ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ...

56
ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ. 1. Εισαγωγή. Το ζήτημα της εμφάνισης των εθνών, το οποίο εμείς θα προσπαθήσουμε να πραγματευτούμε εδώ, δεν είναι ένα εύκολο θέμα. Και αυτό συμβαίνει διότι τα έθνη και οι εθνικισμοί είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο μάλιστα έχει αρχίσει να ερευνάται σχετικά πρόσφατα. Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα δεν έχει να κάνει με την ίδια την έρευνα αλλά με το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων σήμερα σκέφτεται, δρα και αισθάνεται με βάση ακριβώς αυτούς τους όρους. Ακόμη περισσότερο βέβαια καθώς τα πρωτοεθνικά κράτη και οι πρωτοεθνικές κοινότητες που σχηματίζονται κατά την περίοδο της Αναγέννησης αποτελούν σήμερα το ιστορικό παρελθόν για τα πιο σημαντικά εθνικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης και αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς τους. Όπως και να το κάνουμε ο εθνικισμός και ο εθνικός διαχωρισμός του κόσμου αποτελεί δομικό στοιχείο της σύγχρονης πολιτικής σκέψης. Επομένως, ακόμη και η επιλογή του ίδιου του θέματος προϋποθέτει μιά συνειδητή πολιτική στάση απέναντι στην σύγχρονη πραγματικότητα που θα επιτρέπει την επιστημονική κριτική. Διότι όσο και να το θέλει κάποιος είναι δύσκολο να υπερβεί την εποχή του και να ξεφύγει εντελώς από τον κυρίαρχο τρόπο σκέψης. Η αλήθεια είναι πάντως ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ οι συνθήκες επιτρέπουν μία πιο τολμηρή αντιμετώπιση του εθνικού ζητήματος, ενώ ολοένα και πιο πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται και να προβληματίζονται απέναντι σε αυτό. όσο και να θέλει κάποιος να κρατήσει μία συνεπή κριτική στάση απέναντί του το οποίο επηρεάζει ακόμα και εμ, το οποίο δύσκολα μπορεί σήμερα κάποιος να το αντιμετωπίσει κριτικά Θα μπορούσε κάποιος πού χονδρικά να χωρήσει τις ανθρωπιστικές επιστήμες Η έννοια του έθνους και του έθνους κράτους αποτελούν νεώτερες αντιλήψεις Έθνος και εθνικισμός . Καταρχήν όμως χρειαζόμαστε ένα ορισμό για το έθνος. Η συζήτηση για τον χαρακτήρα του έθνους είναι πολύ μεγάλη. Κατά την άποψή μου η πιο πετυχημένη είναι η διατύπωση του ιρλανδού κοινωνικού ανθρωπολόγου του Μπενεντίκτ Άντερσον 1 . Ο Άντερσον 1 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες. Στοχασμοί για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού , Αθήνα (Νεφέλη) 1997.

Upload: kostas-paloukis

Post on 14-Nov-2014

22 views

Category:

Documents


5 download

DESCRIPTION

Το ζήτημα της εμφάνισης των εθνών, το οποίο εμείς θα προσπαθήσουμε να πραγματευτούμε εδώ, δεν είναι ένα εύκολο θέμα. Και αυτό συμβαίνει διότι τα έθνη και οι εθνικισμοί είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο μάλιστα έχει αρχίσει να ερευνάται σχετικά πρόσφατα. Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα δεν έχει να κάνει με την ίδια την έρευνα αλλά με το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων σήμερα σκέφτεται, δρα και αισθάνεται με βάση ακριβώς αυτούς τους όρους. Ακόμη περισσότερο βέβαια καθώς τα πρωτοεθνικά κράτη και οι πρωτοεθνικές κοινότητες που σχηματίζονται κατά την περίοδο της Αναγέννησης αποτελούν σήμερα το ιστορικό παρελθόν για τα πιο σημαντικά εθνικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης και αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς τους. Όπως και να το κάνουμε ο εθνικισμός και ο εθνικός διαχωρισμός του κόσμου αποτελεί δομικό στοιχείο της σύγχρονης πολιτικής σκέψης. Επομένως, ακόμη και η επιλογή του ίδιου του θέματος προϋποθέτει μιά συνειδητή πολιτική στάση απέναντι στην σύγχρονη πραγματικότητα που θα επιτρέπει την επιστημονική κριτική. Διότι όσο και να το θέλει κάποιος είναι δύσκολο να υπερβεί την εποχή του και να ξεφύγει εντελώς από τον κυρίαρχο τρόπο σκέψης. Η αλήθεια είναι πάντως ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ οι συνθήκες επιτρέπουν μία πιο τολμηρή αντιμετώπιση του εθνικού ζητήματος, ενώ ολοένα και πιο πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται και να προβληματίζονται απέναντι σε αυτό. όσο και να θέλει κάποιος να κρατήσει μία συνεπή κριτική στάση απέναντί του το οποίο επηρεάζει ακόμα και εμ, το οποίο δύσκολα μπορεί σήμερα κάποιος να το αντιμετωπίσει κριτικά Θα μπορούσε κάποιος πού χονδρικά να χωρήσει τις ανθρωπιστικές επιστήμες Η έννοια του έθνους και του έθνους κράτους αποτελούν νεώτερες αντιλήψεις

TRANSCRIPT

Page 1: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ.

1. Εισαγωγή.Το ζήτημα της εμφάνισης των εθνών, το οποίο εμείς θα

προσπαθήσουμε να πραγματευτούμε εδώ, δεν είναι ένα εύκολο θέμα. Και αυτό συμβαίνει διότι τα έθνη και οι εθνικισμοί είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο μάλιστα έχει αρχίσει να ερευνάται σχετικά πρόσφατα. Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα δεν έχει να κάνει με την ίδια την έρευνα αλλά με το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων σήμερα σκέφτεται, δρα και αισθάνεται με βάση ακριβώς αυτούς τους όρους. Ακόμη περισσότερο βέβαια καθώς τα πρωτοεθνικά κράτη και οι πρωτοεθνικές κοινότητες που σχηματίζονται κατά την περίοδο της Αναγέννησης αποτελούν σήμερα το ιστορικό παρελθόν για τα πιο σημαντικά εθνικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης και αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς τους. Όπως και να το κάνουμε ο εθνικισμός και ο εθνικός διαχωρισμός του κόσμου αποτελεί δομικό στοιχείο της σύγχρονης πολιτικής σκέψης. Επομένως, ακόμη και η επιλογή του ίδιου του θέματος προϋποθέτει μιά συνειδητή πολιτική στάση απέναντι στην σύγχρονη πραγματικότητα που θα επιτρέπει την επιστημονική κριτική. Διότι όσο και να το θέλει κάποιος είναι δύσκολο να υπερβεί την εποχή του και να ξεφύγει εντελώς από τον κυρίαρχο τρόπο σκέψης. Η αλήθεια είναι πάντως ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ οι συνθήκες επιτρέπουν μία πιο τολμηρή αντιμετώπιση του εθνικού ζητήματος, ενώ ολοένα και πιο πολλοί άνθρωποι αρχίζουν να σκέφτονται και να προβληματίζονται απέναντι σε αυτό.

όσο και να θέλει κάποιος να κρατήσει μία συνεπή κριτική στάση απέναντί του το οποίο επηρεάζει ακόμα και εμ, το οποίο δύσκολα μπορεί σήμερα κάποιος να το αντιμετωπίσει κριτικά Θα μπορούσε κάποιος πού χονδρικά να χωρήσει τις ανθρωπιστικές επιστήμες Η έννοια του έθνους και του έθνους κράτους αποτελούν νεώτερες αντιλήψεις

Έθνος και εθνικισμός.

Καταρχήν όμως χρειαζόμαστε ένα ορισμό για το έθνος. Η συζήτηση για τον χαρακτήρα του έθνους είναι πολύ μεγάλη. Κατά την άποψή μου η πιο πετυχημένη είναι η διατύπωση του ιρλανδού κοινωνικού ανθρωπολόγου του Μπενεντίκτ Άντερσον1. Ο Άντερσον

1 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες. Στοχασμοί για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού , Αθήνα (Νεφέλη) 1997.

Page 2: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

στο βιβλίο του “Φαντασιακές κοινότητες” “με ένα ανθρωπολογικό πνεύμα” προτείνει ως ορισμό ότι “έθνος αποτελεί μια ανθρώπινη κοινότητα που φαντάζεται τον εαυτό της ως πολιτική κοινότητα, ευγενώς οριοθετημένη και ταυτόχρονα κυρίαρχη. Αποτελεί κοινότητα σε φαντασιακό επίπεδο επειδή κανένα μέλος, ακόμη και του μικρότερου έθνους, δε θα γνωρίσει ποτέ τα περισσότερα από τα υπόλοιπα μέλη, δε θα συναντήσει ούτε καν θα ακούσει γι’ αυτά, όμως ο καθένας έχει την αίσθηση του συνανήκειν”2. Τα έθνη δίνουν στα εθνικά κράτη πολιτική υπόσταση3. Αυτό που ορίσαμε ως σκοπό σε αυτήν την μελέτη είναι να δούμε την πορεία των θεσμών, των κοινωνικών δομών και των ιδεολογιών προς την διαμόρφωση μιάς πρώτης μορφής εθνικής κοινότητας στην ιστορία τη Ευρωπαϊκής Δύσης. Να διεισδύσουμε στο πως, που και γιατί.

Η έννοια του φαντασιακού.

Την επόμενη έννοια που θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε είναι η έννοια της Λατινικής Κοινότητας της Χριστιανοσύνης της Ευρωπαϊκής Δύσης. Τον όρο “φαντασιακό” τον συναντήσαμε λίγο πιο πριν στην περιγραφή του έθνους. Ο Άντερσον μιλά για φαντασιακές κοινότητες. “Κάθε κοινότητα που είναι μεγαλύτερη από ένα χωριό όπου οι άνθρωποι έχουν προσωπική επαφή (και ίσως ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση) είναι φαντασιακή”4. Τα έθνη, όπως καταλαβαίνουμε, είναι τέτοιες κοινότητες αλλά εδώ έχουμε κάτι άλλο μιλάμε για μια θρησκευτική κοινότητα η οποία παρουσιάζεται ότι προϋπάρχει ιστορικά της εθνικής κοινότητας. Δεν υποστηρίζουμε ότι η θρησκεία υποκαθίσταται από το έθνος αλλά ότι ένα ιστορικό ιδεολογικό εποικοδόμημα με θρησκευτικό χαρακτήρα υποχωρεί μπροστά σε μια δυναμική που ταυτίζεται με ένα νέο ιδεολογικό εποικοδόμημα που έχει ως χαρακτηριστικό την εθνική ταυτότητα. Η θρησκεία σταδιακά αλλάζει ρόλο και χάνει την υλική βάση πάνω στην οποία είχε οικοδομήσει την κοσμικότητά της και την εξουσιαστική επικυριαρχία της. Η θρησκεία στο έθνος κράτος συνεχίζει να παίζει ρόλο στην διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας αλλά αυτό δεν είναι αντικείμενο τώρα της παρούσας έρευνάς μας.

Στην Δύση κατά την διάρκεια του ύστερου μεσαίωνα συντελείται η εκκίνηση αυτής της διαδικασίας που είναι και το

2 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 26.3 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 33.4 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 26.

Page 3: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

κύριο θέμα αυτής της εργασίας.

2. Ο χαρακτήρας της Λατινικής Φαντασιακής Κοινότητας της Χριστιανικής Δύσης.

Στο σημείο αυτό δημιουργείται ένα ζήτημα μεθοδολογίας γύρω από τον τρόπο που θα γίνει η διαπραγμάτευση του θέματος αυτής της εργασίας. Η περίοδος που αναφέρεται η μελέτη περιορίζεται αυστηρά στην Αναγέννηση και πραγματικά δεν έχουμε καμία διάθεση να ξεφύγουμε από αυτό το χρονικό όριο και δεν θα το κάνουμε. Από την άλλη όμως οι στόχοι μας αφορούν δύο φαινόμενα τα οποία απλώς “συναντιούνται”, θα έλεγε κανείς, την εποχή αυτή. Και ενώ ο πρωτο-εθνισμός ως αρχή του εθνικισμού είναι κάτι που σε εκείνη την φάση εμφανίζεται και επομένως θα τον δούμε στην πορεία μας, η Χριστιανική Κοινότητα είναι ένα φαινόμενο που έρχεται από την προηγούμενη ιστορική εποχή, αυτή του Κεντρικού Μεσαίωνα. Θα πρέπει λοιπόν αναγκαστικά να ασχοληθούμε με αυτήν την περίοδο γιατί δεν μπορούμε διαφορετικά να κατανοήσουμε και να εξηγήσουμε τους μηχανισμούς που φέρνουν στην επιφάνεια της ιστορίας τις πρωτοεθνικές κοινότητες και αποσυνθέτουν την καθολική κοινότητα. Επομένως, η μικρή αυτή επέκταση είναι μέρος και όχι εκτός του θέματός μας. Όταν την ξεπεράσουμε αφού θα γνωρίζουμε καλά αυτό που υποχωρεί, θα έχουμε εργαλεία για να αφιερωθούμε ολοκληρωτικά σε αυτό που έρχεται και στις αιτίες που δημιουργούν αυτήν την εξέλιξη.

Το ιδεολογικό και πολιτικό κέντρο της χριστιανικής φαντασιακής κοινότητας ήταν η Ρώμη και η ουράνια πνευματική και υλική εξουσία του Πάπα ως πολιτικού αρχηγού της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας. Το αρχικό γεωγραφικό κέντρο της κοινότητας αυτής είναι η σημερινή Γαλλία, το μεγαλύτερο μέρος της ιταλικής χερσονήσου, η Αγγλία και μέρος της σημερινής Γερμανίας. Αλλά κατά την διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης ο χώρος αυτός έχει την τάση να επεκτείνεται προς όλες τις κατευθύνσεις για να φτάσει στο απόγειο του να καλύπτει όλη την βρετανική νήσο, όλη την ιταλική χερσόνησο, όλη την ιβηρική χερσόνησο, όλα τα νησιά της Δυτικής Μεσογείου, την κεντρική και βόρεια Ευρώπη μέχρι την σημερινή Ουγγαρία και την Σκανδιναβία και μεγάλο μέρος ηπειρωτικών περιοχών και νησιών της Ανατολικής Μεσογείου( Κρήτη, Κύπρος, νησιά του Αιγαίου, Ιερουσαλήμ, Πελοπόννησο, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλία, ηπειρωτική Ελλάδα). Η ενσωμάτωση αυτών των περιοχών γίνεται συνήθως με βίαιο πολεμικό τρόπο. Πολλές νέες περιοχές

Page 4: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

κατάφεραν να ενσωματωθούν και να εξελιχθούν σε προπύργια του καθολικισμού ενώ κάποιες άλλες δεν κατορθώθηκε να διατηρηθούν για πολύ σε αυτήν την κοινότητα.

Ας δούμε αρχικά τι σημαίνει λατινική χριστιανική φαντασιακή κοινότητα στην μεσαιωνική Δύση. Σημαίνει ότι το σύνολο των κατοίκων κάποιων περιοχών της δυτικής Ευρώπης συλλαμβάνουν με το μυαλό τους ότι αποτελούν μια ξεχωριστή κοινότητα με κάποια κοινά πολιτισμικά στοιχεία και με μια κοινή ιδεολογία που τους διαφοροποιεί από όσους δεν τα έχουν ή δεν τα χρησιμοποιούν. Η κοινότητα αυτή συλλαμβάνεται σε φαντασιακό επίπεδο αλλά δεν αποτελεί μια φαντασίωση έξω από την πραγματικότητα. Τα στοιχεία αυτά που την συνθέτουν είναι πραγματικά. Εκείνο που καθορίζει τον δικό μας χαρακτηρισμό βασίζεται στο γεγονός ότι αυτά ή επιλέγονται κατ΄ αφαίρεση ή διαμορφώνονται συνειδητά δημιουργώντας από την μία νοητά όρια και διαχωρισμούς και από την άλλη φαντασιακές συγκλίσεις σε μία συγκεκριμένη και επιλεγμένη ταυτότητα. Όλα αυτά όμως συνθέτουν μία πραγματικότητα για τους ανθρώπους που τα πιστεύουν γιατί εκφράζουν και ικανοποιούν κάποιες ανάγκες τους. Έχουν δηλαδή μια κοινωνική χρησιμότητα και μια λειτουργία μέσα στην κοινωνία, ενώ παράλληλα είναι πραγματικά διακριτές σε γεωγραφικό επίπεδο. Το ερώτημα όμως που τίθεται εδώ είναι πρώτον γιατί υπάρχουν, τι είναι αυτό που τις δημιουργεί και δεύτερον τι ακριβώς εξυπηρετούν.

Η φαντασιακή κοινότητα της Χριστιανικής Δύσης δεν επιβάλλεται πάνω στην μεσαιωνική κοινωνία από κάποιους μεταφυσικούς ή ιδεαλιστικούς παράγοντες αλλά κατασκευάζεται μέσα σε αυτή από τους οικονομικούς και κοινωνικούς θεσμούς που την συγκροτούν και την κινούν. Και στην συγκεκριμένη περίπτωση αυτοί ο θεσμοί είναι οι φεουδαρχικοί και ο δυτικός φεουδαλικός τρόπος παραγωγής που γεννούν και εξυπηρετούν την άρχουσα τάξη της εποχής, την φεουδαλική αριστοκρατία και η παπική εκκλησία που διαπλέκεται και συνενώνεται μαζί της. Η άρχουσα αυτή τάξη διαμορφώνει τις δομές και τους μηχανισμούς που θα αναπαράγουν και θα επεκτείνουν την εξουσία της πάνω στην αγροτική τάξη και θα ικανοποιούν τις ανάγκες της. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να συγκροτηθεί το ιδεολογικό και φαντασιακό εποικοδόμημα της Δυτικής Χριστιανοσύνης, που για να επιτελέσει αυτήν την λειτουργία αποκόβεται από την Ανατολική. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά διότι το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αυτό δηλαδή που ονομάζουμε Βυζάντιο, είναι ένας διαφορετικός κρατικός και κοινωνικός σχηματισμός με διαφορετικές απαιτήσεις. Έτσι, από δω και πέρα η Οικουμενική

Page 5: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Χριστιανική Κοινότητα, που ταυτιζόταν με το ενιαίο και πανευρωπαϊκό ρωμαϊκό οικοδόμημα, θα πορεύεται διασπασμένη σε δύο εκκλησίες. Η μία με θρησκευτικό ηγέτη τον Πάπα και η άλλη με θρησκευτικό ηγέτη τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Δεν είναι τυχαίο ότι την περίοδο που γίνονται τα σχίσματα και λαμβάνονται οι αποστάσεις των δύο εκκλησιών είναι η περίοδος που διαμορφώνονται τόσο ο δυτικός φεουδαρχισμός όσο και ο βυζαντινός. Η μεγάλη τους διαφορά είναι ότι ο Πάπας της Ρώμης δρα ως κοσμικός άρχοντας και τίθεται επικεφαλής της Καθολικής Φαντασιακής Κοινότητας ενώ αντίστοιχα στην Ανατολή επικεφαλής της Ορθόδοξης Φαντασιακής Κοινότητας είναι ο Αυτοκράτορας.

Οι πιο πιθανοί παράγοντες που διαμόρφωσαν αυτήν την τάση του παπικού θρόνου για διακεκριμένη κοσμική εξουσία μάλλον έχουν να κάνουν με την κατάρρευση της δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ιταλική χερσόνησο και γενικότερα στην Δύση. Ο μόνος εξουσιαστικός θεσμός που κατάφερε να επιβιώσει είναι η εκκλησιαστική γραφειοκρατία5 καθώς η εκκλησία ήταν πέρα από ένα κομμάτι της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας6 και μια αυτόνομη ως ένα βαθμό πολιτική αλλά και οικονομική μονάδα. Η κατάρρευση της βυζαντινής διοίκησης στον χώρο της Ιταλίας άφησε τον Πάπα ως τον μόνο ισχυρό πολιτικό ηγέτη. Αυτό είχε ως άμεση συνέπεια η εκκλησία να κληρονομήσει “σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική και πολιτική θέση της παλιάς συγκλητικής αριστοκρατίας”7. Η εκκλησία δηλαδή μετατρέπεται σε έναν ανεξάρτητο κοσμικό μηχανισμό καθώς αποσπάται από την κοσμική εξουσία του Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης. Το κενό της πολιτικής εξουσίας στην Ιταλία ανέλαβε να το καλύψει ο εκκλησιαστικός οργανισμός. Το 757 ο φράγκος βασιλιάς Πεπίνος Γ΄ με την “Δωρεά του Πεπίνου” παραχώρησε τις ιταλικές κτήσεις του στην παπική εκκλησία και ο Πάπας πλέον γίνεται τοπικός ηγεμόνας. Η εξέλιξη αυτή προσέδωσε στους παπικούς προσανατολισμούς έναν αναβαθμισμένο ποιοτικά κοσμικό χαρακτηριστικό. Έτσι, ο Πάπας μετατρέπεται σε έναν ανεξάρτητο τοπικό ηγεμόνα ο οποίος όμως αισθάνεται ότι η κοινωνική του βάση μπορεί να επεκταθεί προς τα δυτικά8. Οι φιλοδοξίες του

5 Αντερσον Π., Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , Αθήνα (Οδυσσέας) 1981, σ. 150.

6 Ο Πέρυ Άντερσον υποστηρίζει ότι ο τεράστιος κληρικός μηχανισμός που δημιουργήθηκε στην όψιμη Αυτοκρατορία αποτέλεσε και μία από τις αιτίες της κατάρρευσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού τους και των παχυλών μισθών τους. Βλ. Αντερσον Πέρυ, Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 151.

7 Αντερσον Π., Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , , ό.π., σ. 190.8 Ήδη η στροφή σηματοδοτείται το 1751, όταν συμμετέχουν στην πραξικοπηματική

Page 6: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

όμως ήταν πολύ μεγάλες και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι εκείνη την εποχή συντάχτηκε το κείμενο της “Κωνσταντίνειας Δωρεάς” που φέρει τον Κωνσταντίνο Α΄ να έχει παραχωρήσει στα 330, όταν αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη, τη Ρώμη, το Λατερανό ανάκτορο και ολόκληρο το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας στον Πάπα Σιλβέστρο Α΄9. Η συγγραφή του πλαστού αυτού εγγράφου σηματοδοτεί τις διαθέσεις των Πάπων για τον ρόλο τους στα κοσμικά πράγματα ήδη από αυτήν την εποχή.10

3. Οι βάσεις της φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας. Στο θεωρητικό προτσές που φτιάχνει ο Μπενεντίκτ Άντερσον

για τις θρησκευτικές φαντασιακές κοινότητες είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενιαίας κρατικής οντότητας που θα ταυτίζεται με την θρησκευτική κοινότητα. Αυτό συμβαίνει στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο), στην Κινεζική Αυτοκρατορία, στην Αραβική, στην Οθωμανική κ.α. Κάθε Θρησκευτική κοινότητα τείνει να δημιουργείται από ένα αυτοκρατορικό κρατικό ιστό και να αποτελεί την ταυτότητα αυτής της συγκεκριμένης Αυτοκρατορίας. Στην περίπτωση της Λατινικής Δύσης η αυτοκρατορία αυτή ήταν το κράτος του Καρλομάγνου. Από τα τέλη του 8ου αιώνα συγκροτείται ένα μεγάλο φραγκικό βασίλειο11. Αυτό το βασίλειο διαμορφώνεται πάνω σε οικονομικές δομές από δύο παραδόσεις, από την ρωμαϊκή παράδοση του αρχαίου δουλοκτητικού τρόπου παραγωγής και από την παράδοση των φράγκων του λεγόμενου “γερμανικού” ή “πρωτόγονου” τρόπου παραγωγής12. Ο φορέας της φράγκικης παράδοσης είναι βέβαια το παλαιό φραγκικό βασίλειο το οποίο είχε συσταθεί από τα τέλη του 5ου αιώνα, ενώ φορέας της ρωμαϊκής παράδοσης αποτέλεσε η χριστιανική εκκλησία. Ο Πέρρυ Άντερσον τονίζει τον ρόλο της εκκλησίας στο πέρασμα από τους αρχαίους τρόπους παραγωγής ανατροπή των μεροβίγγειων βασιλιάδων. Ο Πάπας Ζαχαρίας Α΄ δήλωσε ότι όποιος κατ’ ουσία ασκούσε τη βασιλική εξουσία έπρεπε να κατέχει και τυπικά τον βασιλικό τίτλο. Ο Βονιφάτιος (Ο Βενεδικτίνος μοναχός Ουίνφριθ από την δυτική Σαξονία που ονομάστηκε το 722 από τον Πάπα Γρηγόριο Β΄ Βονιφάτιος και ανέλαβε τον εκχριστιανισμό των γερμανών που ζούσαν ανατολικά του Ρήνου. Νίκολας Ντ., ό.π., σ.185.) αντιπρόσωπος του Πάπα στην Δύση, ακολουθώντας τις οδηγίες της Ρώμης, έχρισε τον Πεπίνο των Καρολιδών βασιλιά των Φράγκων. (Νίκολας Ντ., ό.π., σ.186.)

9 Νίκολας Ντ., ό.π., σ.186.10 Το κείμενο αυτό θα αποτελέσει την νομική βάση των εξουσιαστικών

διεκδικήσεων των Πάπων επί των βασιλέων και των αυτοκρατόρων καθόλη την διάρκεια του Μεσαίωνα.

11 Η Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου περιείχε όλη την σημερινή Γαλλία, την Βόρεια και ένα μέρος της κεντρική Ιταλίας, όλη την κεντρική Ευρώπη και ένα μεγάλο κομμάτι γύρω από την Βαρκελώνη στην Ισπανία. Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., χάρτης 5.

12 Αντερσον Π., Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 146.

Page 7: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

στον φεουδαρχικό ως ένα απαραίτητο ειδικό αγωγό. “Η εκκλησία ήταν η απαραίτητη γέφυρα ανάμεσα σε δύο εποχές, σ’ ένα καταστροφικό κι όχι συσσωρευτικό πέρασμα ανάμεσα σε δύο τρόπους παραγωγής”.13 Με το κράτος αυτό γίνεται η σύνθεση των δύο μορφών οικονομίας και η εκκλησία συμμετέχει από την αρχή στις διαδικασίες όντας “ο επίσημος μέντορας της πρώτης” αυτής “συστηματικής προσπάθειας για αναγέννηση της αυτοκρατορίας στη Δύση”14. Ο αναπτυσσόμενος φεουδαρχισμός είχε την ανάγκη να κατασκευάσει μια φαντασιακή κοινότητα που θα αποτελούσε την ιδεολογική συνείδηση και ταυτότητα των μελών του κρατικού μορφώματος που θα τον περιέβαλε. Το κύρος και το δέος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το κύρος και το δέος μιάς αυτοκρατορίας του θεού ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν. Η αριστοκρατική τάξη των πολεμιστών είχε ανάγκη την θρησκεία για να αναπτύξουν την κυριαρχία τους και για να επιβληθούν στις αγροτικές παραγωγικές τάξεις. Έπρεπε να συγκροτηθεί ένα σταθερό πολιτικό μόρφωμα με μία εξουσία νομιμοποιημένη από τον εκπρόσωπο του θεού στην γη, ενώ ο ίδιος ο αυτοκράτορας ήθελε να δώσει στο βασίλειό του και στον ίδιο ένα υπερουράνιο χαρακτήρα. Για αυτό στα 800 ο Φράγκος βασιλιάς ακόμη και αν δεν ήθελε δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά παρά να αποδεxτεί την στέψη του από τον Πάπα. Η αυτοκρατορία που γεννιέται για τους ανθρώπους που έλαβαν μέρος στο γεγονός αυτό δεν ήταν μια “νέα” αυτοκρατορία αλλά ούτε “απέβλεπε στην δημιουργία μιάς Δυτικής Αυτοκρατορίας, που θα αντιστάθμιζε την Ανατολική Αυτοκρατορία. Ο Κάρολος ήταν, αναμφιβόλως πεισμένος ότι παίρνοντας τον ρόλο του αυτοκράτορα, το 800, έγινε ο απόλυτος κύριος και συνεχιστής της ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το γεγονός σήμαινε απλώς ότι η Ρώμη πήρε πίσω από την Κωνσταντινούπολη το δικαίωμα της εκλογής του Αυτοκράτορα. Η σκέψη της εποχής δεν μπορούσε να συλλάβει ταυτόχρονη ύπαρξη δύο Αυτοκρατοριών...”15. Ο συνδυασμός παπικής πνευματικής εξουσίας και αυτοκρατορικής παράδοσης με την καρολίγγεια στρατιωτική και πολιτική εξουσίας αποτελεί το ιδεολογικό επιστέγασμα κάτω από το οποίο έγινε η σύνθεση των δύο πολιτισμών για να διαμορφùθεί τελικά ο υβριδικός κόσμος του φεουδαλικού μεσαίωνα.

Αρχικά, ο Καρλομάγνος δημιούργησε μιά ενιαία διοικητική και πολεμική αριστοκρατία, τους κόμητες, λιγότερο συνδεδεμένη με τον τόπο που διοικούσε και περισσότερο εξαρτημένης άμεσα από

13 Αντερσον Π, Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 156.14 Αντερσον Π, Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ.156.15 Βασιλίεφ Α.Α. ό.π.,σ. 338.

Page 8: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

την πολιτική εξουσία του μονάρχη. Παράλληλα ανασυγκρότησε τον εκκλησιαστικό οργανισμό μέσα από συνεχείς εκχριστιανισμούς δημιουργώντας μια συγκροτημένη κοινωνική ενότητα. Ο χριστιανισμός γίνεται η ιδεολογία του νέου κράτους και ταυτίζεται με την επεκτατική του πολιτική. Επομένως, η ταύτιση φαντασιακής κοινότητας και κρατικής οργάνωσης γίνεται εφικτή όσο διατηρεί η αυτοκρατορία την ενότητά της. Αλλά σχετικά γρήγορα αποσυντίθεται καθώς δεν κατορθώνει να στήσει τους απαραίτητους κεντρομόλους μηχανισμούς. Οι εσωτερικές αντιφάσεις της φεουδαρχίας και ο πολεμικός χαρακτήρας του καθεστώτος διασπάνε την κρατική ενότητα της καρολίδιας αυτοκρατορίας.

Μετά τον Καρλομάγνο όμως οι επίγονοί του δίνουν στους ευγενείς τους συνεχώς κομμάτια γης ως δωρεά (beneficium) και προνόμια πάνω στους αγρότες της με αντάλλαγμα στρατιωτικές υπηρεσίες16, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις αναμεταξύ τους έριδες και τις εξωτερικές επιθέσεις.17 Κατά την διάρκεια του

16 Οι αγρότες της γης αυτής αρχικά ήταν στην πλειοψηφία τους ελεύθεροι και ένα μικρότερο ποσοστό δούλοι αλλά όλοι σταδιακά περιέρχονταν στην κατάσταση του δουλοπάροικου. (Βλ. Αντερσον Π., Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 159.) “Οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη ελεύθερης πολεμικής αγροτιάς της παραδοσιακής γερμανικής κοινωνίας η μετακινούμενη καλλιέργεια και ο τοπικός και εποχιακός πόλεμος”. (Αντερσον Π., Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 160.) Από την στιγμή όμως που οι πόλεμοι άρχισαν να γίνονται μακροχρόνιοι και σε μακρινές αποστάσεις η υλική βάση για την κοινωνική ενότητα του πολέμου και της καλλιέργειας αναπόφευκτα έσπασε. Ο πόλεμος έγινε προνόμιο μιάς μικρής ομάδας πολεμιστών ενώ οι αγρότες ήταν πλέον εγκατεστημένοι μόνιμα στην γη και υποχρεωμένοι να εργάζονται για την διατήρηση του αυτοκρατορικού στρατού.

17 Στην λογική του συστήματος παραγωγής που καθοδηγούσαν οι αριστοκράτες δεν εντάσσεται η εμπορική δράση και η ανταλλαγή προϊόντων αλλά η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτάρκεια. “Οι ανάγκες της κοινότητας είναι γνωστές και η παραγωγή προγραμματίζεται και οργανώνεται με σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών αυτών .” ( Σουήζυ Π., “Κριτική”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 50.) Η απόσπαση της υπερεργασίας των αγροτών είχε αυστηρά προσδιορισμένο σκοπό την αναπαραγωγή και την ικανοποίηση των αναγκών της αριστοκρατικής τάξης των πολεμιστών και όχι την δημιουργία κέρδους. “Βασικό χαρακτηριστικό του φεουδαλισμού είναι ότι αποτελεί σύστημα ‘παραγωγής για χρήση’ .”( Σουήζυ Π., ό.π. , σ. 50.) Δεν κυριαρχεί η αξία της ανταλλαγής με αποτέλεσμα να υπάρχει ελάχιστη ανάγκη για εμπορικές δραστηριότητες και το εμπόριο να περιορίζεται σε τοπικές αγορές χωρίς όμως να εξαφανίζεται εντελώς στις μεγάλες αποστάσεις. Η επαφή και η επικοινωνία μεταξύ των περιοχών της αυτοκρατορίας παύει να υπάρχει και η ενότητα τείνει ενδογενώς να σπάσει. Οι διαρκείς πόλεμοι απαιτούν αύξηση της παραγωγής. Το πρόβλημα όμως αυτό δεν αντιμετωπίζεται με αναπτυξιακή προοπτική αλλά μέσα από την μεγαλύτερη καταπίεση των αγροτών. Επομένως, δημιουργείται η ανάγκη όλο και μεγαλύτερης ενδυνάμωσης των τοπικών αρχόντων και της περιφερειακής αριστοκρατίας σε βάρος της κεντρικής εξουσίας. Στο τέλος του 9ο υ αιώνα οι απόγονοι αυτής της αριστοκρατικής τάξης είχαν γίνει τοπικοί κληρονομικοί άρχοντες. Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της σταδιακής ενδυνάμωσης των κόμηδων ήταν η κατάρρευση της οικονομικής συνοχής της αυτοκρατορίας. Έτσι, η διάσπαση στην υλική βάση μεταφράζεται στην πολιτική πρακτική με την ολοένα και μεγαλύτερη σύγκρουση που επιφέρει ολοένα και μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική διάσπαση δημιουργώντας διαλεκτικά δομές που πετυχαίνουν τον κατακερματισμό και την αποδυνάμωση της κεντρικής εξουσίας. Οι εγγενείς αυτές τάσεις πολιτικής αποξένωσης της περιφέρειας από το κέντρο δίνουν την

Page 9: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

9ου και 10ου αιώνα το φραγκικό Βασίλειο διασπάται και σιγά σιγά αποδυναμώνεται ενώ παράλληλα οι φεουδαλικοί θεσμοί εξελίσσονται για να λάβουν τα βασικά τους χαρακτηριστικά. Συστατικό στοιχείο του οποίου αποτελεί ο τεμαχισμός της πολιτικής κυριαρχίας. Δημιουργείται μια πληθώρα από ηγεμόνες, φεουδάρχες, κόμητες και βασιλείς με μία αλληλοεπικαλυπτόμενη συχνά και μπερδεμένη κόμη περισσότερο εξουσία και εξάρτηση. Θεωρητικά ο τεμαχισμός αυτός δεν υπάρχει αφού οι φεουδάρχες συνεχίζουν να υπάγονται στους βασιλείς τους. Στην πραγματικότητα όμως η μοναρχία είναι πλήρως αποδυναμωμένη.

Το φεουδαλικό σύστημα παραγωγής αποτελεί την υλική βάση για την θρησκευτικοποίηση του καθεστώτος και την συγκρότηση της Φαντασιακής Κοινότητας.

Ας δούμε τι είναι δυτικός φεουδαλισμός. Η οπτική μας ματιά θέλει να συντάσσεται με το ιστορικό εκείνο ρεύμα που αντιμετωπίζει την κοινωνία διαλεκτικά και υλιστικά και όχι περιγραφικά και ιδεαλιστικά. Με εκείνους τους ανθρώπους που πασχίζουν να βρουν τόσο τους βαθύτερους όσο και τους πιο επιφανειακούς μηχανισμούς της ανθρώπινης δραστηριότητες, να συνδέσουν τα κοινωνικά φαινόμενα στο σύνολό τους ώστε να καταλάβουν ρους λόγους και τις αιτίες που συνέβηκε ή υπήρξε το ένα ή το άλλο. Στην βάση λοιπόν της κάθε κοινωνίας υπάρχει ένας

δυνατότητα στις βαρβαρικές φυλές να επιτεθούν με επιτυχία στην αυτοκρατορία δίνοντας θα λέγαμε την “χαριστική βολή” στην ενότητα. Ο 9ο ς και 10ος αιώνας ήταν περίοδοι καταστροφών. Μουσουλμάνοι, Νορμανδοί και Ούγγροι επιτέθηκαν από Βορρά, Ανατολή και Νότο αποσταθεροποιώντας ακόμη περισσότερο την εσωτερική ενότητα της Αυτοκρατορίας. Οι κίνδυνοι των επιδρομών, οι ληστείες, οι σφαγές και η γενικότερη αστάθεια της εποχής είχε ως αποτέλεσμα να παρακμάσει εντελώς και η οποιαδήποτε μικρή εμπορική δραστηριότητα που τυχόν υπήρχε. Οι συγκοινωνίες είχαν γίνει πιο δύσκολες. Οι επιδρομές από τη μία και η εσωτερική ροπή προς μια διαφορετική και δυσανάλογη επαφή επαρχιών από την άλλη συντέλεσαν στο να διαφοροποιηθούν σημαντικά οι περιοχές μεταξύ τους. Δεν υπήρχε ενότητα οικονομική, υπήρχε πολιτισμική, φυλετική και γλωσσική ανομοιογένεια. Η κάθε περιοχή, από ολόκληρες επαρχίες μέχρι και τα πιο μικρά χωριά, διαμορφωνόταν ανάλογα με την ποσότητα, την ποιότητα και την περιοδικότητα των επιδρομών. Βασικό ρόλο στην διαμόρφωση τους επίσης έπαιζε το αν ή όχι είχαν εγκατασταθεί επιδρομείς , τον αριθμό τους και ο βαθμός ενσωμάτωσης τους. Και βέβαια ο χαρακτήρας της κάθε περιοχής συγκροτούταν ανάλογα με το πόσο κοντά ή μακριά βρισκόταν σε κάστρα και ποια επαφή είχε με την όποια κεντρική εξουσία αλλά και την πιο αναπτυγμένη Ανατολή. Η ενδογενής διάθεση περιορισμένης εμπορικής κίνησης και αυτονόμησης της παραγωγής επικυρείται από τα νέα δεδομένα, ενώ η αστάθεια και η επικινδυνότητα της περιόδου ωθεί τους αγρότες στην δουλοπαροικία ή δημιουργεί ευνοϊκότερες συνθήκες στους ευγενείς για να την επιβάλλουν.Περισσότερο κερδισμένοι λοιπόν από αυτήν την κατάσταση βγήκαν οι περιφερειακοί άρχοντες. Γιατί δέχονται από την μία την οικειοθελή δουλοπαροικιοποίηση των φοβισμένων χωρικών και από την άλλη διαπραγματεύονται ακόμη περισσότερα προνόμια. Ο μονάρχης για να διατηρήσει την υποταγή των διάφορων τοπαρχών αναγκάζεται να ενδώσει στις πιέσεις για προνόμια με αποτέλεσμα να χάσει την ουσιαστική κυριαρχία πάνω τους και πάνω στις περιοχές στους.

Page 10: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

συγκεκριμένος τρόπος παραγωγής. Έτσι, και ο δυτικός φεουδαλισμός αποτελεί τον οικονομικό τρόπο παραγωγής της Μεσαιωνικής Δύσης.“Με τη μαρξιστική έννοια, η ουσία του φεουδαλικού τρόπου παραγωγής είναι η σχέση εκμετάλλευσης μεταξύ γαιοκτήμονα και υποτακτικών χωρικών, με την οποία το πέρα από τις ανάγκες επιβίωσης πλεόνασμα των τελευταίων, μεταβιβάζεται με εξαναγκαστικό τρόπο στους πρώτους, είτε με την μορφή άμεσης εργασίας είτε ως έγγεια πρόσοδος σε είδος ή σε χρήμα.”18

Πέρα από αυτό όμως ο φεουδαλισμός έχει και άλλα χαρακτηριστικά. Ο Μώρις Ντομπ τα έχει περιγράψει συνοπτικά: “1) Χαμηλό τεχνικό επίπεδο με παραγωγικά εργαλεία απλά και γενικά ευτελή ενώ η παραγωγή έχει γενικά ατομικό χαρακτήρα · ο καταμερισμός της εργασίας ... βρίσκεται σε πολύ πρωτόγονο επίπεδο ανάπτυξης. 2)Παραγωγή για τις άμεσες ανάγκες του νοικοκυριού ή της κοινότητας του χωριού και όχι για κάποια μεγαλύτερη αγορά. 3) Καλλιέργεια των προσωπικών κτημάτων του άρχοντα (demesne), συχνά σε σημαντική κλίμακα, με υποχρεωτική παροχή εργασίας. 4) Πολιτική αποκέντρωση. 5)Κατοχή γαιών από φεουδαλικούς άρχοντες με την αίρεση παροχής υπηρεσιών προς τον επικυρίαρχο. 6)ο άρχοντας εκτελεί δικαστικές ή οιονεί-δικαστικές λειτουργίες σε σχέση με τον εξαρτημένο πληθυσμό.” 19

Στο θεωρητικό και ιδεολογικό του όμως πεδίο ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής επιλέγει και ενσωματώνει την χριστιανική θρησκεία. Η πολιτική αυτή επιλογή της φράγκικης αριστοκρατίας δεν έχει να κάνει με το γεγονός ότι απλώς πίστεψαν στην αλήθεια του θεού που τους πρόσφερε η ρωμαϊκή εκκλησία αλλά ήταν μια κοινωνική αναγκαιότητα για αυτούς ώστε να επιβάλλουν τους νέους φεουδαλικούς θεσμούς στους πρώην ελεύθερους και μετακινούμενους αγρότες. Ο εκχριστιανισμός σήμαινε για τους προσήλυτους βάρβαρους τη ενσωμάτωσή τους στον πολιτισμό. “Η χριστιανική θρησκεία επικύρωσε την εγκατάλειψη του υποκειμενικού κόσμου της κοινότητας των γενών. Μια πλατύτερη θεϊκή τάξη ήταν το πνευματικό συμπλήρωμα μιάς σταθερότερης επίγειας εξουσίας”.20 Ο αγροτικός χαρακτήρας του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής και οι συγκροτημένες ιεραρχικές του δομές επέβαλαν την πνευματική αναπαράσταση της υλικής πραγματικότητας σε μία αντίστοιχη υπερουράνια δομή. Αυτήν την

18 Χίλτον Ρ. “Εισαγωγή” στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , επιμ. Χίλτον Ρ., μτφ. Γρεβενίτης Π., Αθήνα (Θεμέλιο) 1986, σ. 42-43.

19 Τα στοιχεία αυτά παρμένα από ένα άρθρο του Πωλ Σουήζυ για την διαμάχη πάνω στην μετάβαση από τον φεουδαρχισμό στον Καπιταλισμό. Βλ. Σουήζυ Π., “Κριτική”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 49.

20 Αντερσον Π, Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό , ό.π., σ. 135.

0

Page 11: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

εικόνα μπορούσε να την μεταφέρει στην ανθρώπινη αντίληψη μόνο ο χριστιανισμός και ο κοινωνικός του φορέας, δηλαδή η εκκλησία.

Η φύση της θρησκείας να παρεμβαίνει στην καθημερινότητα των ανθρώπων και να φτιάχνει απαράβατους κανόνες ήταν ένα μεγάλο όπλο για τους φεουδάρχες (εκκλησιαστικούς και κοσμικούς) στην προσπάθεια να καθυποτάξουν τις αγροτικές μάζες. Η αναφορά της στο θυμικό μέρος της ανθρώπινης νόησης ευνοούσε στο να διαμορφωθούν ηθικοί κώδικες συμπεριφοράς που θα δεσμεύουν και θα αποτελούν νόμο για την κοινωνία.

Βασικά χαρακτηριστικά της φεουδαλικής κοινωνίας ήταν ο όρκος υποτέλειας των μικρότερων φεουδαρχών στους μεγαλύτερους και η πίστη και η υποταγή των αγροτών στους αφέντες. Συγκεκριμένοι πολιτικοί χάρτες με προνόμια και δικαιώματα δεν υπήρχαν ( εκτός βέβαια από την Αγγλία μετά όμως από το 1200). Έπρεπε λοιπόν ο όρκος υποτέλειας και η υποταγή να αντλούν από κάποιο ανώτατο και υπέρτατο στοιχείο την νομιμότητά τους, να ενέχουν από κάπου το στοιχείο του απαράβατου. Και επειδή το δεσμευτικό στοιχείο αυτών των κοινωνικών συμβάσεων επαφίεται σε ένα μεγάλο βαθμό στον συναισθηματικό τομέα ο μόνος ιδεολογικός μηχανισμός που θα μπορούσε να τις ντύσει είναι η θρησκεία.

Η θρησκεία λοιπόν αποκτά καταρχήν ένα λειτουργικό χαρακτήρα στις διαπροσωπικές σχέσεις, στις σχέσεις αφέντη και υποτακτικού και γίνεται ο “συνταγματικός” εγγυητής του συστήματος. Σήμερα οι άρχοντες της σύγχρονης πολιτείας λειτουργούν και δρουν στο όνομα αυτών που τους εκλέγουν ή στο όνομα του έθνους, στο όνομα δηλαδή ζώντων και δρώντων κοινοτήτων - καμιά φορά βέβαια αφιερώνουν την δράση τους στον προστάτη θεό αλλά δεν αναφέρονται σε αυτόν ως αρχή που νομοθετεί αλλά ως προστάτη των αξιών της κοινωνίας. Την εποχή εκείνη όμως ο θεός ήταν εκείνος στον οποίο ένιωθαν ή μάλλον έπρεπε να νιώθουν ότι λογοδοτούν. Ο λόγος του θεού ήταν η ανώτατη πολιτική αρχή επί γης, η οποία για να εφαρμοστούν οι επουράνιες εντολές της είχε φροντίσει να στείλει τους κατάλληλους αντιπροσώπους της. Όρισε άπαξ και δια παντός αντιπροσώπους στην γη, τον Πάπα και τους κληρικούς, οι οποίοι με την σειρά τους ορίζουν τους κοσμικούς άρχοντες και βασιλιάδες. Η στέψη είναι έγκυρη μόνο όταν γίνεται από τον Πάπα ή από έναν αρχιεπίσκοπο. Έτσι, οι όρκοι γίνονται στο όνομα του θεού, ο οποίος ξέρει εκτός από το να αγαπά και να τιμωρεί. Όποιος λοιπόν τους παραβεί παραβαίνει τους θεϊκούς νόμους και προσβάλει τον Δημιουργό του. Επομένως πρέπει να υποστεί τις συνέπειες των κάκιστων αυτών πράξεών. Η ύπαρξη του διαρκή

1

Page 12: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

φόβου για την συντέλειας του κόσμου και της κόλασης αρκεί για να υποτάξει τους αμόρφωτους χωρικούς στις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η αριστοκρατία αλλά και την υποταγή των κοσμικών στην εκκλησία.

Οι κανόνες συμπεριφοράς που στήνει η εκκλησία για τον τρόπο ζωής των ανθρώπων αποτελούν τον καταστατικό χάρτη λειτουργίας της μεσαιωνικής κοινωνίας. Προσδίδουν μιά ηθική διάσταση στους θεσμικούς κανόνες του φεουδαλισμού συμπληρώνοντας τους κοσμικούς νόμους σε μια σειρά από τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Με αποτέλεσμα η εκκλησία να μετατρέπεται πραγματικά σε ένα εξουσιαστικό μηχανισμό με νομοθετικά δικαιώματα πάνω στους ανθρώπους. Η θεϊκή προέλευσης της εντολής της εκκλησιαστικής αρχής της δίνει την εξουσία ζωής και θανάτου επί των ανθρώπων. Η πίστη στη κοινωνική ιεραρχία αποτελεί πίστη στην θρησκεία. Ο νόμος της εκκλησίας που δεν είναι άλλος από την τυφλή υποταγή στους άρχοντές τους, για λιτή ζωή χωρίς “υπερβολικές” διεκδικήσεις. Η εκκλησία μετατρέπεται σε δομικό συστατικό του φεουδαλισμού. Η εκκλησία αναλαμβάνει να προστατέψει το σύστημα και να το νομιμοποιήσει. Δεν είναι τυχαίο ότι την πολιτική που θα ονομάζαμε σήμερα κοινωνική πρόνοια την είχε επωμιστεί ο εκκλησιασιαστικός μηχανισμός. Οι εκκλησία και τα μοναστήρια έστηναν νοσοκομεία και φρόντιζαν για τους αρρώστους και τους φτωχούς. Ο κλήρος αναλάμβανε την μόρφωση. Ο κλήρος φρόντιζε για την διασκέδαση των χωρικών.

Η εκκλησία παρεμβαίνει στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων και η καθημερινή ζωή των ανθρώπων μετατρέπεται ολοκληρωτικά σε βίο αφιερωμένο στον θεό και στις επιταγές του. Οτιδήποτε λαμβάνει χώρα στις μεσαιωνικές κοινωνίες έχει μοναδική αφετηρία την θρησκεία. Το θέατρο ξαναγεννιέται μέσα από θρησκευτικά δρώμενα, η φιλοσοφία, οι επιστήμες και τα γράμματα στα Πανεπιστήμια επανέρχονται στο προσκήνιο μέσα από την θεολογική σκοπιά. Η Τέχνη εμφανίζεται ξανά για να εκφράσει την θρησκευτική πίστη. Η διασκέδαση των ανθρώπων γίνεται στα θρησκευτικά πανηγύρια, ενώ σε εμποροπανηγύρεις πραγματοποιείται και η εμπορική δραστηριότητα των αγροτικών πληθυσμών.

Πέρα από αυτά όμως, στην πραγματικότητα οι χωρικοί είχαν μεγάλη ανάγκη την θρησκεία και την αίσθηση μιάς υπεράνθρωπης μαγικής δύναμης που θα τους βοηθούσε να αντέξουν τις δυσκολίες της ζωής και να επιβιώσουν. Η υλική πραγματικότητα που αντιμετωπίζανε είχε να κάνει με τις δυνάμεις της φύσης, καθώς ζούσαν από την τροφή που τους έδινε αυτή. Η φύση όμως ήταν

2

Page 13: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

απρόβλεπτη και μερικές φορές καταστροφική πράγμα που τους ωθούσε αναγκαστικά στην αναζήτηση της προστασίας του “δημιουργού” της.

Επίσης, εκτός από την φύση είχαν να αντιμετωπίσουν και τους ευγενείς που ουσιαστικά ήταν και η μεγαλύτερη καταστροφή. Η υπόσχεση λοιπόν για μια άλλη μεταθανάτια καλύτερη ζωή που θα γινότανε πραγματικότητα μόνο εάν υποφέρανε καρτερικά την παρούσα ήταν για αυτούς μια διέξοδος για να βρουν την δύναμη να συνεχίσουν να παλεύουν στην ζωή τους. Παράλληλα βέβαια χωρίς να το ξέρουν αυτή η υπόσχεση ουσιαστικά συνέβαλε στην υποταγή τους και στην διαιώνιση της δεινής κατάστασής τους.

Εξυπηρετώντας τις κοινωνικές ανάγκες της φεουδαρχίας η εκκλησία διαμορφώνει και επιβάλλει στους αγρότες την πυρηνική οικογένεια21 που αποτέλεσε σημαντικό θεσμό είναι για τον φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής22. Το ίδιο παρεμβαίνει και διαμορφώνει ένα είδος οικογενειακού δικαίου23 με βάση το οποίο προσπαθεί να προστατέψει την ομαλή αναπαραγωγή της αριστοκρατικής τάξης. Οι μορφωμένοι κληρικοί αναλαμβάνουν να προστατέψουν και ιδεολογικά αλλά και θεσμικά το φεουδαλικό καθεστώς καθώς οι κοσμικοί δεν έχουν ακόμα την πολιτική εκπαίδευση, μόρφωση και ωρίμανση για να το επιτύχουν χωρίς τον πρωταγωνιστικό ρόλο της εκκλησίας.

Οι ανάγκες του φεουδαρχισμού συγκροτούν τον χαρακτήρα της θρησκείας και η Εκκλησία αποτελεί τον βασικό χώρο κατασκευής της ιδεολογίας που τον εκφράζει ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες του. Υιοθετεί την θρησκευτική ιδεολογία και την κάνει κτήμα του θρησκευτικοποιώντας το εξουσιαστικό εποικοδόμημα. Η εσωτερική αυτή αλληλοσυσχέτιση των οικονομικών δομών και χριστιανικής ιδεολογίας διαμορφώνει την θρησκευτική ταυτότητα της φαντασιακής κοινότητας της Χριστιανικής Δύσης και ορίζει τον γεωγραφικό, πολιτικό και οικονομικό χώρο της. Δηλαδή στην βάση της μεγάλης πολυδιάσπασης για να διατηρηθεί μια οικονομική και πολιτική ενότητα συγκροτήθηκε ένας υπερσυνοριακός μηχανισμός που ως ένα βαθμό ετίθετο πάνω από τους φεουδαρχικούς ανταγωνισμούς.

Η θρησκευτικοποίηση όμως των φεουδαλικών δομών δικαιολογεί βέβαια την υποστήριξη των ευγενών στην θρησκεία ή την πίστη τους στην εκκλησία αλλά δεν δικαιολογεί από μόνη της την υποστήριξη τους σε μία τέτοια υπερεθνική κοινότητα. Δεν δικαιολογεί αυτήν την αναγκαιότητα. Την απάντηση σε αυτό το

21 22 23

3

Page 14: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ερώτημα ως προς την δομική πλευρά της συσχέτισης φεουδαρχίας και καθολικής κοινότητας θα πρέπει να την βρούμε μέσα στην ίδια την φεουδαρχία, και κυρίως στον πολεμικό, επεκτατικό και “κινητικό” της χαρακτήρα. Ο Πέρυ Άντερσον στο βιβλίο του για τον Απολυταρχισμό παρατηρεί η φεουδαρχική τάξη μπορούσε να είναι κινητή κατά ένα τρόπο που δεν θα μπορούσε να είναι αργότερα η αστική επειδή το κατηγορικό αντικείμενο της κυριαρχίας των ευγενών ήταν η γη. Δεν τους ενδιέφερε που βρισκόταν ή ποιοι την κατοικούσαν ή ποιά γλώσσα και σε ποιά φυλή ανήκαν οι κάτοικοί της.

“Μια δοσμένη βαρονία ή δυναστεία μπορούσε τυπικά να μεταφέρει την παραμονή της από την μία άκρη της ηπείρου στην άλλη, χωρίς να απεξαρθρωθεί. Η οικογένεια των Ανζεβίνων μπορούσε αδιάκριτα να κυβερνά στην Ουγγαρία, στην Αγγλία ή στη Νάπολη· οι νορμανδοί στην Αντιόχεια, στη Σικελία ή στην Αγγλία · οι βουργουνδοί στην Πορτογαλία ή στην Σχελάνδη· [...] Δεν ήταν ανάγκη οι άρχοντες και οι αγρότες να μοιράζονται κάποια κοινή γλώσσα σ’ αυτές τις διαφορετικές περιοχές. Γιατί τα δημόσια εδάφη σχημάτιζαν μια συνέχεια με τα ιδιωτικά κτήματα και τα κλασσικά μέσα απόκτησής τους ήταν η δύναμη, την οποία χρησιμοποιούσαν σταθερά επικαλούμενοι την θρησκευτική ή γενεαλογική νομιμότητα.” Χρειάζονταν μια ιδεολογία για να καλύψουν την χωροταξική ανομοιογένεια της κυριαρχίας τους, μία ομοιογενή φαντασιακή κοινότητα με κοινή συνείδηση μέσα στην οποία θα μπορούσαν να εντάξουν αυτές τις περιοχές. Όπως και οι αστοί επιχειρηματίες ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον αλλά όλοι συμμετέχουν σε μία φαντασιακή και γεωγραφικά καθορισμένη εθνική κοινότητα. Έτσι και οι φεουδάρχες ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον αλλά θα πρέπει πρώτα να έχουν καθορίσει συλλογικά τον γεωγραφικό χώρο που θα συγκρούονται. “ Η έννοια της λατινικής χριστιανοσύνης, της οποίας όλοι οι άνδρες ήταν μέλη, παρείχε την οικουμενική ιδεολογική μήτρα για συγκρούσεις και αποφάσεις, που ήταν η αναγκαία άλλη όψη της ακραίας τοπικιστικής ετερογένιας των ίδιων των πολιτικών μονάδων”.24

Έπρεπε πρώτα όλοι συλλογικά να αντιμετωπίσουν τον κοινό εξωτερικό εχθρό οποίος καθοριζόταν από την διαφορετική οικονομία και την διαφορετική ιδεολογία και να έχουν οριοθετημένα τα σύνορά με αυτόν. Οι Σταυροφόροι συλλογικά πολέμησαν εναντίον των Βυζαντινών ή των μωαμεθανών αλλά ατομικά γεύτηκαν τα κέρδη από τις νίκες συχνά με εσωτερικές κόντρες.

24 Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , μτφ. Αστερίου Έλλη, Αθήνα (Οδυσσέας) 1986, σ. 35.

4

Page 15: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Οι δομές της χριστιανικής λατινικής κοινότητας.

Μπροστά σε αυτή την κατάρρευση που επιφέρει ο φεουδαρχισμός η εκκλησία καταφέρνει και βγαίνει όχι μόνο αλώβητη αλλά και ενδυναμωμένη. Αυτό συμβαίνει γιατί ενώ από την μία καρπώνεται τα πλεονεκτήματα από τον κατακερματισμό της γαιοκτησίας και των εξουσιαστικών δικαιωμάτων, από την άλλη δεν μετέχει άμεσα στις εσωτερικές διενέξεις με αποτέλεσμα να βγαίνει ακόμη περισσότερο κερδισμένη. Η διάσπαση της οικονομίας που φέρνει την διάσπαση της ενότητας της αριστοκρατίας και επομένως και της αυτοκρατορίας δεν παρασέρνει και την εκκλησία. Η εκκλησία είναι ήδη νομιμοποιημένη στον κοινωνικό χώρο της Δύσης και άρρηκτα δεμένη με τους οικονομικούς και πολιτικούς της μηχανισμούς. Ο πολεμικός και πολιτικός ανταγωνισμός των επιγόνων και των διαδόχων των Καρολιδών δημιουργεί ένα μοναδικό πλεονέκτημα στην εκκλησία και στον παπικό θρόνο ως ανώτατη αρχή της να επιβληθεί πολιτικά στους κοσμικούς ηγέτες. Ο παπικός θρόνος ταυτισμένος με την ρωμαϊκή παράδοση διατηρεί την αυτοκρατορική ιδέα και της προσφέρει έναν μοναδικό τρόπο υλικής πραγμάτωσής της. Μέσα στον διαμελισμένο πολιτικό χώρο ο μόνος εξουσιαστικός οργανισμός που καταφέρνει να διατηρεί την ενότητά του είναι η εκκλησία. Αυτό γίνεται εφικτό για διάφορους λόγους. Η εκκλησία διατηρεί ένα μοναδικό προνόμιο να καρπώνεται ένα μέρος της παραγωγής των χωρικών (10%) μέσα από τον μοναδικό γενικό διασυνοριακό φόρο που υπήρχε στα φραγκικά βασίλεια και στα φέουδα.25 Αυτός ο φόρος αναζωογονεί τον εκκλησιαστικό μηχανισμό ο οποίος τελικά καταφέρνει να διατηρήσει την ενότητά του. Η βάση του δηλαδή οι κατώτεροι ιερείς τρέφονται μέσα από τις προσφορές των χωρικών και την προστασία των φεουδαρχών, ενώ ο ανώτερος καθολικός κλήρος διατηρεί φέουδα σε όλη την Δυτική Ευρώπη. Διατηρείται έτσι μιά εκκλησιαστική εξουσία παράπλευρη στην κοσμική η οποία είχε την ικανότητα να διατηρεί ενωμένο έναν αυτόνομο και αυτοτροφοδοτούμενο μηχανισμό πέρα από τα σύνορα και πάνω από την δύναμη των κοσμικών φεουδαρχών. Η κοινωνική αυτή οργάνωση όμως δεν είναι ανεξάρτητη από την κοσμική καθώς το δικαίωμα της εκλογής των επισκόπων και των κληρικών το έχουν

25 Βλ. για την εισαγωγή της δεκάτης από τον Πεπίνο Γ΄, Αντερσον Πέρυ, ό.π., σ. 159. Επίσης, για την δεκάτη βλ. Le Goff J . , Ο πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης , Θεσσαλονίκη (Βάνιας) 1993, σ. 401.

5

Page 16: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

οι βασιλείς και οι φεουδάρχες26. Επομένως, το ζήτημα της πολιτικής κυριαρχίας της εκκλησίας πάνω στους κοσμικούς ηγέτες και κατ’ επέκταση της διατήρησης της θρησκευτικής κοινότητας συνδέεται κυρίως με το παπικό κύρος. Γιατί οι φεουδάρχες αυτοί επίσκοποι δεν αντλούν την πολιτική τους δύναμη μόνο από την γαιοκτησία αφού δεν είναι κληρονομικοί άρχοντες αλλά αντίθετα έχουν το πλεονέκτημα να μετέχουν σε μία ιεραρχικά δομημένη οργάνωση που έχει μία ανώτερη πολιτική αρχή, τον Πάπα. Εκλέγεται από αυτούς και είναι προστάτης και εκφραστής των συμφερόντων της. Η πολιτική αυτή σύνδεση εκκλησιαστικού μηχανισμού και παπικού θρόνου σε συνδυασμό την θέση του στον ιταλικό χώρο δίνει στον τελευταίο μια σημαντική πολιτική δύναμη για να μπορεί να παίξει άνετα τον πολιτικό του ρόλο. Καλλιεργεί λοιπόν και πετυχαίνει να θεωρείται ένας ανώτατος κοσμικός άρχοντας ισοϋψής του αυτοκρατορικού τίτλου. Αυτό το κατάφερε με την εμφάνιση της “Κωνσταντίνειας Δωρεάς”(βλ. πιο πάνω) με την οποία “ο αυτοκράτορας[Κωνσταντίνος Α΄] διακηρύσσει ότι αφήνει στον πάπα την πόλη της Ρώμης και ότι για αυτόν τον λόγο μεταφέρεται στην Κωνσταντινούπολη. Επιτρέπει στον πάπα να φέρει το διάδημα και τα ποντιφικά εμβλήματα και προσφέρει στον ρωμαϊκό κλήρο τα κοσμήματα της συγκλήτου.”27 Πραγματικά, ο Πάπας συμπεριφέρεται σαν ένας κανονικός κοσμικός αυτοκράτορας και έχει όλα τα χαρακτηριστικά όλων των άλλων βασιλιάδων του μεσαίωνα που αντλούν κύρος μόνο από τον τίτλο τους ενώ σε επίπεδο περιουσίας διαφέρουν πολύ λίγο από τους κατώτερους φεουδάρχες τους28. Είναι ένας πολιτικός ηγέτης που βρίσκεται στην κορυφή της φεουδαρχικής πυραμίδας πάνω και έξω από τις έριδες των αλληλοσυγκρουόμενων αριστοκρατών. Λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγοντας μέσα στην πολυδιάσπαση και τις αντιθέσεις που γεννούσε από την μία η συνεχής αλληλοεπικάλυψη και το μπέρδεμα των εξουσιών και από την άλλη η έλλειψη ενιαίων δομών. Είναι επικεφαλής των αριστοκρατών και ως πολιτικός άρχοντας φροντίζει για τα συμφέροντα τους. Λειτουργεί μέσα σε μία συγκεκριμένη επικράτεια τα όρια της οποίας αναλαμβάνουν να προστατεύουν

26 Αλλά και πάλι ο χαρακτήρας αυτού του διορισμού δεν δείχνει αναγκαστικά υποταγή του κλήρου στους φεουδάρχες αντίθετα μπορεί να σημαίνει την υποχρέωση των πολεμιστών να προστατεύουν την εκκλησία.

27 Le Goff J . , ό.π. , σ. 375.28 Ο διαχωρισμός ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και την θρησκευτική πράξη είναι

ξεκάθαρος και συνειδητός στην παπική αντίληψη, πράγμα που υποδηλώνει τις κοσμικές του βλέψεις. ( Le Goff J . , ό.π. , σ.380.) “Ο Πάπας δεν φέρει την τιάρα όταν ασκεί τα ιερατικά του καθήκοντα αλλά στις τελετές όπου εμφανίζεται ως ηγεμόνας”. (Le Goff J . , ό.π. , σ. 376.)Την διπλή εξουσία τους την απεικόνιζαν με το έμβλημα των δύο σπαθιών που απεικονίζει ακριβώς τις δύο παράλληλες εξουσίες.( Le Goff J . , ό.π. , σ. 369.)

6

Page 17: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

και να επεκτείνουν οι ευγενείς. Ο μηχανισμός που αποτελεί την ραχοκαλιά αυτής της επικράτειας είναι ο εκκλησιαστικός όσο αυτός τίθεται υπό την πολιτική αρχή του Πάπα. Με βάση αυτόν τον μηχανισμό ο πάπας μπορεί να δίνει διατάγματα αλλά και μπορεί και να επιβάλλει φορολογία, όπως στις περιόδους των Σταυροφοριών29 αναλαμβάνοντας να εκπροσωπεί τις οικονομικές και πολιτικές ανάγκες του φεουδαλικού συστήματος. Παράλληλα βέβαια η φεουδαρχική κυβέρνηση στη διάρκεια του μεσαίωνα στηριζόταν σε σημαντικό βαθμό στις υπηρεσίες της πολύ πλατιάς κληρικής γραφειοκρατίας, που το ανώτερο προσωπικό της μπορούσε ν’ αφιερώσει όλο του το χρόνο στη δημόσια διοίκηση χωρίς οικονομική επιβάρυνση, αφού έπαιρνε κιόλας ψηλούς μισθούς από ένα ξεχωριστό εκκλησιαστικό μηχανισμό30. Δηλαδή, ο παπικός θρόνος, αφού καταφέρνει λοιπόν να διατηρεί την ενότητα του μηχανισμού του, μεταφέρει την ενότητα αυτή στο κοινωνικό επίπεδο. Η εκκλησία από παράπλευρη πολιτική δύναμη μετατρέπεται σε συνθετικό κοινωνικό ημικρατικό οργανισμό της φεουδαρχικής κοινωνίας. Αποτελεί το ένα είδος κρατικού μορφώματος μέσα από το οποίο η κυρίαρχη τάξη επιβάλλει την εξουσία της. Αυτό γίνεται εφικτό, πρώτον, μέσα από την δύναμη που της δίνει η κοινωνική λειτουργία της εκκλησίας και, δεύτερον, μέσα από τις διασυνδέσεις του ανώτερου κλήρου με την ανώτερη πολιτική τάξη, την φεουδαρχία. Αυτή η ενότητα συγκροτεί έναν ενωμένο φαντασιακό χώρο που δεν είναι άλλος από την εκλιπούσα αυτοκρατορική κοινότητα. Η άρρηκτη λειτουργική-ταξική σύνδεση λαϊκών και κληρικών καθώς και η μορφωτική υπεροχή εκκλησιαστικών λειτουργών συμβάλλουν στην ουσιαστική συμμετοχή των ευγενών στην Φαντασιακή Κοινότητα της Καθολικής θρησκείας και στην αποδοχή της ενιαίας ρωμαιοκαθολικής ταυτότητας. Η εκκλησία μέσα από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της μεταφέρει την ιδέα της Οικουμενικής Χριστιανοσύνης και της Παπικής κυριαρχίας σε όλο αυτόν τον κόσμο, που χειραγωγεί και καθοδηγεί πνευματικά. Γενικότερα, η εκκλησία ακολουθώντας την παπική γραμμή και κατέχοντας το αναφαίρετο δικαίωμα να διαμορφώνει την ιδεολογία της κοινωνίας προτάσσει τον εαυτό της στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας.31

29 Ο φόρος των σταυροφοριών αναφέρεται στο Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σ. 35.

30 Βέβαια αυτό το έκανε και κατά την διάρκεια της απολυταρχίας αλλά τότε είχαν διαραγεί οι εξουσιαστικές σχέσεις της κάθε κρατικής εκκλησίας με την παπική αρχή. Σε αυτήν την περίοδο αναφέρεται κυρίως και ο Άντερσον απ’ όπου πήρα και την πληροφορία. Αλλά ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρεται και σε όλη την διάρκεια του Μεσαίωνα. Βλ. Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σ. 43.

31 Έτσι, ως ένα βαθμό η ιδεολογία της μεσαιωνική Δύσης γίνεται σήμερα αντιληπτή

7

Page 18: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Η δύναμη του Πάπα και η χρήση από τον ίδιο του αυτοκρατορικού τίτλου ταυτίζει την αυτοκρατορική ιδέα με την παπική εξουσία και εντείνει τον θρησκευτικό χαρακτήρα της φαντασιακής αυτής κοινότητας. “Έτσι λοιπόν, η Παποσύνη όχι μόνο αποσπάστηκε αλλά άρχισε να αποσπά μαζί της και την εκκλησία, από κάποια υποταγή στη λαϊκή φεουδαρχική τάξη, αλλά και αναγνωρίστηκε ως η κεφαλή τόσο της θρησκευτικής όσο και της λαϊκής κυριαρχίας”.32 Οι πάπες για να το πετύχουν αυτό συγκρούονται με τους Γερμανούς αυτοκράτορες. Γιατί η αυτοκρατορική ιδέα μετά την οριστική διάσπαση του κράτους των Καρολιδών33 δεν θα διατηρηθεί αλλά θα μεταβιβαστεί στην Γερμανία. Η διαδικασία αυτή της προσπάθειας για ανασύσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας θα στιγματιστεί με την σύγκρουση των Πάπων με τους Αυτοκράτορες. Η αυτοκρατορική κοσμική προοπτική του Πάπα ταυτιζόταν με την αύξηση της επιρροής του πάνω στους επισκόπους και στα εκκλησιαστικά φέουδα μέσω της συμμετοχής του στην εκλογή τους, προνόμιο που είχε μόνο ο Γερμανός αυτοκράτορας. Η ανοιχτή αυτή πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στις δύο εξουσίες που θα ονομαστεί πόλεμος της

κυρίως μέσα από το πρίσμα της καθολικής εκκλησίας. Την ιδεολογία αυτή θα μπορούσε κανείς να την συμπυκνώσει στο ιδεολόγημα για την τριμερή διαίρεση της κοινωνίας: σε αυτούς που προσεύχονται, σε αυτούς που πολεμούν και σε αυτούς που εργάζονται: oratores , bel latores , laboratores . Ο μύθος που μεταφέρει ο Le Goff στο βιβλίο αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα για τον τρόπο που η Εκκλησία λειτουργεί μέσα στο σύστημα ταυτόχρονα υπέρ του εαυτού της και υπέρ του συστήματος:

“Παράδειγμα των προβάτων, των βοδιών και των σκύλων.Τα πρόβατα υπάρχουν για να δίνουν γάλα και μαλλί · τα βόδια για να οργώνουν τη

γη · τα σκυλιά για να προστατεύουν τα πρόβατα και τα βόδια από τους λύκους. Αν κάθε είδος αυτών των ζώων επιτελεί το έργο του ο Θεός τα προστατεύει .. .Το ίδιο κάνει και με τις τάξεις (ordines) που εγκαθίδρυσε με σκοπό να επιτελούν τις υπηρεσίες τους σ’ αυτόν τον κόσμο. Καθίδρυσε τους πρώτους - τους κληρικούς και τους μοναχούς- για να προσεύχονται για τους άλλους και γεμάτοι τρυφερότητα, όπως τα πρόβατα, να τους ποτίζουν με το γάλα του κηρύγματος και να τους εμπνέουν με το μαλλί του καλού παραδείγματος, φλογερή αγάπη για τον Θεό. Καθίδρυσε τους αγρότες για να συντηρούν - όπως τα βόδια με την εργασία τους- και τους εαυτούς τους και τους άλλους. Και άλλους, τέλος, - τους πολεμιστές- τους καθίδρυσε για να εκδηλώνουν όσο αυτό είναι αναγκαίο, τη δύναμη και να υπερασπίζονται αυτούς που προσεύχονται και αυτούς που καλλιεργούν τη γη από τους εχθρούς -όπως και από τους λύκους”.( Le Goff J . , ό.π. σ.356-7.)

Η τριμερής διαίρεση αυτή διαίρεση εμφανίζεται γύρω στα 1000 (Βλ. Le Goff J . , ό.π, σ. 359.) όταν πλέον οι φεουδαρχικές δομές έχουν αποκτήσει έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα και έχουν διευρυνθεί αρκετά. Αλλά σύμφωνα με την ορθή εκτίμηση του Le Goff το ιδεολόγημα αυτό, που είναι δημιούργημα των κληρικών, έχει έναν διπλό στόχο και να υποτάξει τις παραγωγικές τάξεις στις δύο άλλες αλλά και να καθυποτάξει τους πολεμιστές στους ιερείς και να καταστήσει τους πρώτους προστάτες της θρησκείας και της Εκκλησίας.( Βλ. Le Goff J . , ό.π, σ. 360.) Η πάλη μεταξύ κλήρου και αριστοκρατών θα στιγματίσει την μεσαιωνική κοινωνία για να καταλήξει με την Αναγέννηση στην τελική πολιτική επικράτηση της κοσμικής πολιτικής ηγεσίας αλλά και την ολοκληρωτική εκοσμίκευση της παπικής εξουσίας . Τότε, ο Πάπας θα καταντήσει να είναι απλώς ένας μονάρχης όπως όλοι οι άλλοι της Ιταλικής χερσονήσου

32 Le Goff J . , ό.π. , σ. 376.33 Για την εξέλιξη της Αυτοκρατορίας των Καρολιδών βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 206-

9.

8

Page 19: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Περιβολής.34 Οι Αυτοκράτορες από την μία προσπαθούσαν να υπερβούν τις δυσκολίες της συνένωσης της Αυτοκρατορίας και από την άλλη επιχειρούσαν να αναβαθμίσουν την πολιτική τους εξουσία με το να ταυτιστούν με την θρησκευτική επιθυμώντας να της προσδώσουν έναν ιερατικό χαρακτήρα.35 Παρ΄ όλα αυτά η ηγεμονία του Αυτοκράτορα στην κεφαλή της Χριστιανοσύνης παρέμεινε πάντοτε περισσότερο θεωρητική παρά πραγματική.36

Εξάλλου και στην ίδια την Γερμανία υπήρχαν μεγάλοι περίοδοι που δεν υπήρχε εστεμμένος αυτοκράτορας ή και υπήρχαν δύο.37 Η όλη λοιπόν προσπάθεια ήταν προβληματική. Οι συγκρούσεις πολλών και διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων διατηρούσαν την ισορροπία της διάσπασης. Η αντίθεση όμως αυτή ενδυνάμωνε την αυτοκρατορική ιδέα. Το αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών είναι να διατηρείται η πολιτική και η ιδεολογική ενότητα της χριστιανικής Δύσης. Ο υλικός οργανισμός της εκκλησίας, η δύναμη της παπικής εξουσίας με την παράλληλη αδυναμία των γερμανών αυτοκρατόρων και η αυτοκρατορική ιδέα θα αποτελέσει την βάση του ιδεολογικού εποικοδομήματος της Λατινικής Φαντασιακής Κοινότητας της Χριστιανικής Δύσης. Η εκκλησία διαμορφώνει τα ιδεολογήματα εκείνα που την επιβάλλουν στην κορυφή του κοινωνικού οικοδομήματος, πράγμα που αποτελεί την πεμπτουσία της διατήρησης της φαντασιακής ενότητας της Χριστιανοσύνης. Όταν εκκλησία και κυρίως ο πάπας αποδυναμωθεί τότε και θα χαθεί και η ενοποιητική δύναμη του δυτικοευρωπαϊκού χώρου.

Ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο που συντελεί τόσο στην ενότητα της Λατινικής Φαντασιακής Κοινότητας όσο και χαρακτηρίζει τον πολιτισμό της είναι η χρήση της λατινικής γλώσσας. Τα πολλά φεουδαλικά κρατίδια που είχαν πληθυσμούς με πολλές και διαφορετικές γλώσσες και ιδιώματα είχαν ένα σημαντικό πρόβλημα τόσο στην μεταξύ τους επικοινωνία όσο και στην ύπαρξη μιάς δομημένης γλώσσας που θα εξυπηρετούσε τις γραφειοκρατικές ανάγκες των κρατών τους. Όσον αφορά λοιπόν το πρώτο ήταν αδύνατον κάποιο από τα κρατίδια αυτά ακόμη και εκείνα που αναγνώριζαν ένα βασιλιά να επιβάλλουν την δική τους γλώσσα γιατί ακριβώς δεν είχαν ούτε την δύναμη ούτε το κύρος να το επιτύχουν. Αλλά και να μπορούσαν δεν ήταν ικανές αυτές οι γλώσσες να προσφέρουν αυτήν την χρηστικότητα διότι οι

34 Για περισσότερες πληροφορίες όσον αφορά την “έριδα της περιβολής” βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ.282-8.

35 Για τα ιδεολογήματα και τις προσπάθειες των Αυτοκρατόρων να αποκτήσουν ιερατικό χαρακτήρα Βλ. Le Goff J . , ό.π., σ. 372-3

36 Βλ. Le Goff J . , ό.π., σ. 370.37 Βλ. Le Goff J . , ό.π., σ. 369.

9

Page 20: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

κοινωνικές τάξεις που τις χρησιμοποιούσαν, οι αγρότες, οι πολεμιστές και οι ευγενείς δηλαδή, δεν είχαν την κατάλληλη παιδεία ώστε να μπορέσουν να τις διαπλάσουν κατά αυτόν τον τρόπο. Τις ανάγκες λοιπόν αυτές του φεουδαρχικού συστήματος ήρθε και κάλυψε η λατινική γλώσσα που είχε και το κύρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας απέναντι στις “βαρβαρικές γλώσσες” αλλά και την κατάλληλη χρηστική δομή. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι αποτελούσε την Ιερή γλώσσα της θρησκείας και της εκκλησίας, του μοναδικού συμπαγούς γραφειοκρατικού μηχανισμού που μπορούσε να λειτουργεί πέρα από τα σύνορα του κάθε φέουδου. Η κοινή γνώση των Ιέρων λατινικών έδινε τη δυνατότητα επικοινωνίας σε αυτές τις περισσότερο ή λιγότερο διαφορετικές εθιμικά και εθνογλωσσικά περιοχές. αποτελώντας έναν πραγματικό κρίκο μεταξύ τους. Ήταν η γλώσσα που χρησιμοποιούσαν όλα τα φεουδαλικά κρατίδια συνενώνοντάς τα σε μία μεγάλη και ενιαία πολιτική κοινότητα με κέντρο την Ρώμη.

Η γλώσσα αυτή όμως αναγκαστικά βρισκόταν μακριά από το πολύ λαό που ήταν γενικώς αναφάλβητος και συνήθως μιλούσε τις καθομιλούμενες. Κυρίως την μιλούσαν ή την έγραφαν οι κυβερνητικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι και οι ελάχιστοι διανοούμενοι. Αυτή όμως η εκκλησιαστική γραφειοκρατία και πνευματική ελίτ παρέμβαινε στην κοινωνία και δημιουργούσε την ιδέα της ενότητας καταρχήν στο επίπεδο της άρχουσας τάξης, θρησκευτικής και κοσμικής. Στη συνέχεια αυτή η ιδέα επιβαλλόταν στις ανθρώπινες συνειδήσεις των κατώτερων τάξεων μέσα από τον εκκλησιαστικό οργανισμό που εκτός από θρησκευτικές αρμοδιότητες συχνά αναλάμβανε και κοσμικές.

Η γλώσσα αυτή θεωρούταν Ιερή ήταν δηλαδή δοσμένη από το θεό άρα ήταν σεβαστή και προκαλούσε δέος η γνώση της. Το ίδιο σεβαστοί ήταν και οι δίγλωσσοι διανοούμενοι που τη χρησιμοποιούσαν. Θεωρούνταν επιλεγμένοι από τον θεό. Επομένως, οι γλώσσες αυτές ενέπνεαν αλλά και επέβαλαν την εξουσία και αποτελούσαν για τον απλό λαό τον ενδιάμεσο συνδετικό κρίκο γης και ουρανού. Όσοι τις μιλούσαν ή γνώριζαν τη γραφή και την ανάγνωση τους είχαν το αναφαίρετο δικαίωμα να κυβερνούν τους ανθρώπους. Επομένως, όπου χρησιμοποιούταν σήμαινε την παπική επικυριαρχία και αποτελούσε τον εξουσιαστικό σύνδεσμο επαρχίας και κέντρου.

Η βαθιά αυτή θρησκευτικότητα που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους της φεουδαλικής κοινωνίας διαμορφώνοντας το πρότυπο του “θρησκευτικού ανθρώπου” υπάρχει αποτελεί στοιχείο της χριστιανικής κοινότητας. Όλοι αυτοί οι θεσμοί και τα έθιμα αποτελούν βασικά πολιτισμικά στοιχεία που αποδεικνύουν και

0

Page 21: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

εντείνουν την ενότητα αυτών των τόσο διαφορετικών, απομακρυσμένων και κλειστών κοινωνιών μέσα από τον κοινό θρησκευτικό κρίκο της καθολικής θρησκείας. Στην Ισπανία, την Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία πραγματοποιούνται στις μεγάλες γιορτές υπαίθριες θεατρικές παραστάσεις στις οποίες συμμετέχει πλήθος πιστών. Οι δραστηριότητες αυτές ξεκίνησαν μέσα από θρησκευτικά μυστήρια αλλά και όταν αποκόπηκαν από την καθαρά θρησκευτική τελετουργία υποστηρίχτηκαν από την Παπική εκκλησία διαμορφώνοντας στην Δυτική Ευρώπη έναν όμοιο τρόπο διασκέδασης έναν κοινό πολιτιστικό στυλ.

Η συγκρότηση μίας κοινής πολιτικής και πολιτιστικής ταυτότητας στην βάση μιάς ομοιόμορφης οικονομίας συνεπάγεται και μία θεωρία για όλους όσους δεν συμμετείχαν σε αυτήν ιδέα της κοινότητας. Η εκκλησία στο διασπασμένο φεουδαρχικό καθεστώς προσφέρει λοιπόν ακόμη μια ιδεολογική χρησιμότητα, στήνει τόσο τον εσωτερικό όσο και τον εξωτερικό εχθρό σφυρηλατώντας την κοινή ταυτότητα των χώρων αυτών μέσα από τον ετεροπροσδιορισμό. Βασικός εχθρός είναι ο “διάβολος” ο οποίος όμως ανάλογα με τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα της εξουσίας παίρνει κάθε φορά και ένα διαφορετικό πρόσωπο στην γη. Οι χωρικοί μαθαίνουν να φοβούνται και να επιζητούν είτε την θεϊκή προστασία της εκκλησίας είτε την υλική των φεουδαρχών που υποτίθεται ότι έχουν αναλάβει να τους προστατεύουν. Οι φόβοι αυτοί όμως γίνονται ένα φοβερό όπλο στα χέρια της φεουδαρχίας καθώς τους εκμεταλλεύονται για το συμφέρον τους, την επέκταση και για την αναπαραγωγή του εξουσιαστικού συστήματός τους. Ο “διάβολος” λοιπόν άλλοτε είναι οι αιρετικοί και οι μάγισσες, άλλοτε είναι οι βυζαντινοί και άλλοτε είναι οι μωαμεθανοί. Τέλος, το ιδεολόγημα αυτό διαμόρφωνε μια πολεμική θρησκευτική λαϊκή συνείδηση γεμάτη θρησκευτικό φανατισμό και μισαλλοδοξία. Αυτός ο φανατισμός έδινε τη δυνατότητα για επεκτατικούς “ιερούς και δίκαιους” πόλεμους, τις σταυροφορίες και τους διωγμούς εναντίον των αιρέσεων. Οι κοινωνίες που συμμετέχουν στην λατινική φαντασιακή κοινότητα αυτοπροσδιορίζονται περισσότερο σε σχέση με τους άλλους ετερόδοξους χριστιανούς και αλλόθρησκους παρά σε σχέση με τις μεταξύ τους διαφορές. Το ενιαίο δόγμα, η ενιαία θρησκευτική πίστη ήταν πάντα το ζητούμενο για την ρωμαιοκαθολική κοινότητα. Οι θρησκευτικές μειονότητες πάντα βρίσκονταν υπό διωγμό γιατί δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα συνοχής και κινδύνους πολιτικής αποσταθεροποίησης. Στον δυτικό μεσαίωνα οι αιρέσεις ήταν ένα πρόβλημα εξουσίας καθώς σήμαινε άρνηση της ρωμαιοκαθολικής ταυτότητας και άρνηση της έννοιας της

1

Page 22: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ενότητας. Η καθολική ταυτότητα ταυτιζόταν με την πίστη στο καθεστώς. Όλες οι ιδεολογίες χρειάζονται εχθρούς για να μπορούν να συγκρατούν υποταγμένες τις κατώτερες τάξεις και να στρέψουν σε εξωτερικούς παράγοντες την δυσαρέσκεια από τις κρίσεις και τις αδικίες του συστήματος. Η κατασκευή εχθρών και η δημιουργία και η καλλιέργεια φοβιών έδωσε φοβερή χρησιμότητα στην ηγετική τάξη να αναπαραχθεί, να επεκταθεί και να ξεπεράσει τις εσωτερικές τις κρίσεις.

Οι Καθολικοί, όπως και όλα τα άλλα “θρησκευτικά έθνη”, θεωρούσαν τον εαυτό τους ως τον μοναδικό και περιούσιο λαό του θεού. Δημιούργησαν λοιπόν την ιδέα της οικουμενοσύνης: “Μονάχα ο ρωμαίος ποντίφικας δικαίως αποκαλείται οικουμενικός”. Όλοι όσοι δεν αποδέχονται αυτήν την αλήθεια δεν είναι καθολικοί αλλά όργανα του διαβόλου. Επομένως, εκείνοι που έχουν δεχτεί την μόνη και σωστή θεϊκή αλήθεια είχαν την υποχρέωση να επεκταθούν σε όλη την Οικουμένη και να εξαπλώσουν γεωγραφικά όσο το δυνατόν περισσότερο την πίστη του Θεού αυξάνοντας και το ποίμνιο του. Η επεκτατική αυτή ιδεολογία διαμορφώθηκε με βάση τις ανάγκες του ίδιου του φεουδαρχισμού δένοντας όμως παράλληλα ακόμη περισσότερο τους λαούς της Δυτικής Ευρώπης σε μία κοινή ιδεολογία και φαντασιακή πίστη για την θέσμιση της κοινωνίας τους. Ο χαρακτήρας του φεουδαλικού συστήματος είναι καθαρά πολεμικός. Οι πολεμιστές κυρίως αποσπούν κέρδη μέσω του πολέμου, οι αριστοκράτες ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την κατάκτηση γης και βασάλων, η δημογραφική αύξηση δημιουργεί πλεονάζοντα πληθυσμό που σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής μετατρέπεται σε παρασιτικό μισθοφορικό στρατό δημιουργώντας αστάθεια στο σύστημα της παραγωγής. Επομένως, ο επεκτατισμός για την αποφυγή της διάλυσης των δομών του φεουδαλισμού αποτελεί μια αναγκαιότητα. Έτσι, αρχίζει μια σειρά από σταυροφορίες με σκοπό την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ από τους μουσουλμάνους. Ο Μωάμεθ γίνεται ο Διάβολος και οι καθολικοί ξεκινάνε για να κατακτήσουν την πλούσια Ανατολή των απίστων. Τα νέα βασίλεια που συστάθηκαν μετέφεραν τον φεουδαλισμό στην Ανατολή και κάλυψαν τις φιλοδοξίες όλων αυτών των δευτερότοκων αρχόντων που ξέμειναν μόνο με τους μεγαλοπρεπείς τίτλους τους και έδωσαν διέξοδο στον παρασιτικό υπερπληθυσμό διασώζοντας το σύστημα. Αυτές τις ανάγκες κάλυψε και η ισπανική Reconquista (ανακατάληψη της Ισπανίας από τους καθολικούς) αλλά και ο πόλεμος ενάντια στους Καθαρούς (αίρεση που είχε το κέντρο της στην νότια Γαλλία). Η περίοδος των Σταυροφοριών αποτέλεσε την μεγαλύτερη ακμή της παποσύνης καθώς ο Μεγάλος Ποντίφικας

2

Page 23: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

δρούσε σαν ένας κανονικός αυτοκράτορας.Με αυτόν τον τρόπο, συγκροτείται λοιπόν ένας ενιαίος

πολιτισμικά, ιδεολογικά θρησκευτικοπολιτικός χώρος ο οποίος ενοποιείται μέσα από ένα διακρατικό γραφειοκρατικό εξουσιαστικό μηχανισμό, την ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Έγινε εφικτό να διαμορφωθεί ένα μίνιμουμ κοινό πολιτισμικό και εθιμικό πλαίσιο σε αυτόν τον γεωπολιτικό χώρο που πλέον θα ονομάζεται, “καθολική Δύση”. Αυτός ο χώρος αποτελεί μια κοινότητα που προσλαμβάνεται σε φαντασιακό επίπεδο. Οι Άγγλοι, οι Αραγωνέζοι, οι Βόρειοι Γάλλοι, οι Ιταλοί και οι Γερμανοί και όλες οι μικρότερες ή μεγαλύτερες φυλές, κράτη ή φεουδαλικά κρατίδια αισθάνονται ότι ανήκουν σε αυτήν την ιδιαίτερη ξεχωριστή κοινωνία. Εάν ένας καθολικός Γάλλος του Βορρά συναντούσε Άγγλους ή Γερμανούς θα χρησιμοποιούσαν τα λατινικά για συνεννοηθούν προφορικά καθώς διαφορετικά αυτό θα ήταν αδύνατον αφού μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες. Όλοι οι λατινόφωνοι κάτοικοι των περιοχών αυτών μπορούσαν να κινούνται εύκολα προς οποιοδήποτε πανεπιστημιακό κέντρο διαμορφώνοντας μια δίγλωσση ελίτ λατινομαθών, η οποία αποτελούσε και τον διαμορφωτή και παράλληλα των εκφραστή των κοινωνικοπολιτικών αντιλήψεων της καθολικής Ευρώπης. Όλες αυτές οι περιοχές κοιτούσαν προς την Ρώμη, το πολιτικοιδεολογικό κέντρο. Εκεί μπορούσαν να συναντηθούν πρόσωπα από διάφορες περιοχές που σήμερα θα ορίζονταν με διαφορετικούς εθνικούς όρους. Αυτοί αντιλαμβάνονταν ότι μεταξύ τους είχαν κάτι κοινό και αργότερα όταν επέστρεφαν στις πατρίδες τους το μετέφεραν και εκεί ως ένα αναμφισβήτητο αίσθημα. Αυτά τα προσκυνήματα που θα μπορούσαν να γίνονται εκτός από την Ρώμη και σε άλλα θρησκευτικά κέντρα έδειχναν και τα όρια της λατινικής κοινότητας38. Ο Μπενεντίκτ Άντερσον λέει: “Είναι βέβαιο ότι υπήρχε πάντοτε μια διπλή όψη στη χορογραφία των μεγάλων θρησκευτικών προσκυνημάτων: μια απέραντη ορδή από αναφάλβητους που μιλούσαν μόνο την καθομιλουμένη, παρείχε την έντονη υλική πραγματικότητα του τελετουργικού περάσματος· κι ένα μικρό τμήμα μορφωμένων δίγλωσσων ειδημόνων, που προέρχονταν από κάθε κοινότητα καθομιλουμένης και πραγματοποιούσαν τελετουργίες που τους ένωναν εξηγώντας στους πιστούς τους τη σημασία της συλλογικής τους κίνησης. Στην προ τυπογραφίας εποχή, η πραγματικότητα της φαντασιακής θρησκευτικής κοινότητας εξαρτιόταν έντονα από τα αμέτρητα,

38 Βλ. τρόπο προσέγγισης. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 92 -93.

3

Page 24: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ακατάπαυστα ταξίδια” 39. Χτίζεται με βάση την ρωμαιοκαθολική θρησκεία και την

λατινική της γλώσσα στη σκέψη των ανθρώπων μια φαντασιακη κοινωνική οντότητα. Αυτή η οντότητα έχει σαφή όπως και μετέπειτα το έθνος, ιδεολογική , πολιτιστική , πολιτική και ιστορική οριοθέτηση. Αυτά τα στοιχεία συναρθρώνονται αφαιρετικά από το παρελθόν και από τις σύγχρονες ανάγκες τις οποίες και φυσικά εξυπηρετούν κατασκευάζοντας έτσι θα λέγαμε σήμερα ένα “θρησκευτικό έθνος”*.

4. Η εμφάνιση των πρωτοεθνικών κοινοτήτων.

Ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής όπως είδαμε θρησκευτικοποίησε το καθεστώς του μέσω της αναβάθμισης του πολιτικού και κοινωνικού ρόλου της εκκλησίας. Χρησιμοποίησε τον εκκλησιαστικό οργανισμό για να διατηρήσει την διασπασμένη ενότητα στην επικράτειά του και διαμόρφωσε με βάση τα θρησκευτικά πολιτισμικά στοιχεία, κυρίως με την λατινική γλώσσα ως ιερή γλώσσα, ένα ενιαίο πολιτικοιδεολογικό εποικοδόμημα, μια κοινή χριστιανική ταυτότητα, μια κοινή καθολική φαντασιακή συνείδηση.

Ο ίδιος όμως ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής γέννησε μέσα από τις αντιφάσεις του και τις ανάγκες του διαφορετικές, μη φεουδαλικές οικονομικές δομές, οι οποίες διαμόρφωσαν στο επίπεδο του εποικοδομήματος τις συνθήκες για μια εξέλιξη αντιθετική προς καθολική κοινότητα. Η εμφάνιση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της εμπορικής αστικής τάξης από τα μέσα του Μεσαίωνα αναγκάζει στην πορεία της ιστορίας του ευγενείς να αντιδράσουν προστατευτικά στο καθεστώς τους με το προσαρμόσουν τους θεσμούς του πολιτικού εποικοδομήματος στις νέες συνθήκες. Το αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης κατά την διάρκεια της Αναγέννησης ήταν να διασπαστεί τόσο η υλική όσο και η φαντασιακή ενότητα του καθολικισμού. Στο κενό που αφήνει ανατέλλουν οι λεγόμενες πρωτοεθνικές κοινότητες μια. Αυτές αποτελούν μια νέα μορφή κρατικής και πολιτικοιδεολογικής διακυβέρνησης βασισμένη ως ένα βαθμό στα κοινωνικά χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και σε έναν άλλο σε εκείνα του αποσυντιθέμενου φεουδαλικού.

Οι πρωτοεθνικές κοινότητες εισάγουν τις απαρχές της εθνικής συνείδησης και προϊδεάζουν για τις παγκόσμιες ανατροπές που θα

39 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 92. * Ο όρος εδώ έθνος χρησιμοποιείται καταχρηστικά.

4

Page 25: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

επιφέρουν οι αναπτυσσόμενοι εθνικισμοί. Τα εθνικά κράτη αποτελούν τα κρατικά μορφώματα του καπιταλισμού και ο εθνικισμός το κατεξοχήν ιδεολογικό δημιούργημά του. Η ιστορική η εξέλιξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την ανάπτυξη των δύο αυτών στοιχείων. Οι πρωτοεθνικές κοινότητες αποτελούν τα πρώτα βήματα σε αυτήν την μακρά πορεία. Ταυτίζονται και εκπροσωπούν τις κοινωνικές αλλαγές που έφερε στο φεουδαλικό σύστημα παραγωγής η εμφάνιση της πρωτοκαπιταλιστικής -ή προκαπιταλιστικής, όπως την θέλουν κάποιοι μαρξιστές αναλυτές40,- εμπορευματικής παραγωγής.

Ο καπιταλισμός και οι ανάγκες του είναι οι παράγοντες που “φτιάχνουν” τα έθνη και φέρνουν τις εθνικές γλώσσες στο προσκήνιο. Όσο ο καπιταλισμός είναι συμπληρωματικός ή ενσωματώσιμος στον φεουδαλισμό τότε απλώς επηρεάζει και δείχνει τον δρόμο για τις αλλαγές που θα επιφέρει στο πολιτικό τοπίο. Όταν όμως αποκτάει μια μεγαλύτερη δυναμική και το φεουδαρχικό σύστημα παρακμάζει και υποχωρεί τότε δίνει και το δυνατό χτύπημα στο φεουδαλισμό και στην παπική εξουσία.

Εδώ βέβαια τίθεται ένα ζήτημα γιατί το φεουδαρχικό σύστημα στην Ευρώπη μπορεί και εξελίσσεται σε καπιταλισμό και τα άλλα όπως το ασιατικό τον δέχονται ως εξωτερική επίδραση; Γιατί στον δυτικό Μεσαίωνα οι θρησκευτικές κοινότητες υποχωρούν για να δώσουν την θέση τους στις εθνικές; Την απάντηση αυτή θα πρέπει να την βρούμε στα λόγια του μεγάλου γιαπωνέζου μαρξιστή ιστορικού Κοτσίρο Καταχάτσι: “ο αποφασιστικός παράγοντας που εμπόδισε την αυτόνομη ανάπτυξη της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας στην Ανατολική Ευρώπη και στην Ασία ήταν ακριβώς η σταθερότητα της εσωτερικής δομής της φεουδαλικής έγγειας ιδιοκτησίας στις χώρες αυτές. Το γεγονός πως μπορεί να ειπωθεί ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός και η αστική κοινωνία πήραν την κλασσική τους μορφή στη δυτική Ευρώπη, μάλλον δείχνει μια εγγενή ευπάθεια και αστάθεια της φεουδαλικής έγγειας ιδιοκτησίας στην εποχή αυτή.”41 Το ίδιο λοιπόν μπορούμε να πούμε και για το “φαίνεσθαι” του φεουδαλισμού την χριστιανική καθολική κοινότητα. Τα πολιτισμικά και ιδεολογικά στοιχεία που την συγκροτούσαν στηρίζονταν σε ασταθή και ευπαθή υποστυλώματα.

Τα πρώτα δείγματα μιάς πρωτοεθνικής διαχωριστικής αντιμετώπισης μέσα στα πλαίσια της θρησκευτικής κοινότητας

40 Βλ. Σουήζυ, ό.π., σ. 75.41 Καταχάτσι Κ., “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό

στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 109.

5

Page 26: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

μπορεί να παρατηρήσει κανείς στον θεσμό των Πανεπιστημίων, όπου οι φοιτητές και οι καθηγητές χωρίζονταν σε “έθνη” κοινότητες με βάση την χώρα καταγωγής τους. Αυτός ο ενωτικός διαχωρισμός απείχε βέβαια πολύ από το να αναφέρεται σε άτομα με πλήρη εθνική συνείδηση. Απλώς ήταν ένας περιγραφικός ορισμός μιάς αδιαμφισβήτης πραγματικότητας. Σε ένα χώρο που συγκεντρώνονταν άνθρωποι από διαφορετικές περιοχές ήταν φυσιολογικό να βλέπουν φυσικές διαφορές στις συμπεριφορές, στις νοοτροπίες αλλά και στην γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά οι διαφορές αυτές δεν ενοχλούσαν και ούτε διαμόρφωναν αντιθετικές ταυτότητες ως προς την θρησκευτική συνείδηση. Αντίθετα έδιναν την αίσθηση ότι η θρησκευτική ταυτότητα αποτελούσε μια σύνθεση διαφορετικών κοινωνιών πέρα από την υλική πραγματικότητα και κάτω από την προστασία ενός υπερεθνικού θεού και ενός υπερεθνικού αντιπροσώπου του. Η Ιερή γλώσσα της θρησκείας με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε να επισκιαστεί από τις κατώτερες αυτές γλώσσες. Ο Le Goff παρουσιάζει ένα κείμενο αγίου Αυγουστίνου καταδεκτικό αυτών των αντιλήψεων: “Τα αφρικανικά, τα συριακά, τα ελληνικά, τα εβραϊκά και όλες οι διάφορες άλλες γλώσσες χαρίζουν ποικιλία στο ένδυμα της βασίλισσας που είναι το χριστιανικό δόγμα. Αλλά όπως η ποικιλία του ενδύματος συντρέχει σε ένα μόνο ένδυμα, έτσι και όλες οι γλώσσες συντρέχουν σε μία μόνον πίστη. Να υπάρχει ποικιλία στο ένδυμα αλλά να μην είναι σχισμένο.”42 Βλέπουμε όμως ακόμη και στα λόγια του Αυγουστίνου να υφυπάρχει η αίσθηση του κινδύνου από αυτήν την πραγματικότητα. Φοβάται να μην σχιστεί το φόρεμα που ταυτίζει με την χριστιανοσύνη από τις πολλές και διαφορετικές γλώσσες. Πέρα λοιπόν από αυτόν τον αναγκαστικό συμβιβασμό γενικώς οι κληρικοί εξόρκιζαν την γλωσσολογική Βαβέλ και την θεωρούσαν “ως μία από τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος”.43 Η άνοδος του εθνικισμού δεν παρουσιάζεται όπως υποτρίζει ο Le Goff τον ενδέκατο αιώνα αλλά πολύ αργότερα. Σίγουρα όμως στοιχεία αυτής της εξέλιξης προϋπάρχουν σε όλη την διάρκεια του κεντρικού Μεσαίωνα προϊδεάζοντας ή προετοιμάζοντας αυτό που θα γίνει τους επόμενους αιώνες. Η δύναμη του παπισμού και του αυτοκρατορισμού είναι πολύ ισχυρή για να μπορεί να δημιουργηθεί από τόσο νωρίς μια διαφορετική εικόνα στο μυαλό των ανθρώπων από αυτήν της θρησκευτικής κοινότητας του καθολικισμού.

Τα λατινικά όπως έχουμε πει ήταν μια γλώσσα που μιλούσε μια πολύ κλειστή κάστα εκκλησιαστικών ή και μη διανοούμενων. Ήταν

42 Le Goff J . , ό.π., σ. 386.43 Βλ. Le Goff J . , ό.π., σ. 382.

6

Page 27: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

η δύναμη μιάς πολιτικής εξουσίας και ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής. Για να μπορέσουν οι καθομιλούμενες να αντιπαρατεθούν με την εκκλησιαστική γλώσσα έπρεπε να αποκτήσουν μια οικονομική χρηστικότητα και μία οικονομική λειτουργία που θα τους προσέδιδε την υλική βάση για να αποκτήσουν το κατάλληλο πολιτικό κύρος. Έπρεπε να γίνουν γλώσσες μιάς νέας κοινωνικής ελίτ που θα τις καλλιεργούσε αναπτύσσοντας τις δομικά αλλά κυρίως θα τις έβγαζε από την κοινωνική υποβάθμιση που τους προσέδιδε η χρήση τους από την αγροτική τάξη. Χρειαζόταν μία νέα κοινωνική τάξη που η πολιτική της δύναμη θα τις διέπλαθε και θα τις έδινε ένα κύρος. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ίσως ότι οι καθομιλούμενες γλώσσες ήρθαν στο προσκήνιο μέσα από τις πόλεις κι μέσα από την εμπορική δραστηριότητα.

Οι πόλεις του δυτικού Μεσαίωνα δημιουργούνται από πολύ νωρίς, από τις αρχές του 11ου αιώνα. Τους επόμενους όμως αιώνες θα αρχίσουν να αποκτούν σημασία με κορύφωση την περίοδο της Αναγέννησης. Η επίδρασή τους στους φεουδαλικούς θεσμούς είναι αργή αλλά σταθερή. 44 Η εμφάνιση του εμπορίου και των πόλεων ως των βασικών εμπορευματικών μονάδων αποτελεί συνέπεια της τάσης των ευγενών για πολυτέλεια. Μέσα στο πεδίο του ενδοταξικού τους ανταγωνισμού αλλά και στο πεδίο της ταξικής σύγκρουσης η διαδικασία κοινωνικής επιβολής των αριστοκρατών στους αντιπάλους τους συνάδετε άμεσα με την προβολή του πλούτου που προέρχεται από αυτή. Η πολιτική του δύναμη θα πρέπει να αντανακλάται στον υλικό πολιτισμό για να γίνεται πιστευτή. Η επίδειξη του πλούτου αποτελεί το βασικό πολιτικό όπλο του άρχοντα μετά από τον πόλεμο -ενώ πολλές φορές αντικαθιστά και αυτόν - για να αναπαράξει και να επεκτείνει την κυριαρχία του. Το εμπόριο και η μανουφακτούρα των πόλεων του προσφέρουν αυτήν την δυνατότητα. Η εξεύρεση πόρων σε ρευστό ήταν ένα σημαντικό πρόβλημα από δω και πέρα για το σύνολο της αριστοκρατικής τάξης.

Επομένως κατά την διάρκεια όμως του Μεσαίωνα η αστική εμπορική τάξη των μεσαιωνικών πόλεων, και όσο δυνατή και αν έγινε προς τα τέλη του, ποτέ δεν λειτούργησε αντιθετικά και εχθρικά προς στην φεουδαρχική τάξη και τον φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής. Αντίθετα δημιουργήθηκε για να ικανοποιήσει τις

44 Το βασικό χαρακτηριστικό που τις διαφοροποιεί από τις πόλεις των ασιατικών περιοχών είναι η πολιτική αυτονομία που πέτυχαν. Αλλά θα πρέπει παράλληλα να σημειώσουμε ότι η αυτονομία των πόλεων από τον έλεγχο του φεουδάρχη διέφερε σημαντικά από περίπτωση σε περίπτωση. Επίσης ούτε θα πρέπει να ταυτίσουμε την πρόοδό τους με αυτήν. Βλ. Χίλτον Ρ., “Εισαγωγή”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 25.

7

Page 28: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ανάγκες του. Παρ’ όλα αυτά συνέβαλλε σημαντικά στην ποιοτική αναβάθμιση της λειτουργίας του φεουδαλισμού γιατί οι πόλεις και ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής σε αυτές αποτελούν έναν δευτερεύοντα και συμπληρωματικό ρόλο στον φεουδαλισμό και έτσι θα πρέπει να θεωρείται εσωτερικό στοιχείο του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Βέβαια η μεγαλύτερη δυναμική του καπιταλισμού μπορεί να τον εμφανίζει στα μάτια κάποιων να κυριαρχεί αλλά μέχρι να απελευθερωθεί από τον συμπληρωματικό του οικονομικό ρόλο και να αναπτυχθεί αυτοδύναμα δεν θα πρέπει να νοηθεί ότι υπάρχει κάτι τέτοιο. Το ίδιο και η αστική τάξη λειτουργούσε συμπληρωματικά στην φεουδαρχική άρχουσα τάξη, ενώ η τελευταία προσπαθούσε να ενσωματώνει τις αναγκαιότητες της αστικής τάξης μετατρέποντάς τις σταδιακά και σε δικές τις ανάγκες.

Η εμπορευματική λειτουργία στηριζόταν πάνω στην έννοια της ιδιοκτησίας. Επομένως, το εθιμικό δίκαιο δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε αυτήν την αναγκαιότητα. Επίσης, η σύναψη των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των εμπόρων και των κοινωνικών συμβάσεων μεταξύ αστών και εργατών είχε τον χαρακτήρα της οικονομικής αλληλεξάρτησης όσον αφορά τους πρώτους και της αυθόρμητης υπαγωγής μέσω του οικονομικού εξαναγκασμού όσον αφορά τους δεύτερους. Οι μεταξύ τους σχέσεις δεν λάμβαναν τον χαρακτήρα της θεϊκής επισφράγισης μέσω του όρκου και ούτε επομένως η τυχόν παραστράτιση να επέτρεπε την δίκαιη τιμωρία. Το αστικό σύστημα δεν έχει πολεμικό χαρακτήρα και δεν βασίζεται στον βίαιο εξαναγκασμό και επομένως δεν χρειάζεται να ανάγει τις λειτουργίες του στο θείο. Παράλληλα με αυτές τις εξελίξεις η εμπορευματική διαδικασία διαμορφώνει μια νέα πραγματικότητα στην φεουδαλική κοινωνία. Επιβάλλει την εκχρηματισμένη οικονομία στις σχέσεις εξάρτησης μεταξύ άρχοντα και υποτακτικού. Το ενοίκιο σε είδος ή σε προσωπική εργασία παραχωρεί την θέση του στο ενοίκιο σε χρήμα45. Έτσι, οι παλιές παραδοσιακές προσωπικές σχέσεις μεταξύ άρχοντα και χωρικού μεταβάλλονται σε αντικειμενικές απρόσωπες χρηματικές σχέσεις.46 Το γεγονός αυτό δείχνει πως πλέον και στο φεουδαρχικό σύστημα η θρησκευτική λειτουργία της θεϊκής εγγύησης αντικαθίσται από κοσμικές εγγυήσεις. Επομένως, η συνταγματική λειτουργία της θρησκείας μέσα από την παρεμβατικότητα στους οικονομικούς μηχανισμούς καθίσταται ολοένα και πιο περιττή. Το

45 Η εξέλιξη αυτή βέβαια απορρέει παράλληλα και από την πίεση των φεουδαρχών για μεγαλύτερο πλουτισμό, τάση όμως της φεουδαρχίας που, όπως είδαμε, ούτως η αλλιώς διαμορφώνει τις πόλεις.

46 Βλ. για χρηματικό ενοίκιο Καταχάτσι Κ., “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 120.

8

Page 29: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

εθιμικό δίκαιο αντικαθίσταται από το ρωμαϊκό (και με τις ευλογίες μάλιστα της εκκλησίας αφού πρώτα εκεί καλλιεργήθηκε).

Τέλος, η εμπορευματική δραστηριότητα αποκατέστησε την οικονομική ενότητα ανάμεσα σε κοντινές, αλλά διασπασμένες από τον “κλασσικό” φεουδαλισμό, περιοχές. Η ορθολογικοποίηση όμως των θεσμών απαιτεί και μια πολιτική αρχή που θα τους επιβάλει ενώ παράλληλα θα εκπροσωπεί στην κοινωνία τα εμπορικά αυτά συμφέροντα. Χρειάζεται μια ανώτατη πολιτική αρχή που θα κατευθύνει την οικονομία και θα εκδίδει νομικά διατάγματα. Το ίδιο και αυτή η οικονομική ενότητα επέβαλλε μια διαφορετική πολιτική διαχειριστική πρόταση για την κοινωνία. Ήθελε ένα πολιτικό κέντρο που θα ικανοποιούσε και θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι γενικότερες αυτές εξελίξεις όξυναν την κοινωνική αντιπαράθεση της φεουδαρχίας με την αγροτική τάξη. Η συνεχής και αδιάκοπη εκμετάλλευση εντείνεται από τις αναβαθμισμένες ανάγκες των ευγενών για πολυτέλεια. Το αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν να ξεσπάσουν κατά την διάρκεια του 13ου αιώνα μεγάλες επαναστάσεις και να ενταθούν οι αιρετικές κινήσεις. Οι φεουδάρχες αντιμετωπίζουν ακόμη έναν μεγάλο κίνδυνο την συνεχή διαρροή αγροτών προς τις πόλεις που βέβαια πρόσφερε την ελευθερία τους και σημαντική βελτίωση της ποιότητας εργασίας και ζωής τους. Επομένως, οι φεουδάρχες σαν συνετοί “εργοδότες” θα έπρεπε να πάρουν κάποια μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης αυτής. Θα έπρεπε να επιβάλλουν πρώτα την τάξη στην επικράτειά τους απέναντι σε όλες αυτές τις ομάδες των μισθοφόρων που γυρνούσαν και λεηλατούσαν τις σοδειές, θα έπρεπε να μειώσουν τις μεταξύ τους συγκρούσεις αναλαμβάνοντας την προστασία των αγροτών. Επίσης, θα έπρεπε να βελτιώσουν την θέση των αγροτών μέσα από την απελευθέρωση και την μείωση των αγγαρειών. 47Όλα αυτά όμως επέβαλαν μια συλλογική δράση της φεουδαρχίας πράγμα που ήταν δύσκολο να επιτευχθεί.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες που συντελούσαν στην διαμόρφωση μιάς συγκεκριμένης και καθορισμένης επικρατείας και μιάς ανώτατης πολιτικής αρχής δημιούργησε τα πρωτοεθνικά κράτη. Οι δυσκολίες αυτού του εγχειρήματος από την μία και η αδυναμία όσο και η αναγκαιότητα να λειτουργήσει η φεουδαρχία συλλογικά έφερε στο προσκήνιο την μοναρχία και το απολυταρχικό κράτος.

47 “Η χειραφέτηση των χωρικών στη μεσαιωνική Γαλλία και τη νοτιοδυτική Γερμανία, η μετάβαση δηλαδή από την ιδιότητα του δουλοπάροικου σ’ αυτήν του ελεύθερου χωρικού έγινε σε μεγάλη κλίμακα στην περίοδο από το13ο μέχρι το 15ο

αιώνα .” Καταχάτσι Κ., “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σσ. 119-20.

9

Page 30: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Γιατί το πολιτικό κέντρο και η ανώτατη αρχή μιάς καθορισμένης με σύνορα επικράτειας δεν θα μπορούσε να είναι ο Πάπας αλλά κάποιος αναβαθμισμένος πολιτικά φεουδάρχης. Ο μόνος που μπορούσε να προσφέρει αυτήν την υπηρεσία ήταν ο βασιλιάς για την Γαλλία την Ισπανία και τη Αγγλία, αρχικά και αποτυχημένα ο Αυτοκράτορας και κατόπιν οι πρίγκιπες για την Γερμανία και οι ίδιες οι αστικές συσσωματώσεις στην Ιταλία. Τα προβλήματα της επέκτασης και της διαμόρφωσης των πρωτοεθνικών κρατών μέσα από τον υπερκερασμό των φεουδαρχικών αντιδράσεων σημάδεψε ο εκατονταετής πόλεμος.

Ονομάζουμε τα πρώτα αυτά εθνικά κράτη πρωτοεθνικές κοινότητες γιατί σε αυτές δεν υπήρχε εθνική συνείδηση. Ο εθνικός λόγος και η εθνική πίστη δεν καλλιεργούταν από την κρατική εξουσία. Αυτό που καλλιεργούταν ήταν η πίστη στην ελέω θεού δυναστεία. Αυτό συνέβαινε γιατί το απολυταρχικό κράτος δεν αποτελούσε κυριαρχία της αστικής τάξης αλλά ένα μόρφωμα από μία συμμαχία μεταξύ τους για να αντιμετωπιστούν οι κρίσεις του φεουδαρχικού συστήματος και να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες της εμπορευματικής παραγωγής. “η απόλυτη μοναρχία δεν ήταν τίποτε άλλο παρά σύστημα συγκεντρωμένης δύναμης για την αντιμετώπιση της κρίσης του φεουδαλισμού που οφειλόταν σε αυτήν την αναπόφευκτη εξέλιξη.”48 Ο φεουδαρχισμός ήταν υπαρκτός καθώς, “αν και οι χωρικοί είχαν απελευθερωθεί από την άμεση δουλοπαροικία (εργατικές υπηρεσίες), βρίσκονταν ακόμη φορτωμένοι με το χρηματικό ενοίκιο που ήταν η έκφραση της φεουδαλικής έγγειας ιδιοκτησίας · και παρόλο που το χρηματικό ενοίκιο που ήταν η έκφραση της φεουδαλικής έγγειας ιδιοκτησίας· και παρόλο που το χρηματικό ενοίκιο περιλάμβανε ένα διαρκώς μικρότερο τμήμα της υπερεργασίας τους, οι χωρικοί δεν είχαν ακόμη ξεφύγει από την κατηγορία των υποτακτικών.”49 Την συγκρότηση αυτού του υβριδικού κρατικού μορφώματος, που ναι μεν είναι κυριαρχία της φεουδαρχικής τάξης αλλά αντιμετωπίζει και ενσωματικά τις ανάγκες της αστικής, σημάδεψε το πέρασμα από τον φεουδαλικό τρόπο παραγωγής στον καπιταλιστικό. Τώρα η ανώτατη συνταγματική αρχή ήταν η Δυναστεία η οποία ταυτιζόταν με το κράτος αλλά συνέχιζε να δρα “ελέω θεού”. Οι φεουδάρχες μετατρέπονται σε συμβουλάτορες του βασιλιά, ενώ η λειτουργία της “συνέλευσης των τάξεων”, την οποία Τρίτη Τάξη εκπροσωπούσαν τα ανώτερα και πιο συντηρητικά αστικά

48 Καταχάτσι Κ., “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 128.

49 Καταχάτσι Κ., “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , ό.π., σ. 123.

0

Page 31: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

στρώματα, υποδηλώνει την συμμετοχή των αστικών συμφερόντων στους πολιτικούς προσανατολισμούς του κράτους.

5. Η εκκλησία μπροστά στην νέα πραγματικότητα.

Ως συνέπεια των αλλαγών αυτών η θέση του Πάπα και της παπικής εκκλησίας άρχισε να κλονίζεται. Οι κοσμικοί ηγέτες αναλαμβάνουν να συγκρουστούν με την καθολική εξουσία προσπαθώντας να επιβάλλουν την νέα πραγματικότητα. Η διαμόρφωση των πρωτοεθνικών κοινοτήτων αναγκαστικά έρχεται σε σύγκρουση με την Φαντασιακή Κοινότητας της Χριστιανικής Καθολικής Δύσης που σημαίνει. Η δημιουργία ανάμεσα στην Ρώμη και στους φεουδάρχες ενδιάμεσων επικρατειών και πολιτικών κέντρων θέτει ολοένα και πιο πολύ τον πάπα στο περιθώριο. Ο εκκλησιαστικός μηχανισμός, που ήταν η δύναμή του παπισμού και η ραχοκαλιά της χριστιανικής ενότητας, “εθνικοποιείται” και μεταφέρει την πίστη του στην δυναστική ή ευρύτερη κοσμική αρχή. Ο πάπας μετατρέπεται σε υποχείριο των βασιλέων και καταλήγει να είναι ένας μικρός ηγεμονίσκος ανάμεσα σε όλα τα άλλα κρατίδια της Ιταλικής χερσονήσου.

Οι Γερμανοί αυτοκράτορες τον 13ο αιώνα: η πρώτη επιχείρηση ανατροπής της παπική κυριαρχίας

Οι πρώτοι ηγεμόνες ο οποίοι θα εκμεταλλευτούν τις νέες δυνατότητες που ανοίγονται για να διαμορφώσουν μια ενιαία επικράτεια απέναντι στην φεουδαλική πολυδιάσπαση και να αναιρέσουν την δύναμη του παπισμού είναι οι Γερμανοί Αυτοκράτορες. Ούτως η αλλιώς στον γερμανικό αυτοκρατορικό θρόνο η σύγκρουση κοσμικής εξουσίας με την εκκλησιαστική είχε μακρά παράδοση ήδη από τα Οθωνικά χρόνια. Τον 12ο αιώνα ο Αυτοκράτορας Φρειδερίκος Βαρβαρόσα στην προσπάθειά του να επιβληθεί στους ηγεμόνες είχε στον νου το καρολίδιο πρότυπο50. Η φεουδαρχία όμως ήταν ακόμη πολύ ισχυρή για γίνει αυτό εφικτό, ενώ η παπική εξουσία μεσουρανούσε.

Η δεύτερη προσπάθεια(τρίτη ουσιαστικά εάν προσθέσουμε και εκείνη της οθωνικής περιόδου) έγινε τον 13ο αιώνα. Αυτή η προσπάθεια ήταν η πρώτη όμως που αποκτούσε ενεργά στοιχεία της επόμενης φάσης του φεουδαλισμού, καθώς ταυτίστηκε με την επιδίωξη των αυτοκρατόρων να δημιουργήσουν απολυταρχικές

50 Νίκολας Ντ., ό.π., σ.296.

1

Page 32: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

δομές. Για τον αυτοκράτορα η δημιουργία συμπαγούς αυτοκρατορίας σήμαινε την ουσιαστική επικυριαρχία στην Ιταλία, όπου ήταν ο τυπικά νόμιμος επικυρίαρχος. Ο Πάπας είχε ως στόχο να θέσει υπό τον έλεγχο του την αυτοκρατορία και τον αυτοκράτορα υπό την επιρροή του, ώστε να γίνει αυτός ο ουσιαστικός κυρίαρχος στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και να σταθεροποιήσει την συνεχώς αμφισβητούμενη πολιτική του υπεροχή σε όλη την Χριστιανοσύνη. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που ήταν το πιο ρεαλιστικό και για τους δύο ήταν να προσπαθήσουν να κρατήσουν μακριά ο ένας τον άλλον από τις περιοχές άμεσης επικυριαρχίας στην Ιταλία δηλαδή και στην Γερμανία. Ήδη όμως αυτήν την περίοδο οι πόλεις είχαν αρχίσει να αποκτούν δύναμη στις και στις δύο περιοχές και πήραν ενεργά μέρος στην διαμάχη ανάμεσα στον αυτοκρατορικό θρόνο και τον παπικό. Η συμμετοχή αυτή υποδηλώνει μια διαφορετική ποιότητα στην σύγκρουση αυτή, ανάλογη με αυτή που θα επιτελέσουν τελικά οι άγγλοι και οι γάλλοι βασιλιάδες απέναντι στον παπισμό. Επομένως, η σύγκρουση των Πάπων με τους Γερμανούς Αυτοκράτορες κατά την διάρκεια του 13ου αιώνα ταυτίζεται με την προσπάθεια να στηθεί μια ενωμένη επικράτεια υπό την διακυβέρνηση ενός και μόνο άρχοντα εκπρόσωπο της φεουδαρχίας ενώ παράλληλα να ικανοποιεί και τις ανάγκες των γερμανικών αστικών τάξεων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι χρηματοδότες του γερμανού αυτοκράτορα ήταν αστοί τόσο στην Γερμανία όσο και στην Ιταλία. Η σύγκρουση αυτή μεταξύ Πάπα και Αυτοκράτορα θα αποτελέσει για τους Γερμανούς μια κοινή μνήμη απέναντι στον καθολικισμό, μια μνήμη με πρωτοεθνικά χαρακτηριστικά.

Στην Ιταλία αντίθετα η πολιτική του Αυτοκράτορα δημιούργησε πολιτική διάσταση στις αστικές κοινότητες. Στην βάση του ανταγωνισμού Πάπα και αυτοκράτορα δημιουργήθηκαν δύο πολιτικές παρατάξεις με το όνομα Γουέλφοι για τους υποστηρικτές του πάπα και της ανεξαρτησίας των ιταλικών πόλεων και με το όνομα Γιβελίνοι για υποστηρικτές του αυτοκράτορα, που ήταν και οι χρηματοδότες του.

Στα 1220 μετά από μία σειρά μεγάλων εσωτερικών διενέξεων για την διαδοχή του αυτοκρατορικού θρόνου ο νόμιμος διάδοχος του Οίκου των Χοενστάουφεν Φρειδερίκος Β΄ στέφεται από τον Πάπα Ονώριο Γ΄ αυτοκράτορας. Ο Πάπας για την υποστήριξή του στον Φρειδερίκο απέναντι στους αντιπάλους του ζήτησε ως ανταλλάγματα την οργάνωση μιάς σταυροφορίας και τον όρο να μην συνενωθούν τα βασίλεια της Γερμανίας και την Σικελίας. Ο Φρειδερίκος δεν τήρησε τις υποσχέσεις του. Αντίθετα προσπάθησε να ενισχύσει όσο το δυνατόν περισσότερο την ισχύ του με τελικό

2

Page 33: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

σκοπό να ενοποιήσει την Ιταλική χερσόνησο με την Γερμανία. Η οικονομική του και πολιτική του βάση αποτελούσε το βασίλειο της Σικελίας το οποίο μεταμορφώθηκε σε ένα πρότυπο απολυταρχικού κράτους. Οι συγκεντρωτικές δομές που επέβαλε ο Φρειδερίκος νομιμοποιούνταν από έναν καταστατικό χάρτη, το Σύνταγμα του Μέλφ (1231). Το σύνταγμα αυτό “κωδικοποίησε το νομικό και διοικητικό σύστημα του βασιλείου εξαλείφοντας τα τελευταία ίχνη της αυτονομίας των πόλεων και περιορίζοντας στενά την κληρική εξουσία. Ευγενείς, ιεράρχες και πόλεις υποτάχθηκαν στην μοναρχία μέσα από ένα εκλεπτυσμένο γραφειοκρατικό σύστημα. ... τα εσωτερικά διόδια καταργήθηκαν και επιβλήθηκε ένα αυστηρό σύστημα δασμών”.51 Το αποτέλεσμα ήταν η πολιτική και οικονομική ενοποίηση της επικράτειας η οποία όμως ήθελε να επεκταθεί προς τα βόρεια. Διότι τα βασικά προβλήματα του Φρειδερίκου για την ενοποίηση ήταν οι πολύ δυνατές για την εποχή τους πόλεις της Λομβαρδίας και ο πολιτικός ανταγωνισμός του Πάπα. Στον αντίποδα της πολιτικής του στην Σικελία, όπου είχε εγκαταστήσει την έδρα του, ο Φρειδερίκος εγγυήθηκε και αναβάθμισε τα προνόμια των αριστοκρατών, ώστε να μπορέσει να κερδίσει την υποστήριξη των γερμανών αρχόντων στην ενοποιητική του πολιτική.52 Το 1229 συγκρούσθηκε και νίκησε τα Παπικά στρατεύματα και κατέπνιξε την εξέγερση των λομβαρδικών πόλεων εισβάλλοντας στην βόρεια Ιταλία. Ο γιός του Μάνφρεντ λίγα χρόνια αργότερα θα απειλήσει να συλλάβει τον ίδιο τον Ρωμαίο Ποντίφικα στο Ορβιέτο προμηνύοντας το μελλοντικό γαλλικό coup de main*.53

Οι γερμανοί αυτοκράτορες όμως δεν κατάφεραν να κρατήσουν ενωμένη την αυτοκρατορία παρά τις οποίες μικρές επιτυχίες. Οι αστικές κοινότητες είχαν μεγαλύτερες βάσεις για να διεκδικήσουν την αυτονομία τους ενώ οι γερμανοί είχαν πλέον χάσει την δυνατότητα να επιβληθούν στους ίδιους τους δικούς τους

51 Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σσ 143-4.52 “Το 1220 ο Φρειδερίκος εγγυήθηκε τα προνόμια των Γερμανών εκκλησιαστικών

αρχόντων στις δικές τους κτήσεις. Το 1231, με το Νόμο υπέρ των ηγεμόνων παραχώρησε σημαντικά προνόμια σε όλους τους Γερμανούς άρχοντες, και όχι μόνο στους αυτοκρατορικούς ηγεμόνες. Ακόμα δέχτηκε το αυτοκρατορικό νόμισμα να μην υπερέχει έναντι του νομίσματος του τοπικού ηγεμόνα μέσα στα όρια του πριγκιπάτου του. Απαγόρευσε στις αυτοκρατορικές ελεύθερες πόλεις να δέχονται δουλοπάροικους και να δίνουν το δικαίωμα του πολίτη σε άτομα που η μόνιμη κατοικία τους βρισκόταν εκτός της πόλης. Τα εδάφη που είχαν αποσπάσει οι πόλεις από τους ηγεμόνες, από τις Εκκλησίες και από minester iales θα αποδίδονταν στους αρχικούς δικαιούχους τους. Με τον τρόπο αυτόν, ο Φρειδερίκος παραχώρησε στους ηγεμόνες ανεξαρτησία εντός των δικών τους επικρατειών. Ως αντάλλαγμα, εκείνοι αναγνώρισαν τη νόμιμη κυριαρχία του και του επέτρεψαν να κινηθεί ελεύθερα στην Ιταλία .” Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. .305-6.

* παράτολμη αιφνιδιαστική επίθεση στα γαλλικά στο πρωτότυπο. Σ.τ.μ. στο Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σσ 144.

53 Βλ. Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σσ 144.

3

Page 34: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ευγενείς.Από την άλλη και οι πάπες βγήκαν μάλλον αποδυναμωμένοι από

αυτήν την σύγκρουση. Δεν είχαν συγκροτημένη δική τους στρατιωτική ή γραφειοκρατική υποδομή για να διεκδικήσουν τα συμφέροντά τους και επομένως ήταν αναγκασμένοι να υποχωρούν στις αιτιάσεις της κάθε πόλης και του κάθε άρχοντα. Από την άλλη γενικώς το γεγονός ότι η δύναμή τους απέρρεε κυρίως από τον εκκλησιαστικό μηχανισμό δεν διέθεταν καμία πολιτική ή οικονομική βάση στις περιοχές της άμεσης επιρροής τους στην Ιταλία. Η θέση της Παποσύνης ως ιταλικού κράτους παρέμενε εξαιρετικά αδύναμη.

Τέλος, οι λομβαρδικές κοινότητες μπορεί να είχαν την δύναμη να αμυνθούν απέναντι στους φεουδάρχες αλλά δεν είχαν τις κατάλληλες υποδομές για να ενοποιήσουν την Ιταλία σε ένα ενιαίο κράτος. Και η δική τους η δομή ήταν πολυδιασπαμένη αλλά και η ύπαρξη του Πάπα ως τελικού τυπικού νικητή δεν επέτρεψε την εμφάνιση κάποιου αρκετά δυνατού τοπικού προσώπου να αναλάβει να ενοποιήσει την χερσόνησο. Ενώ οι πάπες όπως είδαμε δεν είχαν τις τοπικές βάσεις ή και την ιδεολογία την εποχή εκείνη για να βάλουν σε εφαρμογή ένα τέτοιο σχέδιο. Η τελική ήττα των Χοενστάουφεν φαινόταν ότι επιβεβαίωνε την ισχύ του ρωμαιοκαθολικού εποικοδομήματος, την πίστη στην φαντασιακή χριστιανική κοινότητα και γενικότερα την πανευρωπαϊκή εξουσία των Πάπων. Βέβαια όπως θα φανεί η πραγματικότητα ήταν πολύ πιο διαφορετική.

Η περίοδος της “Αναγέννησης:α) Η πολιτική διάσπαση της Χριστιανοσύνης και ο

εκατονταετής πόλεμος.

Η επιτυχία των Άγγλων και Γάλλων βασιλέων να στήσουν και να διατηρήσουν την ενότητα των επικρατειών τους αποτέλεσε το μεγαλύτερο αντιστάθμισμα την πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία του παπισμού, το πρώτο επιτυχές ράπισμα στην φαντασιακή ενότητα της καθολικής κοινότητας στην Ευρώπη. Η Γαλλική δυναστεία των Καπέτιδων κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα είχε καταφέρει να επεκτείνει τα βασιλικά φέουδα και κατά συνέπεια τα κυριαρχικά της δικαιώματα έξω από την αρχική της βάση στο Ιλ ντε Φρανς. Στην προσπάθειά της αυτή επανέφερε στην μνήμη τους Καρολίδες και προσπάθησε να ταυτιστεί μαζί τους. Έχουμε δηλαδή μια πρώτη μορφή κατασκευής κρατικής ιστορίας σε ένα υπό διαμόρφωση πρωτοεθνικό κράτος. Η σχετικά πρώιμη αυτή προσπάθεια δεν δημιούργησε μια γραμμική συνταγματική πρόοδο

4

Page 35: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

αλλά μια σπασμωδική πρόοδο με συχνές υπαναχωρήσεις και υποτροπιασμούς υπό την πίεση της φεουδαλικής αναρχίας.54

Αντίθετα με την Γαλλία η Αγγλία από την εποχή της νορμανδικής κατάκτησης διατηρούσε την επικράτεια της ενωμένη υπό την διοίκηση του στέμματος. Επομένως, η ανώτερη διοικητική μορφή του πολιτικού συστήματος της συγκεντρωτικής μοναρχίας έδωσε στον αγγλικό θρόνο το πλεονέκτημα να πετύχει σημαντικές νίκες στις ηπειρωτικές περιοχές της Ευρώπης έχοντας ως εύκολο αντίπαλο τους αδύναμους ευγενείς της φεουδαλικής πολυδιάσπασης.

Τα προβλήματα στην αγροτική ύπαιθρο ζητούσαν άμεση επίλυση. Τον 13ο αιώνα η δημογραφική αύξηση δημιουργούσε κρίση στο σύστημα παραγωγής καθώς ο κλήρος των περισσότερων αγροτικών οικογενειών δεν επαρκούσε για την συντήρηση της οικογένειάς του. Τα περισσότερα εδάφη που εκχερσώθηκαν στα τέλη του 13ου αιώνα ήταν άγονα ή ορεινά και ακατάλληλα για μακροχρόνια καλλιέργεια. 55 Ο υπερπληθυσμός αυτός πρόσφερε στους φεουδάρχες και στους βασιλιάδες μια φοβερή δύναμη για να καλύψουν την έλλειψη μάχιμων ανδρών στους ανταγωνιστικούς τους πόλεμους. Οι πόλεμοι αυτοί ούτως ή αλλιώς δημιουργούσαν πρόσθετα προβλήματα στην αγροτική τάξη. Ενώ οι περίοδοι ειρήνης ήταν ακόμη χειρότεροι καθώς “οι λεγόμενες “ελεύθερε κομπανίες” των άεργων μισθοφόρων εξαπολύονταν στην ύπαιθρο και επιδίδονταν σε λεηλασίες.”56 Το επιστέγασμα βέβαια της δεινότητας ερχόταν αργότερα με την απαίτηση των φεουδαλικών προσόδων του άρχοντα που πλέον είχαν πάρει χρηματική μορφή καθώς και η προσπάθεια των βασιλιάδων να επιλύσουν την έλλειψη ρευστού για τους εξοπλισμούς ή τις πολεμικές αποζημιώσεις. Ένας άλλος δρόμος για τους αγρότες ήταν η μετανάστευση στις πόλεις ενδυναμώνοντας έτσι την εμπορευματική παραγωγή και την δύναμη των πόλεων. Αλλά η υπερσυγκέντρωση και η υπερπροσφορά εργατικού δυναμικού έκλεισε τις δυνατότητες κοινωνικής ανέλιξης και μείωσε τα μεροκάματα και τις δουλειές. Κατά τον 13ο αιώνα η φτώχεια έγινε σοβαρό πρόβλημα σε πολλές πόλεις.57 Στην ύπαιθρο η κατάσταση επιδεινώθηκε με τις κακές σοδειές εξαιτίας των δυσμενών καιρικών φαινομένων. Γενικώς, τα πράγματα οδηγούσαν με μαθηματικό τρόπο σε μια μεγάλη κρίση καθώς το φεουδαρχικό σύστημα κρεμιόταν από την αγροτική παραγωγή ενώ η εμπορευματική παραγωγή ήταν άρρηκτα δεμένη

54 Βλ. Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σ 83.55 Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 572.56 Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 571-2.57 Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 573.

5

Page 36: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

με τον αριστοκρατικό πλούτο. Έτσι, δεν άργησαν να λαμβάνουν χώρα μεγάλες εξεγέρσεις σε όλες αυτές τις περιοχές. Οι εξεγέρσεις αυτές δεν ήταν μόνο αγροτικές αλλά και συμμετείχαν αστοί δίνοντας έναν διαφορετικό χαρακτήρα στην ταξική σύγκρουση.58

Το 1323 ξέσπασε στην Φλάνδρα μια εξέγερση η οποία “στα 1326 πήρε εξισωτικό και ριζοσπαστικό χαρακτήρα, και οι κήρυκές της απαιτούσαν την κατάργηση των κοινωνικών διακρίσεων”59. Ο κόμης της Φλάνδρας κατέστειλε την επανάσταση με την βοήθεια του Γάλλου βασιλιά. Η γενικευμένη κρίση απαιτούσε μια συλλογική δράση της φεουδαρχίας φέρνοντας στο προσκήνιο την μοναρχία. Ο πόλεμος ήταν μία διέξοδος και για να διοχετεύσει τον πλεονάζοντα αγροτικό πληθυσμό αλλά και για συσφίξει τους συνδετικούς ιστούς της φεουδαρχίας τόσο απέναντι στους αγρότες όσο και απέναντι στους αστούς. Από την άλλη οι πόλεμοι θα προσέφεραν ένα μεγάλο πλεονέκτημα στην κεντρική εξουσία διότι κατασκευάζοντας εχθρούς θα μπορούσε εύκολα να κατευθύνει την οικονομία και τους θεσμούς προς το συμφέρον της. Επομένως, ο Εκατονταετής πόλεμος ανάμεσα στην Γαλλία και την Αγγλία, που ξεκίνησε το 1337 για να διαρκέσει μέχρι το 1453, ήταν μία αναπόφευκτη και επιβεβλημένη σύγκρουση από όλες τις απόψεις. Ξεκίνησε με αφορμή την διεκδίκηση του Γαλλικού θρόνου από τον Εδουάρδο Γ΄ της Αγγλίας, όταν το 1328 και οι τρεις γιοι του Φιλίππου του Ωραίου είχαν πεθάνει χωρίς απογόνους και έτσι η Δυναστεία των Καπέτιδων τερματίστηκε. Ο Εδουάρδος ο Γ΄ ήταν εγγονός του Φιλίππου από την κόρη του Ισαβέλλα. Η γαλλική φεουδαρχία για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο ισχυρίστηκε ότι το στέμμα δεν μπορούσε να κληρονομηθεί στους από θηλυγονία συγγενείς. Εκλέξανε βασιλιά έναν ανιψιό του Φιλίππου Δ΄, τον Φίλιππο Στ΄ των Βαλουά.60 Κατά την διάρκεια των συνεχών αυτών πολέμων οι εσωτερικές συγκρούσεις, ενδοταξικές και ταξικές, στις δύο χώρες ενταθήκανε σε αντίβαρο των ενωτικών πιέσεων που δημιουργούσε ο πόλεμος.61 Το πιο σημαντικό στοιχείο όμως είναι ότι ο πόλεμος πήρε μια συλλογική σύγκρουση ανάμεσα στις

58 Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 573, 585.59 Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 591.60 Βλ. για τις πληροφορίες Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 634.61 Το 1356 οι Άγγλοι συνέλαβαν τον Γάλλο βασιλιά Ιωάννη Β΄ και πολλούς ευγενείς

ζητώντας ως λύτρα ένα υπέρογκο ποσό. Το αποτέλεσμα αυτό ήταν να ξεσπάσει μια σειρά από εξεγέρσεις με επίκεντρο μια μεγάλη στην Ιλ ντε Φρανς.( Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 592. ) Το ίδιο και στην Αγγλία η εξουσία προσπάθησε να επιβάλλει μια σειρά από δυσμενείς φορολογικούς νόμους με αποτέλεσμα στα 1381 να ξεσπάσει μια εξέγερση στο Έσσεξ. Οι επαναστάτες ζητούσαν την κατάργηση της δουλοπαροικίας και τη μείωση των ενοικίων. (Βλ. Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 592.) Γενικώς, καθόλη την διάρκεια του 14ο υ αιώνα ξεσπούσαν συνεχώς επαναστάσεις.

6

Page 37: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

άρχουσες τάξεις των δύο χωρών και εκτός ότι καθόρισε τα όρια των δύο χωρών δημιούργησε και έναν οικονομικοπολιτικό συνεκτικό δεσμό, το Κοινοβούλιο για την Αγγλία και την Συνέλευση των τάξεων στην Γαλλία. Οι μονάρχες δεν μπορούσαν να αναλάβουν μόνοι τους όχι μόνο το οικονομικό αλλά και το πολιτικό κόστος του πολέμου. Έτσι, αναπτύχθηκαν οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί που ουσιαστικά εκπροσωπούσαν την ανώτερη αστική τάξη, την αριστοκρατική και την κληρική. Τα κοινοβούλια προσφέροντας την άδεια στον βασιλιά να φορολογήσει έκαναν συμμέτοχους στον πόλεμο το σύνολο των τάξεων και από την άλλη ο βασιλιάς έπρεπε να υπολογίζει τα συμφέροντα όλων για έχει αυτό το αντάλλαγμα. Τα κοινοβούλια έφερναν τους εκπρόσωπους από όλη την επικράτεια στην πρωτεύουσα δίνοντας την αίσθηση της συμμετοχής όλης της χώρας στα προβλήματα του κράτους δίνοντας την δυνατότητα στους εκπροσώπους να αισθανθούν την κοινή μοίρα που τους δένει. Η συμμετοχή τους αυτή έδειχνε έμπρακτα την αναγνώριση και την πίστη στην δυναστεία, ενώ δημιουργούσε ένα φαντασιακό δέσιμο το οποίο μεταφερόταν σε όλη την επικράτεια. Τέλος, ο διαταξικός χαρακτήρας του κοινοβουλίου εντείνει πέρα από το γεωγραφικό δέσιμο και το διαταξικό. Δημιουργούσε την αίσθηση του κοινού διαταξικού συμφέροντος που αποτελεί την πεμπτουσία της εθνικής συνείδησης. Δημιουργείται δηλαδή ένα ενιαίο κρατικό συμφέρον χωροταξικά και ταξικά, δημιουργείται η αίσθηση της κοινής δράσης, πορείας και ιστορίας. Επομένως, συγκροτείται μία φαντασιακή ταυτότητα που μπορεί και ετεροπροσδιορίζεται αλλά και να αυτοπροσδιορίζεται. Σε κάθε χώρα δημιουργείται το ανάλογο εχθρικό μίσος και οι αντίστοιχοι φανατισμοί και εθνικοί μύθοι. Στην Γαλλία το πιο γνωστό παράδειγμα ήταν η Ιωάννα της Λορένης ενώ στην Αγγλία η πιο άσεμνη χειρονομία χρονολογείται από τις νίκες των αγγλικών στρατευμάτων στα γαλλικά.

Η συγκρότησης της φαντασιακής κοινότητας των πρωτοεθνικών κρατών ήρθε αναγκαστικά σε σύγκρουση με την εκκλησία και με την φαντασιακή κοινότητα του καθολικισμού. Ένας πόλεμος και μία έχθρα που κράτησε πάνω από εκατό χρόνια δεν ήταν δυνατόν να συνεχίσει να δίνει την αίσθηση ότι οι Γάλλοι, οι Άγγλοι και οι σύμμαχοι του καθενός έχουν να μοιράσουν κάτι κοινό ή ότι έχουν μια κοινή ταυτότητα. 62 Το αντίπαλο δέος έφερε στο προσκήνιο τις διαφορές. Τα ενοποιητικά στοιχεία έτειναν να

62 Πόλεμοι βέβαια γίνονταν συνέχεια αφού έτσι πραγματοποιούταν ο φεουδαλικός ανταγωνισμός και ποτέ δεν αμφισβητήθηκε η πίστη στην παπική εξουσία. Αλλά ο πόλεμος αυτός αν και ενείχε αυτόν τον χαρακτήρα είχε το χαρακτηριστικό του συνεχούς και μόνιμου που διαφοροποίησε τις συνέπειες του.

7

Page 38: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

χάνουν αυτήν την τάση και να αποκτούν εθνικό ρόλο. Η αύξηση της ανάγκης για φορολογία έφερε σε σύγκρουση τα πρωτοεθνικά κράτη με την εκκλησία. “Το 1296 τόσο ο βασιλιάς της Αγγλίας Εδουάρδος Α΄ όσο και ο Φίλιππος Α΄ της Γαλλίας φορολόγησαν τους κληρικούς τους για να χρηματοδοτήσουν τον ‘‘δίκαιο’’ πόλεμο που ετοιμάζονταν να κηρύξουν ο ένας εναντίον του άλλου.”63 Επίσης, δεν δέχτηκαν να παρέμβει ο Παπάς τις μεταξύ τους έριδες όσον αφορά την διαδοχή του Γαλλικού θρόνου, όπως σε έκανε παλιότερα σε άλλες περιπτώσεις. Το ζήτημα όμως σε αυτήν την περίπτωση ήταν ότι οι σύνοδοι είχαν δεχτεί τους εν λόγω φόρους. Ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄(1294-1303) αντέδρασε θέλοντας να συνεχίσει να ελέγχει τον εκκλησιαστικό μηχανισμό και να κατευθύνει τους άγγλους και γάλλους κληρικούς. Ο Φίλιππος αντέδρασε και επέβαλε οικονομικό αποκλεισμό στον εφοδιασμό της Ρώμης με πολύτιμα μέταλλα και μεταβιβάσιμα τραπεζικά έγγραφα, με αποτέλεσμα μέσα σε λίγους μήνες ο Πάπας να περιέλθει σε δεινή θέση. “Ο Βονιφάτιος αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δεχτεί ότι σε έκτακτες περιπτώσεις ο βασιλιάς μπορούσε να επιβάλει φόρους στον κλήρο χωρίς την παπική συγκατάθεση. Μάλιστα, κατά τις επόμενες δεκαετίες αρκετές φορές οι πάπες επέτρεψαν στον γαλλικό κλήρο να αποδώσει το φόρο της δεκάτης στους βασιλιάδες.” 64 Η σύγκρουση μεταξύ βασιλιάδων και Πάπα, μεταξύ εθνικού κράτους και λατινικής κοινότητας έχει αρχίσει. Και το τέλος αποδεικνύει στο μέγιστο βαθμό την μεγάλη αλλαγή που έχει πλέον γίνει στις συνειδήσεις των λαών. Η δεύτερη σύγκρουση ξέσπασε το 1301 και περιέκλειε ένα πολύ σοβαρότερο θέμα : την αξίωση του βασιλιά να δικάζει τους κληρικούς σε ένα βασιλικό δικαστήριο “κατά παραβίαση του κανονικού δικαίου και της εκκλησιαστικής παραδόσεως”.65 Ο Φίλιππος είχε συλλάβει έναν επίσκοπο με την κατηγορία της προδοσίας. Ο Πάπας απαιτούσε να τον στείλει στην Ρώμη. Έστειλε ένα γράμμα που κατηγορούσε τον βασιλιά για παραβίαση των ιερών κανόνων. Ο Φίλιππος τροποποίησε το έγγραφο έτσι ώστε να είναι προκλητικό και ξεσήκωσε την κοινή γνώμη εναντίον του. Βλέπουμε δηλαδή για πρώτη φορά να χρησιμοποιείται έντεχνα η κρατική προπαγάνδα για να εμφυσήσει την εθνική οργή ενάντια στον Πάπα. Η λατινική φαντασιακή συνείδηση έχει πλέον υποχωρήσει μπροστά στην εθνική. Ο Φίλιππος συγκαλεί την Συνέλευση των Τάξεων και ακόμα και οι κληρικοί “αισθάνθηκαν

63 Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 669.64 Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 669.65 Γιαννακόπουλος Κ., Μεσαιωνικός δυτικός πολιτισμός και οι κόσμοι του

βυζαντίου και του Ισλάμ , , σ. 529.

8

Page 39: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

υποχρεωμένοι από κάποιο φρόνημα προσβολής να διαμαρτυρηθούν κατά του Βονιφάτιου”.66 Το έθνος πλέον αποφάσιζε μόνο του, ενώ ακόμη και οι πιο πιστοί στον Πάπα ένιωθαν τον εθνικό εγωισμό τα επικρατεί στην θρησκευτική τους συνείδηση. Ο Πάπας καλεί τους γάλλους κληρικούς σε Σύνοδο τον Νοέμβριο του 1302 αλλά πηγαίνουν μόνο οι μισοί. Γιατί ο κλήρος υπάκουει στην δυναστεία και στις αποφάσεις του έθνους. Ο Πάπας έχει χάσει. Έχει πάψει να αντλεί δύναμη από τον εκκλησιαστικό μηχανισμό γιατί αυτός είναι νομιμόφρων σε μια άλλη αρχή. Ο Πάπας βέβαια δεν είχε θεωρήσει σωστά τις πραγματικές διαστάσεις του πράγματος και πρόβαλε ανοιχτά τις κοσμικές του αξιώσεις για πολιτική επικυριαρχία στους βασιλείς. “Διαβεβαίωσε ότι υπάρχουν δυό ξίφη στον κόσμο, το κοσμικό και το πνευματικό, και τα δύο χρησιμοποιούνται κατά το θέλημα του Πάπα. Η βούλα[που έστειλε] τελείωνε με την δηλώσει ‘‘είναι απολύτως για την σωτηρία το να υποτάσσεται στον Ρωμαίο Ποντίφικα κάθε ανθρώπινο ον”67. Η δήλωση αυτή έναν αιώνα νωρίτερα θα θεωρούταν μια πολύ φυσιολογική αξίωση του παπισμού. Εκείνες όμως οι εποχές φαίνεται πως είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Ο βασιλιάς θα επιχειρήσει και θα καταφέρει να συλλάβει τον Πάπα μέσα στην Ρώμη. Θα ελευθερωθεί αμέσως από τους πολίτες αλλά το κύρος του παπισμού θα έχει πληγωθεί και οι πάπες έχουν ηττηθεί. Είναι ζήτημα χρόνου ο Πάπας να τεθεί υπό την κηδεμονία των βασιλέων. Ο ηλικιωμένος Βονιφάτιος ταραγμένος και ταπεινωμένος θα πεθάνει έπειτα από λίγο.68

Ο επόμενος Πάπας Βενέδικτος ΙΑ΄ ήταν πολύ ασθενικός για να αντιδράσει πράγμα που δείχνει ότι η Ρώμη αδυνατούσε να αναδείξει έναν ικανό άνθρωπο για να αντιμετωπίσει την μεγάλη αυτή κρίση. Η στάση του Φιλίππου ισοδυναμούσε με πραγματική εξέγερση ενώ ουσιαστικά δρούσε έξω από το εθιμικό “καταστατικό” πλαίσιο λειτουργίας των θεσμών. Εάν υπήρχε αυτοκρατορία και ο πάπας ήταν αυτοκράτορας θα μπορούσε να την καταστείλει. Ο παπισμός όμως δεν ήταν ένας κληρονομικός θρόνος ούτε αντλούσε δύναμη από δικό του στρατό, αργότερα που θα το κάνει θα είναι πολύ αργά. Ο Πάπας προστάτευε με την χάρη του θεού τους λαϊκούς και οι λαϊκοί προστάτευαν τον πάπα

66 Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σ. 530.67 Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σ. 530.68 Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σ. 530.Η σύγκρουση μεταξύ παποσύνης και γαλλικού θρόνου διαμορφώνει στους κόλπους

της βασιλικής αυλής και μία ανάλογη πολιτική ιδεολογία. Ο Γάλλος βασιλιάς θεωρείται διαδέχεται την πολιτική των Γερμανών αυτοκρατόρων και γι’ αυτό θα πρέπει να ανακηρυχθεί από αυτούς αυτοκράτορας και κυριαρχήσει σε όλη την Ευρώπη. Βλέπουμε δηλαδή ότι ο αυτοκρατορισμός δεν έχει πεθάνει εντελώς. Η πραγματικότητα όμως των εθνών δεν θα μπορούσε με τίποτα να επιστρέψει σε μια πολυεθνική κοινότητα. Βλ. για τις πληροφορίες Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 678.

9

Page 40: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

αντλώντας κύρος από την θεόσταλτη εξουσία του. Την εποχή εκείνη όμως η εξουσία ήταν δοσμένη από τον λαό, από το έθνος. Ο πάπας ήταν πια άχρηστος για το φεουδαλικό σύστημα τουλάχιστον στον ρόλο που ήταν μέχρι εκείνη την συγκυρία. Έτσι ο επόμενος πάπας και ήταν γάλλος και αρχιεπίσκοπος στο Μπορντό και ως εκτούτου θεωρείται ότι εκλέχτηκε με γαλλική παρέμβαση. Έφυγε από την Ρώμη και εγκαταστάθηκε στην Αβινιόν της Νοτίου Γαλλίας, ώστε να μπορεί να βρίσκεται υπό την κηδεμονία του βασιλέως. Η περίοδος αυτής ονομάστηκε “Βαβυλώνιος Αιχμαλωσία” και κράτησε 70 χρόνια από το 1305 ως το 1378. 69 Η εκκλησία είχε χάσει το γόητρο και την πολιτική ηγεμονία της. Ο εκκλησιαστικός μηχανισμός της κάθε χώρας τέθηκε υπό την εξουσία του εθνικού ηγεμόνα. Η πολιτική δύναμη των εθνών διέλυσε την πολιτική αρχή της Χριστιανοσύνης. Η κρίση στους κόλπους της εκκλησίας θα συνεχιστεί ωσότου χάσει και την πιο σημαντική επιρροή που ασκούσε στις κοινωνίες, την πίστη στην θρησκεία. Οι αντιπαλότητες των εθνών μεταφέρονται στους κόλπους της εκκλησίας καθώς ο αγγλικός θρόνος μέσα στα πλαίσια του Εκατονταετούς πόλεμου επιχειρεί να αποκτήσει δικιάς του επιρροής Πάπα.

Έτσι, μετά από την επιστροφή του Ποντίφικα στην Ρώμη έλαβε χώρα μια μοναδική εξέλιξη που διέσπασε την χριστιανική κοινότητα σε δύο μερίδες. Όταν πέθανε ο πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄ το ρωμαϊκό πλήθος φυλάκισε τους καρδινάλιους και τους εξανάγκασε να εκλέξουν έναν Ιταλό στον παπικό θρόνο, τον Ουρβανό ΣΤ΄(1378-1389). Η σύγκρουση μεταξύ Ουρβανού και καρδινάλιων ήταν αναπόφευκτη καθώς οι τελευταίοι είχαν συνηθίσει να ζουν στην χλιδή της Αβινιόν και καθώς βέβαια αποτελούσαν επιρροή του γάλλου βασιλιά. Το επόμενο λοιπόν βήμα της “κατρακύλας” της παποσύνης αποτελούσε μια φυσιολογική εξέλιξη. Οι καρδινάλιοι με τις ευλογίες Καρόλου Ε΄ της Γαλλίας εξέλεξαν νέο πάπα τον ξάδελφο του Καρόλου καρδινάλιο Ροβέρτο της Γενεύης που πήρε το όνομα, Κλήμης Ζ΄(1378-1394), ο οποίος εγκαταστάθηκε μαζί με τους καρδινάλιους στην Αβινιόν.70 “Η Αγγλία, το μεγαλύτερο μέρος της Γερμανίας, καθώς και της Ιταλίας, υποστήριζαν τον Ουρβανό, αν και υπήρχε μεγάλη αντίθεση στο Μιλάνο και στη Νεάπολη, όπου ήταν ισχυρή η γαλλική επίδραση. Η Γαλλία και οι σύμμαχοί της, ανάμεσά τους και η Σκοτία, υποστήριζαν τον Κλήμη.”71 μετά τον θάνατο των δύο

69 Βλ. για όλες αυτές τις πληροφορίες που αφορούν τις γαλλοπαπικές σχέσεις, Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σσ. 529-31, Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 669.-71.

70 Βλ. για όλες αυτές τις πληροφορίες Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σσ. 532-4, Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 672-3.

71 Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 673.

0

Page 41: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

αυτών Πάπων η ομάδα υποστήριξης και τα συμφέροντα εξέλεγαν ένα διάδοχο και έτσι το σχίσμα διαιωνιζόταν. Σε κάποια στιγμή μάλιστα τα πράγματα έφτασαν στο σημείο υπάρχουν και τρεις πάπες. Το ζήτημα για το ποιος ήταν ο νόμιμος ήταν άλυτο και θα έμενε άλυτο όσο θα συνέχιζε ο ανταγωνισμός των ηγεμόνων. Το πολιτικό οικοδόμημα του μεσαιωνικού παπισμού όμως είχε καταστραφεί. Η αποδόμηση της παπικής κυριαρχίας γέννησε μια φιλολογία που άλλοτε έχει αστικά χαρακτηριστικά και άλλοτε δείχνει τον βασιλιά που υποστήριζε. Η πιο ενδιαφέρουσα από αυτές τις απόψεις κατά την άποψή μου ήταν η ριζοσπαστική κριτική στην παποσύνη από έναν αστό Ιταλό τον Μαρσίλιο. Αυτός ο διανοητής διαχώρισε τον κοσμικό ρόλο του πάπα από αυτόν τον θρησκευτικό. Ο πάπας δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα κανενός σώματος πολιτών και επομένως οι κοσμικές του αξιώσεις δεν είναι νόμιμες. Το σύνολο των πολιτών αποτελούν τον “άνθρωπο νομοθέτη” ο οποίος δίνει εντολή στον ηγεμόνα να κυβερνήσει. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε με την παπική εξουσία. Είναι ορατό πλέον ότι η ορθολογικοποίηση που έφερε ο καπιταλισμός στην μεσαιωνική κοινωνία έβλαψε τον παπισμό. Η μετάθεση της αρχής της εξουσίας από τον θεό στην γήινη κοινωνία είναι η ιδεολογία της Αναγέννησης. Ο Μαρσίλιο προχώρησε ακόμη πιο πέρα και υποστήριξε την δημοκρατικοποίηση της εκκλησίας.72 Βέβαια, υπήρχαν και οι απόψεις που υποστήριζαν τις θέσεις της εκκλησίας, που από τα πρόσωπα που τις υποστήριζαν μοναχοί και εκκλησιαστικοί δείχνει ότι αποτελούν μια πολιτική συντηρητική ομάδα στους κόλπους της Ευρώπης.73

Η σύγκρουση λοιπόν για το έλεγχο του παπικού κύρους δείχνει ότι η παπική εξουσία συνέχιζε να έχει κάποια αίγλη στους λαούς. Η έννοια της φαντασιακής κοινότητας συνέχιζε να υπάρχει αλλά βρισκόταν ένα επίπεδο πιο κάτω από την πρωτοεθνική συνείδηση. Το μεγάλο ζήτημα για μας είναι ότι είχε διασπαστεί. Η διάσπαση ήταν όχι θρησκευτική αλλά πολιτική γιατί το κύρος της θρησκείας δεν είχε ακόμα πληγεί. Αλλά βέβαια η περίοδος της Μεταρρύθμισης ήταν μπροστά. Ο Μεσαίωνας τον 14ο αιώνα ήταν παρόν ο νέος κόσμος μόλις ανέτειλε.

Η περίοδος της “Αναγέννησης”:β) η ιδεολογική-πολιτισμική διάσπαση της Φαντασιακής

Κοινότητας του καθολικισμού.Η εμφάνιση των πρωτοεθνικών κρατών φέρνει στο προσκήνιο

τις “πρωτοεθνικές” γλώσσες. Τι εννοούμε όταν λέμε πρωτοεθνικές

72 Νίκολας Ντ., ό.π., σ. 678. 73 Νίκολας Ντ., ό.π., σσ. 679-80.

1

Page 42: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

γλώσσες και σε τι διαφοροποιούνται από τις “εθνικές”; Οι πρωτοεθνικές γλώσσες είναι γλώσσες των κρατικών μηχανισμών των πρωτοεθνικών κρατών. Βρίσκονται όμως ακριβώς ένα στάδιο πριν γίνουν εθνικές, πριν αποκτήσουν δηλαδή το στοιχείο της ταυτότητας. Γιατί είναι γλώσσες λειτουργικής χρήσης και όχι εξουσιαστικής ή ομοιογενοποιητικής χρήσης. Οι εξουσίες που τις χρησιμοποιούν δεν σκοπεύουν να τις επιβάλλουν με την βία ή καταναγκαστικά μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία φτιάχνοντας μια κοινότητα που να μιλά και να σκέφτεται με την ίδια γλώσσα. Οι γλώσσες αυτές είναι οι γλώσσες που χρησιμοποιούν οι διάφοροι κρατικοί λειτουργοί για να επικοινωνούν μεταξύ τους. Σε αυτές γράφονται και εκδίδονται τα βασιλικά διατάγματα, οι κυβερνητικές αποφάσεις, οι νόμοι, συντάσσονται οι δικαστικές αποφάσεις κτλ. Δεν γίνεται δηλαδή μια συνειδητή προπαγάνδα της γλώσσας για να φτιαχτεί μια εθνική συνείδηση που θα βασίζεται στην κοινή γλώσσα. Έχουν δηλαδή τα πρωτοεθνικά χαρακτηριστικά των κρατών που τις φτιάχνουν. Παρ’ όλα αυτά οι γλώσσες αυτές καταφέρνουν να λειτουργήσουν ενοποιητικά στην οριοθετημένη επικράτεια του κάθε κράτους παρά το γεγονός ότι στην επικράτεια του κράτους αυτού μπορεί να χρησιμοποιούσαν ως καθομιλουμένες γλώσσες πολύ ως λιγότερες διαφορετικές. Για παράδειγμα όταν από το 1362 τα αγγλοσαξονικά, γλωσσικό μείγμα νορμανδικών γαλλικών και ντόπιων σαξονικών, γίνεται η γλώσσα των δικαστηρίων και του κοινοβουλίου η επικράτεια του αγγλικού κράτους “κάλυπτε σε διάφορες χρονικές περιόδους όχι μόνο την σημερινή Αγγλία και Ουαλία αλλά και μέρος της σημερινής Σκοτίας, Γαλλίας και Ιρλανδίας”.74 Είναι η γλώσσα του κυρίαρχου έθνους θα λέγαμε σήμερα πάνω στα άλλα κατακτημένα έθνη. Αλλά δεν θα μπορούσαμε με κανέναν τρόπο να υποστηρίξουμε ότι η κρατική γλώσσα της Αγγλίας αποτελούσε την ενιαία γλώσσα που θα μιλούσαν όλοι οι αυθεντικοί Άγγλοι που κατοικούσαν στην μητρόπολη Αγγλία. Αντιθέτως σε αυτήν την περιοχή οι γλώσσες που θα μπορούσαν να ονομαστούν αγγλικές ήταν πολύ περισσότερες από μία. Η κρατική γλώσσα των πρωτοεθνικών κρατών τελικά δεν ήταν τίποτα άλλο από την γλώσσα που μιλούσε η αυλή του κάθε βασιλιά, που συνήθως ήταν το τοπικό ιδίωμα που έτυχε να έχει η πρωτεύουσα του κράτους. Ήταν δηλαδή η γλώσσα της δυναστείας. Αλλά ήταν και κάτι περισσότερο ήταν το ιδίωμα που μιλούσαν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας. Τι ήταν εκείνο όμως που οδήγησε τους βασιλείς να επιλέξουν για γλώσσα του κράτους τους την τοπική γλώσσα και όχι τα λατινικά που ήταν στο κάτω

74 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 76.

2

Page 43: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

κάτω της γραφής και μια γλώσσα Ιερή, μια γλώσσα εξουσίας. Ο πρώτος λόγος που θα σκεφτόμασταν είναι ότι ακριβώς η γλώσσα αυτή παραπέμπει σε μια διαφορετική εξουσία από την δική τους στην οποία όπως είδαμε οι μοναρχίες λειτουργούσαν αντιθετικά. Ο άλλος λόγος είναι η ίδια η φύση του πρωτοεθνικού κράτους. Η συνύπαρξη φεουδαρχικής τάξης με την αστική πάνω σε ένα ανεπτυγμένο μοντέλο φεουδαρχίας στο οποίο το εμπόριο αρχίζει να επιβάλλεται και να επιφέρει αλλαγές, διαμορφώνει και διαφορετικές ανάγκες που ενέχουν και τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Η εμπορική τάξη δεν μίλαγε ούτε κατανοούσε τα λατινικά. Η γλώσσα που χρησιμοποιούσε ήταν η τοπική καθομιλουμένη.

Η λειτουργία του εμπορίου δεν θα μπορούσε να γίνεται μέσα από την αποστεωμένη λατινική αλλά μέσα από τις ζωντανές γλώσσες. Ούτως ή αλλιώς η λατινική ήταν πολύ ιερή για να την χρησιμοποιήσουν οι έμποροι. Εξάλλου οι έμποροι δεν ήταν παρά αγρότες που ξέφυγαν από την δουλοπαροικία και επομένως ακόμη και εάν έβλεπαν μία χρηστικότητα σε μια εμπορική χρήση της λατινικής γλώσσας δεν θα είχαν τα μέσα για να το πετύχουν αλλά και να τα είχαν δεν θα τολμούσαν ή δεν θα τους άφηναν να το κάνουν. Αλλά βέβαια η εμπορική κίνηση και η αστική μανιφακτούρα δεν ξεκίνησε ως μία δραστηριότητα μακρινών αποστάσεων αλλά ως μία τοπική αναγκαιότητα. Επομένως, εκείνο που θα έπρεπε να αναβαθμιστεί ήταν οι τοπικές γλώσσες για να μπορεί να επικοινωνήσει ο απλός κόσμος. Και έτσι ακριβώς συνέβηκε. Οι νέοι αστοί είναι εκείνοι που βγάζουν την καθομιλουμένη από την αφάνεια και της δίνουν το δικό τους κύρος που όσο ανεβαίνει η κοινωνική και οικονομική δύναμή τους ανεβαίνει και αυτό. Το γεγονός λοιπόν ότι η γαλλική κρατική γλώσσα ήταν η παρισινή, της Αγγλίας η λονδρέζικη, της Ισπανίας τα καστιλιάνικα έχει να κάνει ακριβώς με την διαταξική αυτή συμμαχία φεουδαρχίας και αστικής τάξης που δεν θα μπορούσε βέβαια να ξεκινάει και να είναι πιο ισχυρή στην πρωτεύουσα. Ο βασιλιάς προστατεύει πρώτα την αστική τάξη που προσφέρει άμεσα στον ίδιο τα προϊόντα της και ύστερα της επικράτειας των υπόλοιπων φεουδαρχών. Η αστική τάξη της πρωτεύουσας, που ήταν η μεγαλύτερη πόλη της επικράτειας επεκτείνεται μαζί με τον βασιλιά και ο βασιλιάς την χρησιμοποιεί ως όχημα για να επιβάλλει την οικονομική ενότητα στην επικράτεια που θα κυριαρχεί. Η τοπική καθομιλούμενη της πρωτεύουσας ενώνει την επικράτεια και ο κρατικός μηχανισμός επιλέγει αυτήν την γλώσσα για την ενώσει και πολιτικά.

Επομένως, οι πρωτοεθνικές γλώσσες ασυνείδητα στήνουν και διατηρούν μια φαντασιακή ενότητα, συγκροτούν μια πρωτοεθνική

3

Page 44: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

κοινότητα καθώς ο κάθε υπήκοος έπρεπε να συνομιλήσει με την εξουσία του ολοένα και περισσότερο στην εξέλιξη του χρόνου με αυτήν την γλώσσα. Γιατί στο επίπεδο πολιτικής συμμαχίας τόσο ανάμεσα στα μέλη της φεουδαρχίας όσο και μεταξύ φεουδαρχίας και αστικής τάξης ο συνεκτικός κρίκος είναι αυτή η γλώσσα, που αποτελεί και την γλώσσα του κοινοβουλίου. Ενοποιεί δηλαδή την άρχουσα τάξη στην κορυφή και μεταφέρει την ιδέα της ενότητας μέσω αυτής στην κοινωνία. Τα μέλη της ίδιας επικρατείας αποκτούν μια γλώσσα για να επικοινωνούν μεταξύ τους, για να καταλαβαίνονται. Και αυτή η γλώσσα είναι προσιτή σε όλους, είναι ζωντανή και δεν χρειάζεται να διαβάσουν για να την μάθουν. Είναι μια γλώσσα που την μαθαίνεις με την χρήση της.

Μέσα λοιπόν στην γλωσσική Βαβέλ του Μεσαίωνα εμφανίζεται μια ενδιάμεση γλώσσα μεταξύ λατινικής ελίτ και γενικής πολυγλωσσίας που υποκαθιστά τον ενοποιητικό ρόλο των λατινικών. Αποτελεί το ζωντανό λειτουργικό όργανο μιάς άλλης ανταγωνιστικής στον παπισμό εξουσίας πολύ πιο δυναμικής με μεγαλύτερες βάσεις στην κοινωνία, η οποία μέσω αυτής θέλει να ενώσει την κοινωνία σε ένα μικρότερο επίπεδο από αυτό του παπικού χριστιανικού οικουμενισμού, στο εθνικό κράτος. Οι πρωτοεθνικές γλώσσες λοιπόν είναι φύσει αντιθετικές με την λατινική και γι’ αυτό γίνονται όργανο κάθε ενός που θέλει να συγκρουστεί με τον Παπισμό, όπως δηλαδή οι αιρέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι η χειρόγραφη Βίβλος του Τζων Ουίκλφ γράφτηκε στην καθομιλουμένη75 και ότι ολόκληρη η Μεταρρύθμιση βασίστηκε στην καθομιλούμενη, αλλά σε αυτό θα έρθουμε αμέσως μετά. Έτσι, καταλήγει ο Μπ. Άντερσον παρά το γεγονός ότι “δεν υπήρχε η ιδέα της συστηματικής επιβολής της γλώσσας στους διάφορους υποτελείς πληθυσμούς”, “η προαγωγή αυτών των καθομιλούμενων γλωσσών σε γλώσσες εξουσίας είχε το δικό της μερίδιο συνεισφοράς στην παρακμή της φαντασιακής κοινότητας της χριστιανοσύνης”.76

Οι αιρέσεις στην Δύση αποτελούσαν ένα μόνιμο πρόβλημα ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Ο συνδυασμός μιάς σειράς παραγόντων συντέλεσε στη εμφάνιση αυτού του φαινόμενου. Ο καθολικός χριστιανισμός αποτελούσε συνέχεια μιας θρησκείας που ανδρώθηκε στην Ανατολή. Επομένως, όσο και αν αναπροσαρμόστηκε στην φράγκικη Δύση υφυπήρχαν παραδόσεις που δεν ταίριαζαν με την φιλοσοφία του. Επίσης, δεν ήταν καθόλου πιστός στις αξίες που πρέσβευε και επομένως δημιουργούσε λογικές αντιδράσεις. Όλα αυτά σε συνδυασμό με το

75 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 76.76 Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 77.

4

Page 45: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

γεγονός ότι ταυτιζόταν με μια εξουσία ανορθολογική και αυθαίρετη που ολοένα και περισσότερο γινόταν καταπιεστική ώθησε ένα μέρος των κοινωνικών κινημάτων και των ταξικών αγώνων ή των ενδοφεουδαρχικών διαφωνιών να λάβουν έναν χαρακτήρα δογματικής διαφοροποίησης με τις επίσημες αντιλήψεις της εκκλησίας. Τα διάφορα αιρετικά κινήματα, όπως αυτό των καθαρών, των ουσιτών αποτελούν την πρωτοπορία για μια σειρά αιρετικών κινημάτων, που θα ακολουθήσουν τον επόμενο αιώνα.

Από αυτά ενδιαφέρον έχει η ουσιτική αίρεση. Οι Ουσίτες ήταν ένα κίνημα που ξεκίνησε στην Βοημία και έλαβε χαρακτήρα σύγκρουσης με τον Γερμανό Αυτοκράτορα που ήταν ο επικυρίαρχος της περιοχής. Επομένως, σωστά συνηθίζεται να ταυτίζεται με μια “εθνική”(πρωτοεθνική) εξέγερση, γιατί παίρνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικοθρησκευτικής σύγκρουσης μιάς συγκεκριμένης και οριοθετημένης φαντασιακά περιοχής με μία ανώτατη πολιτική αρχή που ήταν ταυτισμένη με τον καθολικισμό. Ουσιαστικά συγκρούστηκε η τοπική φεουδαρχία με την Γερμανική φεουδαρχία. Η καλλιέργεια μιάς διαφορετικής δογματικής και λειτουργικής αντίληψης βοήθησε στο να παρασύρει η άρχουσα τάξη την κατώτερη σε μία εξέγερση. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πανεπιστήμια της Βοημίας πρωτοστάτησαν σε αυτήν την αίρεση. Κάτι αντίστοιχο θα δούμε ότι θα γίνει και με την Αγγλία. Στην περίπτωση αυτή όμως άρχουσα τάξη συμβιβάστηκε και αμέσως τέθηκε ενάντια στους ριζοσπάστες. Το ζήτημα των ουσιτών είναι ένα σαφές παράδειγμα ότι τον 14ο και 15ο αιώνα τα πράγματα έχουν ήδη μπει σε μια διαδικασία σύγκρουσης των πρωτοεθνικών κρατών με τον παπισμό μέσα από θεολογικά κριτήρια. Όλες αυτές οι αιρέσεις είχαν ένα σημαντικό πρόβλημα που τις καθιστούσε αδύναμες μπροστά στον καθολικισμό. Δεν είχαν την δυνατότητα να προπαγανδίσουν με επιτυχία ρις απόψεις τους. Η εκκλησία είχε πάντοτε έναν ισχυρό μηχανισμό που θα κατεδίωκε τους ιεραπόστολους των αιρετικών. Εξάλλου, συνήθως η φεουδαρχία βοηθούσε την εκκλησία αφού τα αιρετικά κινήματα έπαιρναν κοινωνικά ή ενδοφεουδαρχικά στοιχεία σύγκρουσης.77

Δύο στοιχεία έδωσαν την δύναμη στις αιρέσεις να ορθωθούν

77 Για παράδειγμα η αίρεση των καθαρών που είχε επίκεντρο την νότια Γαλλία των 13ο αιώνα αποτέλεσε ταυτόχρονα και μία πράξη εναντίωσης του τοπικού ηγεμόνα στην προσπάθεια του Γάλλου μονάρχη να ενοποιήσει την χώρα. Επομένως, όταν ο Πάπας κάλεσε τους φεουδάρχες της Βόρειας Γαλλίας σε Σταυροφορία κατά του δούκα της Τουλούζης, εκείνοι προθυμοποιήθηκαν χωρίς μεγάλη δυσκολία. Το αποτέλεσμα ήταν να επιβληθεί η πολιτική ηγεμονία του βορρά και παράλληλα η χρήση της βόρειας γαλλικής καθομιλουμένης σε βάρος της νότιας.

5

Page 46: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

και να συγκρουστούν με την ο καπιταλισμός και η τεχνολογία. Όπως είναι γνωστό οι λογική του κέρδους που διέπει τις αρχές του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής υπαγορεύει την συνεχή εξεύρεση μηχανισμών που θα μειώνουν το κόστος παραγωγής και θα αυξάνουν παράλληλα την παραγωγή. Η τεχνολογία λοιπόν αποκτά μια ιδιαίτερη λειτουργία μέσα στον καπιταλισμό. Αναπτύσσεται μαζί του και τον βοηθάει ώστε να αναπαράγεται και να βελτιώνει τους οικονομικούς του μηχανισμούς αλλά και τους κοινωνικούς μηχανισμούς επιβολής του δικού του τρόπου σκέψης και της δικής του ιδεολογίας. Η εφεύρεση λοιπόν στην συγκεκριμένη εποχή της τυπογραφίας δεν ήταν καθόλου μα καθόλου τυχαία. Η τυπογραφία από την αρχή τέθηκε στην υπηρεσία της αστικής τάξης και τα τυπογραφεία έγιναν οι επιχειρήσεις πρότυπο την εποχή εκείνη. “Μέχρι το 150078 είχαν ήδη τυπωθεί τουλάχιστον είκοσι εκατομμύρια βιβλία, σηματοδοτώντας την έναρξη της εποχής ‘της μηχανικής αναπαραγωγής’” σημειώνει ο Μπ. Άντερσον και συνεχίζει αναζητώντας τα αίτια αυτής της έκρηξης λέγοντας ότι “αν η τεχνογνωσία των χειρογράφων ήταν περιορισμένη και αποτελούσε κλειστή παράδοση, η γνώση της τυπογραφίας επιβίωσε μέσω της δυνατότητας αναπαραγωγής και διάδοσης. Στο χώρο των εκδόσεων εκδηλώθηκε η συνεχής αναζήτηση του καπιταλισμού για αγορές... .”.79 “Επιπλέον, καθώς τα χρόνια από το 1500 μέχρι το 1550 αποτέλεσαν για την Ευρώπη μια περίοδο εξαιρετικής ευημερίας, οι εκδόσεις συμμετείχαν στη γενική έξαρση της οικονομικής δραστηριότητας. ‘Περισσότερο από ποτέ’ ήταν μια τεράστια βιομηχανία που ‘λειτουργούσε υπό των έλεγχο εύπορων καπιταλιστών’”80. Το πρώτο βιβλίο που εκδόθηκε, η Βίβλος, αποτελούσε και ένα σίγουρο Best Seller για τον Γουτεμβέργιο.

Ο Άντερσον αναφέρει ότι η πρώτη αγορά της μηχανικής αναπαραγωγής ήταν η δίγλωσση υπερεθνική λατινική κοινότητα των διανοούμενων. Μέσα σε 150 χρόνια από το 1450 όμως η αγορά αυτή κορέστηκε, ενώ φαντάζομαι θα αυξήθηκαν και τα τυπογραφεία. Οι ανάγκες λοιπόν εξεύρεσης νέων αγορών ήταν μια αναγκαιότητα. Πέρα όμως από τους δίγλωσσους λατινομαθείς που πρέπει να ήταν μια πολύ μικρή μειοψηφία το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου κατείχε μία γλώσσα. Επομένως, η λογική του καπιταλισμού υπαγόρευε άνοιγμα στις τεράστιες αγορές των

78 Ο πληθυσμός της Ευρώπης, εκεί όπου η τυπογραφία ήταν γνωστή, ήταν περίπου 100.000. Febre and Mart in , The coming of the Book , σ. 248-249. Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 70.

79 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 70.80 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σσ. 70-1.

6

Page 47: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

καθομιλουμένων γλωσσών81. Παράλληλα βέβαια, και ο αναπτυσσόμενος καπιταλισμός από μία άλλη πλευρά επέβαλλε την χρήση των γλωσσών αυτών για τις δικές του λειτουργίες. Ήδη οι πρωτοεθνικές κοινότητες συγκροτούσαν αντιθετικούς πολλούς στην λατινική κοινότητα, η οποία είχε διασπαστεί πολιτικά και το κύρος της καταρρακωθεί.

Βέβαια υπήρχε ένα πρόβλημα για την τυπογραφία ποια από όλες τις καθομιλουμένες θα επέλεγε για να χρησιμοποιήσει. Η ίδια όμως η κοινωνικοπολιτική εξέλιξη έδωσε την λύση σε αυτό το πρόβλημα. Πρώτον, η ευρωπαϊκή κοινότητα δεν γινόταν πια αντιληπτή ως ενωμένη και επομένως δεν υπήρχε λόγος να χρησιμοποιηθεί μια τυπογραφική γλώσσα για όλους τους λαούς της Ευρώπης. Οι πρωτοεθνικές κοινότητες είχαν αντικαταστήσει την λατινική συνείδηση με την πρωτοεθνική. Όσο για το πρόβλημα αυτό ήδη τα πρωτοεθνικά κράτη και η εμπορευματική λειτουργία είχε δώσει την λύση. Οι βάσεις της ανάπτυξης των πρωτοεθνικών γλωσσών βρέθηκαν μέσα στην λειτουργία των μηχανισμών των πρωτοεθνικών κρατών που ολοένα και περισσότερο χρησιμοποιούσαν μια γλώσσα για όλη την περιφέρεια τους82.

Οι νέες λογικές εξορθολογισμού και εκκοσμίκευσης που έφερνε στο προσκήνιο η ανάπτυξη της αστικής τάξης από τη μία και η σύγκρουση κοσμικής και εκκλησιαστικής εξουσίας από την άλλη δημιούργησε και μια διαφορετική άποψη για την λατινική. “Χάρη στην προσπάθεια των Ουμανιστών να αναβιώσουν τη λογοτεχνία της προχριστιανικής αρχαιότητας και να την διαδώσουν μέσω της αγοράς των εντύπων, ευρωπαϊκή διανόηση εκτίμησε με ένα διαφορετικό τρόπο το λογοτεχνικό ύφος των κλασσικών. Τα λατινικά κείμενα άρχισαν να αποκτούν ολοένα και περισσότερο ένα κικερώνειο ύφος και ως εκ τούτου σταδιακά απομακρύνονταν από τον εκκλησιαστικό και τον καθημερινό βίο. Μ’ αυτόν τον τρόπο η λατινική γλώσσα απέκτησε έναν ερμητικό χαρακτήρα διαφορετικό απ’ αυτόν της εκκλησιαστικής λατινικής των μεσαιωνικών χρόνων.”83 Η θέση της λατινικής είχε ταυτιστεί με το κύρος της παποσύνης που σταδιακά υποχωρούσε.

Το μεγαλύτερο όμως ιδεολογικό σοκ που δέχτηκε η χριστιανική φαντασιακή κοινότητα και η λατινική από την ανάπτυξη του καπιταλισμού ήταν η Μεταρρύθμιση. Η τυπογραφία και ο καπιταλισμός επενεργούμενοι και οι δύο μαζί δημιούργησαν μια πιο αστική άποψη για την θρησκεία. Ως εκ τούτου η νέα αιρετική

81 Βλ. για την χρήση και την λογική των επιχειρημάτων, Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 72.

82Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σσ. 75-7. 83 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σσ. 72-3.

7

Page 48: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

προπαγάνδα απέκτησε δύο πολύ σημαντικά όπλα που δεν είχαν οι παλαιότερες. Η Μεταρρύθμιση ταυτίστηκε με τον αστισμό και ταυτίστηκε με τις εθνικές γλώσσες. Τις χρησιμοποίησε ως το αντίπαλο όπλο στον κοσμοπολιτισμό και την ιερότητα της λατινικής. Με αυτόν τον τρόπο θέλησε να πλησιάσει και να εκφράσει την κοινωνία καλύτερα. Το αποτέλεσμα ήταν να δώσει ένα φοβερό πλήγμα στην εκκλησιαστική λατινική που παρά την προσωρινή ανάνηψη με την Αντιμεταρρύθμιση ήταν καταδικασμένη να εκκοσμικευθεί.84

Στις 31 Οκτωβρίου 1517 ο μοναχός και διδάκτορας θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιτεμβέργης Μαρτίνος Λούθηρος τοιχοκόλλησε τις περίφημες 95 “θέσεις” στον καθεδρικό ναό της πόλης της Βιτεμβέργης. Οι απόψεις του βρίσκονταν κοντά στα διδάγματα του άγγλου Ουίκλιφ και του βοημού Ους. Αφορμή για το επεισόδιο αυτό υπήρξε η πώληση των συχωροχαρτιών από την καθολική εκκλησία. Αλλά μάλλον τα πράγματα είχαν ωριμάσει τόσο στην συνείδηση του Λούθηρου όσο και μέσα στην κοινωνία. Εξάλλου, στην Γερμανία συνέχιζε να υφυπάρχει μία απέχθεια προς τον Πάπα ως παράδοση από τις παπο-αυτοκρατορικές συγκρούσεις των προηγούμενων αιώνων. Πέρα από αυτό όμως η ανάπτυξη μιας ορθολογικότερης αντίληψης των πραγμάτων που έφερε ο αστικός τρόπος σκέψης δεν θα μπορούσε παρά να επηρεάσει και την θεολογία.

Έτσι, οι θέσεις του “τυπώθηκαν σε γερμανική μετάφραση και ‘μέσα σε 15 ημέρες είχαν κυκλοφορήσει σε όλη την χώρα’”85. Η ανάπτυξη της καθομιλουμένης γλώσσας από τους τοπικούς ηγεμόνες και από τους αστούς αλλά κυρίως ο συνδυασμός με την μηχανική αναπαραγωγή μέσω της τυπογραφίας αποτέλεσε το μεγαλύτερο όπλο της νέας αίρεσης. Αμέσως η διδασκαλία του αγκαλιάστηκε από σημαντική μερίδα της αστικής και αριστοκρατικής τάξης όχι μόνο της Βιτεμεβέργης αλλά και άλλων γερμανικών κρατιδίων. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι στο όνομα αυτών των διδασκαλιών ξέσπασε στην Γερμανία μια μεγάλη αγροτική εξέγερση που έμεινε γνωστή ως “ο Πόλεμος των χωρικών”. Οι ταξικές συγκρούσεις και η σύγκρουση πρωτοεθνικών κοινοτήτων με την παποσύνη παίρνει έναν θρησκευτικό χαρακτήρα. Οι ταξικοί αγώνες των χωρικών σε μία εποχή που η θρησκεία ως έννοια δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ακόμα, αποκτούν ιδεολογικό επιστέγασμα μέσα από την χρήση αιρετικής θρησκείας. Ο προτεσταντισμός (με αυτό το γενικό όνομα καλούνται όλες συνολικά οι λουθηρανικές και παραπλήσιες θρησκείες) όμως ήταν

84 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σσ. 73-5. 85 Βλ. Αντερσον Μπ., Φαντασιακές Κοινότητες , ό.π., σ. 73.

8

Page 49: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

η κατεξοχήν θρησκεία που εξέφραζε τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Γιατί πέρα από δικό του γέννημα αποτελεί έναν τρόπο με τον οποίο ο καπιταλισμός επιβάλλει την λογική της λιτότητας στους αστούς και την λογική της υπακοής στους εργάτες. Οι ανάγκες της πρωταρχικής συσσώρευσης δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερο εκφραστή. Έτσι, η ιδιότυπη συμμαχία αριστοκρατών και αστών επιβάλλει στην πολιτική εξουσία της εποχής να υποστηρίξει το νέο θεολογικό ρεύμα. Η δομή των γερμανικών πριγκιπάτων διαμορφώνει την τελική μορφή των νέων δογμάτων. Ενώ ο Λούθηρος που αρχικά υποστήριξε τους αγρότες στράφηκε εναντίον τους όταν αυτοί ριζοσπαστικοποιήθηκαν ενάντια όχι μόνο στην Ρώμη αλλά και στους τοπικούς ηγεμόνες με τους οποίους ο λουθηρανισμός είχε ταυτιστεί. Ουσιαστικά αν παρατηρήσει κανείς λίγο τα γεγονότα αντιλαμβάνεται εύκολα ότι επαναλαμβάνεται το μοτίβο της βοημικής εξέγερσης των προηγούμενων αιώνων.

Η παπική εξουσία που μόλις είχε ξεπεράσει το σχίσμα της ύπαρξης δύο Πάπων βγήκε αποδυναμωμένη από την οικουμενική της δύναμη που στηριζόταν στον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Οι τάσεις εκκοσμίκευσης της παπικής έδρας σε συνδυασμό με την μεγάλη ήττα από τους βασιλιάδες είχε ως αποτέλεσμα να καταντήσει ο Πάπας να είναι ένας τοπικός ηγεμόνας σε μια περιοχή της Ιταλικής χερσονήσου. Η διαφθορά και η έκλυση των ηθών παράλληλα με την οικουμενική αποδυνάμωση της εκκλησίας ήταν φυσικό να βοηθήσει στην δημιουργία νέων αιρετικών κινημάτων. Δεν ήταν τυχαίο ότι την εποχή που ζούσε ο Λούθηρος η παπική εκκλησία είχε ως ηγέτες ανθρώπους όπως οι Βοργίες (Αλέξανδρος ΣΤ΄(1492-1503) και ο γιός του καίσαρας που προσπάθησε να τον διαδεχτεί) και Ιούλιος Β΄(1503-1513) Ντε λα Ρόβερε. Οι ηγέτες αυτοί είχαν ως σκοπό να μετατρέψουν τον παπικό θρόνο σε δυναστικό πριγκιπάτο και να συνενώσουν την Ιταλία.86 Τα οικονομικά προγράμματα των Πάπων αυτών είχαν ως στόχο να δημιουργήσουν μια Ρώμη στα αναγεννησιακά καλλιτεχνικά πρότυπα πράγμα που τους ανάγκαζε να φορολογούν με αυτόν τον άθλιο τρόπο όπως τα συγχωροχάρτια ενώ ήδη δεν είχαν και πολύ δύναμη για να το κάνουν. Γενικώς, η δράση των Πάπων της εποχής εκείνης μάλλον βρισκόταν πολύ μακριά από τα χριστιανικά δόγματα και έτσι διευκόλυνε τον Λούθηρο. Βέβαια, ανέκαθεν η εκκλησία βρισκόταν μακριά από τα χριστιανικά πρότυπα αλλά πλέον η τυπογραφία και οι εξελίξεις στην δομή τις κοινωνίας δεν τους επέτρεπε να μπορούν να “εξαπατούν” ένα μέρος του λαού και να επιβάλλονται στο σύνολο της κοινωνίας.

86 Βλ. Γιαννακόπουλος Κ., ό.π., σσ. 536-9.

9

Page 50: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

Το γεγονός ότι ο λουθηρανισμός ταυτίστηκε άρρηκτα με τα γερμανικά πριγκιπάτα είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να μετατραπεί σε μία διεθνική θρησκεία αλλά σε μία εθνική. Επομένως, σε άλλες περιοχές έπρεπε ο προτεσταντισμός να λάβει τοπικό χαρακτήρα και να εκφράσει τις αναγκαιότητες της εθνικής ή τοπικής εξουσίας. Έτσι, εμφανίστηκε ο καλβινισμός στην Ελβετία, και το κατεξοχήν εθνικοθρησκευτικό κίνημα ο αγγλικανισμός στην Αγγλία.

Η θρησκευτική Μεταρρύθμιση αποτέλεσε το τελικό χτύπημα στην εξουσία των Πάπων και στην διατήρηση της φαντασιακής κοινότητας της χριστιανικής Δύσης. Η ενότητα είχε διασπαστεί όχι μόνο στο πολιτικό επίπεδο αλλά και στο ιδεολογικό. Δεν υπήρχαν μόνο πρωτοεθνικά κράτη, εξουσίες που αντικατέστησαν τον παπισμό αλλά και νέες θρησκείες που καθιστούσαν τον καθολικισμό άχρηστο και στον πιο σημαντικό του ρόλο, να κρατά τους λαούς υποταγμένους στις κοσμικές εξουσίες. Οι εθνικοί ή τοπικοί άρχοντες μπορούσαν να το κάνουν και μόνοι τους.

Δεν υπήρχε πια Καθολική Φαντασιακή Κοινότητα αλλά κράτη που για κάποιους λόγους διατηρούσαν τον καθολικισμό και κάποια άλλα για τους δικούς τους λόγους όχι. Η περίοδος της Αντιμεταρρύθμισης ήταν η απάντηση του καθολικισμού στην προσπάθεια του να περισώσει ότι μπορούσε.

Το θρησκευτικό στοιχείο στα νέα πρωτοεθνικά κράτη μετά την μεταρρύθμιση.

Στην Αγγλία ο καθολικισμός βρισκόταν ενάντια σε μια δυναμική που αναπτυσσόταν κατά την διάρκεια της Αναγέννησης. Ο Μαξ Βέμπερ συνδέει πολύ πειστικά τον προτεσταντισμό με τον καπιταλισμό με τη διαφορά ότι θα πρέπει να αντιστρέψουμε την θέση ότι ο προτεσταντισμός γέννησε τον καπιταλισμό. Το τέλος του Εκατονταετή πολέμου σήμαινε την ήττα του αγγλικού στρατού στα ηπειρωτικά πεδία. Στην Γαλλία όμως ο βασιλικός οίκος είχε τα περισσότερα φέουδά του πράγμα που σήμαινε μεγαλύτερη αποδυνάμωση του θρόνου από την φεουδαρχικού τύπου βάση του. Η σύγκρουση ανάμεσα στην αριστοκρατία για τον θρόνο αποδυνάμωσε ακόμη περισσότερο τον φεουδαρχία στην Αγγλία υπέρ της αστικής τάξης. Έτσι, η νέα δυναστεία που ανήλθε στον θρόνο με το Ερρίκο Ζ΄ Τυδώρ μετά τον πόλεμο των Ρόδων στην μάχη του Μπόσγουορθ στα 1485 αποτελούσε ένα πρότυπο συμμαχίας αστικής τάξης και αριστοκρατίας. Τα τελευταία 12 χρόνια της βασιλείας του Ερρίκου Ζ΄ ήταν η μοναδική περίοδος απολυταρχισμού στην Αγγλία και η οποία όμως μάλλον λειτούργησε υπέρ της εκκίνησης της διαδικασίας διάλυσης των

0

Page 51: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

φεουδαρχικών δομών. Ο νέος μονάρχης υπέταξε όλους του αριστοκράτες σε μία “εκσυγχρονισμένη” θα λέγαμε κρατική γραφειοκρατία.87 Η καπιταλιστική δυναμική που υπήρχε κατά τα χρόνια των Τυδώρ φαίνεται ότι οδήγησε τον Ερρίκο Η΄ να συμβιβαστεί με αυτήν και να την εκμεταλλευτεί ώστε να καταφέρει να αναβαθμίσει τη θέση του ως μονάρχης τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Έτσι, στα 1527 προκάλεσε κρίση στις σχέσεις του με τον Πάπα Κλημέντιο Ζ΄ και τον Γερμανό Αυτοκράτορα Κάρολο Ε΄. Η αριστοκρατία τίθεται στο πλευρό του βασιλιά και ο Ερρίκος Η΄ μεταφέρει την Μεταρρύθμιση εκ των άνω στην Αγγλία. Η δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας και η κατάργηση των μοναστηριών με μια παράλληλη πολιτική εκσυγχρονισμού των κοινωνικών δομών στις αστικές ανάγκες έδωσε μια νέα δυναμική στον καπιταλισμό και στην μετατροπή της άρχουσας τάξης από φεουδαρχική σε καπιταλιστική, ώστε να γεννηθεί ο σύγχρονος βιομηχανικός καπιταλισμός, το σύγχρονο αστικό κοινοβουλευτικό κράτος και το σύγχρονο πρότυπο του εθνικού κράτους. Εξάλλου το πνεύμα του προτεσταντισμού ταυτίζεται όπως λεει ο Βέμπερ με το πνεύμα του καπιταλισμού. Η νέα θρησκευτική ιδεολογία εξέφραζε την θέληση της μοναρχίας να δημιουργήσει μια νέα ιδεολογία που θα ταυτίζεται με την κρατική ιδεολογία και θα ομογενοποιεί την αγγλική κοινωνία. Η Αγγλικανινική εκκλησία που ουσιαστικά επικρατεί με την Ελισάβετ Α΄ ετεροπροσδιορίζει και αυτοπροσδιορίζει τους Άγγλους προσδίδοντας μια μοναδικότητα στην έννοια του αγγλικού έθους. Ο προτεσταντισμός ως ιδεολογία βοηθάει στην ανάπτυξη του καπιταλισμού. Η εθνικοποίηση της θρησκείας με βάση τις εθνικές ανάγκες δεν βοήθησε στο να δημιουργηθεί μια ενότητα μεταξύ διαμαρτυρόμενων της ηπειρωτικής Ευρώπης και Αγγλίας, αλλά ούτε βέβαια και οι ηπειρωτικές εκκλησίες ενώθηκαν ποτέ μεταξύ τους.

Αντίθετα με τους Άγγλους οι Γάλλοι χρησιμοποίησαν τον καθολικισμό για να ομογενοποιήσουν ιδεολογικά και φαντασιακά την κοινωνία τους. Η σύγκρουση Αγγλίας και Γαλλίας επέβαλλε τον διαχωρισμό τους στο ιδεολογικό επίπεδο. Επομένως, αφού οι Άγγλοι επέλεξαν αυτοί να διαφοροποιηθούν από το καθολικό κανόνα οι Γάλλοι θα έπρεπε να ταυτιστούν με αυτόν. Πάντοτε στις εθνικές ιδεολογίες ο ετεροπροσδιορισμός διαμορφώνει και τα όρια του αυτοπροσδιορισμού των εθνικών κοινοτήτων. Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου (24 Αυγούστου 1572), όπου σφαγιάστηκαν χιλιάδες καλβινιστές, αποτελεί ακριβώς την προσπάθεια της γαλλικής μοναρχίας να ισχυροποιήσει την θέση της στην κοινωνία

87 Βλ. Αντερσον Π, Το απολυταρχικό κράτος , ό.π., σ. 117.

1

Page 52: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

και να ενοποιήσει το γαλλικό πρωτοεθνικό κράτος κάτω από μία και ενιαία θρησκευτική πίστη τον καθολικισμό και μία και ενιαία αρχή την Δυναστεία. Η καθολική θρησκεία από οικουμενική μετατρέπεται σε ένα κομμάτι της εθνικής ταυτότητας των Γάλλων. Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου αποτελεί τομή στην γαλλική ιστορία καθώς ύστερα από τον εμφύλιο πόλεμο που τελειώνει με την νίκη των καθολικών ουσιαστικά αναδύεται το σύγχρονο γαλλικό έθνος. Σε μια σύγκριση με την Αγγλία θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς ναι μα στην Γαλλία δεν υπήρχε καπιταλισμός για υπάρξει και η ανάγκη της διαμόρφωσης μιάς θρησκείας που να εκφράζει το πνεύμα του. Η μάχη ανάμεσα σε καθολικούς και καλβινιστές εκφράζει αυτήν ακριβώς την τάση και στην γαλλική κοινωνία. Αλλά φαίνεται ότι στην συγκυρία εκείνη άλλοι παράγοντες εσωτερικοί, και όχι μόνο η σύγκρουση Γαλλίας και Αγγλίας, που έχουν να κάνουν με τις κοινωνικές ισορροπίες δεν επέτρεψαν να γίνει η Γαλλία προτεσταντική χώρα. Από τη στιγμή λοιπόν που πολιτική ηγεσία και η αριστοκρατία αποφασίζει να ταυτιστεί με τον καθολικισμό δεν θα μπορούσε να υπάρξει διαφορετική εξέλιξη. Η γαλλική μοναρχία στηριζόταν στο καθολικό εκκλησιαστικό μηχανισμό περισσότερο απ’ ότι η αγγλική η οποία είχε αναπτύξει δική ανεξάρτητη της γραφειοκρατία. Η Γαλλία θα εξελισσόταν στο πρότυπο της ελέω θεού μοναρχίας και είχε ανάγκη τον καθολικισμό.

Το ίδιο με τους Γάλλους μονάρχες οι Ισπανοί χρησιμοποίησαν τον καθολικισμό για να ενώσουν τις Ισπανίες σε μία ενιαία μοναρχία. Ο Φερδινάνδος Α΄ της Αραγονίας και η Ισαβέλλα Β΄ της Καστίλης φέρονταν ως οι “καθολικοί” βασιλιάδες τονίζοντας ιδιαίτερα αυτό το χαρακτηριστικό. Γρήγορα ολοκλήρωσαν την ισπανική Επανακατάκτηση. Η σύγκρουση μαυριτανών και ισπανών ήταν ταυτισμένη με μια αντίστοιχη θρησκευτική σύγκρουση στο επίπεδο της ιδεολογίας. Επομένως, ο καθολικισμός ήταν απαραίτητος ως ιδεολογικό όπλο στην νέα δυναστεία. Επίσης, οι υπερπόντιες κατακτήσεις ενείχαν όλα τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά των θρησκευτικών Σταυροφοριών και βέβαια και μια αντίστοιχη βάρβαρη συμπεριφορά απέναντι στους ντόπιους της Αμερικής. Η θρησκεία ήταν η ιδεολογία στο όνομα της οποίας οι καθολικοί ισπανοί βασιλιάδες κατέλαβαν την Αμερική. Αλλά και στο εσωτερικό της κοινωνίας των δύο χωρών που απάρτιζαν την Ισπανική μοναρχία την Καστίλη και την Αραγονία ο καθολικισμός έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του μοναδικού ενοποιητικού μηχανισμού ανάμεσα στις δύο περιοχές, της Ιεράς Εξέτασης πράγμα που υποδηλώνει ότι αποτελούσε τον πιο σημαντικό εξισορροπητικό παράγοντα αλλά και βέβαια στο όμμα

2

Page 53: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

της θρησκευτικής καθαρότητας διώχθηκαν οι εκχριστιανισμένοι πλούσιοι εβραίοι για να καρπωθούν τις περιουσίες τους οι καθαροί καθολικοί.

Οι Σκόττοι για ταυτίστηκαν με τον καθολικισμό για να εναντιωθούν στους Άγγλους ενώ αντίστοιχα για τον ίδιο λόγο στην Γερμανία κάποιοι πρίγκιπες ταυτίστηκαν με τον λουθηρανισμό και κάποιοι άλλοι παρέμειναν πιστοί στον καθολικισμό. Στην Γερμανία ωστόσο παρότι δεν αποτελεί μια ενωμένη πολιτική οντότητα τόσο η ύπαρξη του αυτοκρατορισμού όσο και η ανάπτυξη της γερμανικής γλώσσας και του λουθηρανισμού διαμόρφωσαν μια πρωτοεθνική γερμανική συνείδηση. Δεν είναι τυχαίο ότι το γερμανικό ιδίωμα που χρησιμοποίησε ο Λούθηρος αποτέλεσε και την κοινή γερμανική. Το ίδιο και στην Ιταλία η λογοτεχνία επιβάλλει και την γλώσσα πρότυπο για το ιταλικό έθνος. Ακόμη περισσότερο όμως μια κοινή ανθρωπιστική κουλτούρα, ο αναγεννησιακός πολιτισμός, ο αστισμός, η δημοκρατία και το πέρασμα στις ηγεμονίες αποτελούσαν χαρακτηριστικά ετεροπροσδιορισμού και αυτοπροσδιορισμού για τους Ιταλούς. Το ζήτημα της ένωσης της Ιταλίας αποτελεί ένα από τα ενδιαφέροντα των διάφορων ηγεμόνων. Ο Μακιαβέλι στο έργο του ο “Ηγεμών” το υποστηρίζει σαφώς. Ο Πάπας το επιθυμεί αλλά αδυνατεί να το πετύχει. Ο καθολικισμός αποτελεί και για τους Ιταλούς ένα εθνικό χαρακτηριστικό. Η σύντομη εξέγερση με ηγέτη τον Σαβοναρόλα στην Φλωρεντία από το 1494 ως το 1498 αποδεικνύει ακριβώς ότι ο αντικαθολικισμός δεν μπορούσε να λάβει μεγάλες διαστάσει; στην Ιταλική χερσόνησο. Το παπικό κύρος στην Ιταλία παρέμενε ισχυρό και είχε αποκτήσει και ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά με το να θέλει να ενοποιήσει την Ιταλία. Εξάλλου το αναγεννησιακό ρωμαϊκό ιδεώδες έθετε τον Πάπα και την Ρώμη σε μία ενιαία ιδεολογική βάση. Εξίσου λοιπόν στην Ιταλία διαμορφώθηκε μια ενιαία πρωτοεθνική ιδέα που όμως δεν μπορούσε να προχωρήσει παραπέρα στην υλοποίηση του φαντασιακού οράματος, της δημιουργίας ιταλικού κράτους. Τα πολλά και εχθρικά μεταξύ τους κρατίδια δεν θα άφηναν ποτέ το άλλο να πραγματοποιήσει την ένωση.

5. Επίλογος

Την περίοδο λοιπόν της Αναγέννησης συντελείται μια κοσμοϊστορική αλλαγή. Περνάμε σιγά σιγά από τον φεουδαρχισμό στον καπιταλισμό. Αυτή η διαδικασία μετάβασης φέρνει και ενσωματώνει στους παλιούς φεουδαλικούς θεσμούς

3

Page 54: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

νέες δομές αστικού χαρακτήρα. Έτσι μέσα από την φεουδαλική πολυδιάσπαση που καθορίζεται από ένα υπερβατικό ιδεολογικό σχήμα, την καθολική εκκλησία και θρησκεία, γεννάται ένας νέος τρόπος αυτοπροσδιορισμού των ανθρώπινων κοινωνιών το συγκεντρωτικό κράτος και η εθνική συνείδηση. Η έννοια του έθνους συνοδεύει τις καπιταλιστικές δομές και αναπτύσσεται παράλληλα και αλληλοεπενεργούμενα με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η εποχή της Αναγέννησης αποτελεί την απαρχή του σύγχρονου κόσμου γιατί ακριβώς θέτει τις νέες ιδεολογικές βάσεις με τις οποίες θα πορεύονται στο εξής οι κοινωνίες. Το “έθνος” κράτος και ο εθνικισμός γεννιέται και ανδρώνεται στην Δύση για να μεταδοθεί μέσα στους επόμενους αιώνες σε όλον τον κόσμο. Η επόμενη φάση της ευρωπαϊκής ιστορίας που έχει μείνει γνωστή με τον χαρακτηρισμό “μπαρόκ” προετοιμάζει ουσιαστικά το μεγάλο ξέσπασμα που θα γίνει με την μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 18ου αιώνα και την λεγόμενη Βιομηχανική Επανάσταση του 19ου αιώνα. Η “Αναγέννηση” όμως αποτελεί την αφετηρία το ξεκίνημα. Από την άλλη η θρησκεία δεν εξαφανίζεται ούτε χάνεται από το προσκήνιο αφού ουσιαστικά η μετάβαση από τον φεουδαλικό τρόπο παραγωγής στον κεφαλαιοκρατικό δεν γίνεται στο σύνολό του με συγκρούσεις. Αντίθετα θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πραγματοποιήθηκε με αργές διαδικασίες που από ένα σημείο και πέρα επιταχύνθηκαν και επομένως κάποια θεσμικά κατάλοιπα που εμπόδιζαν την περαιτέρω ανάπτυξη έπρεπε αναγκαστικά να ξεπεραστούν μέσω μικρότερων όπως στην Αγγλία ή μεγαλύτερων όπως στην Γαλλία και αλλού επαναστάσεις. Η θρησκεία δεν χάνεται αλλά γίνεται χρήσιμη στην νέα ηγετική τάξη και στην νέα τάξη πραγμάτων. Η καθολική εκκλησία μετά την Αντιμεταρρύθμιση προσαρμόζεται στην νέα κατάσταση και παίζει μέχρι σήμερα έναν ιδιαίτερο πολιτικό ρόλο στα παγκόσμια πράγματα. Είναι έτοιμη στην κάθε συγκυρία να τρέξει να συμπαρασταθεί στα αστικά συμφέροντα καθώς το κύρος της συνέχισε να εμπνέει ανάμεσα στους χριστιανικούς λαούς της Δύσης. Τα έθνη και ο εθνικισμός έχουν δημιουργήσει μιά τρομερή παράδοση που δύσκολα μπορεί να υπερκεραστεί. Και όμως σήμερα κάποια σημαντικά κομμάτια των κοινωνιών της Ευρώπης και του κόσμου βλέπουν από λίγο έως πολύ αρνητικά το εθνικό φαινόμενο. Κάποιες από αυτές τις διεργασίες τις υποθάλπει ο παγκοσμιοποιημένος αστικός προσανατολισμός και κάποιες άλλες τις προτάσσουν προοδευτικά και ριζοσπαστικά ιδεολογικά ρεύματα. Πιθανόν να είμαστε μπροστά σε μία νέα

4

Page 55: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

εξέλιξη που θέλει τον μαρασμό των εθνών και των παραδοσιακών εθνικών κρατών σε όφελος νέων αστικών κρατικών ολοκληρώσεων, όπως για παράδειγμα το πείραμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και πάλι όμως η νέα ιδεολογία που κατασκευάζεται γύρω από τον ευρωπαϊσμό στην τελική εάν το ψάξει κανείς δεν αποτελεί τίποτα άλλο από την κατασκευή και την γένεση ενός νέου ευρωπαϊκού εθνικισμού.

5

Page 56: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟ-ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ. Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αντερσον Μπενεντίκτ, Φαντασιακές Κοινότητες. Στοχασμοί για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού, Αθήνα (Νεφέλη) 1997.

Αντερσον Πέρυ, Από την Αρχαιότητα στον Φεουδαρχισμό, Αθήνα (Οδυσσέας) 1981.

Αντερσον Πέρυ, Το απολυταρχικό κράτος, μτφ. Αστερίου Έλλη, Αθήνα (Οδυσσέας) 1986 .

Σουήζυ Πωλ, “Κριτική”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό , επιμ. Χίλτον Ρ., μτφ. Γρεβενίτης Π., Αθήνα (Θεμέλιο) 1986 .

Χίλτον Ρ. “Εισαγωγή” στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό, επιμ. Χίλτον Ρ., μτφ. Γρεβενίτης Π., Αθήνα (Θεμέλιο) 1986 .

Le Goff Jacob., Ο πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, Θεσσαλονίκη (Βάνιας) 1993.

Καταχάτσι Κιροχίτο, “Συμβολή στη συζήτηση”στο Η μετάβαση από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό, επιμ. Χίλτον Ρ., μτφ. Γρεβενίτης Π., Αθήνα (Θεμέλιο) 1986 .

Γιαννακόπουλος Κωνσταντίνος, Μεσαιωνικός δυτικός πολιτισμός και οι κόσμοι του βυζαντίου και του Ισλάμ

Βασιλίεφ Α.Α., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (324-1453), Τόμος Πρώτος, Αθήνα (Πάπυρος) 1995.

Νίκολας Ντέηβιντ, Η εξέλιξη του μεσαιωνικού κόσμου, Αθήνα (ΜΙΕΤ) 1999.

6