Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη...

28

Upload: ezareva

Post on 19-Jul-2015

447 views

Category:

Education


5 download

TRANSCRIPT

Page 1: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα
Page 2: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα… Ο Χόρχε Μπουκάι (Jorge Bucay)

γεννήθηκε το 1949 στο Μπουένος Άιρες

της Αργεντινής. Είναι γιατρός και

ψυχοθεραπευτής, ειδικευμένος στη

θεραπεία των νοητικών ασθενειών. Έχει

εργαστεί σε πολλά νοσοκομεία και κλινικές

καθώς έχει δώσει αρκετές διαλέξεις. Εκτός

από τη συγγραφή βιβλίων ασχολείται και με

τη ψυχοθεραπεία ζευγαριών, ενηλίκων και

κοινωνικών ομάδων. Ζει στα προάστια του

Μπουένος Άιρες με τη γυναίκα και τα δύο

παιδιά του.

Page 3: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Χαρακτηριστικά στον τρόπο που

γράφει.

Ο Χόρχε Μπουκάι χρησιμοποιεί πολύ το σατιρικό στοιχείο στον τρόπο που γράφει καθώς και πολλούς συμβολισμούς. Προσπαθεί μέσα από απλές ιστορίες που κάποιος θα έλεγε ότι προορίζονται για τα παιδιά να εξηγήσει μεγάλες και σημαντικές έννοιες με απλές ερμηνείες που θα κάνουν τον αναγνώστη να χαλαρώσει και να αναρωτηθεί γελώντας και καταλαβαίνοντας πραγματικά ένα βαθυστόχαστο κείμενο γραμμένο απλά και κατανοητά.

Page 4: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Βασικά έργα του:

Ιστορίες να σκεφτείς

Να σου πω μια ιστορία

Page 5: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Βασίσου πάνω μου

Από την άγνοια στη σοφία

Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας

Page 6: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Πρώτο κείμενο

Page 7: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Οταν μεγάλωσε, ο πατέρας του του είπε:

«Παιδί μου, δε γεννιόμαστε όλοι με φτερά. Μπορεί να μην είσαι υποχρεωμένος να

πετάξεις, νομίζω όμως πως είναι κρίμα να πείνεις μόνο στο περπάτημα αφού έχεις τα

φτερά που ο καλός Θεός σου έδωσε.»

«Μα, δεν ξέρω να πετάω» απάντησε ο γιος.

«Σωστά...» είπε ο πατέρας. Και περπατώντας, τον πήγε ώς το χείλος του γκρεμού, στο

βουνό.

«Βλέπεις, γιε μου; Το κενό. Όταν θελήσεις να πετάξεις, θα έρθεις εδώ, θα πάρεις βαθιά

ανάσα, θα πηδήξεις στην άβυσσο και απλώνοντας τα φτερά σου θα πετάξεις.»

Page 8: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Ο γιος αμφέβαλλε.

«Κι αν πέσω;»

«Ακόμα κι αν πέσεις, δε θα σκοτωθείς. Οι λίγες γρατζουνιές τα σε κάνουν πιο δυνατό στην επόμενη προσπάθεια»

αποκρίθηκε ο πατέρας.

Το παιδί γύρισε στο χωριό να δει τους φίλους του, τις παρέες του, όλους

εκείνους που είχε συντρόφους στην πορεία της ζωής του.

Οι πιο στενόμυαλοι του είπαν:

Page 9: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

«Είσαι τρελός; Για ποιο λόγο; Ο πατέρας σου είναι μισότρελος... Για ποιο λόγο να πετάξεις; Τι σου

χρειάζεται; Γιατί δεν αφήνεις τις ανοησίες; Τι νόημα έχει να πετάξεις;»

Οι καλύτεροι φίλοι του τον συμβούλεψαν:

«Κι αν είναι αλήθεια; Μα σίγουρα δεν είναι επικίνδυνο; Γιατί δεν αρχίζεις σιγά-σιγά; Δοκίμασε να πηδήξεις από μια σκάλα ή από την κορυφή ενός δέντρου.

Αλλά, από τον γκρεμό, βρε παιδί μου;...»

Ο νεαρός άκουσε τις συμβουλές όσων τον αγαπούσαν. Ανέβηκε στην κορυφή του δέντρου και, με όλο του το

θάρρος, πήδηξε. Άνοιξε τα φτερά του, τα κούνησε στον αέρα με όλη του τη δύναμη αλλά, δυστυχώς,

έπεσε στο έδαφος.

Μ' ένα καρούμπαλο στο κεφάλι συνάντησε τον πατέρα του.

Page 10: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

«Μου είπες ψέματα! Δεν μπορώ να πετάξω. Το δοκίμασα και κοίτα πώς χτύπησα! Δεν

είμαι σαν κι εσένα. Τα φτερά μου είναι μόνο για στολίδι.»

«Παιδί μου» είπε ο πατέρας, «για να πετάξεις, πρέπει να έχεις τον απαραίτητο ελεύθερο χώρο στον αέρα, ώστε τα φτερά σου να ξεδιπλωθούν. Είναι σαν να πέφτεις με

αλεξίπτωτο: χρειάζεσαι κάποιο ελάχιστο ύψος για να πηδήξεις.

Για να πετάξεις πρέπει ν' αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις.

Αν δε θέλεις να το κάνεις, καλύτερα να συμβιβαστείς και να μείνεις για πάντα στο

περπάτημα. »

Page 11: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Στάση ζωής

« Για να πετάξεις πρέπει ν' αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις.

Αν δε θέλεις να το κάνεις, καλύτερα να συμβιβαστείς και να μείνεις για πάντα στο

περπάτημα. » Στη συγκεκριμένη ιστορία ο πατέρας συμβουλεύει

τον γιο του να ριψοκινδυνεύσει (ρισκάρει) για να καταφέρει να πετάξει, καθώς έχει τα φτερά που του δίνουν τη δυνατότητα. Παρόλα αυτά ο γιος διστάζει . Η ιστορία αυτή θέλει να μας δείξει πως δεν πρέπει να φοβόμαστε την αποτυχία, τη στιγμή που είναι μια ευκαιρία για νέες εμπειρίες κάνοντας μας πιο δυνατούς και σοφούς για να συνεχίσουμε την προσπάθεια.

Page 12: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Δεύτερο κείμενο

Page 13: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Ήταν μια φορά ένας άνθρωπος που φοβόταν πάρα πολύ τις ασθένειες και, προπαντός,

έτρεμε τη μέρα που θα ερχόταν ο θάνατος.

Μια μέρα, μέσα σε τόσες παλαβές ιδέες, σκέφτηκε ότι μπορεί και να ήταν ήδη νεκρός. Τότε, ρώτησε τη γυναίκα του:

«Για πες μου γυναίκα. Μήπως είμαι πεθαμένος;»

Εκείνη γέλασε και του είπε να πιάσει τα χέρια και τα πόδια του.

«Βλέπεις; Είναι ζεστά! Άρα, είσαι ζωντανός. Αν ήσουν πεθαμένος, τα χέρια και τα πόδια

σου θα ήταν παγωμένα.

Page 14: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Του φάνηκε πολύ λογική η απάντηση αυτή και ηρέμησε.

Λίγες βδομάδες αργότερα, μια μέρα που χιόνιζε, πήγε να κόψει ξύλα στο δάσος. Όταν έφτασε, έβγαλε τα

γάντια του κι άρχισε να κόβει κορμούς με το τσεκούρι του.

Χωρίς να το σκεφτεί, αφηρημένα πέρασε το χέρι του από το μέτωπο και το αισθάνθηκε παγωμένο.

Θυμήθηκε τι του είχε πει η γυναίκα του, έβγαλε τα παπούτσια και τις κάλτσες και διαπίστωσε με φρίκη

ότι και τα πόδια του ήταν παγωμένα.

Τότε δεν του έμεινε πια καμία αμφιβολία. «Κατάλαβε» ότι ήταν νεκρός.

«Δεν είναι σωστό ένας πεθαμένος να γυρίζει στο δάσος και να κόβει ξύλα» είπε. Έτσι, παράτησε το τσεκούρι κοντά στο μουλάρι του και ξάπλωσε στο παγωμένο χώμα, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος του και

τα μάτια του κλειστά.

Page 15: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Λίγο μετά που πλάγιασε, ένα κοπάδι σκυλιά πλησίασε το δισάκι του όπου είχε τρόφιμα.

Καθώς κανένας δεν τα εμπόδισε, έφαγαν ό,τιβρήκαν μέσα. Ο άνθρωπος τότε σκέφτηκε:

«Τυχερά είναι που είμαι πεθαμένος. Αλλιώς, θα τα άρχιζα στις κλοτσιές και θα τους

έδειχνα».

Το κοπάδι συνέχισε να οσμίζεται τον αέρα και ανακάλυψε ένα μουλάρι δεμένο σ' ένα δέντρο. Εύκολη λεία για τα κοφτερά δόντια των άγριων σκυλιών. Το μουλάρι γκάριζε και κλοτσούσε και ο άνθρωπος σκεφτόταν πόσο θα ήθελε να το

υπερασπιστεί αν δεν ήταν πεθαμένος.

Σε λίγα λεπτά τα σκυλιά είχαν ξεπαστρέψει το μουλάρι και μόνο λίγα είχαν μείνει να

ροκανίζουν τα κόκαλα.

Page 16: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Το άγριο κοπάδι, αχόρταγο, συνέχισε να τριγυρίζει εκεί γύρω.

Δεν πέρασε πολλή ώρα ώσπου ένα σκυλί αντιλήφθηκε τη μυρωδιά του ανθρώπου.

Κοίταξε και βρήκε τον ξυλοκόπο πλαγιασμένο ακίνητο στο έδαφος.

Πλησίασε αργά, πολύ αργά, γιατί για το σκυλί οι άνθρωποι ήταν επικίνδυνα και

ύπουλα πλάσματα.

Σε λίγα λεπτά, όλα τα σκυλιά είχαν κυκλώσει τον άνθρωπο με τα σάλια τους να τρέχουν.

«Τώρα θα με φάνε» σκέφτηκε ο άντρας. «Αν δεν ήμουν πεθαμένος, θα έβλεπαν.»

Τα σκυλιά πλησίασαν...

...και βλέποντας τον ακίνητο, τον έφαγαν.

Page 17: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Στάση ζωής

«Μην νιώθεις ηττημένος προτού ακόμα νικηθείς.»

Στην ιστορία ο πρωταγωνιστής μας πιστεύει πως είναι ήδη νεκρός γι’ αυτό αφήνει και τα σκυλιά να τον

καταβροχθίσουν. Έτσι, ο Χόρχε θέλει να εκφράσει τον προκαταβολικό φόβο των ανθρώπων και την

προκαταβολική τους ηττοπάθεια λόγω της αβάσιμης πεποίθησης ότι τα θα υποφέρουν άσχημες

καταστάσεις και πολλά δεινά, τα οποία θα τους ισοπεδώσουν αφού θα είναι ανίκανοι να τα

αντιμετωπίσουν. Ο Χόρχε δείχνει αντίθετος με αυτήν την νοοτροπία λέγοντας πως οι άνθρωποι θα πρέπει

να έχουν πίστη, ελπίδα και αυτοπεποίθηση και να μην θεωρούν τον εαυτό τους χαμένο πριν την ώρα

της τελικής κρίσης.

Page 18: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Τρίτο κείμενο

Page 19: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

- Ρικάρδο, ο Χουλιάν είμαι.- Α, γεια σου, Χουλιάν. Τι νέα;- Κοίταξε, σου τηλεφώνησα επειδή ανησυχώ για τη Μαρία.- Τι έπαθε;- Έχει αρχίσει να κουφαίνεται..- Πώς κουφαίνεται δηλαδή;- Αλήθεια. Πρέπει να έρθεις να τη δεις.- Εντάξει. Όμως η κώφωση δεν είναι κάτι που συμβαίνει ξαφνικά, ούτε σε οξεία μορφή. Ελάτε τη Δευτέρα από το ιατρείο να το δούμε.- Νομίζεις ότι μπορούμε να περιμένουμε ως τη Δευτέρα;- Εσύ πως το κατάλαβες ότι δεν ακούει;- Μα, τη φωνάζω και δεν απαντάει.- Κοίτα, μπορεί να είναι κάτι ασήμαντο, να έχει βουλώσει το αφτί της ή κάτι παρόμοιο. Άκουσε, θα διαπιστώσουμε αμέσως το βαθμό του προβλήματος της Μαρίας. Πού είσαι τώρα;

Page 20: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

- Στην κρεβατοκάμαρα.- Κι εκείνη που βρίσκεται;- Στην κουζίνα.- Εντάξει. Φώναξε την από εκεί.- Μαρίααααα….!Δεν με ακούει.- Καλά. Πήγαινε στην πόρτα του δωματίου και φώναξε από το διάδρομο.- Μαρίαααααα! Τίποτα!- Περίμενε, μην απελπίζεσαι. Πάρε το ασύρματο τηλέφωνο και προχώρα στο διάδρομο. Φώναζε συνέχεια μέχρι να σε ακούσει.- Μαρίααααααα…! Μαρίαααααααα…! Μαρίααααααααααα….!Δενπαίρνει χαμπάρι. Είμαι στην πόρτα της κουζίνας και τη βλέπω. Είναι γυρισμένη και πλένει τα πιάτα αλλά δεν με ακούει. Μαρίααααααα…! Τίποτα.- Ο άντρας μπαίνει στην κουζίνα, πλησιάζει τη Μαρία, βάζει το χέρι του στον ώμο της και της φωνάζει στο αφτί:- Μαρίαααααααααααα…..!- Η σύζυγός του θυμωμένη, γυρίζει και του λέει:- Μα τι θέλεις; Τι θέλεις, τι θέλεις, τι θέλειιιιιιιιιιιιιιιιιιιις…!Με φώναξες δέκα φορές και δέκα φορές σε ρώτησα « τι θέλεις». Όσο πάει και κουφαίνεσαι – δεν ξέρω γιατί δεν πας επιτέλους στο γιατρό να κοιταχτείς

Page 21: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Στάση ζωής

«Κάθε φορά που βλέπω κάτι που με ενοχλέι σε κάποιον άλλο καλό θα ήταν να θυμάμαι πως

αυτό που βλέπω , είναι τουλάχιστον (τουλάχιστον!) και δικό μου.»

Ο Χόρχε εδώ θέλει να μας δείξει ένα πολύ συχνό φαινόμενο στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων

κατά το οποίο όταν κάτι πάει στραβά έχουμε την τάση να κατηγορούμε εξ’ ολοκλήρου τον

άλλον. Στην πραγματικότητα όμως δεν βλέπουμε ή δεν θέλουμε να δούμε πως ίσως

κάνουμε και εμείς λάθος. Έτσι, και κυρίως στην σύγχρονη εποχή, δυσκολεύονται οι σχέσεις

των ανθρώπων.

Page 22: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Τέταρτο κείμενο

Page 23: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

-Δεν μπορώ του είπα. Δεν μπορώ!-Σίγουρα; με ρώτησε αυτός.

-Ναι. Πολύ θα ήθελα να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω,

όμως, ότι δεν μπορώ!!!Ο Χόρχε κάθισε σαν το Βούδα πάνω σ΄ εκείνες τις

φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του χαμογέλασε, με κοίταξε στα μάτια και,

χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου

είπε:-Να σου πω μια ιστορία… Και χωρίς να περιμένει

να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται:“Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και

στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που,

όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο

ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του…

Page 24: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς

σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του. Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.

Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε

εύκολα να λυθεί και να φύγει. Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο. Μα τι τον κρατάει; Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας

είναι δαμασμένος. Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον

αλυσοδένουν;

Page 25: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν

με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα – ευτυχώς για μένα – ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση. Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει

γιατί τον έδεναν σ΄ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι

βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί.

Μα, παρόλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις

δυνάμεις του.Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την

επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο… Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή

μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.

Page 26: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής. Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη

μνήμη του. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση. Ποτέ μα

ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…”

-Έτσι είναι, Ντεμιάν. Όλοι είμαστε λίγο-πολύ σαν τον ελέφαντα του τσίρκου. Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο

δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία. Ζούμε πιστεύοντας ότι δεν μπορούμε να

κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν είμαστε μικροί,

προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε.Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα. Χαράξαμε στη μνήμη

μας αυτό το μήνυμα: Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω.

Ο Χόρχε έκανε μια μεγάλη παύση. Ύστερα πλησίασε, κάθισε στο πάτωμα μπροστά μου και συνέχισε: Αυτό

σου συμβαίνει, Ντέμι. Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός Ντεμιάν που δεν υπάρχει πια, εκείνου που δεν τα κατάφερε. Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου

την ψυχή… Με όλη σου την ψυχή!

Page 27: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

Στάση ζωής

Πολλές φορές βρισκόμαστε σε δύσκολες καταστάσεις και πιστεύουμε ότι δεν θα καταφέρουμε ποτέ να βγούμε από αυτές. Ακόμα συχνά εμπειρίες από την παιδική μας ηλικία μας συνοδεύουν και μας κάνουν να πιστεύουμε ότι δεν θα τα καταφέρουμε ποτέ. Όλα αυτά μας δημιουργούν αμφιβολίες, καθορίζουν τις πράξεις μας και μας αποτρέπουν από το να ρισκάρουμε.

Page 28: Χόρχε Μπουκάι, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτρια: Ζαρκογιάννη Εύα

ΤΕΛΟΣ