Φιλιππησίους, όπου όμως

λείπουν οι συμβουλές προς τις χήρες.

Στις ποιμαντικές επιστολές η ηγεσία της εκκλησίας, η οποία είναι

επιφορτισμένη με την καθοδήγηση των πιστών, διαφέρει από εκείνη που

περιγράφεται στις επιστολές του Παύλου και προσλαμβάνει περισσότερο

θεσμικό και καθεστωτικό χαρακτήρα. Σε κάθε κοινότητα προΐσταται ο

επίσκοπος, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης στην

τοπική εκκλησία (Α Τιμ 3,1-7). Σε αυτόν υπάγονται οι διάκονοι, οι οποίοι

είναι υπεύθυνοι για διάφορα διοικητικά θέματα και για την διακονία των

πτωχών (Α Τιμ 3,8-13). Επίσης ο ήδη υπάρχον θεσμός-αξίωμα των

πρεσβύτερων εξακολουθεί να υπάρχει (Α Τιμ 5,17 · Τιτ 1,5εξ.). Βέβαια

διάκριση σε επισκόπους και διακόνους συναντούμε ήδη στην επιστολή

του Παύλου προς Φιλιππησίους (Φιλ1,1). Θα πρέπει όμως να σημειωθεί

ότι στις ποιμαντικές επιστολές προετοιμάζεται ή καλύτερα αρχίζει να

διαφαίνεται η κατοπινή υπερέχουσα θέση του επισκόπου και ο

επισκοποκεντρισμός στην εκκλησία.

Η σημαντικότερη αρμοδιότητα του ηγέτη της τοπικής εκκλησίας είναι η

ποίμανση των πιστών. Ο επίσκοπος πρέπει «...να καθοδηγεί (τους πιστούς)

σύμφωνα με τη σωστή διδασκαλία και να ελέγχει όσους είναι αντίθετοι σ᾽

αυτήν» (Τιτ 1,9β). Η αυθεντική και υγιής διδασκαλία είναι εκείνη που

σχετίζεται με την παραδιδόμενη διδασκαλία του απ. Παύλου και

Page 49: thelogia paulou

49

ονομάζεται «παραθήκη» (Α Τιμ 6,20 · Β Τιμ 1,12.4). Αυτή πρέπει να

παραμένει στο ακέραιο και να εφαρμόζεται. Αξιοσημείωτο είναι ότι η

προφητεία μέσα στην κοινότητα υποχωρεί και ότι η λειτουργία του

Πνεύματος συνδέεται με τους φορείς των εκκλησιαστικών αξιωμάτων (Β

Τιμ 1,7.14.4,22). Επίσης το μοναδικό χάρισμα που αναφέρεται σε αυτές

είναι το χάρισμα της χειροτονίας (Α Τιμ 4,14 · Β Τιμ 1,6).

Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι στις ποιμαντικές επιστολές η θέση της

γυναίκας στην εκκλησία υποβαθμίζεται με το θεολογικό επιχείρημα ότι

αυτή έχει κληρονομήσει την αμαρτία της Εύας. Έτσι δεν επιτρέπεται στη

γυναίκες να συμμετέχουν ενεργά στη λατρεία (Α Τιμ 2,8-15), αυτές πρέπει

να είναι υποταγμένες στους άνδρες, να σιωπούν δημόσια και να είναι

αφοσιωμένες στα του οίκου των. (Α Τιμ 5,14). Ασφαλής τρόπος σωτηρίας

γι αυτές είναι η τεκνογονία (Α Τιμ 2,13-15).

Τέλος, στις ποιμαντικές επιστολές υιοθετούνται οι θέσεις της

ελληνορωμαϊκής κοινωνίας ως προς τη δουλεία και τους δούλους. Οι

χριστιανοί δούλοι προειδοποιούνται να παραμείνουν στην κατάσταση της

δουλείας και να υπηρετούν υπάκουα του κυρίους τους (Α Τιμ 6,1-2 · Τιτ

2,9-10).

Η θεολογική εικόνα του Παύλου στις ποιμαντικές επιστολές

Ο απόστολος Παύλος προβάλλεται ιδιαίτερα στις ποιμαντικές

επιστολές. Οι συγγραφείς των αποδίδουν, βέβαια, τη σύνταξη των έργων

τους στον ίδιο τον απόστολο, όπως τότε συνηθιζόταν, και όπως αυτό

διαπιστώνεται στα προοίμια των ποιμαντικών επιστολών (Α Τιμ 1,1 · Β

Τιμ 1,1 · Τιτ 1,1). Όμως, ο Παύλος δεν περιγράφεται πλέον ως ένας από

τους αποστόλους, αλλά αναβαθμίζεται και θεωρείται ως ο κατεξοχήν

απόστολος. Πέραν τούτου θεωρείται και ως ο κατεξοχήν διδάσκαλος,

στον οποίο εμπιστεύτηκε με αποκάλυψη ο Θεός το ευαγγέλιο (Τιτ 1,3). Η

διδασκαλία του χαρακτηρίζεται ως «παραθήκη», που πρέπει να φυλαχθεί

(Α Τιμ 6,20 · Β Τιμ 1,14) και να μεταδοθεί από τον δάσκαλο στο μαθητή (Β

Page 50: thelogia paulou

50

Τιμ 2,2). Ο Παύλος προβάλλεται, τέλος, ως το πρότυπο πιστού, που

υποφέρει υπερασπιζόμενος την πίστη του, και τον οποίο πρέπει να

μιμηθεί ο κάθε χριστιανός (Β Τιμ 2,12 · 2,8-13).

3. Η θεολογική εικόνα του Παύλου στις Πράξεις των Αποστόλων

Οι Πράξεις των Αποστόλων περιγράφοντας τις πρώτες φάσεις της

ζωής της νεαρής χριστιανικής κοινότητας μέσα από τη δράση

συγκεκριμένων προσωπικοτήτων, όπως ο οι απόστολοι και οι διάκονοι,

μας προσφέρουν μια διαφορετική εικόνα του Παύλου. Ακριβέστερα ο

Παύλος των Πράξεων ομοιάζει λίγο με τον Παύλο των δευτεροπαύλειων

επιστολών και διαφέρει από τον απόστολο των πρωτοπαύλειωνxxvii.

Πρώτα από όλα ο Παύλος περιγράφεται στις Πράξεις ως

θαυματοποιός. Βέβαια και στις πρωτοπαύλειες επιστολές έχουμε

αναφορές σε θαύματα που συνδέονται με τον Παύλο. Στη Β Κορ ο

απόστολος απευθυνόμενος προς στους Κορινθίους τους υπενθυμίζει ότι

«οι αποδείξεις ότι είμαι απόστολος, παρουσιάστηκαν μπροστά σας με πολλή

υπομονή, με θεϊκά θαύματα στη φύση και με θεραπείες» (Β Κορ 12,12 ·

πρβλ. Ρωμ 15,8εξ.). Στις Πράξεις όμως περιγράφονται συγκεκριμένες

θαυματουργικές πράξεις του Παύλου. Έτσι ο απόστολος τιμωρεί με

τύφλωση τον Ιουδαίο μάγο Ελύμα (13,4-12), θεραπεύει στα Λύστρα έναν

παράλυτο στα πόδια ασθενή (14,8-20), απαλλάσσει στους Φιλίππους μια

δούλη από το μαντικό πνεύμα (16,16-18), στην Έφεσο αναφέρεται ότι «ο

Θεός έκαμνε με τα χέρια του Παύλου θαύματα όχι συνηθισμένα» (19,11),

στην Τροία συνδέεται η ανάσταση του νεαρού Εύτυχου με τον Παύλο

(20,7-12), στη Μάλτα αναφέρονται η θαυμαστή ανοσία του Παύλου στο

δάγκωμα οχιάς και οι ιάσεις ασθενών από πυρετούς και δυσεντερία (28,8-

10). Η αντίδραση των ανθρώπων στις θαυματουργικές αυτές πράξεις του

Παύλου διαφέρει από θαύμα σε θαύμα. Άλλοτε αυτοί «έπαιρναν ακόμη

Page 51: thelogia paulou

51

και τα μαντίλια της κεφαλής ή του λαιμού του και τα έβαζαν πάνω στους

ασθενείς. Αυτοί τότε γιατρεύονταν από τις αρρώστιες τους, και τα πονηρά

πνεύματα έφευγαν απ᾽ αυτούς» (19,12) άλλοτε θεωρούν ότι «οι θεοί πήραν

τη μορφή ανθρώπων...και ονόμαζαν τον Βαρνάβα Δία και τον Παύλο Ερμή,

γιατί αυτός μιλούσε» (14,11-12).

Ο Παύλος περιγράφεται επίσης ως διδάσκαλος και φιλόσοφος. Άξιο

προσοχής είναι, πώς ο Παύλος αναβαθμίζεται σταδιακά στις Πράξεις των

αποστόλων. Ενώ κατά την πρώτη αποστολική περιοδεία, σύμφωνα με τον

συγγραφέας των Πράξεων, ασκεί ιεραποστολή με τον Βαρνάβα, στη

δεύτερη αποστολική περιοδεία μεταμορφώνεται σε αρχηγό της

ιεραποστολής. Επίσης του αποδίδονται χαρακτηριστικά, παρόμοια με

εκείνα των Ελλήνων φιλοσόφων. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα κατά την

επίσκεψη του Παύλου στην Αθήνα. Εκεί παρουσιάζεται να συζητά

φιλοσοφικά θέματα με τους επικούρειους και στωικούς φιλοσόφους, να

χρησιμοποιεί τη ρητορική, για να πείσει τους ακροατές του, και να

χρωματίζει το κήρυγμά τους με στωικές ιδέες και επιχειρήματα. Επίσης

στην Έφεσο αναφέρεται ότι ένα μεγάλο μέρος του κηρύγματός του, κατά

τη διετή παραμονή του εκεί, το έκανε «στη σχολή κάποιου που λεγόταν

Τύραννος» (19,9).

Πολύ σημαντικό είναι ότι ο Παύλος παρουσιάζεται στις Πράξεις ως ο

πιστός στο νόμο του Μωυσή και στην ιουδαϊκή λατρεία Ιουδαίος, ο οποίος

εγγυάται τη συνέχιση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου

μέσα από την πίστη στο Χριστό. Και αυτό παρόλο που οι ομόφυλοί του

Ιουδαίοι απέρριψαν το κήρυγμα για τον Ιησού Χριστό (13,46 · 28,25-27).

Ταυτόχρονα αποτελεί πρότυπο πιστού ανθρώπου, ο οποίος ανέλαβε μια

μεγάλη αποστολή. Ο ίδιος ο Κύριος, όταν αποκαλύφθηκε στον Παύλο του

ανέθεσε το έργο να μεταφέρει στους ανθρώπους όσα έζησε κατά την

μεταστροφή του έξω από τη Δαμασκό (22,14 · 26,16). Το έργο του βέβαια

δεν είναι εύκολο, αντίθετα ο απόστολος θα διωχθεί για την πίστη του,

Page 52: thelogia paulou

52

όπως ο Ιησούς. Ο Λουκάς περιγράφει, πώς ο Παύλος αντιδρά στις

εκκλήσεις των χριστιανών να μη μεταβεί στα Ιεροσόλυμα και με

παρρησία τους δηλώνει: «Γιατί κλαίτε και μου σκίζετε την καρδιά; Εγώ όχι

μόνον να δεθώ είμαι έτοιμος, αλλά και να πεθάνω στην Ιερουσαλήμ για το

όνομα του Κυρίου μου του Ιησού». Η όλη περιγραφή από τον Λουκά της

στάσης του Παύλου απέναντι στο μαρτύριο θέλει να δείξει ότι ο δρόμος

του κάθε πιστού και της εκκλησίας είναι δρόμος δύσκολος. Οι πιστοί, για

να κερδίσουν τη βασιλεία των ουρανών, πρέπει να περάσουν «από

πολλούς διωγμούς» (14,22).

i Αναλυτικά για τα παραπάνω, από όπου και ο πίνακας, βλ. O. Wischmeyer (Hrg.), Paulus,

Leben – Umwelt – Werk – Briefe, Τübingen-Basel 2006, 275εξ. Βλ. επίσης F. Hahn, Theologie des

Neuen Testaments, I, Tübingen 2003, 1-29 · G. Strecker, «Das Problem der Theologie des Neuen

Testaments», του ίδιου (έκδ.), Das Problem der Theologie des Neuen Testaments (WdF 367),

Darmstadt 1975, 1-31.

ii Βλ. αναλυτικά U. Schnelle, Einleitung in das Neue Testament, Göttingen 52005. Βλ. όμως και

Ι. Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1998, 261 εξ.

iii Βλ., μεταξύ άλλων, D.-A. Koch, Die Schrift als Zeuge des Evangeliums, Tübingen 1986.

iv Βλ. μεταξύ άλλων, B. McGinn / J. J. Collins / S. Stein, (Ed.), The Continuum History of

Apocalypticism, New York /London 2003.

v Βλ., μεταξύ άλλων, U. Schnelle, Paulus. Leben und Denken, Berlin/New York 2003, 20εξ. · H.

D. Betz, «Paul», ABD, 5, 186-201 · Χ. Ατματζίδη, Η έννοια της δόξας στην Παύλεια θεολογία,

Θεσσαλονίκη 2000.

vi Για την Α προς Θεσσαλονικείς βλ. αναλυτικά, Ι. Γαλάνη, Η πρώτη επιστολή του απ.

Παύλου προς Θεσσαλονικείς, Θεσσαλονίκη 1985. Για τη θεολογία του απ. Παύλου βλ. και

Π. Βασιλειάδη, Παύλος, Τομές στη θεολογία του, Α΄, Θεσσαλονίκη 2004.

vii Βλ. και Σ. Αγουρίδη, Αποστόλου Παύλου πρώτη προς Κορινθίους επιστολή,

Θεσσαλονίκη 1982.

viii Βλ. Σ. Αγουρίδη, 85.

ix Βλ. και F. Hahn, Theologie des Neuen Testaments, I, 260-261.

x Για τη θεολογία του σταυρού στο απ. Παύλο βλ. αναλυτικά Π. Βασιλειάδη, Παύλος,

Τομές στη θεολογία του, Α΄, 112-137.

xi Βλ. και Σ. Αγουρίδη, 252εξ.

Page 53: thelogia paulou

53

xii Για την επιστολή και τη θεολογία της βλ. μεταξύ άλλων, J. Murphy-O’ Connor, The

Theology of the Second Letter to the Corinthians, Cambridge 1996 · V. P. Furnish, II Corinthians,

Garden City, N Y, 1984.

xiii Βλ. αναλυτικά και Χ. Ατματζίδης, Η έννοια της δόξας στην παύλεια θεολογία, 277-367.

xiv Βλ. Χ. Ατματζίδη, «Εσχατολογικοί ‘τόποι’ στον αρχαίο ελληνικό κόσμο και τον

Απόστολο Παύλο», Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου (Ι΄ Παύλεια) με θέμα: «Ο

Απόστολος Παύλος και ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός», Βέροια 2004, σελίδες 77-110 · π. Ι.

Σκιαδαρέση, Η δυναμική του σώματος. Ερμηνευτική προσέγγιση του Β Κορ 5,1-10,

Θεσσαλονίκη 2007.

xv Βλ. αναλυτικά για την επιστολή Ι. Καραβιδόπουλου, Αποστόλου Παύλου επιστολές

προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Θεσσαλονίκη 1981, 256-391.

xvi Βλ. U. Schnelle, Einleitung in das Neue Testament, 153.

xvii Βλ. και Χ. Ατματζίδη, Η έννοια της δόξας στην παύλεια θεολογία, 372-394.

xviii Για τον πίνακα βλ. O. Wischmeyer (Hrg.), Paulus, Leben – Umwelt – Werk – Briefe, 297. Για

την επιστολή βλ. U. Wilckens, Der Brief an die Römer, 1-3, Neukirchen-Vluyn 1987-1989. R

Jewett, Romans, Minneapolis 2007.

xix Βλ. αναλυτικά J. G. Khalil, Δικαίωση – καταλλαγή – τελική κρίση στην προς Ρωμαίους

επιστολή, Θεσσαλονίκη 2004.

xx Βλ. αναλυτικά Χ. Καρακόλη, Αμαρτία – βάπτισμα – χάρις (Ρωμ. 6,1-14), Θεσσαλονίκη

2002.

xxi Βλ. αναλυτικά Ι. Γαλάνη, Η σχέση ανθρώπου και κτίσεως κατά την Καινή Διαθήκη,

Θεσσαλονίκη 1984.

xxii Αναλυτικά βλ. U. Schnelle, Einleitung in das Neue Testament, 325-410 · G. Strecker,

Theologie des Neuen Testaments, Berlin/New York 1996, 575-635 · F. Hahn, Theologie des Neuen

Testaments, I, Tübingen 2002, 332-386 · O. Wischmeyer, (Hrg.), Paulus, Leben – Umwelt – Werk –

Briefe, 304-329.

xxiii Βλ. και Χ. Ατματζίδη, Η έννοια της δόξας στην παύλεια θεολογία, 430-496.

xxiv Αναλυτικά βλ. U. Schnelle, Einleitung in das Neue Testament, 348-365.

xxv Αναλυτικά για την ερμηνεία των στίχων της Β προς Θεσσαλονικείς επιστολής βλ. Ι.

Γαλάνη, Η δευτέρα επιστολή του απ. Παύλου προς Θεσσαλονικείς, Θεσσαλονίκη 1989.

xxvi Αναλυτικά για τις ποιμαντικές επιστολές βλ. μεταξύ άλλων, J. Roloff, Der erste Brief an

Timotheus, Ζürich/Neukirchen-Vluyn 1988 · L. Oberlinger, Die Pastoralbriefe: α) Kommentar

zum ersten Timotheusbrief · β) Kommentar zum zweiten Timotheusbrief · Kommentar zum Titusbrief,

Page 54: thelogia paulou

54

Freiburg 1994, 1995, 1996. Γ. Γαλίτης, Η προ Τίτον επιστολή του αποστόλου Παύλου, Αθήνα

1992.

xxvii Για τις Πράξεις των αποστόλων βλ. Χ. Οικονόμου, Το πρόβλημα του τίτλου „Πράξεις

(των) αποστόλων“. Μια νέα θεολογική προσέγγιση, Θεσσαλονίκη 1995 · του ίδιου, Οι

απαρχές του Χριστιανισμού στην Κύπρο, Πάφος 1996 · του ίδιου, Οι απαρχές της

οικουμενικότητας της Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1997. Για την ερμηνεία επιμέρους χωρίων

των Πράξεων βλ. J. Jervell, Die Apostelgeschichte, Göttingen 1998 · L. T. Johnson, The Acts of

the Apostles, Collegeville 1992.