Έδικτα τη Ίνδίκτος - 3 υ · deleuze, bartleby: la formula della creazione. ......

66

Upload: lamnhan

Post on 19-Aug-2018

219 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Έ δ ι κ τ α τ η ς Ί ν δ ί κ τ ο υ - 3

Χρόνος και Ιστορία

Έ δ ι κ τ α τ η ς Ί ν δ ί κ τ ο υ

Ευθύνη Σειράς: Δημήτρης Άρμάος

Ή σειρά ακολουθεί ϊδιο ενιαίο ορθογραφικό σύστημα

I S B N : 9 6 0 - 5 1 8 - 1 4 4 - 4

Copyright © y i à τ η ν ε λ λ η ν ι κ ή γ λ ώ σ σ α , 2 0 0 3 , «"Ινδικτος» Α.Ε.

« ΙΝΔΙΚΤΟΣ» Α Ν ω Ν Υ Μ Ο Σ Ε Κ Δ Ο Τ Ι Κ Η Ε Τ Α Ι Ρ Ε Ι Α Καλλιδρομίου 64, 114 73 'Αθήνα* τηλ . 210.88.38.007· e-mail: indiktostsindiktos.gr

Giorgio Agamben

ΧΡΟΝΟΣ KAI ΙΣΤΟΡΙΑ Κριτική του Στ ιγμ ια ίου και του Συνεχοϋς

Π ρ ο λ ό γ ι σ μ α , Μ ε τ ά φ ρ α σ η και Σημειώσεις

Δημήτρης Άρμάος

Ε π ί μ ε τ ρ ο : Δ Υ Ο Π Α Ρ Ε Μ Β Α ς Ε Ι ς

Ηρακλής Δ. Λογοθέτης & 'Ανδρέας Χριστινίδης

ΙΝΔΙΚΤΟΣ

Αντι Π ρ ο λ ό γ ο υ

ΣΤΗ χορεία στοχαστών πού άναυέωσαν δραστικά τήυ εικόνα της φιλοσοφικής σκέψης στη σύγχρονη 'Ιταλία, κοντά στους Nor-

berto Bobbio (γεν. 1909) και Gianni Vattimo (γεν. 1936), κείμενα των οποίων διαθέτει πλέον τό ελληνικό άναγνωστικό κοινό, καί σε λι-γοστούς άλλους που παραμένουν αμετάφραστοι στη γ λ ώ σ σ α μας, εχει τη θέση του και ό νεότερος Giorgio Agamben (γεννημένος στη Ρώμη τό 1942), επιβλητική σήμερα φυσιογνωμία τής φιλοσοφικής σκέψης στή διπλανή χώρα και στόν ευρωπαϊκό χώρο γενικότερα, καθηγητής φιλοσοφίας στό Πανεπιστήμιο τής Βερόνας, π ο ύ σεμνύ-νεται νά προβάλλει ώς κύριο εργο τ ο υ τήν ιταλική έκδοση 'Απά-ντων (Opere complete) τ ο ΰ Walter Benjamin (l892-1940). Πλάι στή ν πλούσια αρθρογραφία τ ο υ (ΐ964 κ.έξ.) μπορούμε εδώ νά σημειώ-σουμε τους τίτλους αυτοτελών δημοσιευμάτων του, τα όποια κί-νησαν διεθνώς διαλόγους πού ανοίγονται ολοένα και περισσότε-ρο: Ό "Ανθρωπος χωρίς Περιεχόμενο (L'Uomo senza contenuto, Milano 1970), Οϊκοι [με τή σημασία: «Δώματα/Στροφές»] ; Ή Λέξη και τό Φάντασμα στή Δυτική Κουλτούρα (Stanze: La Parola e il fantasma nella cultura occiden-tale, Torino 1977), Παιδική 'Ηλικία καί 'Ιστορία: Καταστροφή τής 'Εμπειρίας και Ανάδυση τής 'Ιστορίας {infanzia e storia: Distruzione del tempo e origine della storia, Torino 1978· έπαυξ. εκδ. 200l), Tò Γλωσσικό Ιδίωμα καί ό Θά-νατος: "Ενα Σεμινάριο πάνω στον Τόπο τής Αρνητικότητας (// Linguaggio e la morte: Un seminario sul luogo della negatività, Torino 1982), Tò Τέλος τής Σκέψης (La Fine del pensiero, Paris 1982), Ιδέα τής Πεζογραφίας (Idea della prosa, Milano 1985), Ή Κοινότητα πού έρχεται (La Comunità che viene, To-rino 1990), Μπάρτλμπι: Ή Συνταγή τής Δημιουργίας (μαΟ μέ τόν Gilles Deleuze, Bartleby: La Formula della creazione. Macerata 1993), Homo Sacer [Ιερός Άνθρωπος]: Ή 'Υπέρτατη Εξουσία καί ή Ζωή Fυμνή (Homo Sacer: H Potere sovrano e la nuda vita [/], Torino 1995), Μέσα άνευ Πέρατος: Σημει-ώσεις για τήν Πολιτική (Mezzi senza fine: Note sulla politica, Torino 1996), 'Ιταλικές Κατηγορίες: Σπουδές Ποιητικής (Categorie italiane: Studi di poetica.

Venezia 1996), "Ο ,τι άπομένει άπό το "Αουσβιτς: Τό Άρχεΐο και ό Μάρτυς (Quel che resta di Auschwitz: L'Archivio e il testimone [Homo Sacer Ili ], Tori-no 1998), Ό 'Επίλοιπος Χρόνος: "Eva Σχόλιο στην Προς Ρωμαίους Επιστολή (11 Tempo che resta: Un commento alla Lettera ai romani, Torino 2000), Tò 'Ανοιχτό Πεδίο (L'Aperto, Torino 2002).

Ή ιδιαιτερότητα τοϋ Agannben ώς στοχαστή μπορεί νά οριστεί βάσει της πνευματικής συνισταμένης του, όπου συναντιούνται και συνεργάζονται ή έθνολογία, ή πολιτική φιλοσοφία, ή αισθητική, ή γ λ ω σ σ ο λ ο γ ί α και ή ψυχανάλυση — π ο λ λ ά πράγματα έπομένως. Ά λ λ ά στό σύνολο τους υπηρετοΰν μιά κεντρική μέριμνα, ενα μονι-μότερο θέμα: τόν άνθρωπο ώς δυναμική μέσα στήν κοινωνία. Ή άν-θρωπολογία του Agamben, όπου όντολογία καί πολιτική συνδυ-άζονται άδιαχώριστα, εξετάζει σταθερά τους όρους άνάδυσης ένός δυνατοΰ υποκειμένου τής ιστορίας, βάσει δύο θεμελιωδών διαστά-σεων, της βούλησης και τής επιθυμίας. Ύ π ' αυτό τό πρίσμα, ή κοι-νότητα π ο ύ ερχεται δεν είναι παρά ή ττολ^ς ολων τών ένενεργεία δυνάμεων, όπως αύτές αποκαλύπτονται Ιδίως μέσα στις χρήσεις τής γλώσσας, ά λ λ ά και μέσα στά «μοναδικά» συμβάντα ή στις έ-παναλήψεις, ώς μοναδική διέξοδος στήν κυρίαρχη, πλήν άτελέσφο-ρη, πολιτική δομή, τό κράτος τών νεότερων χρόνων. Μέθοδος, ή ά-νατροπή εννοιών: ή εύττορία στή θέση τής άττορίας— μιά νέα λοι-πόν ήθική.

Τό «μεθοδολογικό» δοκίμιο «Χρόνος και Μστορία» προέρχεται άπό τή σ υ λ λ ο γ ή τ ο υ Agamben Παιδική 'Ηλικία καί Ιστορία (Torino: Einaudi <(Nuovo Politecnico, 105)>, 1978, σσ. 89-107), όπου συγκεντρώ-νονται μελέτες τ ο υ πάνω στό νόημα τής εμπειρίας γιά τόν σύγ-χρονο άνθρωπο και στήν Ικανότητά του νά τήν κατακτήσει, έκβάλ-λοντας σε ενα γενικό θεώρημα άναπαρθενισμού π ο ύ θά μπορού-σαμε νά άποκαλέσουμε «θεωρία της παιδικότητας / παιδικής ήλι-κίας». Βεβαίως, τά δοκίμια τοϋ βιβλίου παρουσιάζουν αύτοτέλεια, καί ώς έκτούτου στό «Χρόνος καί Ιστορία» — π ο λ ύ έντιμο και πο-λ ύ εύχάριστο εξάλλου ανάγνωσμα, εποπτικό μες στή συνοπτικό-τητά τ ο υ καί γραμμένο μέ νεανική άποφασιστικότητα— δέν γί-νεται αισθητή κάποια ανάγκη αναγωγής στά υπόλοιπα: εδώ ό 'Ιταλός στοχαστής επιχειρεί μιά γρήγορη άναδρομή στις άντιλή-

ψεις τ ο ΰ δυτικοϋ πολιτισμού y i à τό χρόνο της Ιστορίας από την αρχαιότητα ώς σήμερα, σταθμεύοντας σε κείμενα cardinalia των ση-μαντικότερων φάσεων, άλλά με επισημάνσεις τοΰ θρησκειολόγου Hen-ri-Charles Puech (1902-1986) στην αφετηρία, για νά καταλήξει σε συ-μπεράσματα πού συνεχίζουν νά παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον σήμερα, μετά άπό αρκετά χρόνια προόδου στίς συναφείς ζυμώσεις.

Τό δοκίμιο του Agamben δημοσιεύεται άκριβώς yi' αύτό τώρα, άλλα ή μετάφρασή του είναι κοντά είκοσι ετών: εΐχε εκπονηθεί άπό εναν φοιτητή της φιλολογίας (τοΰ τό είχε γνωρίσει ό Armando Gni-sci, καθηγητής της συγκριτικής φιλολογίας, περιλαμβάνοντάς το στήν υλη μελέτης τοΰ άντικειμένου του — γενικά, όχι «σκουπίδια»), εναν άνθρωπο π ο ύ νοιαζόταν ούτως ή άλλως γιά τά υλικά στή-ριξης τοΰ κλάδου του στό πολυσχιδές διδακτικό του εργο, και ή-ταν ή εποχή π ο υ μιά παροδική πρωτοβουλία είχε ξεχωρίσει ώρες άπό τό πρόγραμμα της Μέσης Εκπαιδευτικής Βαθμίδας μας γιά νά διδαχτεί τό μάθημα «Εισαγωγή στις Ιστορικές Σπουδές». Τό ειδικό ενδιαφέρον π ο ύ παρουσίαζε τό κείμενο τοΰ Agamben γιά τούς ά-σχολούμενους με τήν ιστορία είχε νά κάνει μέ τήν «εξωτερική» του έστίαση: οΐ οικείες θεωρίες των ιστορικών, τών άρχαιολόγων, τών γεωγράφων γιά τό χρόνο άπουσιάζουν εντελώς (παρακάμπτεται εμφατικά λ.χ. άκόμα και ή «μακρά διάρκεια» τοΰ Fernand Braudel)· εκείνο π ο ύ παρακολουθείται εδώ είναι ή ματιά της φιλοσοφίας πά-νω στήν Ιστορία, ώς συνάρτηση τής χρονικότητας. Στά μέσα τής δεκαετίας τ ο ΰ '80, μάλλον, τό μάθημα εξαφανίστηκε άπό τό ελλη-νικό άναλυτικό πρόγραμμα, άλλά και τό περιοδικό τοΰ κλάδου γιά τό όποιο προοριζόταν ή μετάφραση λ ί γ ο μετά εκλεισε. Πρέπει κι άπό τή θέση αύτή νά εκφράσω τις εύχαριστίες μου πρός τόν κ. Γιώρ-γ ο Κοροπούλη, πού μέ τό ενδιαφέρον του γιά κείνη τήν εργασία έ-δωσε μιά νέα χρηστική διέξοδο στήν παλαιά πρόθεση, καΐ πρός τόν κ. Μανώλη Βελιτζανίδη, πού ένθέρμως τή στέγασε.

Τό δοκίμιο αύτό-εδώ δεν εΐναι τό μοναδικό κείμενο τοΰ Giorgio Agamben π ο ύ βλέπει τό φώς στήν έλληνική (αύτοτελώς τουλάχι-στον)· δεν πάνε χρόνια αφότου, σε περιορισμένο άριθμό άντιτύπων, κυκλοφορήθηκε μιά παμφλέτα («μπροσούρα» άποκαλεϊται στήν τ α υ τ ό τ η τ α τής έκδοσης) π ο ύ πλάι σε ένα Κεφάλαιο άπό τό Homo

Sacer στοιχίζει μικρότερα κείμενα του δημοσιευμένα σε περιοδικά: Τ à Δικαιώματα του 'Ανθρώπου και ή Βιοπολιτική- Που ξεκινά ή Νέα "Εξοδος- Τί είναι iva Στρατόπεδο, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, 'Αθήνα: Έλευθε-ριακή Κουλτούρα, 1999. Και πιό πρόσφατα από τους ίδιους συντε-λεστές τέθηκε σε κυκλοφορία μια ακόμη ανάλογη σ υ λ λ ο γ ή γρα-πτών του: Ή Μορφή-της-Ζωής, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, 'Αθή-να: Έλευθεριακή Κουλτούρα, 2003. Γνωρίζω επίσης πώς μια εισα-γ ω γ ή του (ΐ982) στο Παιδόπουλο (JI Fanciullino, 1903) τοϋ Giovanni Pa-scoli (1855-1912), σέ π ο λ ύ έπιδέξια μετάφραση από τόν Σταύρο Πα-πασταύρου, αναμένει κι αύτη από χρόνια τήν εκδοσή της μαΟ με τό κείμενο αναφοράς της.

Ή μετάφραση π ο ύ άκολουθεί δεν ήταν δυνατό ν' απαλλαγεί εντελώς από τά σημάδια του παρελθόντος —μια ορισμένη γ λ ω σ -σική άποψη καί κάποια ύπέρ τό δέον εμμονή στήν πιστότητα—, άλλά ϊσως και νά μήν τό διεκδίκησε μιά ισχυρότερη βούληση. Ενη-μερώθηκε ομως με βάση τά νεότερα δεδομένα της έλληνικής βιβλι-ογραφίας, π ο ύ δεν τήν άφορούσαν σέ μεγάλη έκταση βεβαίως, και άναψηλαφίστηκε σέ μερικά εμφανώς άδέξια σημεία της. Επισημαίνε-ται ότι οί αποδόσεις άκόμα και τών παραθεμάτων άπό αρχαίες έλ-ληνικές πηγές, πού τό πρωτότυπό τους προσκομίζεται σέ ύποση-μειώσεις, παρακολουθούν τό κείμενο τού Agamben. Τό αύτό ισχύει καί προκειμένου γιά τις ελληνικές μεταφράσεις αναφερόμενων έργων οΐ όποιες μνημονεύονται στις ύποσημειώσεις. Γενικά οί ύποσημειώ-σεις είναι προσθήκες της έλληνικής έκδοσης. Μέ ιδιαίτερα στοιχεία («πελασγικά») επισημαίνονται οί έλληνικές λέξεις πού εμφανίζο-νται —μεταγραμμένες λατινικά— στο πρωτότυπο. Πρωτοβουλίες τής μετάφρασης όμοίως είναι οί πληροφορίες πού έχουν παρεμβλη-θεί στο κείμενο μέσα σέ άγκύλες. Εκλεκτοί φίλοι μου προσέφεραν τήν άρωγή τους (δύο έξ αύτών, τού Ηρακλή Δ. Λογοθέτη και τού 'Ανδρέα Χριστινίδη, οί γραπτές παρεμβάσεις —προφορικές άρχικά, πού καταγράφηκαν ύστερα άπό δική μου α ί τ η σ η — περιλαμβάνο-νται σέ θέση Επιμέτρου)· δίχως τους, τό αποτέλεσμα θά ήταν ύ-ποδεέστερο· κι όσο δεν κατόρθωσε νά μήν είναι, τούτο επιβαρύνει άποκλειστικά καί μόνο τόν ύπογράφοντα.

Άθψα, Νοέμβριος2001, 'Απρίλιος 2003 Δ. Α.

Χ Ρ Ο Ν Ο Σ KAI Ι ΣΤΟΡΙΑ Κριτική του Στιγμιαίου

και του Συνεχους

ΣΤΟΡ Victor Goldschmidt και τον Henri-Charles Puech

ι. [ Ε Ι Σ Α Γ ω Γ Η : ΓΕΝΙΚΟ Δ Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α ΚΑΙ Π Ρ Ο Θ Ε Σ Η ]

ΚΑΘΕ αντίληψη της ιστορίας εκφέρεται πάντοτε μαΟ μέ μιά συγκεκριμένη έμπειρία τ ο ϋ χρόνου, εμπειρία π ο υ

διαπλέκεται μαζί της, π ο ύ την ορίζει καταστατικά και π ο υ προορίζεται άκριβώς να την ανεβάσει σ τ ο φως. Παρόμοια και κάθε κουλτούρα είναι πάνω απ' ολα μιά συγκεκριμένη έμπειρία τ ο ϋ χρόνου, και καμιά νέα κουλτούρα δεν είναι δυ-νατή χωρίς κάποια μεταβολή αυτής τής εμπειρίας. Τό πρω-ταρχικό καθήκον μιας αυθεντικής επανάστασης δεν εΤναι ποτέ ώς έκτούτου ά π λ ά και μόνο «ν' αλλάξει τόν κόσμο παρά και προπαντός «ν' αλλάξει τ ό χρόνο». Ή νεωτερική πολιτική σκέψη, π ο ύ επικέντρωσε τήν προσοχή της πάνω στήν ιστορία, δεν επεξεργάστηκε μιάν αντίληψη ανταπο-κρινόμενη και στό χρόνο. "Ετσι, κι αύτός άκόμα ό Ιστορι-κός υλισμός αμέλησε ώ ς τ ώ ρ α νά επεξεργαστεί κάποιαν αντίληψη τ ο ϋ χρόνου π ο ύ νά στέκει σ τ ό υψος τής άντί-ληψής τ ο υ γ ιά τήν ιστορία. Εξαιτίας ε τούτης τής παρά-λειψης αναγκάστηκε ασυνείδητα νά προσφύγει σε μιάν ά-ντίληψη τ ο ϋ χρόνου π ο ύ α π ό αιώνες δεσπόζει σ τ ή δυτι-

^ Παραπομπή στήν περίφημη ενδέκατη άπό τις «Θέσεις» τοϋ Karl Marx (1818-1883) «yià τόν Φόγιερμπαχ» («Thesen über Feuerbach» τοΰ 1845, άρχ. δημοσ. ώς παράρτ. στό εργο τοϋ Friedrich Engels Ό Λουδοβί-κος Φόγιερμπαχ και τό Τέλος τής Κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας, 1888), άνα-πόσπαστες πλέον από τή Γφμαμική Ιδεολογία (Die deutsche Ideologie: Kritik der neusten deutschen Philosophie, 1932) των Κ. Marx και Fr. Engels* πβ. μτφρ.-έπιμ. Κώστας Φιλίνης, [τ. 1.], ΆΟ.: Gutenberg, <1975>, σ. 48: «01 φι-λόσοφοι έχουν άπλώς ε ξ η γ ή σ ε ι τόν κόσμο μέ διάφορους τρόπους, <άλλά> αυτό που εχει σημασία είναι νά τόν ά λ λ ά ξ ο υ μ ε » .

13

κή κουλτούρα, κι έτσι và επιτρέψει μέσα στόν ϊδιο τ ο υ τον κόρφο νά συμβιώσουν π λ ά ι - π λ ά ι μιά επαναστατική αντί-ληψη της ιστορίας και μιά παραδοσιακή εμπειρία τ ο υ χρό-νου. Ή χονδροειδής π α ρ ά σ τ α σ η τ ο υ χρόνου ώς ένός ση-μειακού και ομοιογενούς continuum άπέβη ο ϋ τ ω - π ω ς πε-ρισταλτική γιά τ ή μαρξική έννοια της ιστορίας: διάνοιξε τ ό κρυφό ρήγμα διαμέσου τ ο υ οποίου ή ιδεολογία εκπόρ-θησε τήν άκρόπολη τ ο υ ιστορικού υλισμοϋ. Ό Benjamin είχε ήδη καταγγείλει α υ τ ό τόν κίνδυνο στις Θεσβις τ ο υ ττσ-uœ στη Φιλοσοφία της Ιστορίας \Geschichtsphilosophische Thesen, σ υ γ γ ρ . 1940, π ο λ υ γ ρ . εκδ. 1942 (Schriften, έπιμ. Τ. W. & Gre-tel Adorno, Frankfurt α.M. 1955'Gesammelte Schriften, τ . 1./2, Frankfurt α. M. 1974, 21981)]. Είναι καιρός πιά νά ελθει σε φως ή συνεπιφερόμενη μες στή μαρξική άντίληψη τής ιστο-ρίας έννοια τ ο υ χρόνου.

14

[ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Α Ρ Χ Α Ι Ο Τ Η Τ Α ]

Η άνΟρώπινη νόηση, καθώς διαθέτει την εμπειρία τ ο υ χρό-νου, όχι όμως άντίστοιχα και την παράσταση του, παρι-στάνει άναγκαστικά τ ό χρόνο μεταχειριζόμενη χωρικές ει-κόνες. Ή αντίληψη π ο υ έχει y i à τ ό χρόνο ή έλληνορωμαϊ-κή αρχαιότητα είναι κατά βάση κυκλωτερής και συνεχούς τύπου . «Κατεχόμενος από μιάν ιδέα σαφήνειας π ο υ εξομοι-ώνει τ ό αυθεντικό και πλήρες Είναι μέ κείνο π ο υ είναι κα-θ α υ τ ό και μένει ταυτόσημο πρός έαυτόν, μέ τ ό αΙώνιο δη-λαδή και τ ό αναλλοίωτο , ό "Ελληνας θεωρεί τήν κίνηση και τ ό Γίγνεσθαι σάν κατώτερες βαθμίδες τής πραγματι-κότητας, οπου ή τ α υ τ ό τ η τ α δέν συμπεριλαμβάνεται πλέον — σ τ ή ν κάλλιστη των π ε ρ ι π τ ώ σ ε ω ν — παρά υ π ό μορφή παραμόνιμης και διηνεκούς ιδιότητας, ήτοι υ π ό μορφή δι-αρκούς αναγωγής . Ή κυκλική κίνηση, π ο υ εξασφαλίζει τή διατήρηση των ϊδιων πραγμάτων μέσ' άπό τήν επανάλη-ψη και τ ή συνεχή επιστροφή τους, άποτελεΐ τήν αμεσότε-ρη και τελειότερη (και τήν ε γ γ ύ τ ε ρ η , κατά συνέπεια, σ τ ο θείο) έκφραση εκείνου π ο ύ είναι, στήν άκρα κορυφή τής Ιε-ράρχησης, α π ό λ υ τ η ακινησία» (Puech).

Στόν Τίμαιο τ ο υ Πλάτωνα ό χρόνος, μετρούμενος άπό τήν κυκλική τροχιά των ούρανίων σφαιρών, ορίζεται ώ ς ομοίωμα τής αιωνιότητας σέ κίνηση: « Ό δημιουργός τ ο υ κόσμου επινόησε ενα ομοίωμα τής αιωνιότητας σέ κίνηση καί, διευθετώντας κ α τ ά λ λ η λ α τόν ουρανό, κατασκεύασε, άπό τ ή μία και άσάλευτη αιωνιότητα ξεκινώντας, τ ό όμοί-ωμα τ ο ϋ τ ο π ο ύ κινείται διαρκώς σύμφωνα μέ τούς νόμους

15

τ ο ϋ άριθμοΟ και π ο υ εμείς τ ό άποκαλοΰμε χ ρ ό ν ο Ό 'Α-ριστοτέλης επανήλθε έδραιώνοντας τόν κυκλικό χαρακτή-ρα τ ο υ χρόνου, υ π ό τήν έξής έννοια: «Νά γιατί ό χρόνος φαίνεται νά είναι ή κίνηση τής σφαίρας, διότι είναι αυτή ή κίνηση π ο υ μετρά τις άλλες κινήσεις και π ο υ μετράει άκό-μα και τ ό χρόνο. [...] κι ό χρόνος επίσης φαίνεται νά είναι ενα είδος κύκλου [...], οΟτωσώστε τ ό νά λέμε ότι τ ά γεν-νημένα πράγματα συνιστοϋν κύκλο είναι ισοδύναμο με τό νά λέμε π ώ ς υπάρχει ενας κύκλος τ ο υ χρόνου».^ Συνέπεια π ρ ώ τ η μιας τέτοιας άντίληψης είναι π ώ ς ό χρόνος, όντας ουσιαστικά κυκλικός, δεν εχει διεύθυνση. Κυρίως-ειπείν, δεν εχει αρχή, μήτε κέντρο, μήτε τέλος· ή, καλύτερα, τά εχει μο-νάχα στό μέτρο ό π ο υ κυκλικά κινούμενος επιστρέφει άκα-τ ά π α υ σ τ α στον εαυτό του. "Οπως εξηγεί ενα μοναδικό ε-δάφιο άπό τ ά Προβλήματα τ ο υ 'Αριστοτέλη, είναι αδύνα-τ ο νά πει κανείς, άπό τ ή σκοπιά οπου βρισκόμαστε, αν ε-μείς είμαστε μεταγενέστεροι ή προγενέστεροι τ ο ϋ Τρωικού Πολέμου: «'Εκείνοι, άραγε, π ο ύ έζησαν στά χρόνια τού Τρω-ικού Πολέμου είναι προγενέστεροί μας, κι ώς πρός τ ο ύ τ ο υ ς είναι προγενέστεροι όσοι έζησαν σε καιρούς άκόμα πιό άρ-χαίους, κι ετσι τραβάει τ ό πράγμα σ τ ό διηνεκές, με τ ο ύ ς άνθρώπους π ο ύ βρίσκονται πιό π ί σ ω στό παρελθόν νά εΐ-

^ Τίμαιος ΙΑ', 37c-d: «€ίκώ δ' èirevoei [των άώίων θεών ό -γεννήσας πατήρ] κινψόν ηνα αιώνος ττοιήσαι, καΐ όιακοσμών άμα ούρανόν ττοιεΐ μένοντος αιώνος έν évi κατ' άριθμόν ίοϋσαν αιώνων εικόνα, τούτον δν όη χρόνον ώνομάκαμεν».

^ Φυσικής 'Ακροάσεως Δ', 223b-224α: «δίό καΐ boKeî ό χρόνος elvai ή τής σφαίρας κίνησις, ότι ταύτη μετρούνται αϊ αλλαι κινήσεις και ό χρό-νος ταύτη τη κινήσει. [...] και yàp ό χρόνος αυτός είναι όοκεΐ κύκλος τις [...], ώστε TÒ λε^ειν είναι τα 'γΐ'γνόμενα τών ^Γpa'yμάτωv κύκλον τό λε-'γειν εστίν τοϋ χρόνου είναι τινα κύκλον».

16

ναι πάντα προγενέστεροι των άλλων; "Η, αν αληθεύει π ώ ς ή οικουμένη εχει μιάν άρχή, ενα μέσο κι ενα τέλος, και πώς , άμα κάνεις φτάνει στο τέλος τ ο υ γερνώντας, φτάνει συνά-μα καί, γ ιά λ ό γ ο υ του , νά επιστρέφει στην άρχή του , κι αν άληθεύει άπό την ά λ λ η μεριά οτι τά προγενέστερα εί-ναι τ ά κοντινότερα πρός την άρχή πράγματα, τότε τί ε-μποδίζει νά είμαστε εμείς πιό κοντινοί στήν άρχή άπό κεί-νους π ο υ έζησαν τόν Τρωικό Πόλεμο; [...J "Αν ή σειρά των συμβάντων είναι κύκλος, εφόσον ό κύκλος δεν εχει πραγ-ματική άρχή μήτε τέλος, εμείς δεν μπορούμε, εξαιτίας μιάς-κάποιας μεγαλύτερης ε γ γ ύ τ η τ α ς πρός τήν άρχή, νά είμα-στε προγενέστεροί τους, ουτε κι εκείνοι μπορούν νά θεω-ρηθούν άρχαιότεροί μας».^

Μά ό θεμελιώδης χαρακτήρας της έλληνικής εμπειρίας τ ο υ χρόνου, π ο ύ διαμέσου τ ω ν Φυσικώι^ τ ο υ 'Αριστοτέλη καθόρισε γ ιά δυό χιλιάδες χρόνια τ ή δυτική π α ρ ά σ τ α σ η γ ιά τ ό χρόνο, είναι κι εκείνος π ο ύ δημιουργεί γ ι ' αύτόν ενα σημειακό, ά τ ε λ ε ύ τ η τ ο καί ποσοτικοποιημένο continu-um. "Ετσι, ό χρόνος ορίζεται άπό τον 'Αριστοτέλη σάν «ά-ριθμός της κίνησης σύμφωνα με τ ό πριν και τ ό μετά»^ και ή συνέχειά τ ο υ είναι εγγυημένη ά π ό τ ή διαίρεσή τ ο υ σε στιγμές (τό νϋν, τό τ ώ ρ α ) άνάλογες πρός τ ό γεωμετρικό

"^Προβλήματα 916α: «ττότερον ώστΓ€ρ ημών οί έττϊ Τροίας καί εκεί-νων οί ττρό αυτών και àeï οί επάνω πρότεροι είσιν; ή εϊττερ άρχή τις έστι και μέσον και τέλος του παντός, καΐ δταν -γηράσκων τις επί τό πέρας ελ-θτ} και πάλιν έπαναστρελίττ] επί την άρχήν, τά δε εyyvτεpω της άρχής πρότερα, τί κωλύει ημάς εν τφ πρός την άρχήν είναι μάλλον; [ . . . ] ε/ δτ) κύκλος εστί, του bè κύκλου μήτε άρχή μήτε πέρας, ουδ' αν πρότεροι ει-εν τφ βγγυτφφ της άρχής είναι, οϋθ' ήμεΐς εκείνων οϋτ' εκείνοι ήμών».

^ Φυσικής 'Ακροάσεως Δ', 220α: «ό χρόνος άριθμός εστίν κινήσεως κα-τά TÒ πρότερον και ύστερον».

17

σημείο (στιγμτ)). Ή στιγμή καθαυτή δεν είναι τίποτε ά λ λ ο παρά ή συνέχεια χρόνου, ενα καθαρό οριο π ο υ συνέχει και συνάμα διαιρεί παρελθόν και μέλλον. Σάν τέτοιο, είναι κά-τι άπιαστο, τ ο υ όποιου ό παράδοξος μηδενικός χαρακτή-ρας διατυπώθηκε άπό τον 'Αριστοτέλη σ τ ή διαβεβαίωση π ώ ς ή στιγμή είναι πάντα «άλλη», εφόσον διαιρεί τ ό χρό-νο στο διηνεκές, και παραταϋτα ή ϊδια πάντα, εφόσον ένώ-νει τ ό επερχόμενο και τ ό περασμένο, έ γ γ υ ώ μ ε ν η εντεύθεν τ ή συνέχεια·^ κι ή φύση της α υ τ ή είναι τ ό θεμέλιο της εγ-γενούς «διαφορότητας» τ ο υ χρόνου, όπως και τ ο υ «κατα-στροφικού» του χαρακτήρα: «Άφοϋ ή στιγμή εΤναι συνάμα τέλος και άρχή τ ο υ χρόνου, όχι μονόπλευρα, παρά τέλος τ ο υ παρελθόντος και άρχή τ ο ϋ μέλλοντος, καταπώς 6 κύ-κλος είναι στο ϊδιο σημείο κοίλος και κυρτός, κατά τον ϊδιο τρόπο ό χρόνος θά είναι πάντοτε σέ θέση ν' άρχίζει καί νά τελειώνει, γι ' α υ τ ό και δείχνει νά είναι πάντοτε ά λ λ ο ς » /

Ή άνικανότητα τ ο ϋ δυτικού άνθρώπου νά διαφεντέψει τ ό χρόνο και ή συνακόλουθη ιδεοληψία τ ο υ νά τον «κερ-δίσει» και νά τον «περάσει» έχουν τ ό π ρ ώ τ ο τους θεμέλιο σ' αύτή τήν έλληνική άντίληψη περι τ ο υ χρόνου ώς ένός ποσοτικοποιημένου και άτελεύτητου continuum φευγαλέ-ων σημειακών στιγμών.

Μιά κ ο ν λ τ ο ύ ρ α π ο ύ διεπόταν άπό μιά τέτοια παρά-σταση τ ο υ χρόνου δεν μπορούσε νά διαθέτει σαφή καί ξε-

^ "Ο.π. 222 α: «Τό ôè νυν έσην συνέχεια χρόνου [.. .]· συνέχει yàp τον χρόνον TÒV τταρεληλυθότα και έσόμενον, και ττέρας χρόνου έστίν ίστι yàp τοϋ μέν άρχή, τοϋ δέ τελευτή».

^Αύτ.: «έττεί δε τό νϋν τελευτή καί άρχή χρόνου, άλλ ' ου τοϋ αύτοϋ, άλλα τοϋ μεν τταρήκοντος τελευτή, άρχή δε τοϋ μέλλοντος, εχοι αν ώσ-ττερ 6 κύκλος εν τφ αύτφ ττως τό κυρτόν και τό κοίλον, οϋτως και ό χρό-νος άεϊ εν άρχή και τελευτή. και διά τοϋτο δοκεΐ άεϊ ετερος».

18

κάθαρη εμπειρία της ιστορικότητας. Τό να υποστηρίξου-με ότι ή άρχαιότητα δεν είχε εμπειρία τ ο ΰ βιωμένου χρό-νου άποτελεΐ βεβαίως υπεραπλούστευση, ά λ λ ο τόσο βέ-βαιο παραμένει ωστόσο π ώ ς τό πεδίο οπου oi "Ελληνες φι-λόσοφοι πραγματεύονται τ ό πρόβλημα τ ο ΰ χρόνου εϊναι πάντοτε ή Φυσική. Ό χρόνος είναι κάτι τ ό αντικειμενικό και τ ό φυσικό π ο υ περικλείει «εντός τ ο υ » τ ά π ρ ά γ μ α τ α ωσάν ενα εξωτερικό περίβλημα (ττεριέχον): κάθε πράγμα, ό π ω ς βρίσκεται μέσα σ' εναν χώρο, ετσι βρίσκεται καί μέ-σα στό χρόνο. Συμβαίνει με μεγάλη συχνότητα ή απαρχή της νεωτερικής αντίληψης γ ιά τήν Ιστορία ν' ανάγεται στις λέξεις με τις όποιες 6 Ηρόδοτος άρχίζει τις Ιστορίες τ ο υ : « Ό Ηρόδοτος άπό τήν ^Αλικαρνασσό εκθέτει εδώ τ ' αποτελέσματα τών ερευνών του, ο υ τ ω σ ώ σ τ ε 6 χρόνος νά μή σβήσει τ ά εγχειρήματα τών ανθρώπων.. .»® Είναι τον καταστροφικό τ ο υ χρόνου χαρακτήρα π ο υ οΐ Ιστορίες έπι-θυμουν νά μαχηθοϋν, κι α υ τ ό πιστοποιεί τήν έπι της ου-σίας άν-ιστορική φύση της άρχαίας αντίληψης γιά τ ό χρό-νο. "Οπως ή λέξη π ο ύ δηλώνει τό ενέργημα τ ο υ γιγνώσκειν (eihévai), ετσι και ή λέξη ιστορία προέρχεται α π ό τ ή ρίζα id- [Γίδ-\, π ο ύ σημαίνει «βλέπω» . 'Ίστωρ είναι, καταρχάς, 6 α ύ τ ό π τ η ς μάρτυρας, εκείνος π ο ύ είδε. Ή έλληνική ύπερε-ξουσία τ ο υ βλέμματος βρίσκει κι εδώ άκόμα τήν έπιβεβαίω-σή της. Ό προσδιορισμός τ ο υ αυθεντικού Είναι ώς «παρου-σία ενώπιον βλέμματος» αποκλείει μιάν εμπειρία της ιστο-ρίας συνιστάμενης σε ο,τι ήδη ύφίσταται έδωνά παντοτινά, δίχως ποτέ νά εκτίθεται καθεαυτό κάτω απ ' τ ά μάτια μας.

® Μουσαι: «Κλειώ» Α' 1: «Ηροδότου 'Κλικαρνησσέος ίστορίης άπό-δεξις ή0€, ώς μήτε τά epya -γενόμενα έξ άνθρώττων τφ χρόνφ εξίτηλα ηένψαι...»

19

[ Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Ο Ι Μ Ε Σ Α ΐ Ω Ν Α Σ ]

ΑΝΤΊΘΕΤΗ από πολλές απόψεις είναι ή χριστιανική εμπει-ρία τ ο υ χρόνου. Έ ν ώ ή κλασική π α ρ ά σ τ α σ η τ ο υ χρόνου είν' ενας κύκλος, ή εΙκόνα που καθοδηγεί τή χριστιανική σχη-ματοποίηση της έννοιας είναι α υ τ ή μιας ευθείας. «Έναντι-θέσει πρός τον "Ελληνα, ό κόσμος είναι y i à τόν χριστιανό δημιουργημένος μέσα στό χρόνο, και μέσα στό χρόνο πρέ-πει νά τελειώσει. 'Από τ ή μιά μεριά ή διήγηση της Γένεσης, άπό τήν ά λ λ η ή έσχατολογική προοπτική της 'Αποκάλυ-ψης. Και ή δημιουργία, ή Έ σ χ α τ η Κρίση, όλο τ ό ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, τ ό έκτυλισσόμενο άπό τό ενα ώς τό άλ-λ ο μεταξύ των δύο α ύ τ ώ ν ορόσημων, είναι μοναδικά. Τ ό μοναδικό τ ο ϋ τ ο και δημιουργημένο σύμπαν, π ο ύ είχε άρ-χή, π ο ύ διαρκεί και π ο ύ θά λάβει τ έλος μέσα σ τ ό χρόνο, εΐν' ενας κόσμος τετελεσμένος και εκατέρωθεν των π λ ε υ -ρών της Ιστορίας τ ο υ πεπερασμένος. Δεν είναι μήτε αιώνι-ος μήτε άτελεύτητος σ τ ή διάρκειά του, και τά γ ε γ ο ν ό τ α π ο ύ διαδραματίζονται εντός τ ο υ δεν πρόκειται ποτέ νά ε-παναληφθούν» (Puech).

Ε ξ ά λ λ ο υ , άντίθετα μέ τόν χωρίς διεύθυνση χρόνο τ ο υ κλασικού κόσμου, ό χρόνος τ ο ύ τ ο ς εχει μιά διεύθυνση κι ενα νόημα: ξετυλίγεται ανεπιστρεπτί από τ ή δημιουργία προς τ ό τέλος κα\ βρίσκει ενα κεντρικό σημείο άναφοράς στήν ενσάρκωση τ ο υ Ιησού Χριστού, ή οποία χαρακτηρί-ζει τήν άνέλιξή τ ο υ ωσάν μιά πρόοδο άπό τήν αρχική π τ ώ -ση πρός τήν τελική λ ύ τ ρ ω σ η . Γι' α ύ τ ό κι ό Ιερός Αυγου-στίνος [St. (Aurelius) Augustinus (354 -43θ)] δύναται ν' άντι-

20

τάξει σ τ ο υ ς falsi circuii [σφαλεροΟς κύκλους] τ ω ν Ε λ λ ή -νων φιλοσόφων τή via recta [ορθή όδό] τ ο υ Χρίστου, στήν αΙώνια επανάληψη τ ο υ Παγανισμού, κατά τήν οποία τί-π ο τ α δεν είναι νέο, τ ή χριστιανική novitas [το νέο], στήν ο-ποία τ ό καθετί συμβαίνει μιά και μοναδική φορά. Ή ιστο-ρία της α ν θ ρ ω π ό τ η τ α ς εμφανίζεται ετσι σάν μιά ιστορία της σωτηρίας , δηλαδή της προοδευτικής επίτευξης της λ ύ τ ρ ω σ η ς , π ο ύ θεμελιώνεται πρωταρχικά σ τ ο Θεό. Καί, σ' α ύ τ ή τήν πορεία εναλλαγών, κάθε συμβάν είναι μονα-δικό και ανεπανάληπτο.

Παρά τήν εμφανή τ ο υ περιφρόνηση γιά τ ά «εγκόσμια», είναι ό χριστιανισμός π ο ύ εθεσε τις βάσεις γιά μιάν εμπει-ρία της ιστορικότητας, και όχι 6 αρχαίος κόσμος, παρότι τ ό σ ο έγρήγορος απέναντι σ τ ά κοσμικά συμβάντα. Ό χρι-στιανισμός διαχωρίζει πράγματι άποφασιστικά τ ό χρόνο άπό τ ή φυσική κίνηση τ ώ ν άστρων γιά νά τόν κάμει ενα φαινόμενο ούσιαστικά άνθρώπινο και εσωτερικό. «"Αν τ ' ά-στρα σταματούσαν στόν ούρανό», γράφει 6 Ιερός Αύγου-στίνος με μιά φρασεολογία π ο ύ ήχεϊ μοναδικά μοντέρνα, «κι άν ό τροχός τ ο υ ά γ γ ε ι ο π λ ά σ τ η εξακολουθούσε νά γυρίζει, ενδέχεται άραγε νά μήν ύπήρχε 6 χρόνος γ ιά νά καταμετρήσουμε τις περιστροφές [τού τροχού]; γιά νά μας επιτρέπει νά πούμε ότι αύτές όλοκληρώνονται σε ϊσα χρο-νικά διαστήματα, εϊτε π ώ ς τ ή μιά είναι πιό άργές καί τήν ά λ λ η πιό γρήγορες ; [...] "Ας μή μού ερθει κανένας λοιπόν νά πει οτι είναι ή κίνηση τών ούρανίων σωμάτων π ο ύ συ-γκροτεί τ ό χρόνο [...]. Είναι μέσα σ' εσένα, πνεύμα μου, ό-π ο υ ε γ ώ μετρώ τ ό χρόνο».^

'^Εξομολογήσεις XI 23,29-30 και 27,36. Πβ. πρόλ.-είσαγ.-μτφρ.-σχόλ.-ευρετ. Φραγκίσκη Άμπατζοπούλου, τ. 2., Άθ.: έκδ. Πατάκη ^Ναυτίλος/ Ά-

21

Kl εντούτοις, ό χρόνος, π ο υ έτσιδά έσωτερικοττοιείται, παραμένει άκόμα ή συνεχόμενη σειρά σημειακών στιγμών της ελληνικής σκέψης. Όλάκερο τό ένδέκατο βιβλίο τών Ε-ξομολογήσεων [Co/7fess/o/yes, 397-401] τ ο ϋ Α υ γ ο υ σ τ ί ν ο υ , μέ τό άγωνιώδες και άνικανοποίητο ερωτηματολόγιο του γιά τον ά σ ύ λ λ η π τ ο χρόνο, φανερώνει οτι ό συνεχής και ποσο-τικοποιημένος χρόνος δεν εχει εξαλειφθεί, παρά μονάχα με-τατοπιστε ί άπο τήν άστρική διαδρομή στήν εσωτερική δι-άσταση. "Ο,τι μάλιστα απέτρεψε τόν Αυγουστίνο άπό τ ό ν άντιμετωπίσει λ υ σ ι τ ε λ ώ ς τ ό πρόβλημα τ ο ϋ χρόνου εί-ναι προπάντων τ ' ότι διατηρήθηκε άθιχτη ή αριστοτελική αντίληψη της σημειακής στ ιγμής : «Πώς λοιπόν υφίστα-νται οι δυό αΟτοι χρόνοι, τό παρελθόν και τ ό μέλλον, άπ ' τή στιγμή π ο υ τ ό παρελθόν δεν υπάρχει πια και τό μέλ-λον δεν εχει υπάρξει άκόμα; "Οσο γιά τ ό παρόν, αν α υ τ ό ήτανε πάντα παρόν, αν δηλαδή δεν πήγαινε νά προστεθεί σ τ ό παρελθόν, τό τε δεν θά ήταν χρόνος, ά λ λ α αιωνιότη-τα. "Αν τ ό παρόν πρέπει λοιπόν νά προστίθεται σ τ ό πα-ρελθόν, π ώ ς μπορούμε νά λέμε οτι είναι [χρόνος], εφόσον δεν μπορεί νά είναι παρά μονάχα επειδή παύει νά είναι; [...] "Αν εννοούσαμε ενα σημείο χρόνου τέτοιο π ο ύ νά μήν ήταν δυνατό νά διαιρεθεί σε μικρότερα μόρια, αυτό καί μό-νο α υ τ ό μπορεί κάνεις νά τ ό άποκαλέσει παρόν: μά τ ό ση-μείο τ ο ϋ τ ο π ε τ ά τ ό σ ο γ ο ρ γ ά άπό τ ό μέλλον στό παρελ-θόν, ώστε δέν εχει τήν παραμικρή διάρκεια. Καθότι, αν είχε κάποιαν έκταση, θά ήταν διαιρετό σε παρελθόν καί μέλ-λ ο ν πλήν όμως τ ό παρόν δέν εχει έκταση».^®

υαγνώσματα, 12p'>, 1999, σσ. 176, 178, 185· στήν παλαιότερη μτφρ. τοϋ 'Ανδρέου Δαλεζίου: Αϊ 'Εξομολογήσεις, τ. 2., Άθ. 1951 (και ανατ.), σσ. 110, 112,117. "Ο.π. 14,17 και 15,20. Στη μτφρ. Φρ. Άμπατζοπούλου,

22

Ή εμπειρία ενός χρόνου πιο άρχετυπικοΟ, περατωμένου και συλλήψιμου, π ο υ συναντάμε περιστασιακά στον πρω-τόγονο χριστιανισμό, εΐν' επικαλυμμένη συνεπώς από τον μαθηματικοποιημένο χρόνο της κλασικής άρχαιότητας. Σιμά σ αυτό, επιστρέφει μοιραία καί ή άρχαία κυκλική παράστα-ση της έλληνικής μεταφυσικής, τής όποιας ή άφομοίωση συντελείται διαμέσου π ρ ώ τ α - π ρ ώ τ α τής νεοπλατωνίζου-σας πατρολογίας και συνακόλουθα με τ ή σχολαστική θεο-λογία . Ή αιωνιότητα, ώ ς επικράτεια τ ο υ θείου, τείνει νά εκμηδενίσει με τον άπαρασάλευτο κύκλο της τήν ανθρώπι-νη εμπειρία τ ο υ χρόνου. Ή άδιάστατη κι άπιαστη στιγμή καθίσταται τ ό σημείο ο π ο υ ό χρόνος διατέμνει τον τροχό τής αιωνιότητας. «Γιά νά εχεις μιάν εικόνα τής σχέσης με-τ α ξ ύ αιωνιότητας και χρόνου», διαβάζουμε στό De Univer-so [Περί Πάντων Κτισμάτων, άπό τ ή Θεία Διδασκαλία (Magiste-rium Divinale,1223-1240)] του Γουλιέλμου τής '(Α)βέρνης [Guil-laume d'Auverne ή de Paris, ...1180-1249], «δοκίμασε νά φα-νταστείς τήν αιωνιότητα σάν ενα τεράστιο τροχό καί, μέσα σ' αυτόν, τόν τροχό τ ο υ χρόνου, κατά τέτοιον τ ρ ό π ο ώ-στε τ ο ύ τ ο ς ό δεύτερος ν άκουμπάει τόν π ρ ώ τ ο σ' ενα ση-μείο και μόνο. "Οπως ξέρεις, αν πράγματι ενας κύκλος ή μιά σφαίρα άγγίζε ι εναν ά λ λ ο κύκλο ή σφαίρα, εϊτε συμ-βαίνει α υ τ ό εσωτερικά εϊτε εξωτερικά, ή επαφή είναι δυνα-τ ή σ' ενα μόνο σημείο. Άφοϋ, ο π ω ς είπα, ή αιωνιότητα εί-ναι παντελώς άσάλευτη και εξολοκλήρου σύγχρονη, κάθε φορά π ο ύ ό τροχός τ ο υ χρόνου άγγίζει τόν τροχό τής αι-ωνιότητας ή επαφή θά επιτυγχάνεται τόσο οσο προβλέ-πεται, καθόσον μόνο σημειακά τόν άγγίζει κατά τήν περι-στροφή του, και γ ι ' α υ τ ό ό χρόνος δέν είναι σύγχρονος».

ο.π., σσ. 166-167 και 169* στη μτφρ. Α. Δαλεζίου, ο.π., σσ. 102 και 104.

23

I V .

[ Ν Ε Ο Τ Ε Ρ Ο Ι Χ Ρ Ο Ν Ο Ι ]

Η άντίληψη τ ο υ χρόνου στη νεότερη εποχή είναι μιά λαϊ-κοποίηση του ευθύγραμμου και μη-αναστρέψιμου χριστια-νικού χρόνου, π ο υ όμως άποκόπτεται από κάθε ιδέα τέ-λους κι εκκενώνεται άπό οιοδήποτε ά λ λ ο αίσθημα πέραν εκείνου μιας δομημένης εξέλιξης σύμφωνα μέ το πριν καί τό μετά. Αύτή ή παράσταση τ ο υ χρόνου ώς ομοιογενούς, ευ-θύγραμμου και κενού γεννιέται άπό τήν εμπειρία της έρ-γασίας στις πρωτοκαπιταλιστικές βιοτεχνίες και κατακυ-ρώνεται ά π ό τ ή νεωτερική μηχανική π ο ύ παγιώνε ι τ ό π ρ ω τ ε ί ο της ομοιόμορφης ε υ θ ύ γ ρ α μ μ η ς κίνησης έναντι της κυκλικής. Ή εμπειρία τ ο υ νεκρού κι άποσπασμένου ά-π ό τήν εμπειρία χρόνου, π ο ύ χαρακτηρίζει τ ή ζ ω ή στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις και σ τ ά εργοστάσια, φαίνεται νά στηρίζει τήν π ί σ τ η ότι ή φ ε υ γ α λ έ α σημειακή σ τ ι γ μ ή είναι ό μοναδικός άνθρώπινος χρόνος. Τ ό πριν και τ ό με-τά, αύτές οι τ ό σ ο άβέβαιες και κενές γιά τήν άρχαιότητα εννοιες, γίνονται τ ώ ρ α καθαυτές και διαυτές τ ό νόημα, κι ε τούτο τ ό νόημα παρουσιάζεται ώς τ ό άληθώς Ιστορικό.

"Οπως τ ό είχε κιόλας διείδει ό Nietzsche, βάζοντας σ τ ο σημάδι τήν κατά Hartmann" «εξελικτική διαδικασία τ ο υ κό-

" 'Αναφέρεται στόυ «φιλόσοφο του άσυνειδήτου» [Karl Robert] Ε-duard von Hartmann (1842-1906) και ειδικότερα στις άπόψεις που ανέ-πτυξε στό εργο του Φιλοσοφία του 'Ασυνειδήτου (Philosophie des Unbe-wussten, 1869). Ή βίαιη έπίθεση του Friedrich Nietzsche (ΐ844 -1900) ά-παντα στον δεύτερο άπό τοί/ς Παράκαιρους Στοχασμούς του (Unzeit-gemdsse Betrachtungen, 1873-1876): «Περί των Επιβλαβών και των Επω-φελών Επιπτώσεων της Ιστορίας στη Ζωή» («Vom Nutzen und Nach-

24

σμου» («μόνον ή έξελικτική διαδικασία μπορεί νά οδηγή-σει σ τ ή λύτρωση») , ή έννοια π ο υ καθοδηγεί την άντίλη-ψη τ ο υ 19. αιώνα y i à τήν ιστορία εϊναι κείνη της «εξελι-κτικής διαδικασίας». Τ ό νόημα άνήκει μόνο στήν εξελικτι-κή διαδικασία επί συνόλου κι ουδέποτε σ τ ό σημειακό και άπιαστο τώρα· εφόσον όμως ή εξελικτική τ ο ύ τ η διαδικα-σία δεν είναι στήν π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α παρά μιά ά π λ ή δια-δοχή άπό τ ώ ρ α συναρτήσει τ ο υ π ρ ι ν και τ ο υ μ ε τ ά , κι εφόσον ή ιστορία της σωτηρίας καταντά στό μεταξύ μιά καθαρή χρονολογία, ή εμφάνιση ένός νοήματος μπορεί νά σωθεί μόνο αν εισαχθεί ή ιδέα, καθαυτή στερημένη από κά-θε όντολογική θεμελίωση, μιας συνεχοϋς κι άδιάκοπης προ-όδου. Κάτω από τήν επίδραση των έπιστημών της φύσης, «άνάπτυξη» και «πρόοδος», πού εκφράζουν άπλά τήν ιδέα μιας χρονολογικά προσανατολισμένης εξελικτικής διαδικα-σίας, καθίστανται οι καθοδηγητικές κατηγορίες της ιστο-ρικής γνώσης . Μιά τέτοια άντίληψη τ ο υ χρόνου και τής ιστορίας άλλοτριώνει κατανάγκην τον άνθρωπο ώ ς προς τήν κύρια διάστασή τ ο υ και παρακωλύει τήν πρόσβαση στήν αύθεντική ιστορικότητα. "Οπως είχαν παρατηρήσει ό Dilthey καί ό κόμης Yorck^^ ( « α ύ τ ή ή σχολή δεν ήταν διό-

teil der Historie für das Leben», 1874) — αυτοτελώς στά έλλ.: Ιστορία και Ζωή, είσαγ.-μτφρ.-σημ. N.M. Σκουτερόπουλος, Άθ.: «Γνώση» <Φιλο-σοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη, 46>, 1993, σσ. 88-99· επίσης στους Ά-Uεπίκαιρους Στοχασμούς, πρόλ. Σωκράτης Δεληβογιατζής, είσαγ.-μτφρ.-χρονικό Ι.Σ. Χριστοδούλου, Θεσσαλονίκη: Εκδοτική Θεσσαλονίκης,<1996;>, σσ. 109-207: 183-196.

^̂ Εννοεί TÒV Paul Yorck, Graf von Wartenburg (1835-1897). Στήν αλληλογραφία του (1877-1897) με τόν γνωστό φιλόσοφο «του βιώμα-τος» ή «τής ζωής» Wilhelm Dilthey (ΐ833-191ΐ), που έκδ. τό 1923, διατυ-πώθηκαν άπόψεις για τήν Ιστορικότητα οΐ όποιες άπασχόλησαν τόν

25

λ ο υ ιστορική, τταρα οικοδομούσε μέ βάση τ ή λογική συλ-λογής άρχαιοτήτων και τον αισθητισμό, ενώ τ ό κυρίαρχο ρεύμα ήταν προσηλωμένο στή μηχανιστική οικοδόμηση»), στήν πραγματικότητα π ί σ ω άπό τόν εμφανή θρίαμβο τ ο υ ίστορικισμοΰ στόν 19. αιώνα κρύβεται ριζική άρνηση της ιστορίας ένονόματι ένός γνωστ ικού ιδεώδους μορφοποιη-μένου πάνω στό π ρ ό τ υ π ο τών φυσικών επιστημών.

Ένάντιά τ ο υ δούλεψε καλά ή λεβιστροσική κριτική, π ο υ εκθέτει τή χρονολογική και άσυνεχή φύση τ ο υ ιστοριολο-γικοϋ κώδικα («ή άξίωση μιας ιστορικής συνέχειας άντικει-μενικής καί ανεξάρτητης άπό τόν κώδικα εξασφαλίζεται μο-νάχα μέ δολερά σχεδιαγράμματα καί ή ιστορία τελειώνει μέ τ ό ξετύλιγμα της λειτουργίας ενός αληθινού και ξεκά-θαρου μύθου μέσα στό σύστημα της γνώσης μας»^^) και αποποιείται «τήν εξίσωση Ιστορίας και ανθρωπότητας, π ο ύ καταγίνονται κάποιοι νά μας επιβάλουν μέ τόν ανομολό-γ η τ ο σκοπό νά κάμουν τήν Ιστορία τ ό έσχατο καταφύγιο ένός υπερβατικού άνθρωπισμού».^"^

Δεν πρόκειται ομως γιά εγκατάλειψη της Ιστορίας, αλ-λά γιά προσχώρηση σέ μιάν αντίληψη της ιστορικότητας πιό αύθεντική.

Martin Heidegger στήυ §77 τοΰ Είναι καί Χρόνος (βλ. εδώ Κεφ. Vili). ^̂ Άπό τήν Άγρια Σκέψη (La Pensée sauvage, 1962) τοϋ Claude Lévi-

Strauss (γεν. 1908)· πβ. μτφρ. Ευα Καλπουρτζή, πρόλ.-έπιμ. "Αλκη Κυρια-κίδου-Νέστορος, Άθ.: έκδ. Παπαζήση <Φιλοσοφία-Πη7ές>,1977,σσ.362-363.

^̂ Π β. 0.7Γ., σ. 364.

26

VII. [ Η Α Ν Τ Ι Λ Η Ψ Η Τ Ο Υ H E G E L Γ Ι Α Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ο ]

Ο Hegel σκέφτεται τό χρόνο σύμφωνα μέ τό άριστοτελικό π ρ ό τ υ π ο της σημειακής στιγμής. Στό άριστοτελικό ρϋν κα-ταγίνεται ν άνταποκριθεϊ τό τώρα, κι όπως ό 'Αριστοτέλης σκεφτόταν τ ό νϋν ώ ς στιγμή, ετσι κι αυτός σκέφτεται τ ό τώρα ώ ς σημείο. Α υ τ ό τ ό τώρα, π ο ύ « ά λ λ ο δεν είναι άπό τ ό πέρασμα τ ο υ Είναι τ ο υ στό τ ίποτα και τ ο υ τ ίποτα στό Είναι του» , συνιστά τήν αιωνιότητα ώς «άληθές παρόν». Ή σύμφυση χωρικών παραστάσεων και χρονικών εμπειρι-ών π ο υ κυριαρχεί στη δυτική άντίληψη τ ο ϋ χρόνου μετα-στρέφεται άπό τόν Hegel προκειμένου νά εννοηθεί ό χρό-νος ώς διαλεκτική άρνηση και υπέρβαση τ ο υ διαστήματος. Έ ν ώ τό σημείο τ ο υ χώρου είναι ά π λ ώ ς άδιάφορη άρνητι-κότητα, τ ό χρονικό σημείο, δηλαδή ή στιγμή, είναι ή άρνη-ση αυτής της άδιαφοροποίητης άρνησης, ή υπέρβαση τής «παραλυτικής άκινησίας» τ ο υ διαστήματος μέσα σ τ ό Γί-γνεσθαι. Γι α υ τ ό και τοϋτο , υ π ό τ ή συγκεκριμένη έννοια, είναι άρνηση τής άρνησης.

Μέ τέτοιο τρόπο ορίζοντας τό χρόνο ό Hegel, ώς άρνη-ση τής άρνησης, ά λ λ ο δεν κάνει άπ' τό νά όδηγει ϊσαμε τίς άκρότατες συνέπειες τ ή μηδενισμένη εμπειρία τ ο ϋ χρόνου, τ ή συνεπιφερόμενη στόν όρισμό τ ο υ ώς συνεχόμενης δια-δοχής σημειακών στιγμών. « Ό χρόνος», γράφει σε μιά πε-ρικοπή τής Εγκυκλοπαίδειας [Encyklopädie der philosophischen Wissenschaften im Grundrisse, 1817] οπου, άσυνειδήτως προϋ-ποτιθέμενη και σε ά γ α σ τ ή συνδιαλλαγή, άκόμα πάλλει ή αυγουστίνεια άνησυχία άπέναντι στήν άπιαστη ουσία τ ο ϋ

27

χρόνου, «είναι τό Είναι πού, ενώ είναι, δεν είναι, καί, ενώ δεν είναι, είναι: τό διαισθητό Γίγνεσθαι». Σάν τέτοιο, εΐναι ταυ-τόσημο κατά βάση με τον άνθρωπο, τ ό άρνητικό ε τ ο ύ τ ο Είναι π ο υ «είναι κείνο π ο υ δέν είναι καί δεν είναι κείνο π ο υ είναι». Επειδή μάλιστα ό Hegel σκέφτεται ϊσως τ ό χρόνο σύμφωνα κυρίως με τ ό π ρ ό τ υ π ο της σημειακής στ ιγμής στή μεταφυσική, γι α ύ τ ό είναι και σε θέση νά κάμει τόσο τ ό π ο μέσα σ τ ό σύστημά τ ο υ σε κείνη τήν «ισχύ τ ο υ άρ-νητικοϋ», π ο ύ διαβλέπει στό εργο τ ο υ ανθρωπίνου πνεύ-ματος και π ο ύ τ ή διορίζει κεντρικό μηχανισμό τής διαλεκτι-κής. Εκείνο πού, μέσα σ τ ό έγελιανό σύστημα, εκφράζεται με τ ή μορφική τ α ύ τ ι σ η τ ο υ χρόνου και τ ο υ ανθρωπίνου πνεύματος, αμφότερων έννοουμένων ώς αρνήσεων τής άρ-νησης, είναι ό δεσμός — π ο ύ μένει ακόμα νά εξετάσουμε — άνάμεσα στή μηδενισμένη εμπειρία τ ο υ χρόνου γιά τόν δυ-τικό άνθρωπο και τ ή δύναμη τής κουλτούρας τ ο υ ν' άρ-νείται. Μόνο μιά κουλτούρα π ο ύ άπόχτησε τέτοια εμπει-ρία τ ο υ χρόνου θά μπορούσε νά εντάξει στήν άρνηση τήν ούσία τ ο υ άνθρώπινου πνεύματος και δέν κατανοεί κανείς τήν άληθινή σημασία τής έγελιανής διαλεκτικής άν δέν τήν παρακολουθήσει σε συσχετισμό προς τήν άντίληψη τ ο υ χρόνου π ο ύ τής είναι ά λ λ η λ έ γ γ υ α . Διότι ή διαλεκτική εί-ναι πάνω άπ ' όλα ο,τι άκριβώς μας επιτρέπει νά συναγά-γουμε σε ενότητα (δ ια-λβγεσθαι ) τ ό continuum τών άρνη-τικών και ά σ ύ λ λ η π τ ω ν στιγμών.

Στόν Hegel, μολαταύτα, ή προέλευση τ ο υ χρόνου και τό νόημα τής μορφικής τ ο υ ταύτισης με τ ό πνεύμα δέν ε-ξετάζονται ώς τοιαύτα. Ό χρόνος εμφανίζεται άπλά ώς «ή αναγκαιότητα και τό πεπρωμένο τ ο υ μή καθαυτό πραγμα-τωμένου πνεύματος». Τ ό πνεύμα οφείλει νά ρ ι φ θ ε ί μες

28

σ τ ο χρόνο. «Προσήκει σ τ ο νόημα τ ο υ πνεύματος», διαβά-ζουμε σ τ ό Aóyo μες στψ Ιστορία {Die Vernunft in der Geschi-chte, 1837], «ή εξέλιξη της ιστορίας νά π ρ ο ά γ ε τ α ι εν χρό-νω». Α λ λ ' άφοΰ ό χρόνος είναι, καθώς είδαμε, «τό Εΐναι πού, ενώ είναι, δεν είναι, καί, ενώ δέν είναι, είναι», τ ό 'Απόλυτο μπορεί νά αληθεύει μονάχα ώ ς «αποτέλεσμα» καί ή ιστο-ρία, π ο ύ είναι « τ ό πνεύμα άλλοτριωμένο έν χρόνω», απο-τελεί ούσιαστικά Stufengang, μια εξελικτική διαδικασία προ-αγόμενη ανά βαθμίδες· ώς άλλοτρίωση της αλλοτρίωσης , ε τ ο ύ τ η είναι ό « γ ο λ γ ο θ ά ς » και ή «έπανεύρεση» τ ο υ απο-λ ύ τ ο υ πνεύματος , ό «αφρός» π ο ύ ά π ' τ ό κροντήρι της ϊδιας τ ο υ απεραντοσύνης ανεβαίνει πρός αύτό.

"Οπως 6 χρόνος, π ο ύ ή ούσία τ ο υ είναι καθαρή άρνη-ση, ετσι κι ή Ιστορία ούδέποτε είναι πρόσφορη σέ σύλλη-ψη έν άκαρεί, ειμή μόνον σφαιρικά ώσάν εξελικτική διαδι-κασία. Για τ ο ύ τ ο καί μνήσκει ξεκομμένη από τ ή βιωματι-κή εμπειρία ένός-έκάστου ατόμου, π ο ύ ιδεώδες τ ο υ είναι ή εύτυχία. «Στή θεώρηση της Ιστορίας βολετό είναι νά υΐ-οθετηθεί καί ή όπτική γωνία της εύτυχίας, α λ λ ά ή ιστο-ρία δέν είναι ό χώρος της εύτυχίας». Εντεύθεν αναδύεται, μέσα στήν έγελιανή φιλοσοφία της ιστορίας, και ή άμαυ-ρή φιγούρα της «μεγάλης Ιστορικής άτομικότητας», ό πο υ σαρκώνεται ή «ψυχή τ ο υ κόσμου». Οι «μεγάλοι άνδρες» δέν είναι ενα όργανο στήν προοδευτική πορεία τ ο υ οικου-μενικού Πνεύματος. '6ύς άτομα καθαυτά «δέν εΐναι αύτό π ο ύ κοινά λέμε εύτυχεΤς». «Μέ τ ό π ο ύ πετυχαίνουν στό σκοπό τους, σωριάζουνται χαμαι πλαδαροί σάν αδειανά σακιά». Τ ό πραγματικό ύποκείμενο της ιστορίας είναι τ ό Κράτος.

29

VI. [Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ TOY MARX ΓΙΑ TO ΧΡΟΝΟ]

Ο τρόπος μέ τον όποιον ό Marx σκέφτεται την Ιστορία ε-δράζεται σέ μιά περιοχή όλωσδιόλου διάφορη. Ή ιστορία δέν είναι γι αυτόν κάτι ό π ο υ π έ φ τ ε ι μέσα τ ο υ ό άν-θρωπος· δεν εκφράζει δηλαδή ά π λ ώ ς τ ό Είναι-εν-χρόνω τ ο υ άνθρωπίνου πνεύματος, παρά είναι ή πρωταρχική δι-άσταση τ ο υ άνθρωπου ώς Gattungswesen, ώς ικανής όντότη-τας ενός γένους, ικανής δηλαδή νά παραχθεί π ρ ω τ ό τ υ π α όχι σάν άτομο ξεχωριστό, μήτε σάν άφηρημένο σύνολο, άλ-λά σάν οικουμενική άτομικότητα. "Οθεν, ή ιστορία δέν κα-θορίζεται, ό π ω ς στόν Hegel και στόν έγελιανής κ α τ α γ ω -γής Ιστορικισμό, άπό τήν έμπειρία τ ο υ γραμμικού χρόνου ώ ς άρνησης τής άρνησης, ά λ λ ' ά π ό τήν ττρά^ίν, ά π ό τ ή συγκεκριμένη δραστηριότητα ώς Οπαρκτική ούσία και κα-τ α γ ω γ ι κ ή άρχή (Gattung [«γένος/εΐδος»]) τ ο ϋ άνθρωπου. Ή ττράζίς, ό π ο υ ό άνθρωπος τίθεται ώς καταγωγική άρ-χή και φύση τ ο ϋ άνθρώπου, είναι άμέσως και ή « π ρ ώ τ η ιστορική ενέργεια», ή γενεσιουργός ενέργεια τής ιστορίας, εννοούμενης ώ ς συνθήκης όπου ή άνθρώπινη ούσία καθί-σταται φύση γιά τόν άνθρωπο και όπου άνθρωποποιείται ή φύση. Ή ιστορία δέν είναι πλέον, ό π ω ς στόν Hegel, τ ό πεπρωμένο ά λ λ ο τ ρ ί ω σ η ς τ ο υ άνθρώπου καί ή άναγκαία τ ο υ π τ ώ σ η στόν άρνητικό χρόνο, ό π ο υ περιέρχεται ξανά σέ μιάν άπέραντη εξελικτική διαδικασία, ά λ λ ά είναι ή φύ-ση του, ή πρωταρχική δηλαδή δικαιοδοσία τ ο ϋ άνθρώπου πάνω στόν έαυτό τ ο υ ώς Gattungswesen, όθε τόν εχει ή άλ-λ ο τ ρ ί ω σ η προσωρινά άποκόψει. Ό άνθρωπος Sèu elmi ίστο-

30

ρική ύπαρξη έπει8ή ρίπτεται μές στο xpóuo, παρά, το άι^τίθετο μάλ-λον, επειδή και μόνο είναι μιά ιστορική ύπαρξη δύναται να πέφτει μες στο χρόνο, νά χρονικοποιείται.

Ό Marx δεν έπεξεργάστηκε μιά θεωρία τ ο ΰ χρόνου προ-σαρμοσμένη στήν ιδέα του y i à την Ιστορία, άλλά είναι βέ-βαιο π ώ ς αυτή είναι άσυμφιλίωτη με την άριστοτελική και την έγελιανή άντίληψη τ ο υ χρόνου ώς συνεχους κι άτε-λ ε ύ τ η τ η ς διαδοχής σημειακών στιγμών. "Οσο κινούμαστε στόν ορίζοντα ετούτης τής μηδενισμένης εμπειρίας τ ο υ χρό-νου, δεν είναι δυνατό νά υπεισέλθουμε στήν αυθεντική ιστο-ρία, γ ιατ ί ή άλήθεια εξαρτάται πάντοτε ά π ό τ ό σύνολο τής εξελικτικής διαδικασίας κι ό άνθρωπος δε θά μπορεί πο-τέ νά οίκειωθεϊ με τρόπο συγκεκριμένο, δηλαδή πρακτικό, τήν ϊδια τ ο υ τήν ιστορία. Ή θεμελιώδης άντίφαση τ ο υ σύγ-χρονου άνθρώπου εγκειται μάλιστα σ τ ' οτι π ρ ο π ά ν τ ω ν δεν εχει άκόμα στή διάθεσή τ ο υ μιάν εμπειρία τ ο υ χρόνου εναρμονισμένη πρός τήν Ιδέα τ ο υ γιά τήν Ιστορία, και δια-τελεί ώς έκτούτου με άγωνία διασπασμένος άνάμεσα στό εγχρονο Είναι τ ο υ [Είναι-εν-χρόνω], ώς ασταμάτητη φυγή τών στιγμών, και τ ό ιδιαίτερό τ ο υ Είναι-μές-στή ν-ιστορία, νοούμενη ώ ς αυθεντική διάσταση τ ο υ άνθρώπου. Ό δυϊ-σμός κάθε νεωτερικής άντίληψης γιά τήν Ιστορία —οίονεί res gestœ [πεπραγμένα/ γ ε γ ο ν ό τ α ] καί historia rerum ge-starum [Ιστορία πεπραγμένων/γεγονυΐα] , ώς διαχρονικής π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ς και ώ ς συγχρονικής δομής, π ο ύ είναι άδύνατο νά συμπέσουν χρονικά— εκφράζει α υ τ ή άκριβώς τήν πλήρη άδυναμία τ ο ΰ άνθρώπου, χαμένου μές στό χρό-νο, νά καταλάβει τήν ϊδια τ ο υ τήν ιστορική φύση.

31

VII. [ Η Μ Ε Τ Α Φ Υ Σ Ι Κ Η Ε Κ Δ Ο Χ Η , Η Γ Ν ω Σ Η Κ Α Ι Η Σ Τ Ο Α ]

Ε ITE σάν κύκλο τό στοχάστηκαν εϊτε σά γραμμή, τό στοι-χείο π ο υ δεσπόζει σε κάθε δυτική αντίληψη y i à τ ό χρόνο είναι ή σημειακότητα. Παριστάνουμε τόν βιωμένο χρόνο μέ-σ ω μιας έννοιας μεταφυσικό-γεωμετρικής (τό άδιάστατο ση-μείο-στιγμή) κι επειτα προχωράμε σάμπως ή έ ν λ ό γ ω έν-νοια νά ήταν αληθινά αυτός ό ϊδιος ό πραγματικός χρό-νος τής εμπειρίας. "Ηδη ό [Giambattista] Vico [1668-1744] είχε επισημάνει οτι ή έννοια τ ο υ γεωμετρικού σημείου εί-ναι μιά έννοια μεταφυσική, π ο υ διάνοιξε τ ό «πονηρό μονο-π ά τ ι » («malignum aditum») διαμέσου τ ο ΰ όποίου ή μετα-φυσική διείσδυσε στή φυσική. "Ο,τι 6 Vico ελεγε γιά τό γε-ωμετρικό σημείο μπορεί νά επαναληφθεί καί προκειμένου γ ιά τ ή στ ιγμή ώ ς χρονικό «σημείο». Α υ τ ή είναι τ ό μονο-πάτι διαμέσου τ ο ΰ όποίου ή αιωνιότητα τής μεταφυσικής παρεισφρέει στήν ανθρώπινη εμπειρία τ ο ΰ χρόνου και τ ή διχοτομεί ανεπανόρθωτα. Κάθε μας απόπειρα νά σκεφτοΰ-με κατά τ ρ ό π ο α λ λ ι ώ τ ι κ ο τ ό χρόνο οφείλει συνεπώς νά συγκρουστεί μέ τ ο ύ τ η τήν έννοια και μιά κριτική τ ο ΰ στιγ-μιαίου συνιστά ε ύ λ ο γ η προϋπόθεση μιας καινούργιας ε-μπειρίας τ ο ΰ χρόνου.

Διάσπαρτα στις π τ υ χ ώ σ ε ι ς και τις σκιές τής δυτικής πολιτισμικής παράδοσης κείτονται τ ά στοιχεία μιας διαφο-ρετικής αντίληψης γιά τ ό χρόνο. 'Αρκεί νά ρίξουμε φως πά-νω τους γιά νά έγερθοΰν αυτά, ωσάν καβαλάρηδες μαντα-τοφόροι ενός μηνύματος π ο ύ προορίζεται γιά μας καί π ο ύ είναι δικό μας εργο νά τ ό επαληθεύσουμε. Εϊναι σ τ ή Γνώ-

32

ση, στην έκλιπούσα ε τ ο ύ τ η θρησκεία της Δύσης, ό π ο υ ά-πανταται μιά εμπειρία τ ο υ χρόνου ερχόμενη σε βίαιη άντί-θεση τόσο προς εκείνη των Ε λ λ ή ν ω ν όσο και πρός την άλ-λη των χριστιανών. Αύτη στόν κύκλο της έλληνικής έμπει-ρίας και στην εύθεία τ ο υ χριστιανισμού άντιπαραθέτει μιάν άντίληψη της οποίας τ ο χωρικό π ρ ό τ υ π ο μπορεί νά πα-ρασταθεί με μιά διακεκομμένη γραμμή. Κατ' α ύ τ ό τόν τρό-πο, πλήττε ι ο,τι προπάντων εμεινε άμετάβλητο τόσο στην κλασική άρχαιότητα όσο και σ τ ό χριστιανισμό: τ ή διάρ-κεια, τόν σημειακό και συνεχόμενο χρόνο. Ό κοσμικός χρό-νος της έλληνικής εμπειρίας άποκρούεται άπό τ ή Γνώση ένονόματι τής ά π ό λ υ τ η ς ξενικότητάς τ ο υ μέσα στόν κό-σμο ενός Θεου (ό Θεός είναι άλλότρως, ό κατεξοχήν ξενι-κός), τ ο υ όποίου ή προνοιακή δράση δεν είναι δυνατό νά συνίσταται στή διατήρηση τών κοσμικών νόμων, ά λ λ ά στή θραύση τους . "Οσο y i à τόν προσανατολισμό τ ο υ γραμμι-κού χριστιανικού χρόνου πρός τ ή λ ύ τ ρ ω σ η , κι α ύ τ ό τ ό αρνιέται, γιατί ή άνάσταση δεν είναι γιά τόν γνωστικό κά-τι π ο ύ πρέπει να αναμένεται μέσα σ τ ό χρόνο καί π ο ύ θα πραγματοποιηθεί σ' ενα ε γ γ ύ τ ε ρ ο ή απώτερο μέλλον, πα-ρά εχει ήδη ανέκαθεν λάβει χώρα.

Ό χρόνος τής Γνώσης είναι λοιπόν ενας χρόνος μή-συ-νεκτικός και μή-όμοιογενής, π ο ύ ή αλήθεια τ ο υ εγκειται στό χρονικό κλάσμα απότομης διακοπής κατά τ ή διάρκεια τ ο υ όποίου ό άνθρωπος άντιλαμβάνεται με μιάν αιφνίδια πράξη συνείδησης τήν ϊδια τ ο υ τήν κατάσταση ώ ς κατά-σταση άναστάντος («statim resurrectionis compos»). Σε συ-νάφεια πρός ε τ ο ύ τ η τήν εμπειρία σταματημένου χρόνου, ή στάση τ ο ϋ γνωστικού είναι λυσιτελώς επαναστατική: ά-πορρίπτει τ ό παρελθόν, ά λ λ ' αποκαθιστά σ' αύτό, διαμέ-

33

σου μιας υποδειγματικής παροντοποίησης, ο,τι ιδίως ήταν καταδικασμένο σάν αρνητικό (τον Κάιν, τον Ήσαΰ, τ ο υ ς Σοδομίτες), χωρίς ώ σ τ ό σ ο νά προσμένει τ ο παραμικρό ά-π ό τ ό μέλλον.^^

Και με τή Στοά επίσης ή άρχαιότητα κατά τό βασίλε-μά της δείχνει νά ξεπερνά τήν αντίληψη της y i à τ ό χρό-νο. Αυτό τό ξεπέρασμα εκδηλώνεται ώς άποποίηση και τ ο υ άστρονομικου χρόνου στόν Τίμαιο, ομοιώματος της αιωνι-ότητας, καί της αριστοτελικής έννοιας y i à τ ή μαθηματική στιγμή. Ό ομοιογενής, άτέρμων καί ποσοτικοποιημένος χρό-νος π ο υ διαιρεί τ ό παρόν σε στιγμές δίχως έκταση είναι γιά τους στωικούς 6 μή -πραγματικός χρόνος, τ ο υ όποίου ή τυπική εμπειρία βρίσκεται στήν προσδοκία καί τήν ανα-βολή. Ή υ π ο δ ο ύ λ ω σ η σ' α υ τ ό τόν άπιαστο χρόνο συνι-στά τή βασική άναπηρία πού, μέ τήν άπεριόριστη άναβλη-τικότητά της, κωλύει τήν άνθρώπινη ύπαρξη νά γίνει κα-τανοητή ώς κατιτί τ ό άνεπανάληπτο και τ ό τετελεσμένο («maximum vitœ Vitium* est, quod imperfecta semper est, quod aliquid in ilia differtur»^^). 'Αντίκρυ της 6 στωικισμός θέτει τήν άπελευθερωτική εμπειρία ενός χρόνου π ο ύ δεν είναι κάτι τό άντικειμενικό και τό άπόμακρο άπό τόν ελεγ-χό μας, α λ λ ' άναβλύζει άπό τ ή δραστηριότητα και τήν ά-π ο φ α σ ι σ τ ι κ ό τ η τ α τ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ . Π ρ ό τ υ π ό τ ο υ είναι ό καφός, ή άξαφνη κι άναπάντεχη συγκυρία ό π ο υ ή άπό-

^̂ Στά έλληυικά, κατατοπιστικό σχετικά μέ τή γνώση είναι τό βι-βλίο του Jacques Lacarrière 0/ Γνωστικοί, πρόλ. Lawrence Durreil, μτφρ. Μιχάλης Κουτούζης, Άθ.: έκδ. I. Χατζηνικολή, 1976.

^̂ Seneca, Ad Lucilium Epistularum Moralium Liber XVII 101,8: «Tò με-γαλύτερο ελάττωμα της ζωής είναι πώς πάντοτε τή διακρίνει κατιτί TÒ ατελές, καθώς ένμέρει αναβάλλεται γιά κάποιαν άλλη φορά».

34

φαση αδράχνει την ευκαιρία κι έκπληρώνει έ π ι τ ό π ο υ τ ή ζωή τ ο υ καθενός. Ό ατέρμων και ποσοτικοποιημένος χρό-νος οριοθετείται αίφνης καί γίνεται παροντικός: ό καιρός συγκεντρώνει καθαυτόν ποικίλους χρόνους («omnium tem-porum in unum collatio»^^) και ó σοφός είναι κύριος τ ο ϋ έ α υ τ ο ϋ τ ο υ σ' αυτόν, ό π ω ς ό θεός στην αιωνιότητα. Αυ-τός είναι ή «έσχατη χείρα» π ο υ κάθε φορά δίνεται στη ζωή μας καί π ο υ άποτραβάει ρηξικέλευθα τόν άνθρωπο άπό τήν καθυπόταξη στόν ποσοτικοποιημένο χρόνο («qui cotidie vi-t œ suce summam manum imposuit, non indiget tempore»^®).

^̂ Seneca, Ad Paulinum De Β revitate Vitœ XV 5. Seneca, Ad Lucilium..., ο.π.: «"Οποιος κάθε μέρα γνωρίζει υά δίνει

τήν έσχατη χείρα στή ζωή του δεν εχει άνάγκη άπό τό χρόνο».

35

vili. [ B E N J A M I N KA I H E I D E G G E R ]

Δ Ε Ν είναι φυσικά τυχαίο τ ' οτι κάθε φορά π ο υ ή σύγχρο-νη σκέψη φτάνει νά σ υ λ λ ο γ ι σ τ ε ί με τ ρ ό π ο νέο τ ο χρόνο πειθαναγκάζεται ν' άρχίσει μέ μιά κριτική τ ο υ συνεχοϋς πο-σοτικοποιημένου χρόνου. Μιά τέτοια κριτική είναι ή βάση ά π ' ο π ο υ άφορμώνται τ ό σ ο οΐ Θεσεις πάνω στη Φιλοσοφία της Ιστορίας τ ο υ Benjamin όσο και ή α ν ά λ υ σ η της χρονι-κότητας π ο υ ό Heidegger δεν κατόρθωσε νά φέρει σε πέ-ρας στο Sein und Zeit [Είναι και Χρόνος,1927^'^\ Ή σ ύ μ π τ ω -ση ανάμεσα σε δυο τόσο μακρινούς στοχαστές εΐν' ενα από τά σημάδια π ώ ς ή αντίληψη τ ο υ χρόνου, π ο ύ γιά δυό χι-λιάδες χρόνια σχεδόν εξουσίασε τ ό δυτικό πολιτισμό, ζυ-γώνει τ ώ ρ α πιά σ τ ή δύση της.

Στόν Bemjamin βρίσκουμε νά δουλεύει ή ϊδια εκείνη μεσ-σιανική διορατικότητα τ ο υ έβραϊσμοΰ π ο ύ ώθησε τόν Kaf-ka νά γράψει οτι «ή Ημέρα της Κρίσεως είναι ή φυσιολο-γική ιστορική κατάσταση» και νά υποκαταστήσει τήν ιδέα της έκτυλισσόμενης καταμήκος τ ο ΰ ατέρμονα γραμμικού χρόνου Ιστορίας μέ τήν παράδοξη εικόνα ένός «κράτους της ι σ τ ο ρ ί α ς ό π ο υ τ ό βασικό γεγονός διαδραματίζεται

^̂ Τοΰ λοιπού μέ τόν έλληνικό του τίτλο τό εργο του Martin Hei-degger (1889-1976): 2 ττ., πρόλ.-μτφρ.-σχόλ. Γιάννης Τζαβάρας, Άθ.: «Δω-δώνη» <(Φιλοσοφία-Ψυχολογία>, 1978-1985, άπ' όπου ποριζόμαστε κα-τά βάση καί τήν ορολογία y ià τά έλληνικά.

Δέν εγινε κατορθωτό νά εντοπιστούν σε κείμενα τοΰ Franz Kafka (1883-1924) oi παραθέσεις πού άποδίδει ετσι ό Agamben. Tò πνεΰμα της πρώτης εντούτοις διέπει καί τόν ακόλουθο άπό τους καφκικούς 'Α-φορισμούς (μτφρ. Γώργος Βαμβαλής, Άθ.: Επίκουρος ^Λογοτεχνία Σή-

36

αενάως και τό τέρμα δέν άπόκειται σ' ενα απώτερο μέλλον, Ίταρά είναι ήδη άνέκαθεν παρόν. Ξαναπιάνοντας αΟτά τ ά θέματα ό Benjamin ψάχνει y i à μιάν αντίληψη της ιστορί-ας ανταποκρινόμενη στη διαπίστωση οτι «κανόνας είναι ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Ό Benjamin άντικαθιστα τ ό μηδενικό παρόν της μεταφυσικής παράδοσης μέ «ενα παρόν π ο υ δεν είναι πέρασμα, α λ λ ά στέκει άσάλευτο στ ό κατώφλι τ ο ϋ χρόνου». Στην Ιδέα — τ η ς σοσιαλδημοκρατί-ας ιδιαίτερα και του Ιστορικισμοϋ— μιας προόδου τ ο ϋ αν-θρώπινου είδους μες στην ιστορία, π ο υ είναι «αδιαχώρι-σ τ η άπό κείνην της πορείας διαμέσου ενός χρόνου όμοιο-γενοϋς και κενοΰ», αντιπαραθέτει την «επαναστατική συ-νείδηση, γ ιά νά τινάξει στόν αέρα τ ό continuum της Ιστο-ρίας». Στήν κενή και ποσοτικοποιημένη στιγμή αντιτάσσει εναν «ένεστωτικό χρόνο» (Jetzt-Zeit [«νυν-χρόνος»]), άντι-ληπτόν ώ ς μεσσιανική καθήλωση τ ο υ συμβαίνοντος, π ο υ «άνασυμπήγει σε μιά μεγαλειώδη σύνοψη τήν ιστορία της ανθρωπότητας». Είναι στ'όνομα αΟτοΰ τ ο υ «πλήρους χρό-νου», π ο υ αποτελεί τόν «αληθινό χρόνο οίκοδόμησης της Ιστορίας», οπου ό Benjamin, αντίκρυ στό γερμανο-σοβιετι-κό σύμφωνο [Μπρέστ-Λιτόφσκ, 1918], εξαπολύει τ ή λαμπρή κριτική τ ο υ γιά τις αιτίες π ο ύ οδήγησαν στήν καταστρο-φή τις αριστερές εύρωπαϊκές δυνάμεις κατά τήν π ρ ώ τ η με-σοπολεμική περίοδο. Ό μεσσιανικός χρόνος τ ο ϋ έβραϊσμοϋ,

μερα, 1>, 1970, σ. 18· παρεμφερώς, επίσης, άπό τον ϊδιο μεταφραστή, στά Μπλε Τετράδια τοϋ Kafka, Άθ.: Επίκουρος <(Λογοτεχυία Σήμερα, 10>, 1982, σ. 35): «Μόνο ή δική μας έννοια τοϋ χρόνου μας κάνει νά ονομά-ζουμε ετσι τή Δευτέρα Παρουσία· στήν πραγματικότητα αυτή είναι έ-κτακτο δικαστήριο» (άρ.4θ)—επισημαίνεται τό λο·)^οπαίγνιο τοϋ πρω-τοτύπου, καθώς στά '̂ 'ερμανικά ή Δευτέρα Παρουσία, ή Μέλλουσα Κρίση, ή 'Ημέρα της Κρίσεως κ.τ.π. είναι jüngste Gericht («Νεότερο Δικαστήριο»).

37

«όπου κάθε δευτερόλεπτο ήταν ή μικρή θύρα οθε μπορού-σε νά μπει ό Μεσσίας», καθίσταται ετσι τ ο μοντέλο μιας άντίληψης y i à τήν ιστορία « π ο ύ αποφεύγει οιαδήποτε συνεργία μέ κείνην όπου έξακολουθοΰν νά παραμένουν οι πολιτικοί προσκολλημένοι».

Είναι όμως σ τ ή σκέψη τ ο υ Heidegger ο π ο υ ή αντίλη-ψη τ ο υ σημειακού και συνεχόμενου χρόνου υποβάλλεται σε μιά ριζοσπαστική κριτική, ένόψει μιας επανάληψης-κα-τεδάφισης π ο ύ περιζώνει όλάκερη τ ή δυτική μεταφυσική. Ή αναζήτηση τ ο υ Heidegger στρέφεται εξαρχής πρός μιά κατάσταση της ιστορίας ή όποία νά ξεπερνά έκείνην τ ο υ άγοραίου ίστορικισμοϋ και στή ν όποία «ή άπόφανση: " τ ό έδωνά-Εΐναι | Dasein | είναι ιστορικό" θά πρέπει νά εμφανί-ζεται ώς θεμελιώδης άρχή οντολογικά-υπαρξιακού χαρα-κτήρα», π ο ύ δέν εχει τ ί π ο τ α νά κάνει «μέ τήν ά π λ ή όντο-λογική διαπίστωση τ ο υ γεγονότος ότι τ ό έδωνά-Είναι ει-σέρχεται ξανά στήν "παγκόσμια ι σ τ ο ρ ί α " Γ ι ' α ύ τ ό κι ελέγχεται ή προσπάθεια τ ο υ Dilthey γιά μιά ιστορική θε-μελίωση των επιστημών τ ο υ άνθρώπου άνεξάρτητη άπό τις φυσικές επιστήμες άφ' ης στιγμής έκτίθεται ή άνεπάρ-κεια γ ι ά κάτι τέτοιο.^^ Ά λ λ ά ή καινοτομία τ ο υ Είναι και Χρόνος εγκειται σ τ ' ότι ή θεμελίωση τής Ιστορικότητας ο-λοκληρώνεται εν συγχρονισμώ πρός τήν άνάλυση τής χρο-νικότητας π ο ύ φέρνει σ τ ό φώς μιά διαφορετική και αύθε-ντικότερη εμπειρία τ ο υ χρόνου. Στό επίκεντρο τής εμπειρί-ας α ύ τ ή ς δέν είναι πιά ή σημειακή κι άπιαστη σ τ ι γ μ ή [ i s t a n t e ] , διαφεύγουσα καταμήκος τ ο υ γραμμικού χρό-

^̂ Πρ. Μ. Heidegger, ο.ττ., τ. 2., σσ. 630 κ.έξ. Ό όρος Dasein υπενθυ-μίζεται ΟΤΙ εχει επίσης άποδοθεϊ εΟστόχως και μέ άλλους έλληνικούς.

^̂ Βλ. προηγ. σημ. 12.

38

νου, ά λ λ ά ή έ κ σ τ α σ ι α κ ή σ τ ι γ μ ή [ a t t i m o (Au-genblick: moment of vision)] της αυθεντικής απόφασης [Ent-schluß], κατά τήν οποία τ ό έδωνά-Είναι άποτελε ϊ τήν ε-μπειρία τής εντέλειας μας, π ο υ κάθε λ ε π τ ό διαστέλλεται [erstreckt sich selbst] άπό τ η γέννηση ώς τ ό θάνατο («Τό έδωνά-Είναι δεν εχει τέλος, π ο υ φτάνοντάς τ ο α π λ ά κατα-παύει, π α ρ ά υ φ ί σ τ α τ α ι τ ε τ ε λ ε ι ω μ έ ν ο » ) , καί, προβαλλόμενο κατέναντι στή μέριμνα [Sorge], επωμίζεται ελεύθερα ώς πεπρωμένο τήν καταβολική τ ο υ ιστορικότη-τα. Ό άνθρωπος δεν είναι ριγμένος συνεπώς μέσα στό χρό-νο, ά λ λ ά «υφίσταται ώς αυθεντική χρονικοποίηση». Μονά-χα επειδή αυτός είναι, στό Είναι του, προ-υπάρξας και επ-ερχόμενος, δύναται νά αναλάβει τ ό ϊδιο τ ο υ τ ό άρχέγονο Είναι και νά είναι, αύτοστιγμίς, «γιά τον δικό τ ο υ χρόνο».^^

Θά 'ταν ευχερές νά εκθέσουμε π ώ ς α υ τ ή ή θεμελίωση τής Ιστορικότητας σ τ ό Είναι τ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ ώς μέριμνα, αν κι εντοπίζεται σε διαφορετική περιοχή, δεν βρίσκεται κα-τ ά κάποιον τρόπο σέ αντίθεση προς τ ή μαρξική θεμελίω-ση τής ιστορικότητας στήν πράξη, ενώ άμφότερες τοποθε-τούνται στούς αντίποδες τ ο υ αγοραίου Ιστορικισμού. Γι' α υ τ ό κι 6 Heidegger, στήν Επιστολή γιά tòu «Ανθρωπισμό» [Brief über den »Humanismus«,1947μπόρεσε νά γράψει π ώ ς «ή μαρξική αντίληψη τής Ιστορίας είναι άνώτερη ά-π ό οποιονδήποτε άλλον περι ιστορίας λ ό γ ο [storiogra-f ia : Historie überlegen]».^"^ Περισσότερο ενδιαφέρον είναι ϊσως νά σημειώσουμε ότι, στά γραπτά τών τελευταίων χρό-νων του, όταν τ ό σχέδιο τ ο υ Eîuai καί Χρόνος γιά μιά πρω-

Πρ. Μ. Heidegger, ό.ττ., σσ. 634 κ,έξ. πρ. Μ. Heidegger, Επιστολή γιά τόι^ «Ανθρωπισμό», μτφρ. Γιώργος

Ιηροπαΐδης, Άθ.: Ροές <Δοκίμια, 3>, 1987, σσ. 110-111.

39

ταρχική εξήγηση του χρόνου ώς ορίζοντα κατανόησης τ ο υ Εΐναι^^ εχει πλέον εγκαταλειφθεί, ή σκέψη τ ο ΰ Heidegger έρχεται αντιμέτωπη με μιά διάσταση όπου, με ολοκληρω-μένο τώρα πιά τό ξεπέρασμα της μεταφυσικής, ή ιστορικό-τ η τ α τ ο υ α ν θ ρ ώ π ο υ θά ήταν δυνατό νά ειδωθεί μέ τρό-π ο καθολοκληρίαν καινούργιο. Δέν είναι ό κ α τ ά λ λ η λ ο ς χώρος γιά νά επιχειρήσουμε μιάν έρμηνεία της έννοιας τ ο υ Ereignis («Συμβάν») π ο ύ οριοθετεί τ ό κέντρο και συνάμα τις άκρώρειες ό π ο υ εφτασε ή σκέψη τ ο υ Heidegger μετά τό Είναι και Χρόνος. Στό πλαίσιο πάντως των εδώ ενδιαφερό-ντων μας, πρέπει τουλάχιστο νά τονίσουμε ότι α υ τ ό επι-τρέπει νά συλλογιζόμαστε τό Συμβάν όχι σάν εναν χωρο-χρονικό προσδιορισμό, ά λ λ ά σάν τ ή διάνοιξη της πρωταρ-χικής διάστασης οπου βασίζεται κάθε χωροχρονική διάσταση.

Π ρ. Μ. Heidegger, Είναι και Χρόνος, ο.π., τ. 1., σ. 23.

40

IX. [ Κ Α Τ Α Κ Λ Ε Ί Δ Α ]

ΥΠΆΡΧΕΙ εντούτοις μία άμεση και διαθέσιμη στόι; καθέναι; εμπειρία ό π ο υ θά ήταν δυνατό νά βρει τ η θεμελίωση της μιά καινοφανής αντίληψη τ ο υ χρόνου. Ή εμπειρία τ ο ύ τ η είναι κάτι τ ο τόσο ουσιώδες y i à τήν άνθρώπινη υπόστα-ση, ώ σ τ ε ενας άρχαϊος μύθος της Δύσης τήν καθιστά άρ-χέγονη πατρίδα τ ο ϋ άνθρωπου. Πρόκειται γ ιά τήν ήδο-νή. "Ηδη ό 'Αριστοτέλης είχε οξυδερκέστατα παρατηρήσει π ώ ς α υ τ ή ήταν κάτι τ ό ετερογενές ώς προς τήν εμπειρία τ ο υ ποσοτικοποιημένου και συνεχούς χρόνου: «Ή μορφή (εΐόος) της εύχαρίστησης», γράφει σ τ ά Ηθικά Νικομάχεια, «είναι άρτια (jeKeiov) σε οποιαδήποτε στιγμή», και προ-σθέτει π ώ ς ή ηδονή, σε άντιδιαστολή πρός τήν κίνηση, δεν συνδέεται με κάποιο διάστημα χρόνου, ά λ λ ά είναι «κάθε στιγμή κάτι τό πλήρες κι ολοκληρωμένο».^^ Αύτό τ ό στοι-χείο της ήδονής, άσύνορο ώς πρός τόν ποσοτικοποιημένο χρόνο, π ο ύ έμεΤς φαίνεται νά 'χουμε λησμονήσει, ήταν άκό-μα τ ό σ ο οικείο σ τ ό Μεσαίωνα, ώ σ τ ε ό "Αγιος Θωμάς [Ά-κ(υ)ινάτης (Thomas Aquinas ή d'Aquino), 1224/25-1274 σ τ ο ερώτημα «utrum delectatio sit in tennpore» [«είναι συ-νυφασμένη με τό χρόνο ή τέρψη μπορούσε ν άπαντάει άρνητικά· κι ήταν ή ϊδια α ύ τ ή συνείδηση π ο ύ ύποβάστα-ζε TÒ έδεμικό πρόγραμμα των Προβηγκιανών τροβαδούρων

^^ 'Ηθικά Νικομάχεια 1174b: «της ήόορης δ' ότφοϋν χρόνφ τέλειον TÒ etôoç. [ . . . ] bó^€L€ δ' àv τοϋτο και έκ τοϋ μή ένόέχεσθαι κιν€ΐσθαι μή èv χρόνφ, ήόεσθαι be' τό yàp èv τφ νυν δλον η».

^^ Summa Theologiœ I 21 Ixxiv.

41

y i à μιάν ευδαιμονία υπερούσια (^fin'amors [ «υπέρτατος παλατιανός ή αυλικός/ ιπποτικός εροοτας»],/ο/ [«ευφρο-σύνη», «ευδιαθεσία», «άγαλλίαση»]) , καθότι αποσπασμένη από τ η μετρήσιμη διάρκεια.

Τ ο ΰ τ ο δεν σημαίνει π ώ ς ή ήδονή εχει τ ό δικό της πε-δίο στην αιωνιότητα. Ή δυτική εμπειρία τ ο υ χρόνου είναι διαχωρισμένη σε α ι ω ν ι ό τ η τ α και σ υ ν ε χ ή γ ρ α μ -μ ι κ ό χ ρ ό ν ο . TÒ σημείο τομής, έκεϊ οπου επικοινωνούν αυτά τά δύο, είναι ή στιγμή ώς σημείο άδιάστατο και δια-φευγον. Σ' ε τούτη τήν άντίληψη, π ο ύ καταδικάζει σε χρε-οκοπία κάθε απόπειρα χειραγώγησης τ ο υ χρόνου, πρέπει ν' αντιταχθεί εκείνη π ο ύ δέν δέχεται ωσάν κύριο πεδίο τής ήδονής —πρωταρχικής διάστασης τ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ — μήτε τον συνεχή σημειακό χρόνο μήτε τήν αιωνιότητα, παρά τήν Ιστορία. 'Αντίθετα μ' ο,τι πρέσβευε ό Hegel, μόνο σάν γνήσιος χώρος τής εύτυχίας ή ιστορία μπορεί νά εχει κά-ποιο νόημα γ ι ά τόν άνθρωπο. Οι εφτά ώρες τ ο υ 'Αδάμ στόν Παράδεισο είναι, ύ π ' α ύ τ ή τήν έννοια, 6 άρχέγονος πυρήνας κάθε αύθεντικής Ιστορικής εμπειρίας. Ή ιστορία δέν εϊναι πράγματι , ό π ω ς θά 'θελε ή κυρίαρχη ιδεολογία, ή υποδούλωση τ ο υ άνθρώπου στόν συνεχή γραμμικό χρό-νο, μά τουναντίον ή άπελευθέρωσή τ ο υ άπό δαύτον: χρό-νος τής ιστορίας είναι 6 καφός οπου ή πρωτοβουλία τ ο ϋ ά ν θ ρ ώ π ο υ αδράχνει τήν εύνοϊκή εύκαιρία κι άποφασίζει παραχρήμα γιά τήν ελευθερία του. "Οπως στόν άδειο, συ-νεχόμενο κι άτέρμονα χρόνο τ ο ϋ άγοραίου Ιστορικισμοϋ πρέπει ν' άντιπαρατεθεϊ 6 πλήρης, τετελειωμένος καί τετε-λεσμένος χρόνος τής ήδονής, ετσι και στόν χρονολογικό χρόνο τής ψευδοϊστορίας πρέπει ν' άντιπαρατεθεϊ ό καιρο-λογικός χρόνος τής αύθεντικής Ιστορίας.

42

'Αληθινός Ιστορικός Ολιστής δεν ειν' εκείνος π ο υ διώκει καταμήκος τ ο ϋ άττέραντου γραμμικού χρόνου εναν κούφιο άντικατοπτρισμό αδιάκοπης προόδου, άλλ ' εκείνος π ο υ εί-ναι σε θέση ανά πάσα στιγμή νά αιχμαλωτίσει τ ο χρόνο, έπειδή διατηρεί την ένθύμηση οτι τ ο ϋ άνθρώπου καταγω-γική ρίζα είναι ή ηδονή. Α υ τ ο υ τ ο υ χρόνου είναι π ο υ ά-ποχτοϋμε εμπειρία στις αυθεντικές επαναστάσεις οΐ όποι-ες, ό π ω ς θυμάται ό Benjamin, άείποτε βιώθηκαν ώς αιχμα-λ ώ τ ι σ η τ ο υ χρόνου και ώς ανάσχεση της χρονολογικής ροής· α λ λ ά μιά έπανάσταση οθε έκπηγάζει όχι ξανά μιά νέα χρονολόγηση, μά κάποια ποιοτική μ ε τ α λ λ α γ ή τ ο ϋ χρόνου (μιά καιροΚο^ία), θά ήταν ή πλέον βεβαρημένη ά-π ό συνέπειες και ή μοναδική π ο υ δε θά μπορούσε ν' αφο-μοιωθεί μέσα στήν ά μ π ω τ η των αναστηλώσεων. "Οποιος στήν εποχή της ήδονής φέρνει σ τ ο νου τ ο υ σάν ιδιαίτερη πατρίδα τήν Ιστορία, θά κομίζει αληθινά σε κάθετι ε τούτη τήν άνάμνηση, θ' άξιώνει κάθε στ ιγμή α υ τ ή τήν ε π α γ γ ε -λία* και είναι έ λ ό γ ο υ τ ο υ ό αληθινός επαναστάτης κι ό αληθινός άνοιχτομάτης, ξεκορμισμένος απ ' τ ό χρόνο — κι όχι μέσα στή χιλιετία, μά τωραδά.

Επίμετρο

Δ Υ Ο Π Α Ρ Ε Μ Β Α Σ Ε Ι Σ

1

Γιά την 'Αντίληψη τοΰ Χρόνου στην 'Αρχαία Ελληνική Σκέψη

2

Γιά τήν 'Αντίληψη τοΰ Χρόνου στον Marx

VII.

Η ρ α κ λ ή ς Δ . Λ ο γ ο θ έ τ η ς

Γιά την 'Αντίληψη τ ο υ Χρόνου στην 'Αρχαία Ε λ λ η ν ι κ ή Σκέψη

Ο Ρ Ι Σ Μ Έ Ν Α Σ Η Μ Ε Ί Α

ΑΝ και ενας θεριακλής μπορεί νά μετρήσει ευα χωρικό μέ-γεθος, οπως την άπόσταση που διανύει άνάμεσα σέ δυο

χωριά, με βάση μιά ίδιόχρηστη μονάδα καπνιστικού χρόνου —«πέντε τσιγάρα δρόμος» (καί ό χρόνος εΐναι πράγματι κα-πνός άναθρώσκων, άπό κάτι π ο ύ καίγεται μαζι μέ τη ζωή μας)—, ή εναρκτήρια διαπίστωση τοΰ Agamben, οτι 6 άνθρω-πος διαθέτοντας νοητική εμπειρία τοΰ χρόνου, όχι όμως και τήν άντιστοιχούσα του παράσταση, τόν προσλαμβάνει ώς ο-πτική παράσταση χωρικού μεγέθους, είναι (μερικώς) ισχύου-σα, οπως άλλωστε και ή συνεπαγωγή της γιά τήν κυκλική θεώρηση τοΰ χρόνου άπό τήν ανάλογη κίνηση τών ουρανί-ων σφαιρών. Στόν Τίμαιο, οπου 6 Πλάτων συναιρεί και ανα-σκευάζει ένμέρει τίς πυθαγόρειες παραδόσεις, 6 χρόνος είναι όντως κυκλικός, έπειδή ή μονάδα της μετρήσεώς του συνάγε-ται άπό τήν τροχιά τών πλανητών, θεώρηση πού αποδίδε-ται άπό τόν φιλόσοφο ώς «ρυθμικά κινούμενη αιώνια εικόνα της άκίνητης στήν ένότητά της αιωνιότητας» (^μένοντος αιώ-νος εν évi Kaf άριθμόν ίοϋσαν αίώνιον εικόνα)} Ό κατοπτρι-σμός τοΰ χρονικού ανύσματος στήν χωρική διάσταση είναι όμως προβληματικός στήν ελληνική άρχαιότητα, και στόν Α-ριστοτέλη ειδικότερα, πού αγνοώντας, καθώς παρατηρούν 6

^ Τίμαιος 37d (βλ. και Οποσημ. 2 errò κείμενο τοΰ Agamben)· ή μετάφραση εί-ναι τοϋ Βασίλη Κάλφα, Άθ.: Πόλις <Άρχαϊοι Φιλόσοφοι>, 1995, σσ. 212-213.

47

Spengler, ó jammer και ó Bergson,^ τή υευτώνεια διάσταση του χ ώ ρ ο υ (space), αναφέρεται μόνο στην έννοια τοϋ τ ό-π ο υ (place), που γεννάται από την τάξη καί τή διάταξη των σωμάτων τά όποια τόν συγκροτούν. Είναι αναμενόμενο στό τέταρτο ιδιαίτερα άπό τά βιβλία της Φυσικής 'Ακροάσεως, όπου ό 'Αριστοτέλης εκθέτει ολοκληρωμένα την περι χρόνου θεωρία του, νά αναχωρεί από την αντίληψη τοϋ χρόνου ως φυσικου φαινομένου. Τό άεΐ περιφερόμενο νυν τοΰ Σταγειρί-τη ωστόσο δεν συνάπτεται πλέον με την κίνηση (των πλα-νητών). Ό χρόνος δέν εΤναι κίνησίς άλλα μέτρον κιι̂ τ/σεω? (ρύ yàp κίνησις ό χρόνος άλλα μέτρον κινήσεως)^ και μάλιστα έκ-σταηκόν (^μεταβολή be ττάσα φύσει έκσταηκόν^ Στό θεμελιώ-δες γιά τό πρόβλημα τοΰ χρόνου κείμενο τοϋ Πλωτίνου Πε-ρί Αιώνος και Χρόνου (μιά ώρα πού λείπει άπό τό ρολόι τοΰ Agamben, όπως λείπει εξάλλου και ή ώρα πού σημαίνει τό επίσης καθοριστικό γιά τή σκέψη τοΰ Αυγουστίνου De Re-gressu Animœ —τό Περί Υποστροφής τής Ψυχής— τοΰ Πορφυ-ρίου)^ συντελείται μιά κεφαλαιώδης μεταστροφή, τήν όποία ό Hans Jonas συνοψίζει ώς,έξής: «Τήν οντότητα τοΰ χρόνου υποστηρίζει 6 Πλωτίνος κατά τής άπλώς αναλογικής θεω-ρήσεως τοΰ 'Αριστοτέλους, στήν ιδία δέ διδασκαλία θά κατα-στήση σαφές εις τί έστόχευσε ή κριτική : στήν απελευθέρωση τοΰ χρόνου άπό τόν φυσικό χώρο, μέ τόν όποιο ήταν ή μέχρι τοΰδε άντιμετώπισή του συνδεδεμένη, και τήν μετατόπισή

^ Πβ. συνοπτική εκθεση τ ο ΰ ζητήματος στον Κωνσταντίνο Π. Ρωμανό, 'Απο-

λιθωμένη Ζωή: Ή Κυριαρχία τής Ποσότητας στη Μηχανιστική Κοσμοθεώρηση, Άθ. : Ε λ -

ληνικά Γράμματα, 2002, σσ. 135 κ,έξ.

^ Φυσικής Ακροάσεως Δ' 221b.

'^"Ο.π. 222b — ό π ο υ έγκυμονεϊται ή «έκστασιακή στιγμή» (Augenblick) τ ο υ

Heidegger π ο ύ μνημονεύει ό Agamben (Κεφ. Vili).

^Πβ. Κούρτ Φλάς, «Τί εΤναι Χρόνος;» [Kurt Flosch, Was ist Zeit? Frankfurt

a.M.: Vitorio Klostermann, 1933, σσ. 130-50], μτφρ. Πέτρος και Δημήτρης Σταθά-

κος: Έρουρέμ, άρ. 4 (Μάρτιος 1996), σσ. 73-99.

48

του από τό εξωτερικό περιβάλλον στο εσωτερικό, όθεν προ-έρχεται. Πηγή τοϋ χρόνου και πραγματικό του υποκείμενο είναι ή ψυχή».^ Είναι ωστόσο άπορίας άξιον πώς διαφεύγει της προσοχής τοϋ Jonas (άλλά και τοϋ ιδίου τοϋ Πλωτίνου) τό οτι ή εττισ/οβΛ ι̂ς τοϋ πλωτινείου όχήματος τ ο ϋ χρόνου στόν χώρο τής ψυχής εχει σαφώς προαναγγελθεί άπό τον 'Αριστοτέλη, και μάλιστα με τήν επίταση μιας άγωνιώδους διερωτήσεως: «αζιον δ' έπίσκέλΙτεως και πώς ττοτε εχει ό χρόνος προς τήν ψυχήν [...]. ττότερον be μή ούσης λίτυχής εΐη αν ò χρό-νος ή ού, άτΓορήσειεν αν ης». Ή δέ έξαιρέτου έντάσεως συνέ-χεια τής άριστοτελικής σκέψης (et bè μηόεν άλλο ττεφυκεν ά-ριθμεΐν ή ψυχή και ψυχής νους, άόύνατον είναι χρόνον ψυχής μή ούσης, αλλ' ή τούτο δ ττοτε ον εστίν ό χρόνος, οίον ει ενόε-χεται κίνησιν είναι άνευ ψυχήςΥ χρήζει ασφαλώς επισταμέ-νης μελέτης γιά τή διαλεύκανσή της.

"Ομως, ό φυσικός χρόνος, σημείο εκκίνησης και βάση άκρα-σφαλοϋς, οπως είδαμε, αναφοράς στην άρχαία ελληνική φιλο-σοφία, δεν είναι ό μόνος κυρίαρχος τοϋ πεδίου. Ό Agamben διατυπώνει μιά σχετική επιφύλαξη,® ή όποία ομως έλέγχεται γιά τήν έπάρκειά της. Ά λ λ ω σ τ ε , ό χρόνος, ώς μεταβολή πού τα πάντα μεταβάλλει, είναι άλλοτε βραδύτερος και άλλοτε ταχύτερος. Στον ιστορικό, αίφνης, χρόνο ολες οΐ στιγμές δεν προσμετρώνται με τήν ϊδια βαρύτητα, δεν είναι εξίσου καθο-ριστικές για τή ροή τών γεγονότων ούτε για τήν άπόληξη τών συγκρούσεων. Ή στιγμή τής αποφασιστικής άναμέτρη-σης πού συναιρεί τά συμβάντα τής πολεμικής περιπέτειας

^ π ρ . Χάνς Γιώυας, «Πλωτίνου Περί Αΐωνιότητος και Χρόνου», μτφρ. Ε λ ε υ -

θερία Βαρελά: Έρουρέμ, ο.π., σσ. 45-91: 59.

'"Ο.π. 223α.

® «TÒ υά ύποστηρίξουμε οτι ή αρχαιότητα δεν εΐχε εμπειρία τοΟ βιωμένου

χρόνου αποτελεί βεβαίως ύπεραπλούστευση, ά λ λ ο τόσο βέβαιο παραμένει ω-

στόσο πώς τ ό πεδίο οπου οί "Ελληνες φιλόσοφοι πραγματεύονται τ ό πρόβλη-

μα του χρόνου είναι πάντοτε ή Φυσική» (σ. 19).

49

στο δημοσθέυειο reKemaîov έκβάν? προς το όποιο εντέλει στοιχίζονται, εχει κεφαλαιώδη σημασία καί ή ιστορική οπτι-κή άπέχει άπό τή «χονδροειδή παράσταση τοϋ χρόνου ώς ενός σημειακού και ποσοτικοποιημένου continuum», κατά τή διατύπωση τοϋ Agamben. Ol ένστάσεις τοϋ Μταλοΰ στοχα-στή κορυφώνονται ώστόσο γ ύ ρ ω απ' ο,τι ορθώς αναγνωρί-ζει ώς ελληνική υπερεξουσία τοΰ βλέμματος: «Ό προσδιορι-σμός του αυθεντικοϋ Είναι ώς παρουσία ένώπιον βλέμμα-τος», σημειώνει ό Agamben, «αποκλείει μιαν έμπειρία της Ι-στορίας συνιστάμενης σε ό,τι ήδη υφίσταται έδωνά παντοτι-νά, δίχως ποτέ νά εκτίθεται καθεαυτό κάτω άπ' τά μάτια μας». Για τήν Ιστορία, τό Είναι των πραγμάτων συνίσταται όντως στή μαρτυρημένη αλήθεια τους. Ή ές del θουκυδίδει-ος μέριμνα γιά τήν απόδοση τών συμβεβηκότων ενός κλει-στοϋ και συντελεσμένου παρελθόντος στόν παρόντα χρόνο οδηγεί στήν εκβολή τοϋ irapeìv αι. Έτσι συγχωρείται στό ε δ ώ και έγχρονίζεται στό τ ώ ρ α τό παρελθόν και ή φέρου-σα Ιστορία, που δέν επαψε να ώχρια Οπό τό φως της περί-φημης αριστοτελικής συγκρίσεως: «τφ τόι̂ μέι^ τά -γενόμενα keyeiv τον δέ οία αν yevoiTO. διό και φιλοσοφώτερον και σττον-δαιότερον ττοίησις ιστορίας εστίν, ή μεν yàp ττοίησις μάλλον τά καθόλου, ή δ' ιστορία τά καθ' εκαστον λéyει»}^ Μέσω της συ-μπαθητικής ταύτισης με τόν ήρωα ή ποίηση σύρει τόν πρω-ταγωνιστή τής Ιστορίας στό πεδίο τοϋ παρόντος, εμφανίζει τά δρώντα πρόσωπα στήν Ιστορική τους πράξη έπ\ σκηνής. Ό ποιητικός χρόνος τής τραγωδίας παρίσταται μπροστά μας άναπαριστώντας τις μορφές του ώς παρόντα υποκείμε-να καί, αντί τοϋ Ιστορικού τταρεΐναι, θεραπεύει τό ττάρειμι τών πραγμάτων.

^ 'Ολυνθιακός Α' 11: «ττρός yàp τό Τ€λ€νταΐορ έκβάν εκαστον τών ττρϊν ϋτταρ-

^άντων κρίνεται».

Περί Ποιητικής θ ' 2-4, 1451b.

50

Tò εγχείρημα του Agamben φτάνει όμως ατό άπόγειό του ατό VIII Κεφάλαιο, όπου ό συγγραφέας διεξέρχεται έν τάχει τίς θεωρήσεις του χρόνου στον Benjamin καί στον Heidegger, καί Ιδιαιτέρως στην κατακλείδα τοϋ κειμένου (Κεφ. ΙΧ), όπου, απέναντι στη διάκριση αιωνιότητας και συνεχοΰς γραμμικού χρόνου, που στοιχειώνει τή δυτική έμπειρία τοϋ χρόνου, προ-τάσσει 6 στοχαστής τήν έδεμική υπόθεση της παραδείσιας α-φθαρσίας της ση'γμής ώς αρχέγονου πυρήνα κάθε Ιστορικής εμπειρίας: «'Αντίθετα μ' ο,τι πρέσβευε ό Hegel, μόνο σαν γνή-σιος χώρος της ευτυχίας ή ιστορία μπορεί νά εχει κάποιο νό-ημα για τόν άνθρωπο». Ή ιστορία όμως αρχίζει με τήν έξο-δο άπό τόν παράδεισο, που λογίζεται ώς πτώση, και ή υπο-στροφή στα βιβλικά ρήματα είναι ελάχιστα επαναστατική. Ό Agamben παραταΰτα εξακολουθεί νά στοχάζεται τήν άχρο-νη στιγμή της ευτυχίας ιστορικά μεταβαπτισμένη σε κ α ι ρ ό της καίριας άπόφασης: «χρόνος της Ιστορίας είναι ό καιρός όπου ή πρωτοβουλία τοϋ άνθρώπου αδράχνει τήν ευνοϊκή ευκαιρία κι αποφασίζει παραχρήμα γιά τήν ελευθερία του». 'Αλλά ή ευτυχία, τήν οποία ό στοχαστής εχει μεσιτεύσει ώς τέρψη και ήδονή διά των άναφορών του στόν 'Αριστοτέλη καί τόν Άκινάτη, συνδέεται προβληματικά μέ τήν κοινωνική ελευθερία που αξιώνει ό επαναστάτης, γιατί ή τέρψη και ε-ξόχως ή ήδονή κινοϋνται ατά όρια τοϋ άτομικοϋ διαμετρήμα-τος. Ή απάντηση στή ζητούμενη σύνδεση της ευτυχίας μέ τήν ελευθερία, μέσω της συλλήψεως ενός χρόνου ένεργοϋ και σημαίνοντος, μπορεί ώστόσο νά προβάλει άπ' άλλοϋ: ά-πό τό πεδίο της φρενήρους καί ανατρεπτικής γ ι ο ρ τ ή ς , πού παρέχει τό άναγκαΐο βάθρο γιά τή διάρρηξη τής μόνω-σης τοϋ ενός μέσα στήν ιλιγγιώδη άγαλλίαση τής όλότη-τας.̂ ^ Στόν πλατωνικό Φαιδρό όνομάζονται τέσσερις θείες μα-

Πβ. Ζώρζ Μπατάιγ , Ό 'Ερωτισμός, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης , Άθ. : "Ιν-

δικτος, 2001, σσ. 163 κ.έξ.

51

νίες που άντιστοιχοΰν οττις κεφαλαιώδεις επιδιώξεις τοϋ Ιστο-ρικοϋ ανθρώπου: ή μαντική του 'Απόλλωνος πού, με την ε-ξιχνίαση των μελλούμενων και την προπαρασκευή άπέναντι στά ενδεχόμενα τους, έξασφαλίζει τήν ισχύ, ή ποιητική των Μουσών, πού εκτοξεύει στήν καρδιά τοϋ κόσμου το βέλος της δόξας, ή ερωτική της 'Αφροδίτης, πού ή θεραπεία της σε κρα-τεί ολοκληρωμένο στήν ήδονή, και ή τελεστική τοϋ Διονύ-σου, πού ή εκστατική και όργιώδης μέθεξη της δημιουργεί τή συλλογική εύτυχία της γιορτής.^^ Και δεν είναι τυχαίο πού οΐ τρεις πρώτες μανίες, με τά άντίστοιχα αίτήματά τους —Ισχύς, Δόξα, Ήδονή—, χαίρουν πλήρους άναγνωρίσεως α-πό TÒV σύγχρονο κόσμο, ενώ ή τέταρτη, ή τελεστική, με τήν κοινοτική εύτυχία της γιορτής, άπαξιώθηκε πλήρως — και ϊσως ανεπιστρεπτί, αν δεν εφεύρουμε τον κ α ι ρ ό πού θά τήν ξανάβρει.

'Απρίλιος 2002

^^ Φαιδρός 265b: «της he θείας τ€ττάρων θεών τέτταρα μέρη όιελόμενοι, μαν-ηκην μεν εττίνοιαν Απόλλωνος θεντες, Αιοννσον όε τελεστίκήν, Μ.ουσών δ' αυ ποίηηκήν, τετάρτην hè Άφροόίτης και Έρωτος, ερωηκήν μανίαν έφήσαμεν τε ά-ρίστην είναι».

VII.

'Ανδρέας Χ ρ ι σ τ ι ν ί δ η ς

Γιά την 'Αντίληψη τοϋ Χρόνου στον Marx

Μ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Ι Κ Ή Σ Η Μ Ε Ί Ω ΐ Η

ΗΑΠΟΨΗ τοϋ Giorgio Agamben πώς «κι αυτός άκόμα ό ιστορικός υλκτμός αμέλησε ώς τώρα νά επεξεργαστεί κά-

ποιαν αντίληψη τοϋ χρόνου που νά στέκει στό υψος της α-ντίληψης του y là την ιστορία» Ισχύει ϊσως y ià τους περισ-σότερους άπό τους επιγόνους του, όχι ομως y ià τον ϊδιο τόν Marx και y ià νεότερους κριτικούς μαρξιστές. Με εξαίρεση τά πρώτα του εργα (μέχρι τό 1848) και μερικά άκόμα σύντομα κείμενα του, ό Marx της ώριμης ήλικίας άσχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την ανάλυση τοϋ καπιταλισμού και την κρι-τική της πολιτικής οικονομίας. Δεν πρέπει λοιπόν νά συγ-χέουμε τήν περιγραφή και άνάλυση του χρόνου στόν καπι-ταλιστικό τρόπο παραγωγής με μιά γενικότερη φιλοσοφική άντίληψή του γιά τόν χρόνο. Πρόκειται γιά ενα λάθος πού έκαναν μερικοί επικριτές του, άλλά καί πολλοί άπό έκείνους τούς «μαρξιστές» (όχι μόνον σοβιετικού τύπου) πού διαστρέ-βλωσαν τή θεωρία του.

Κάποιες σοβαρές παραλείψεις τού ϊδιου συνέβαλαν στήν πρόκληση παρανοήσεων. Στον περίφημο Πρόλογο στήν Κρι-τική της Πολιτικής Οικονομίας, π ο ύ συνοψίζει τή θεωρία τ ο ύ Ιστορικού ύλισμού,άναφέρει: «Στήν κοινωνική παραγωγή τής ζωής τους εντάσσονται οί άνθρωποι σέ ορισμένες, άναγκαΐες, άνεξάρτητες άπό τή θέλησή τους σχέσεις, παραγωγικές σχέ-σεις, πού άντιστοιχούν σέ μιάν ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης τών παραγωγικών τους δυνάμεων [...J. Σέ μιά φάση τής έξέλιξής

53

τους καταλήγουν οΐ υλικές παραγωγικές δυνάμεις νά βρί-σκονται σέ αντίφαση μέ τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέ-σεις. . .» "Ομως ό Marx παρέλειψε νά προχωρήσει σέ εναν διε-ξοδικό καθορισμό της έννοιας των παραγωγικών δυνάμεων. Μερικοί επίγονοι έκαναν αθροιστικές αναφορές της έξέλιξής τους ώς εξέλιξης της βιομηχανίας, της επιστήμης, των συνα-φών ικανοτήτων της εργατικής δύναμης κλπ. Τή βάση ομως αυτής τής εξέλιξης αποτελεί ή αλλαγή τοϋ χρόνου, αλλά καί του χώρου. Ό χρόνος και ό χώρος στον καπιταλιστικό τρό-πο παραγωγής (όχι μόνον ή αντίληψη γιά τό χρόνο και τό χώρο) είναι διαφορετικοί σέ σύγκριση μέ τούς προκαπιταλι-στικούς τρόπους παραγωγής. Ή άλλαγή τοϋ χρόνου και του χώρου είναι ή βαθύτερη διαδικασία πού προσδιορίζει τήν εξέ-λιξη τών παραγωγικών δυνάμεων.

Ή αύστηρή οργάνωση του χρόνου και τοΰ χώρου απο-τελεί τή βάση τής κοινωνικής παραγωγής γιά τή ζωή τών ανθρώπων στή νεότερη έποχή. 'Υπαγορεύει σέ μέγιστο βαθ-μό τήν κοινωνική —δημόσια και ιδ ιωτ ική— συμπεριφορά τους και κατά συνέπειαν εισβάλλει και στήν πολιτισμική ζωή (κουλτούρα). Τό ρολόι, άπτή έκφανση του οργανωμένου και κατατμημένου χρόνου, εγινε ενα από τά σημαντικότερα στοι-χεία και σύμβολα τής αστικής κοινωνίας. Γιά άλλους λόγους (προσωρινότητα τής επίγειας ζωής, άσκητική προπαρασκευή τής μεταθανάτιας) συνέβαλε ή μεσαιωνική μοναστηριακή ορ-γάνωση άποφασιστικά στήν προετοιμασία τής οργάνωσης τοϋ χρόνου και τοϋ χώρου τής βιομηχανικής, καπιταλιστικής εποχής (βλ. Umberto Eco, Tò "Οι/ομα του Ρόδου).

Ή κατάτμηση (Segmentierung), ή οργάνωση, ή αύστηρή μέτρηση τοϋ χρόνου (κυρίως τοϋ χρόνου εργασίας) καί ή χω-ρίς κενά οργάνωση καί κατάτμηση τοϋ χώρου (τοϋ εργασια-κού, διοικητικού, κρατικού και γενικότερα κοινωνικού χώρου) είναι εξελίξεις πού μέ σχεδόν άκαριαίο τρόπο εμφανίζονται

54

στις άρχες της νεας εποχής και κορυφώνονται στην καπιτα-λιστική κοινωνία. Εκφάνσεις τους εΤναι οΐ έξελίξεις τής τεχνο-λογίας, τής επιστήμης, των ικανοτήτων τής εργατικής δύνα-μης, δηλαδή των παραγωγικών δυνάμεων που καθορίζουν τή δομή των παραγωγικών σχέσεων.

Τή σημασία τής άλλαγής τοϋ χρόνου και τοϋ χώρου σε σχέση μέ τόν καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δείχνει ό Marx στή θεωρία τής αξίας-έργασίας (χρόνος) και στήν ανάλυση τής κατανομής τής έργασίας (χώρος μέ τήν ευρύτερη σημα-σία: αφενός μέν κατακερματισμός τής παραγωγικής διαδικα-σίας μέσα στόν εργασιακό χώρο, αφετέρου ή συναφής διάκρι-ση ανάμεσα στους κατόχους εργατικής δύναμης και στους ιδιοκτήτες τών μέσων τής παραγωγής, διάκριση πού αποτε-λεί τή νομική μόνον έκφανση κυριαρχικών σχέσεων).

Ή εργασία —αν και αλλοτριωμένη βέβαια— είναι μια συ-γκεκριμένη εργασία συγκεκριμένων άνθρώπων πού παράγουν άντικείμενα χρήσης σε εναν χώρο κάτω άπό συγκεκριμένες συνθήκες. Αύτή μεταβάλλεται άπό τή λογική τοϋ καπιταλι-στικού τρόπου παραγωγής (στόν όποιο ή αξία χρήσης είναι μόνον μιά προϋπόθεση τής λειτουργίας τ ο υ ) σε γενική άφη-ρημένη έργασία, σέ ενα εμπόρευμα πού ή άξία του καθορί-ζεται άπό τις ώρες έργασίας πού ένσωματώνονται στα μέσα συντήρησης (Subsistenzmittel), άναγκαΐα γιά τήν αναπαρα-γ ω γ ή τής εργατικής δύναμης. Ένώ ή άξία της καταβάλλε-ται πλήρως μέ τήν παροχή (εκφανσή της τό ήμερομίσθιο) ό-λων τών μέσων συντήρησης (παρόλο πού αύτό είναι ιστορι-κά σχετικό, εξαρτώμενο άπό τίς εκάστοτε κοινωνικές συνθή-κες και τούς εργατικούς άγώνες) χωρίς νά έξαπαταται 6 έρ-γαζόμενος («χωρίς νά τόν κλέβει 6 καπιταλιστής»), είναι ό-μως μικρότερη άπό τήν άξία τών έμπορευμάτων πού παρά-γονται, γιατί σέ αύτά ένσωματώνονται περισσότερες ώρες έργασίας άπό όσες στά μέσα συντήρησης. Έτσι, μέ αύτόν τόν

55

περισσότερο χρόνο, παράγεται ή υπεραξία (Ό χρόνος eïuai χρή-μα).Ή άξία χρήσης τοϋ εμπορεύματος «εργατική δύναμη» εί-ναι για τό κεφάλαιο ή Ιδιότητά του νά παράγει υπεραξία.

Δέν είναι λοιπόν ό Marx εκείνος πού με τή θεωρία της α-ξίας έργασίας μεταβάλλει τήν εργασία σε γενική αφηρημένη εργασία. Δέν πρόκειται για μια πέραν της λογικής του καπι-ταλιστικού τρόπου παραγωγής ισχύουσα θεωρία για τήν αν-θρώπινη έργασία. Στό εργο του περιγράφεται καί αναλύεται κριτικά ως μια διαδικασία αποξένωσης και εκμετάλλευσης. Έ-τσι λειτουργεί τό σύστημα. Ό καπιταλιστής δέν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Είναι μια Charakternnaske του κεφαλαίου.

Στή μαρξική θεωρία δέν βρίσκουμε «μια παράσταση του χρόνου ως ένός σημειακού και ομοιογενούς continuum », όπως αναφέρει ό Agamben. Ούτε ό ισχυρισμός άλλων επικριτών (άλ-λα και όχι λίγων «όπαδών») τού Marx γιά τή δήθεν άπερι-όριστη πίστη του στήν Ιστορική άναγκαιότητα τής διαρκούς προόδου εύσταθεΐ. Τό δίλημμα πού πρόβαλλε γιά τό μέλλον ήταν «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Σέ σχέση μέ τό παρελ-θόν τόνιζε πώς οΐ κοινωνικοί άγώνες κατέληγαν ή στόν με-τασχηματισμό τής κοινωνίας ή στήν παρακμή ολων τών ά-νταγωνιζόμενων τάξεων, στήν ιστορική καταστροφή καί τήν πολιτισμική οπισθοδρόμηση.

Μιλάει βέβαια ό Marx στό Κεφάλαιο γιά τήν «ονομαζόμε-νη (sogenannte)» πρωτογενή συσσώρευση τού κεφαλαίου, γιατί στοιχεία τού κεφαλαίου ύπήρξαν κατά κάποιον τρό-πο και σέ προκαπιταλιστικές κοινωνίες. Τήν εποχή όπου τό κεφάλαιο διά πυρός και σιδήρου γίνεται δεσπόζον καί καθο-ριστικό στις κοινωνικές σχέσεις τήν περιγράφει ώς μιά μεγά-λη ιστορική τομή.

Τ ό κεφάλαιο παράγει ύπεραξία, αύτή προστίθεται στό κεφάλαιο, τό όποιο παράγει νέα ύπεραξία, πού πάλι προστί-θεται στό κεφάλαιο. Πρόκειται γιά μιάν άέναη διαδικασία συσ-

56

σώρευσης χωρίς τέλος. Θά μπορούσαμε và τή χαρακτηρίσου-με ώς μια κυκλική, ϊσοος και σωρευτική αντίληψη y ià τό χρό-νο, που πηγάζει άπό τή λογική τοϋ κεφαλαίου. Ή με αφηρη-μένο τρόπο θεωρούμενη διαδικασία συσσώρευσης τοϋ κεφα-λαίου δεν ανακόπτεται από ενδογενείς παράγοντες. Καί δεν είναι τυχαίο ότι μερικοί θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού προβαίνουν τώρα στήν «έσχατολογική ανακάλυψη» τοϋ κα-πιταλισμού ώς τελικής δήθεν φάσης τής ιστορίας, με τήν ο-ποία συντελέστηκε ή όλοκλήρωσή της. (Γιά τήν άρχιμήδεια λέξη €ϋρηκα θά εχει αύτό ϊσως πιά ώς συνέπεια τήν ετυμο-λογική αναγωγή της στή λέξη εύρώ,.λ)

Αύτή ή διαδικασία μπορεί σύμφωνα με τόν Marx νά ανα-κοπεί μόνον άπό τήν επαναστατική πράξη τοϋ Ιστορικού υ-ποκειμένου. Προϋπόθεση τής ύπαρξης τοϋ Ιστορικού ύποκει-μένου εΤναι ή ανάπτυξη Ιστορικής συνείδησης. "Αν και ό Marx δεν αγνόησε τόν γραφειοκρατικό κίνδυνο, διαπιστώνονται εντούτοις κενά στήν αντιμετώπιση αύτοϋ τοϋ προβλήματος. Στόν ύπαρκτό σοσιαλισμό εγινε βέβαια αύτό πού αναφέρει ό Agamben: «ή ιδεολογία έκπόρθησε τήν ακρόπολη τοϋ ιστο-ρικού ύλισμοϋ». Οί τερατώδεις διαστρεβλώσεις τοϋ ιστορικού ύλισμοϋ και τοϋ σοσιαλισμού, τά εγκλήματα τοϋ σταλινι-σμού (εγκλεισμός στόν νεκρό χώρο και τόν νεκρό χρόνο των στρατοπέδων εργασίας μέχρι θανάτου) και ή πολιτισμική κα-ταστροφή πού αύτός προκάλεσε δεν μπορούν όμως νά ανα-ζητηθούν σε κάποια, οπωσδήποτε ύπάρχοντα, ελλείμματα τής μαρξικής θεωρίας, άλλά στό ότι, μεταξύ άλλων, ή πολι-τισμική τομή επιδιώχθηκε όχι πριν άπό τήν κατάληψη τής εξουσίας, άλλά μετά άπό αύτήν, και εκ των άνω: άπό μιά γραφειοκρατική ήγεσία σέ μιά καθυστερημένη χώρα. Αύτόν τόν κίνδυνο πράγματι δεν τόν επεσήμανε ό Marx επαρκώς.

Ή μαρξική φιλοσοφία δεν άγνοεί τή «μηδενισμένη εμπειρία τοϋ χρόνου» στόν άλλοτριωμένο άνθρωπο και τήν (άπό τήν

57

ολική ζωή του και τήν ιδεολογία προσδιορισμένη) άποξενω-σή του από τήν «αυθεντική ιστορία». Θεωρεί ομως τή μέχρι τώρα ιστορία ως «προϊστορία» της άνθρώπινης κοινωνίας. Προϊστορία μιας κοινωνίας όπου ό άνθρωπος θά δημιουργεί ό ϊδιος τήν Ιστορία του και θα τή βιώνει αυθεντικά, έχοντας κάνει δικό του τό χρόνο και τό χώρο της παραγωγικής δια-δικασίας, οπου δεν θά καθορίζει ή κατανεμημένη, εξειδικευμέ-νη εργασία τις ίκανότητές του, αλλά οι ίκανότητές του θά καθορίζουν τις δραστηριότητές του. "Οπως λέει κάπου ό Marx, θά μπορεί ό άνθρωπος τό πρωι νά εΤναι κυνηγός, τό άπό-γευμα ψαράς καί τό βράδι κριτικά σκεπτόμενος κριτικός (kri-tischer Kritiker). Είναι ό, εστω ειρωνικά και αλληγορικά δια-τυπωμένος, οραματισμός της απελευθέρωσης και συνειδητής βίωσης του χρόνου στον ελεύθερο χώρο. Μιά τέτοια απελευ-θέρωση δεν μπορεί νά είναι τό αποτέλεσμα μόνον τής φιλο-σοφικής κριτικής, άλλά —κυρίως— τής κοινωνικής πράξης.

Σε μιά ελεύθερη κοινωνία ή αίσθηση τοΰ χρόνου θά κλεί-νει μέσα της πολλή τραγικότητα και θά διακρίνεται από μιά ιδιαίτερα έντονη βίωση του εφήμερου. Ό χώρος ομως, ό χώ-ρος τών αισθητικών μορφών και αναμνήσεων, θά δεσπόζει α-πέναντι στον χρόνο.

Δεκέμβριος 2001

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Άντι Προλόγου 7

I. [ Ε ι σ α γ ω γ ή : Γενικό Διάγραμμα και Πρόθεση] 13

II. [Ελληνική Α ρ χ α ι ό τ η τ α ] 15

III. [Χριστιανικός Μεσαίωνας] 20

IV. [Νεότεροι Χρόνοι] 24

V. [Ή 'Αντίληψη τ ο ΰ Hegel γ ι α τ ό Χ ρ ό ν ο ] 27

VI. [Ή 'Αντίληψη τ ο ϋ Marx γ ι ά τ ό Χ ρ ό ν ο ] 30

Vil. [Ή Μεταφυσική Εκδοχή, ή Γνώση κα\ ή Σ τ ο ά ] 32

VIII. [Benjamin και Heidegger] 36

IX . [ Κ α τ α κ λ ε ί δ α ] 41

Ε π ί μ ε τ ρ ο : ΔΥΟ ΠΑΡΕΜΒΑςΕΙς 45

1. Η ρ α κ λ ή ς Δ. Λ ο γ ο θ έ τ η ς , Γιό την 'Αντίληψη του Χρόνου στην 'Αρχαία Ελληνική Σκέψη: 'Ορισμένα Σημεία 47

2. 'Ανδρέας Χριστιυίδης , Γιά την 'Αντίληψη του Χρόνου στόν Marx: Μ là Κριτική Σημείωση 53

T O ΒΙΒΛΙΟ

ΧΡΟΝΟΣ ΚΑ! ΙΣΤΟΡΙΑ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΤΙΓΜΙΑΙΟΥ ΚΑ! ΤΟΥ ΣΥΝΕΧΟΥΣ

Τ Ο Υ G I O R G I O A G A M B E N

ΣΕ Μ Ε Τ Α Φ Ρ Α Σ Η Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Α Ρ Μ Α Ο Υ

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟ!

ΧΕΙΑ ΦΙΛΟΤΕΧΝΗΜΕΝΑ Σ Τ Ο ΒΟΛΟ ΑΠΟ ΤΟΝ

Α.Κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΕΛΙΔωΘΗΚΕ ΜΕ ΒΑΣΗ

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΓΙωΡΓΟΥ ΚΟΡΟΠΟΥΛΗ ΑΠΟ

ΤΟΝ Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Α Ρ Μ Α Ο , Δ ΙΟΡΘωΘΗΚΕ ΑΠΟ

Τ Ο Ν ΠΕΤΡΟ Γ ΙΑΡΜΕΝΙΤΗ, ΦΙΛΜΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΣΤΟ «ΑΝΑΓΡΑΜΜΑ», ΤΥΠωΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΙΕΣΤΗ

ΡΙΟ « Λ Υ Χ Ν Ι Α » Θ. Β Γ Ο Ν Τ Ζ Α O.E. ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟ

ΔΕΤΗΘΗΚΕ Σ Τ Ο ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΕΙΟ LIBRO DORO

T O N ΔΕΚΕΜΒΡΗ T O Y 2 0 0 3 Γ ΙΑ Τ Η ΣΕΙΡΑ

« Ε Δ Ι Κ Τ Α Τ Η Σ Ι Ν Δ Ι Κ Τ Ο Υ »

'Αριθμός Εκδόσεως : 132

' Α ν τ ί τ υ π α Λ' Ε κ δ ό σ ε ω ς : 1 .000

Έδικτα της Ίνδίκτου

Υπάρχει ενας τρόπος να βλέπουμε τον πολιτισμό και τά προΐοντα του που καταφέρνει δ,τι λιγότερο αναγνωρίζουμε σέ δσους ασχολούνται μαζί τους: έξηγεΤσυστηματικά τΙς κακοδαιμονίες της καθημερινης βαρβαρότητας καί βρί-σκει πάντοτε δρόμο να εισηγείται πρακτικές λύσεις. Αυτός ο τρόπος είναι αυτόχρημα πολιτικός, και δεν χρειάζεται τίποτε το άγοραΤο για νά το αποδείξει. Μερικών τέτοιων κειμένων την ανάγνωση είναι καλό να την αρχίζουμε ετσι. "Αλλων, είναι άπλώς αναπόφευκτο.

'Εξώφυλλο: ΒΑΤΑΒΑΛΗ Μ Α Τ Ι Ν Α , Time.

Σ τ η σειρά « Έδικτα της Ίνδίκτου » κυκλοφορουν

'.Ανδρέας Χριστινίδης

Ε Χ Θ Ρ Ο Τ Ι Ι Τ Α & Ι ί Ρ Ο Κ Α Τ Α Λ Η Ψ Η ι:ενοφοβία, Αντισημιτισμός, Ι'^οκτονία

Α. Κ. Χριστοδούλου

Ε Ν Α Δ Ι Ι Ι Α Ο Ι Ι Ρ Ε Λ Ο Υ Δ Ι Ο ΣΤΟ ΜΟΜΙΙΙ-ΜΊΚ Τ Ο Υ Χ Ε Ρ Μ Α Ν Μ Ε Α Β Ι Α «Ετυμολογία» & «Αποσπάσματα»

Giorgio Agamben

Χ Ρ Ο Ν Ο Σ ΚΑΙ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α

Κριτική τοΰ Στιγμιαίου και τοΰ Συνεχοϋς

Μετάφραση: Δημήτρης "Αρμάος

H . -G. Gadamer / T .W. Adorno / M. Horklieimer

Γ Ι Α T O N Ν Ι Τ Σ Ε

Μετάφραση: Λευτέρης "Λνα-̂ Λΐώστου

1 Ιροσωπικότητα διεθνούς πλέον κύρους δ Giorgio Agamben σ' αυτό το νεανικό του δοκίμιο διατρέχει μετά λόγου -̂ 'νώ-σεως τους κυριότερους σταθμούς στις μέχρι σήμερα θεωρίες για το χρόνο καΐ την ιστορία, για να λάβει θέση —ώς συν-επής μαρξιστής— και πάνω στον τρόπο απεμπλοκής μας από τήν άντεπαναστατική τους δυναστεία. Το τομίδιο επι-κουρούν δυο παρεμβάσεις σέ επιμέρους ζητήματα της θεω-ρητικής του περιδιάβασης, από τον Ηρακλή Δ. Λογοθέτη καί τον "Ανδρέα Χριστινιδη.

ISBN 960-518-144-4 \v\w.indiktos.gr

m Ι Ν Δ Ι Κ Τ Ο Σ