Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

13
ΠΕΤΡΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ 1561200900013 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΔΗΜΗΤΡΑ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Ακαδημαϊκό έτος:2013-2014, χειμερινό εξάμηνο

Upload: petros-apostolopoulos

Post on 01-May-2017

217 views

Category:

Documents


3 download

TRANSCRIPT

Page 1: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

ΠΕΤΡΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

1561200900013

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΔΗΜΗΤΡΑ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥΑκαδημαϊκό έτος:2013-2014, χειμερινό εξάμηνο

Page 2: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

«ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ» MICHEL FOUCAULT

Ο Michel Foucault γεννήθηκε στο Πουατιέ το 1926 και πέθανε στο Παρίσι το

1984 από νευρολογικές επιλοκές, που του προκάλεσαν οξεία συψαιμία, ενώ ήταν ήδη

οροθετικός. Ήταν Γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας, ψυχολόγος και ψυχοπαθολόγος.

Το 1970 έγινε καθηγητής της Ιστορίας των Συστημάτων της Σκέψης στο Κολέγιο της

Γαλλίας. Δίδαξε σε πανεπιστήμια της Ουψάλα, του Κλερμόν – Φερράν και του

Παρισιού. Έγινε γνωστός από τις μελέτες που έκανε για τις αρχές και τους θεσμούς

του κοινωνικού αποκλεισμού, μέσω των οποίων λειτουργούν και αυτοκαθορίζονται οι

κοινωνίες, για τη φυλακή, την τιμωρία, την αστυνομία, τα δικαιώματα των

ομοφυλόφιλων, τη φροντίδα των πνευματικά ασθενών και τις διακρίσεις μεταξύ

αυτών και των εμφρόνων.

Το έργο του ξεκινά με τη θεαματική, ακόμα και για την εποχή της, εκτέλεση

του επίδοξου βασιλοκτόνου Damiens, ο οποίος το 1757 απέτυχε στην προσπάθειά του

να δολοφονήσει τον Λουδοβίκο ΙΕ΄. Σύμφωνα με την απόφαση της καταδίκης έπρεπε

να ομολογήσει δημόσια τα σφάλματά του μπροστά στην κύρια πύλη της Παναγίας

των Παρισιών, να οδηγηθεί με ένα κάρο, γυμνός, μόνο με ένα πουκάμισο σ’ ένα

ικρίωμα, να βασανιστεί με πυρακτωμένες λαβίδες στους μαστούς, στα χέρια, στους

μηρούς, στις κνήμες κρατώντας στο δεξί του χέρι το μαχαίρι που είχε κάνει την

απόπειρα. Το χέρι αυτό επρόκειτο να καεί με αναμμένο θειάφι και πάνω στις πληγές

από τις λαβίδες να χυθεί λιωμένο μολύβι, βραστό λάδι, καυτό ρετσίνι, κερί και θειάφι

λιωμένα και ανακατεμμένα, και ύστερα το σώμα του να εξαρθρωθεί και να

διαμελιστεί από τέσσερα άλογα. Τα μέλη του καθώς και το κορμί του να

αποτεφρωθούν και η στάχτη να σκορπιστεί στον αέρα. Εκατό χρόνια μετά μια

τυπολατρική και σχολαστική ρύθμιση των πάντων στην καθημερινή πρακτική των

κρατουμένων στις φυλακές του Παρισιού είχε αντικαταστήσει το φρικιαστικό

τελετουργικό του βασανιστηρίου.

Στόχος του Foucault, είναι να περιγράψει αυτές τις διαφορετικές τεχνοτροπίες

κολασμού, αυτές τις αντίθετες στη θέαση και στο σκοπό τελετουργίες απέναντι στον

κατάδικο. Η πρώτη ποινική περίοδος, όπως θέλει να την αποκαλεί ο Foucault, είναι η

περίοδος του δημοσίου βασανισμού. Το βασανιστήριο, αυτή η ποσοτική τέχνη της

οδύνης, αποτελεί μέρος ενός τελετουργικού, που διέπεται από κανόνες. Υπολογίζεται

ο αριθμός μαστιγωμάτων, η τοποθέτηση του πυρακτωμένου σιδέρου, η διάρκεια της

επιθανάτιας αγωνίας στην πυρά ή τον τροχό, ο τύπος ακρωτηριασμού που πρόκειται

Page 3: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

να επιβληθεί (κομμένο χέρι, τρύπημα των χειλιών ή της γλώσσας). Όλα αυτά τα

στοιχεία διάφερουν ανάλογα τα δικαστήρια και τα εγκλήματα. Σκοπός του

βασανιστηρίου είναι να στιγματίσει το θύμα είτε από την ουλή που αφήνει στο σώμα

είτε από τη λαμπρότητα του θεάματος που το συνοδεύει. Η μνήμη των ανθρώπων θα

κρατήσει την ανάμνηση της δημόσιας έκθεσης, της διαπόμπευσης, του βασανισμού

και της οδύνης, ώστε να μπορούν όλοι να διαπιστώσουν τον θρίαμβό της

δικαιοσύνης. Η όλη ανακριτική διαδικασία διεξαγόταν χωρίς την γνώση της

κατηγορίας εκ μέρους του κατηγορουμένου και χωρίς ο τελευταίος να γνωρίζει

τίποτα από όσα του καταλογιζόταν. Δικαίωμα του βασιλιά και, κατ’ επέκταση, των

εκπροσώπων του, ήταν να αποδίδουν δικαιοσύνη στο όνομα της απόλυτης εξουσίας

του πρώτου και της δικαιϊκής αυθεντίας των τελευταίων. Το βασανιστήριο αποτελεί

επομένως μια τελετουργία ανασυγκότησης της ανώτατης αρχής, που έχει προς

στιγμήν υποστεί προσβολή. Στόχος του δεν ήταν τόσο να αποκαταστήσει μια

ισορροπία, όσο να θέσει σε λειτουργία, μέχρι το έσχατο άκρο της, την ασυμμετρία

που υπάρχει ανάμεσα στον υπήκοο που τόλμησε να καταπατήσει τον νόμο και τον

παντοδύναμο ανώτατο άρχοντα που προτάσσει τη δύναμή του. Ωστόσο, αυτό που

μέχρι τότε είχε υποστηρίξει την πρακτική των βασανιστηρίων δεν ήταν μια οικονομία

του παραδειγματισμού, αλλά μια πολιτική του τρόμου, να καταστήσει αισθητή σε

όλους πάνω στο σώμα του εγκληματία τη μανιασμένη παρουσία του ανώτατου

άρχοντα. Το βασανιστήριο, δηλαδή, δεν αποκαθιστούσε τη δικαιοσύνη, αλλά

ενεργοποιούσε εκ νέου την εξουσία. Συχνά βέβαια το πλήθος, που «συμμετείχε» στο

δημόσιο βασανιστήριο, εξέφραζε συμπάθεια προς τον κατάδικο και μεταμόρφωνε την

εκτέλεση σε μια ιεροτελεστία, όπου οι κανόνες αντιστρέφονται, η εξουσία

γελοιοποιείται, και οι εγκληματίες μεταμορφώνονται σε ήρωες. Για το Foucault, η

λογική της βασανιστικής μεθοδολογίας τόσο στις εκτελέσεις όσο και στις πιο μικρές

τιμωρίες κατευθύνονταν επάνω στα σώματα των καταδίκων, τα μοναδικά «σημεία»

επιβολής της απολυταρχικής εξουσίας. Η εποχή που εγκαινιάζει ο Διαφωτισμός και η

Γαλλική Επανάσταση του 1789 έρχεται να στρέψει το ενδιαφέρον της ποινικής

καταστολής από το σώμα του εγκληματία και την πράξη, στην ψυχή και στην

προσωπικότητά του.

Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, η νέα οικονομική ακμή που διαδέχτηκε μια

περίοδο οικονομικής στασιμότητας, εγκαινιάζει μια νέα αντιμετώπιση των

πλουτοπαραγωγικών πηγών. Τον κυρίαρχο ρόλο έχει πλέον η ιδιοκτησία, η

συσσώρευση πλούτου και οι επενδύσεις σε νέες αγορές, νέα εμπορεύματα και νέα

Page 4: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

μηχανήματα. Όλα αυτά προϋποθέτουν μια πιο συστηματική σκληρότητα και έναν πιο

αυστηρό έλεγχο στην παρανομία. Ο Foucault βλέπει πίσω από όλο αυτό το πλαίσιο

της οικονομικής ακμής μια προσπάθεια θέσπισης και εφαρμογής οξύτερων

κολαστικών μεθόδων από αυτούς που επικρατούσαν στην μεσαιωνική πρακτική του

βασανιστηρίου. Το δικαίωμα για τιμωρία έχει μεταστραφεί από την εκδίκηση του

μονάρχη στην άμυνα της κοινωνίας έναντι του κακοποιού. Τότε, εμφανίζεται η

καταναγκαστική εργασία και ιδρύονται τα πρώτα σωφρονιστικά ιδρύματα. Τα νέα

σωφρονιστικά μέσα που επικρατούν δείχνουν μια τάση προς λιγότερο αχρηστευτικές

ποινές και περισσότερο παραγωγικές. Η Φυλακή κάνει την εμφάνισή της ως τόπος

φύλαξης των φτωχών, των αρρώστων και των «περιθωριακών». Η κοινωνία

προσπαθεί να ελέγξει αυτές τις «περιθωριακές» μορφές που βάζουν σε κίνδυνο την

οικονομική της ανάπτυξη προσπαθώντας να τις εντάξει σε ένα γενικό πλαίσιο

παραγωγής αγαθών, σε μια οικονομικά αυτοτελή επιχείρηση. Για τον Foucault οι

αλλαγές αυτές, τόσο στην ποινική φιλοσοφία της εποχής, όσο και στο σωφρονιστικό

σύστημα, καθορίστηκαν από τον Διαφωτισμό και τις ορθολογικές μεταρρυθμίσεις

που ευαγγελίστηκαν οι εκπρόσωποί του. Βασική αρχή ήταν ότι η θεαματική και

υπερβολικά βίαιη ανταπόδοση απέναντι στο έγκλημα δεν ήταν απλά απάνθρωπη

αλλά και δεν έπαιζε στην ουσία κανένα αποτρεπτικό ρόλο κατά του εγκλήματος. Η

ποινική δικαιοσύνη τοποθετούσε τον εγκληματία, όχι πια απέναντι στον μονάρχη ή

σε μια απρόσωπη εξουσία, αλλά απέναντι στο ίδιο το κοινωνικό σύνολο. Οι

μελλοντικοί παραβάτες γνωρίζουν από πριν ότι η πράξη τους θα επιφέρει την τιμωρία

και την αποδοκιμασία του κοινωνικού συνόλου μέσω της ποινής που ορίζεται από τη

νομοθεσία. Η πράξη τους δεν είναι μια προσβολή απέναντι στην εξουσία αλλά μια

ρήξη του Κοινωνικού Συμβολαίου, η οποία θέτει σε κίνδυνο την ίδια την κοινωνία,

μέλος της οποίας θεωρούνταν και ο ίδιος ο εγκληματίας. Σύμφωνα με τον Rousseau,

η στέρηση ενός μέρους της ελευθερίας των ανθρώπων κατά την δημιουργία της

κοινωνίας είναι απαραίτητο στοιχείο προκειμένου να διατηρηθεί το υπόλοιπο μέρος

αυτής σε καθεστώς ησυχίας και ασφάλειας μέσα στην κοινωνία. Έτσι, η ανταπόδοση

και η εκδίκηση δίνουν τη θέση τους στην πρόληψη και στην αναμόρφωση μέσω της

ποινής, καθιστώντας τον κατάδικο ένα παράδειγμα, ένα «σήμα» για την υπόλοιπη

κοινωνία. Αλλά ένα «σήμα» ευδιάκριτο, διδακτικό, εμπεριστατωμένο και

αμερόληπτο. Ο Foucault το προσδιορίζει ως εξής : «Μια μετατόπιση από μια

ποινολογία βασανιστηρίων σε μια ποινολογία που υπολογίζει με βάση τα ίδια της τα

αποτελέσματα. Το παράδειγμα πρέπει να παραπέμπει στο έγκλημα, αλλά με τον πιο

Page 5: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

διακριτικό τρόπο, να υποδηλώνει την παρέμβαση της εξουσίας αλλά με την

μεγαλύτερη δυνατή οικονομία και σε μια ιδανική περίπτωση να εμποδίζει κάθε

μεταγενέστερη εμφάνιση και του εγκλήματος και της ποινής». Το σώμα, δηλαδή,

επανέρχεται στο προσκήνιο της τιμωρίας, με ένα νέο ρόλο. Όχι με το στυγνό

στιγματισμό του και την συντριβή του στο όνομα της απόλυτης μοναρχικής εξουσίας,

αλλά με την επιβολή επάνω του εκείνων των δυνάμεων που το καθιστούν ελεγχόμενο

και ευκολομεταχείριστο.

Η πρόθεση του σωφρονισμού των καταδίκων και η συνεχής επιτήρησή τους

διασταυρώνονται με την ανάγκη συνεχούς παρατήρησης και μελέτης των

συμπεριφορών τους καθώς και με την τάση διαχωρισμού τους ανάλογα με τη

βαρύτητα του εγκλήματος. Αυτές οι απαιτήσεις δημιούργησαν το θεμέλιο της

χωρικής μορφολογίας των φυλακών. Έτσι γεννήθηκαν αρχιτεκτονικές τάσεις που

προσπάθησαν να εκφράσουν με την εξωτερική εμφάνιση των κτηρίων το μεγαλείο

και τη δύναμη, και με την εσωτερική τους διαρρύθμιση να ικανοποιήσουν απαιτήσεις

σαν αυτή του ολοκληρωτικού ελέγχου του εξατομικευμένου ανθρώπου. Αυτή η

λογική βρήκε την πιο άμεση και ρεαλιστική πρακτική εφαρμογή της μέσω του

σχεδίου για την περίφημη δακτυλιοειδής φυλακή που σχεδίασε ο Bentham. Το

«Πανοπτικό», που άρχισε να χτίζεται το 1787 στην Αγγλία αποτελεί ένα

αρχιτεκτονικό δημιούργημα βασισμένο στην απλή συλλογιστική της αόρατης και

συνεχούς παρακολούθησης των κρατουμένων από την εξουσία. Ο κεντρικός πύργος

στην μέση αυτού του δακτυλίου, αποτελούμενος από ένα σύστημα παραθύρων, και

καθρεφτών, δεν επιτρέπει στον κρατούμενο που βρίσκεται εντός των περιμετρικών,

διάφανων προς το εσωτερικό, κελιών να αντιληφθεί κατά πόσο και πότε τον

επιτηρούν και τον ελέγχουν. Αυτός ο έλεγχος γίνεται χωρίς πλέον τη χρήση της

ορατής βίας αλλά απλώς με την πιθανολόγηση από μέρους του κατάδικου ότι

παρακολουθείται και ελέγχεται, συμπεριφερόμενος έτσι σάν να βρίσκεται υπό στενή

παρακολούθηση. Μεγαλοφυές στη σύλληψή του, το «Πανοπτικό» αντικαθιστά το

σκοτεινό και κρυφό μπουντρούμι με το διαφανές και συνεχώς ελεγχόμενο κελί. Το

Πανοπτικό είναι μια τελειοποιημένη μέθοδος επιβολής εξουσίας, γιατί με τη χρήση

του επιτρέπεται η άσκηση ελέγχου σε πάρα πολλά άτομα με την χρησιμοποίηση

ελάχιστου προσωπικού. Θα πρέπει να τονιστεί όμως εδώ ότι οι ιδέες του Bentham, αν

και είχαν αρκετή απήχηση στην εποχή τους, δεν έτυχαν της ανάλογης εφαρμογής και

εν τέλει κατέληξαν στην αποτυχία, τόσο λόγω των εν γένει αρχιτεκτονικών

δυσκολιών (αδυναμία καλής οπτικής επαφής, διαχωρισμού κρατουμένων κ.α.) όσο

Page 6: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

και λόγω της πληθώρας των εγκλείστων που καταργούσαν την εξατομικευμένη

επιτήρηση. Για τον Foucault, όμως, το Πανοπτικό του Bentham, ανεξαρτήτως του

πόσο σπάνια υιοθετήθηκε και πόσο πλημμελώς εφαρμόστηκε, αποτελεί την επιτομή

μιας ευρέως διαδεδομένης τάσης της αστικής κοινωνίας της πειθαρχικής ορμής. Τα

πλεονεκτήματα που το πνεύμα του Πανοπτισμού προσφέρει στην εξουσία είναι τόσο

οργανωτικά όσο και πειθαρχικά. Περιορίζει τον αριθμό των ελεγχόντων και αυξάνει

τον αριθμό των ελεγχόμενων. Το σημαντικότερο όμως ειναι η μεταβολή της εξουσίας

από βίαιη και εκμηδενιστική για τους υπηκόους του βασιλιά σε άοπλη, αθόρυβη,

αόρατη και αυτόματη, με οικονομική λειτουργία και κυρίως άμεσα και επιτυχή

αποτελέσματα. Σε αυτήν την κριτική του απέναντι στο πειθαρχικό σύστημα o

Foucault καταλογίζει στους Διαφωτιστές ότι παράλληλα με την έννοια του Ορθού

Λόγου και της πολιτικής ελευθερίας απέναντι στην δεσποτική μοναρχία έθεσαν τις

βάσεις των πειθαρχικών μηχανισμών. Επρόκειτο για μια παράλληλη κίνηση, όπου

από τη μια καθιερώνονται οι αρχές της ισότητας και της καθολικότητας των ιδεών

και των δικαιωμάτων των ανθρώπων και την ίδια στιγμή χτίζονται οι μηχανισμοί

ελέγχου της κοινωνίας, του πνεύματος και των σωμάτων. Είναι μια μορφή εξουσίας

που διενεργώντας εκ των έσω υποσκάπτει τα θεμέλια του κράτους – Δικαίου, που

ευαγγελίζονταν οι Διαφωτιστές. Αντί για την εφαρμογή του Κοινωνικού Συμβολαίου

στην πολιτική κοινωνία, η πειθαρχία δημιουργεί ανάμεσα στα άτομα ένα «ιδιωτικό»

δεσμό, μια σχέση καταναγκαστική, τελείως διαφορετική από την συμβατική

υποχρέωση που το Συμβόλαιο θέλει να δημιουργήσει. Αντί για την κοινωνία της

ελευθερίας έχουμε μέσα από τις σχέσεις εξουσίας των ατόμων μια κοινωνία της

επιτήρησης.

Η επικράτηση των πειθαρχικών δομών μέσα στο ίδιο το κοινωνικό σύνολο, η

κατάληψη των νομικών και δικαστικών θεσμών από τους πειθαρχικούς μηχανισμούς

και η εξουσία του κολασμού που αναγνωρίζεται ως γενικό δικαίωμα στην κοινωνία

μέσω των ποινικών νόμων, οδήγησαν στην κυριαρχία της Φυλακής. Στην προσπάθεια

της η Φυλακή να μεταβάλει τον κατάδικο και να τον «επαναπρογραμματίσει», εκτός

των άλλων μεθόδων επιτήρησης, επιβράβευσης, και πειθαρχίας που την καθιστούν

σταδιακά έναν αυτόνομο θεσμό μέσα στην ποινική πρακτική, ακολουθεί και μια

λογική συνεχούς προσκόμισης γνώσης (συμπεριφορά, βιώματα, στόχοι) από τον

κατάδικο, γνώσης που θα της επιτρέψουν να μεταβάλει τα ποινικά μέτρα σε

σωφρονιστική επιχείρηση. Από την δικαστική απόφαση που δεν αξιώνει μια τέτοια

γνώση για τον καταδικασμένο, περνάμε στην Φυλακή και την πειθαρχική της

Page 7: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

τεχνολογία που επιδιώκει να αποκτήσει γι’ αυτόν μια όσο το δυνατόν πιο

εμπεριστατωμένη πληροφόρηση. Αυτή η νέα ενδιαφέρουσα, επιστημονικά και

ποινικά, μορφή καταδίκου είναι ο εγκληματίας. Η Φυλακή παίρνει από το Δικαστήριο

έναν κατάδικο, έναν παραβάτη της κοινωνίας του Συμβολαίου, έναν

«παραστρατημένο» άτομο και μέσα από την μελέτη των ψυχολογικών του

παραστάσεων, τις ιδιαιτερότητες της προσωπικής του ζωής, των κοινωνικών και

προσωπικών του σχέσεων, των εν γένει αιτίων της παράβασής του, τον καθιστά ένα

αντικείμενο παρατήρησης, καταγραφής, κατανομής, προσδιορισμού και εν τέλει ένα

αντικείμενο θεραπείας. Πάνω σ’ αυτή τη λογική, σημασία δεν έχει η πράξη αυτή

καθεαυτή, αλλά ο εγκληματίας ως προσωπικότητα. Παρ’ όλες τις αναμορφωτικές και

θεραπευτικές της προσπάθειες, η φυλακή δεν μπόρεσε να μειώσει το μέγεθος της

εγκληματικότητας. Αντίθετα προκάλεσε μια υποτροπή των καταδικασμένων, σε

σημείο να εξέρχονται των φυλακών και με μαθηματική ακρίβεια να επιστρέφουν σε

αυτές και μάλιστα με κατηγορίες για βαρύτερα αδικήματα. Συγχρόνως, με τις

πειθαρχικές μεθόδους που χρησιμοποιεί, την απάνθρωπη διαβίωση που παρέχει, την

απομόνωση, την καταναγκαστική βία που επιβάλλει απέναντι σε κάθε μικρό ή μεγάλο

παράπτωμα, την γενική διαφθορά και ανικανότητα των σωφρονιστικών υπαλλήλων, η

Φυλακή καταδικάζει τους εγκλείστους σε μια μονόδρομη πορεία, χωρίς επιστροφή,

δημιουργώντας η ίδια αυτό που της έχει ανατεθεί να αναμορφώσει, τους εγκληματίες.

Επιτηρώντας τους μετά την απόλυσή τους από την Φυλακή, αστυνομεύοντας και

ελέγχοντας την καθημερινότητά τους, απαγορεύοντάς τους έτσι την δυνατότητα

επανένταξης τόσο κοινωνικά όσο και εργασιακά, τους οδηγεί πάλι εκεί από όπου

έφυγαν. Μήπως λοιπόν η λεγόμενη αποτυχία της Φυλακής, οφείλεται στην ίδια τη

λειτουργία της; Για τον Foucault, σκοπός τελικά της Φυλακής είναι ο «διαχωρισμός»,

η «κατανομή» και η «χρησιμοποίηση» της παραβατικότητας αυτής, επιδιώκοντας να

εντάξει τους παραβάτες σε μια γενική τακτική καθυπόταξης. Απώτερη επιδίωξη είναι

ο διαχωρισμός των παρανομιών, και η διάκριση των ανομιών σε ανεκτές και

απορριπτέες, ιδίως αυτές που ταυτίζονται στο ξημέρωμα του 19ου αιώνα με

γενικότερες κοινωνικές συγκρούσεις. Με τον τρόπο αυτό η Φυλακή συνοψίζει σε μια

λέξη όλες εκείνες τις μορφές παραβατικότητας που για τον ένα ή άλλο λόγο θέτουν

σε άμεσο κίνδυνο την κοινωνία του Συμβολαίου, ενώ συγχρόνως συγκαλύπτει

κάποιες άλλες που θέλουμε ή πρέπει να ανεχόμαστε. Έτσι και η πιο μικρή παράβαση

και η πιο μικρή προσβολή του κοινωνικού συμφέροντος θεωρείται εκτροπή και

ανωμαλία! Για την αντιμετώπιση και των πιο μηδαμινών μορφών απόκλισης και

Page 8: Επιτήρηση και τιμωρία - Μισέλ Φουκώ

διαφοροποίησης από το «κανονικό», δημιουργείται μια ακολουθία ιδρυμάτων, με μια

αόρατη και συνεχή κλιμάκωση και διαβάθμιση, από ίδρυμα σε ίδρυμα, τα οποία σαν

παράλληλες ενότητες περνά ο «αποκλίνων» άνθρωπος, αναζητώντας, άθελά του, την

επανένταξή του ή πιο σωστά τον επαναπρογραμματισμό του. Από το άσυλο, το

ορφανοτροφείο, και τα ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας μέχρι το αναμορφωτήριο, τα

σωφρονιστικά καταστήματα και τη Φυλακή (για όσους έχουν ήδη εμφανίσει

παραβατική συμπεριφορά), αλλά ακόμη και στο σχολείο, στο εργοστάσιο, στην

εργατική συνοικία, στο νοσοκομείο (για τους δυναμεί παραβατικούς), παρατηρείται

μια συνεχής πορεία που δεν σταματά παρά αλλάζει μορφές πειθαρχίας, επιτήρησης

και καταναγκασμού, επιτυγχάνοντας είτε την πρόληψη είτε την καταγραφή των

αποκλίσεων, την καταμέτρησή τους, την στοιχειοθέτηση, την ανάλυση, την

αντιμετώπιση και εν τέλει την διόρθωση τους. Κυρίαρχος στόχος είναι η διατήρηση

της κοινωνικής πειθαρχίας όχι μόνο με τη διόρθωση αλλα και με τη διατήρηση της

εγκληματικής συλλογιστικής τους προς όφελος της κοινωνικής συνοχής και

συνενοχής.

Ο Foucault θέτει καταληκτικά το ερώτημα της αποδοχής της κολαστικής

εξουσίας εκ μέρους της κοινωνίας. Ο ίδιος συμπεραίνει πως με βάση τη θεωρία του

Συμβολαίου καταχωρείται ο κατάδικος, ως πλάσμα νομικού υποκειμένου, το οποίο

παραχωρεί σε τρίτους το ίδιο δικαίωμα τιμωρίας που έχει και αυτός επάνω τους. Η

παραχώρηση αυτού του δικαιώματος είναι αποτέλεσμα της σύνδεσης της πειθαρχικής

εξουσίας και της εξουσίας του νόμου. Μια καινούργια λοιπόν μορφή νόμου

αναδεικνύετα ως μείγμα νομιμότητας (νόμος) και φυσικότητας (πειθαρχία). Εντολής

και οργάνωσης. Ο κανόνας. Αντικαθίσταται έτσι μια πρακτική των νόμων από μια

συνήθεια των κανόνων. Ο δικαστής αντί να εκφέρει μια νομική κρίση περί των

γεγονότων που του παρουσιάζονται, επιλέγει μια λειτουργία επιβολής κανονικότητας.

Κάτω από ένα καθεστώς κυριαρχίας του κανονικού, η Φυλακή, αυτό το μέγα

στήριγμα της κανονιστικής εξουσίας, αποτελεί τον πιο ταιριαστό κολαστικό

μηχανισμό της οικονομίας της εξουσίας και το όργανο για τη διαμόρφωση της

γνώσης που χρειάζεται. Αυτή η σχέση εξουσίας και γνώσης, οδήγησαν στην

αποκάλυψη του ανθρώπου, σε όλα τα επίπεδα της συμπεριφοριακής, ηθικής,

πνευματικής, ψυχικής, ατομικής διάστασής του και στην κατασκευή του πειθαρχικού

ατόμου.